Κάποιοι εκτιμούν ότι τα τροχόσπιτα είναι το μέλλον του τουρισμού στην Ελλάδα. Ηδη η εβδομαδιαία ζήτηση στην Ελλάδα για ενοικίαση τροχόσπιτου έχει αυξηθεί κατά 400%, αφού το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού προσέλκυσε ακόμη μεγαλύτερη μερίδα ενδιαφερόμενων για covid free διακοπές.
Παράγοντες του χώρου εξηγούν στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι εν μέσω της πανδημίας είναι πιο επιτακτική από ποτέ για τους εκδρομείς, η ανάγκη του απόλυτου ελέγχου στις μετακινήσεις, τη διαμονή και την κυκλοφορία τους από μέρος σε μέρος, με ασφάλεια και αποφυγή συνωστισμού.
Η προσφορά δεν επαρκεί
«Αν και το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο ήταν πάντα στην αντίληψη του Έλληνα εκδρομέα, ωστόσο το 2019 λαμβάναμε 10 τηλεφωνήματα την εβδομάδα από ενδιαφερόμενους για ενοικίαση και φέτος λαμβάνουμε 50 (+400%)», επισήμανε ο ιδιοκτήτης της Caravan Expert, Αδάμ Ασημακόπουλος, ο οποίος εδώ και δεκαετίες δραστηριοποιείται στην αγορά καινούριων και μεταχειρισμένων τροχόσπιτων και αυτοκινούμενων. «Το οξύμωρο είναι, ότι η ζήτηση δεν μπορεί να καλύψει την προσφορά, αφού προς ενοικίαση αυτοκινούμενα τροχόσπιτα βρίσκονται στην Ελλάδα περί τα 50 το πολύ», προσθέτει.
Πρόσθεσε δε, ότι και αυτά τα λίγα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα που διαθέτει η χώρα μας προς ενοικίαση, «ενοικιάζονται στο 80% από Ευρωπαίους πολίτες, κυρίως Γερμανούς, Γάλλους και Ιταλούς, οι οποίοι κλείνουν τις καλοκαιρινές τους διακοπές στη χώρα μας από τον Ιανουάριο κάθε χρόνο». Στο πλαίσιο αυτό συμπλήρωσε, «δυστυχώς οι Έλληνες, παρά το ενδιαφέρον τους δεν τα προλαβαίνουν».
Στο ίδιο πνεύμα και ο Αντώνης Ζαμπέτας, επικεφαλής της ομώνυμης εταιρείας στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος διευκρίνισε ότι «μπορεί για κάποια χρόνια να μην φαινόταν η ζήτηση για ενοικίαση που υπάρχει στη χώρα μας για αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, αλλά αυτό ήταν πλασματικό, αφού ελλείψει ικανού αριθμού να καλύψει τη ζήτηση, πολλοί ήταν αυτοί που νοίκιαζαν αυτοκινούμενο τροχόσπιτο σε γειτονική χώρα και έκαναν διακοπές στην πατρίδα τους, δηλαδή την Ελλάδα».
Άρα, όπως υπογράμμισε, «στην Ελλάδα ανέκαθεν υπήρχε η ζήτηση για αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, είτε για αγορά, είτε για ενοικίαση», αλλά «ήταν η έλλειψη νομοθετικού πλαισίου και η υπερφορολόγηση εν μέσω της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, που πάγωσε τον κλάδο, αλλά ευτυχώς δεν τον αφάνισε».
Υπό το πρίσμα των προαναφερομένων, οι κ.κ. Ασημακόπουλος και Ζαμπέτας επισήμαναν ότι ενώ το 2009 πωλήθηκαν στην Ελλάδα περί τα 100-150 καινούρια αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, τη δεκαετία που ακολούθησε, από το 2010 έως και το 2020, ο αριθμός τους δεν ξεπέρασε τα πέντε, τη στιγμή που στην Ευρώπη το αντίστοιχο νούμερο υπερβαίνει και τα 60.000 ετησίως.
