Για τη σύγχρονη περίοδο των αραβικών εξεγέρσεων υιοθετήθηκε ο όρος «αραβική άνοιξη» από τα δυτικά κέντρα λήψης αποφάσεων, κυρίως από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε). και τις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ), τον οποίο αβίαστα και κατά κόρον χρησιμοποίησαν τα ΜΜΕ και οι ιστοσελίδες (ανώνυμες κα επώνυμες). Σε μικρό χρονικό διάστημα και πριν ακόμα κριθούν οι πορείες αυτών των εξεγέρσεων, η λέξη άνοιξη αντικαταστάθηκε από το φθινόπωρο και έπειτα το Χειμώνα, χωρίς καν να δοθεί χρόνος στους λαούς της περιοχής να σηκώσουν κεφάλι για να αναζητήσουν τα στοιχειώδη για μια καλύτερη ζωή, ξεχνώντας ότι και στη Γαλλική Επανάσταση υπήρχαν θύματα και επιπτώσεις. Εκδηλώσεις, όπως συνέδρια, σεμινάρια σε πανεπιστήμια, σε διάφορους φορείς και «ερευνητικά κέντρα» ξεκίνησαν τη δυσφήμιση μέχρι και την καταδίκη αυτών των λαών και των εξεγέρσεων τους και προδίκαζαν την έκβαση τους, χωρίς καν να ακουστούν οι απόψεις αυτών των λαών σε αυτές τις εκδηλώσεις. Εξελίχθηκε μια δίκη ερήμην του κατηγορουμένου. Η περίπτωση της Τυνησίας σαφώς αποκαλύπτει πολλά και διαψεύδει πολλούς.
Σύντομη ιστορική ανασκόπηση
Η Τυνησία είναι δεν είναι μόνο μέλος του αραβικού Συνδέσμου αλλά και του Οργανισμού της Ισλαμικής Συνδιάσκεψης και της Αφρικανικής ένωσης. Πήρε την ανεξαρτησία της το 1956 από τη Γαλλία. Ο πληθυσμός της χώρας είναι περίπου 11 εκατομμύρια και το 99% είναι μουσουλμάνοι. Από την ανεξαρτησία της μέχρι το 1987, η χώρα αυτή κυβερνήθηκε από τον δικηγόρο, αγωνιστή, ηγέτη και πολιτικό, τον Χαμπίμπ Μπουργκίμπα (Habib Bourguiba).
Κατά την περίοδο 1987 έως 2011 η Τυνησία ήταν υπό το καθεστώς του δικτάτορα Μπεν Αλί (Ben Ali), με αποτέλεσμα να συσσωρευθούν τεράστια εμπόδια στην πορεία της εξέλιξής και της επιτυχίας της χώρας. Ο Τυνήσιος λαός, εξαιτίας της δικτατορίας, υπέφερε από τη φτώχεια, την ανεργία, την πολιτική καταπίεση και γενικά τις δύσκολες οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες. Επιπλέον χιλιάδες νέοι, εξαιτίας δυσμενών συνθηκών, εγκατέλειψαν τη χώρα αναζητώντας μια ευκαιρία για εργασία στο δυτικό κόσμο.
Έτσι, η Τυνησία ήταν η πρώτη χώρα της αραβικής άνοιξης που κατάφερε να αλλάξει το δικτάτορα Μπεν Αλί και η πρώτη αραβική χώρα που διεξήχθησαν αδιάβλητες εκλογές.
Το γεγονός ότι, η Τυνησία δεν υπέστη αυτό που έπαθαν κάποιες αραβικές χώρες όπως η Λιβύη, η Υεμένη και η Συρία οφείλεται στους εξής παράγοντες:
Πρώτον, η Νοοτροπία της κοινωνίας της Τυνησίας είναι διαφορετική από τις υπόλοιπες χώρες της αραβικής άνοιξης, η πλειοψηφία του λαού της χώρας αυτής είναι με ανοικτή νοοτροπία λόγω μόρφωσης.
Δεύτερον, η Τυνησία γεωγραφικά βρίσκεται μακριά από την αραβοϊσραηλινή διένεξη και δεν αποτελεί απειλή για το Ισραήλ.
Τρίτον, ο ρόλος του εθνικού στρατού που επικεντρώνεται στην προστασία της χώρας από το εξωτερικό και εσωτερικό κίνδυνο, ενώ στις περιπτώσεις της Συρίας και Λιβύης ο ρόλος του στρατού επικεντρώνεται στην προστασία των ηγετών και οικογενειών τους και όχι της χώρας.