Διευκρίνισαν ότι επειδή στην Ελλάδα το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο θεωρείται ΙΧ άνω των 2.000 κυβικών έχει φόρο πολυτελείας, τεκμήρια, μεγάλα τέλη κυκλοφορίας και όλα τα παραπάνω καθιστούν αποτρεπτική την αγορά του. Συγκεκριμένα, όπως είπε ο κ. Ασημακόπουλος, «για να έχει ο Έλληνας ένα αυτοκινούμενο τροχόσπιτο 2.300 κυβικών, υποχρεούται να πληρώνει 690 ευρώ τέλη κυκλοφορίας, 700 ευρώ φόρο πολυτελείας, και περίπου 15.000 τεκμήριο».
Το νομοθετικό πλαίσιο που ετοιμάζεται
«Ο πρώτος και ο μοναδικός πολιτικός που μετά από 11 χρόνια μας άκουσε σαν κλάδο είναι ο υφυπουργός Οικονομικών, φορολογικής πολιτικής και δημόσιας περιουσίας, Απόστολος Βεσυρόπουλος», σημείωσε ο κ. Ζαμπέτας και πρόσθεσε ότι «ήδη τον Αύγουστο του 2020, με απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών, μειώθηκε ο φόρος εισαγωγής για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα στην Ελλάδα κατά 75%, από 20.000 ευρώ σε περίπου 2.000-3.000 ευρώ για ένα μεταχειρισμένο και σε περί τα 5.000 ευρώ για ένα καινούριο, ενώ μέσα στο επόμενο 15νθήμερο δεσμεύτηκε ότι θα ψηφιστεί νομοθετικό πλαίσιο, με βάση το οποίο θα απαλλαγεί το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο από τη μέτρηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, λόγω του ότι είναι οχήματα ειδικού σκοπού και με βάση την αντίστοιχη κοινοτική νομοθεσία που βρίσκεται σε ισχύ από το 2007».
Υπογραμμίζοντας ότι κατά τα έτη 2004-2005, στην καρδιά της οικονομικής κρίσης «γεννήθηκαν» τουλάχιστον δύο εταιρείες ενοικίασης αυτοκινούμενων τροχόσπιτων στην Ελλάδα, οι κ.κ. Ασημακόπουλος και Ζαμπέτας επισήμαναν ότι «θα ήταν πολλές περισσότερες, εάν υπήρχε νομοθετικό πλαίσιο και μια κανονική φορολογία».
Στο πλαίσιο αυτό εξέφρασαν την πεποίθηση ότι με την εξομάλυνση της κατάστασης στον κλάδο, δεν αποκλείεται από το επόμενο διάστημα κιόλας να «δούμε μεγάλη έλευση αυτοκινούμενων οχημάτων στην χώρα μας, από ιδιώτες που θα ξεπηδούν σαν τα μανιτάρια, και έτσι το 2021 ο κλάδος μας θα μπορέσει να ανοίξει φτερά».
Στα 52 δισ. ευρώ ο τζίρος του κλάδου στην ΕΕ
Στην ΕΕ, σύμφωνα με τον κ. Ζαμπέτα, κινούνται περί τα 2,2 εκατ. αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και μόνο πέρυσι πουλήθηκαν 152.000 νέα, ενώ ο τζίρος της αγοράς ανήλθε το 2020 στα 52 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων αυτών των κάμπινγκ, ανταλλακτικών, αξεσουάρ και εταιρειών πώλησης και ενοικίασης.
«Σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, η Ελλάδα έχει ελάχιστα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα χάνοντας πολύτιμα κεφάλαια από τον περιοδεύοντα τουρισμό», σημείωσε ο ίδιος και πρόσθεσε ότι «200.000 Γερμανοί έμειναν πέρυσι το χειμώνα στην Ισπανία αφήνοντας κατά μέσο όρο 1.000-1.500 ευρώ στη χώρα ανά οικογένεια”.