Τέταρτον, ο ρόλος του κόμματος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που αντιστάθηκε στις προσπάθειες των αραβικών Εμιράτων και της Σαουδικής Αραβίας για να κρατήσουν το Status Quo πριν το 2011.
Πέμπτο, οι άριστες σχέσεις της Τυνησίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ενδιαφέρον της τελευταίας για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην εν λόγω χώρα.
Μετά τις εκλογές του 2011 ανέλαβε τη χώρα το Ισλαμικό κόμμα Αλ Νάχζα (Αναγέννηση- Ennahdha) και κυβέρνησε τη χώρα μέχρι το 2014. Ωστόσο, το ισλαμικό κόμμα αυτό απέτυχε να αντιμετωπίσει, αποτελεσματικά, τα τεράστια οικονομικά προβλήματα της χώρας. Έτσι, ανέλαβε το τιμόνι της εξουσίας ο πρόεδρος Μουχαμέντ Μπέτζι Καΐντ Εσέμπσι (Mohamed Beji Caid Essebsi), Κοσμικός και τεχνοκράτης αλλά μεγάλος σε ηλικία. Ο θάνατός του Εσέμπσι, πρόσφατα, οδήγησε σε νέα εκλογική κούρσα.
Νέα Εποχή
Οι νέες εκλογές του Σεπτεμβρίου 2019 για τη ηγεσία της χώρας προκάλεσαν, κατά κυριολεξία, ένα τσουνάμι στην πολιτική ζωή του τόπου. Κατέδειξαν ότι η κλασσική πολιτική παράδοση έχει τελειώσει και το πολιτικό σύστημα που διαμορφώθηκε μετά την επανάσταση του 2011 έχει καταρρεύσει, γιατί κανένας από τους υποψηφίους των μεγάλων πολιτικών κομμάτων δεν κατάφερε να πάρει ούτε την πρώτη ούτε τη δεύτερη θέση. Αντιθέτως δυο ανεξάρτητοι υποψήφιοι κατάφεραν να περάσουν στο δεύτερο γύρω των εκλογών.
Ο πρώτος είναι ο Κάις Σαΐντ )Kaïs Saïed (Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, συγκέντρωσε το 18.4 % των ψήφων. Αυτός ο υποψήφιος κατάφερε να πάρει την πρώτη θέση χωρίς χρηματοδότηση ή πολιτική κληρονομιά ή παλαιοκομματική υποστήριξη. Ξεκίνησε την εκλογική του εκστρατεία από σπίτι σε σπίτι και σε προσωπικό επίπεδο.
Ο δεύτερος είναι o Ναμπίλ Αλ Καραουϊ (Nabil Al Karoui), επιχειρηματίας των ΜΜΕ, και ταυτόχρονα, φυλακισμένος για ξέπλυμα χρήματος. Αυτός ο επιχειρηματίας πριν φυλακιστεί μοίραζε φαγητό σε κόσμο στις φτωχές γειτονιές που δεν κατάφεραν ποτέ οι πολιτικοί ηγέτες να φτάσουν, έτσι τον ψήφισαν όλοι οι άνθρωποι της τρίτης γενιάς.
Συμπεράσματα & Εκτιμήσεις
Η πτώση του παλαιού πολιτικού συστήματος είναι μια από τις πρώτες συνέπειες αυτών των εκλογών, γιατί το σύνολο των υποψηφίων των μεγάλων κομμάτων βρέθηκε εκτός εκλογικού αγώνα από τον πρώτο γύρω. Η επικέντρωση των υποψηφίων για την προεδρία της χώρας γύρω από θέματα όπως η εθνική ασφάλεια και ο φονταμενταλισμός, δεν πείθουν πια τον κόσμο, διότι, στην κατάσταση, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα το κλειδί για τον νικητή είναι πως θα αντιμετωπίσει τις άθλιες οικονομικές συνθήκες, την ακρίβεια, την ανεργία, τη διαφθορά, την επιδείνωση των υποδομών και των δημοσίων υπηρεσιών.
Για πρώτη φορά παρατηρεί κανείς μια νέα δημοκρατική κουλτούρα που σχετίζεται με εκείνη της δυτικής παράδοσης, γιατί έχουμε σε μια αραβική χώρα 26 υποψήφιους που ανταγωνίζονται για μια θέση. Ενώ, για παράδειγμα, στις τελευταίες αιγυπτιακές εκλογές είχαμε μόνο έναν υποψήφιο και μια μόνο επιλογή, έτσι κέρδισε ο στρατηγός Αλ Σίσι (Al-Sisi) με 97%.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας έχουμε νέο ρόλο της γυναίκας, όπου οι γυναίκες των υποψηφίων έπαιξαν ρόλο στη στήριξη του κάθε υποψηφίου. Γυναίκες με αυτοπεποίθηση για τα δικαιώματά τους που κατοχυρώνονται από το σύνταγμα της χώρας.
Για πρώτη φορά έχουμε νέο θετικό ρόλο των ΜΜΕ που μας έδειξαν τα εκλογικά προγράμματα και τις απόψεις όλων των υποψηφίων χωρίς διακρίσεις.
Είναι γεγονός ότι το ισλαμικό κόμμα Αλ Νάχζα υπέστη οδυνηρή ήττα, περνώντας τη τρίτη θέση με 12,8%. Εκτιμάται ότι θα υπάρχουν αλλαγές στο πρόγραμμα αυτού του κόμματος και ο αρχηγός του Αλ Γανούσι (Al Ghannouchi) δεν αποκλείεται να παραιτηθεί.
Επιπλέον, οι εκλογές του πρώτου γύρου καταδεικνύουν ότι ο κόσμος πια δεν εμπιστεύεται τους ισλαμιστές. Ωστόσο, εκλογική διαδικασία είναι ο ιδανικός τρόπος για να εξαλειφθούν τα ισλαμικά κόμματα.
Η συμμετοχή των ψηφοφόρων ήταν 45%, ενώ στις προηγούμενες εκλογές το 2014 η συμμετοχή άγγιξε το επίπεδο του 64%. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε πτώση κατά 19% στο ποσοστό των συμμετεχόντων. Έτσι εξηγείται η μεγάλη αποχή της νεολαίας, ενώ η συμμετοχή της τρίτης γενιάς ήταν μεγαλύτερη.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι πολίτες του εξωτερικού έλαβαν μέρος σε αυτές τις εκλογές, ενώ ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ελλάδα δεν έχει φροντίσει μέχρι σήμερα στους κατοίκους του εξωτερικού να λάβουν μέρος στην εθνική εκλογική διαδικασία.
Οι εκλογές αυτές απέδειξαν την έλλειψη εμπιστοσύνης στις πολιτικές ηγεσίες που κυβέρνησαν μετά την επανάσταση το 2011 και ο λαός ήθελε να τους τιμωρήσει για τις αποτυχίες τους είτε της κυβέρνησης είτε της αντιπολίτευσης.
Ο λαός της Τυνησίας δεν νοιάζεται για το αν ο νικητής είναι κοσμικός ή ισλαμιστής ή κομμουνιστής αλλά μόνο για τους τίμιους υποψήφιους που θα αντιμετωπίσουν με σοβαρότητα τα προβλήματα του πολίτη. Επί της ουσίας, η χώρα χρειάζεται σωστούς τεχνοκράτες με μόρφωση, ήθος και ηθική για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες στη εθνική οικονομία.
Οι δυτικές κυβερνήσεις πρέπει να στηρίξουν τη δημοκρατική διαδικασία στην Τυνησία, με αυτό τον τρόπο μπορεί να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της τρομοκρατίας, διότι ο εκδημοκρατισμός είναι η αποτελεσματική απάντηση στις προκλήσεις της ασφάλειας, της ειρήνης στις περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής (MENA).
Πρέπει η χώρα αυτή να στηριχθεί ώστε να έχει μια αξιόπιστη δημοκρατική κυβέρνηση που επιδιώκει την εξάλειψη της φτώχειας, της ανεργίας, των διώξεων, της κοινωνικής αδικίας και της ανισότητας. Μια αξιόπιστη δημοκρατική κυβέρνηση αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επίλυση του θέματος της τρομοκρατίας και της μετανάστευσης που ενοχλούν τις δυτικές χώρες.
Η νέα κατάσταση, μακροπρόθεσμα, θα μπορούσε να ανοίξει την πύλη για το ζήτημα διαχωρισμού του κράτους από τη θρησκεία.
Τέλος, παρά όλες τις προκλήσεις, η περίπτωση της Τυνησίας παραμένει υπόδειγμα της «Αραβικής Άνοιξης».