Ο ιδιοκτήτης της Caravan Expert, Αδάμ Ασημακόπουλος, υπενθύμισε, ότι ενώ το 2019 δεκάδες χιλιάδες Γερμανοί τουρίστες ξεχειμώνιασαν σε Ισπανία και Πορτογαλία, με την κατά κεφαλήν μηνιαία δαπάνη να υπολογίζεται σε 400-500 ευρώ, ”στην Ελλάδα την ίδια περίοδο, έξι μήνες δηλαδή το χειμώνα, ήρθαν μόνο 100».
Όπως εξήγησε, αυτό συνέβη «γιατί δεν υπάρχει καράβι να τους φέρει φτηνά το χειμώνα και εν αντιθέσει με τα εμπορεύματα που εξακολουθούν να ταξιδεύουν οικονομικά, ο κάτοχος του αυτοκινούμενου πρέπει να πληρώσει 2.000 ευρώ μόνο για να έρθει στη χώρα μας και να ταξιδεύει και τέσσερις ημέρες».
Το τροχόσπιτο είναι ο μελλοντικός τουρισμός στην Ελλάδα
«Το αυτοκινούμενο είναι ο μελλοντικός τρόπος τουρισμού και για την Ελλάδα», επισήμανε, από την πλευρά της, η γενική γραμματέας της ΕΛΑΤ, Αναστασία Γεωργουλοπούλου, υπογραμμίζοντας ότι η επένδυση σε υποδομές για την περαιτέρω αύξηση του κλάδου στην χώρα μας δεν κοστίζει σημαντικά. Ωστόσο, όπως σημείωσε, «παρά το έντονο ενδιαφέρον από τοπικούς άρχοντες και ιδιώτες, ελλείψει νομοθετικού πλαισίου δεν μπορεί να προχωρήσει κανένα σχετικό project».
Εξήγησε, ότι το αυτοκινούμενο ανήκει στην κατηγορία Μ1 Ι.Χ. αυτοκινήτων και έτσι μπορεί να σταθμεύσει όπου κι ένα ΙΧ αυτοκίνητο, αλλά αυτό που δεν μπορεί να κάνει είναι να προβεί σε ενέργειες κάμπινγκ, δηλαδή να ανοίξει παράθυρα, τέντες, να βγάλει τραπεζοκαθίσματα. «Αυτό όμως δεν αρκεί. Χρειάζεται ειδικός χώρος, όπου εκτός της στάθμευσης θα μπορεί να κάνει και σέρβις. Δηλαδή να πάρει νερό και να αδειάσει τις δεξαμενές λυμάτων. Ο χώρος αυτός ονομάζεται διεθνώς camper stop, μπορεί να είναι αποκλειστικά για αυτοκινούμενα αλλά και μικτός με άλλα ΙΧ αυτοκίνητα (πάντα όμως οριοθετημένος για τα αυτοκινούμενα)», σημείωσε η κ. Γεωργουλοπούλου.
«Μιλάμε για χώρους, όπου κάποιος μπορεί να σταθμεύσει με μικρό κόστος παραμονής (ακόμη και δωρεάν για π.χ. 24 ώρες παραμονής) και που -μεταξύ άλλων- είναι περιφραγμένοι, με φωτισμό, έλεγχο εισόδου/εξόδου και με μπάρα για πληρωμή», εξήγησε επισημαίνοντας πως για την ίδρυση ενός τέτοιου ειδικού χώρου στάθμευσης/camper stop χρειάζεται το νομοθετικό πλαίσιο που θα ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας του.
Ενδεικτικά, ανέφερε ότι στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 20.000 camper stop, «ενώ στους διεθνείς καταλόγους των camper stop, για την Ελλάδα επισημαίνεται ότι δεν υπάρχουν επίσημοι τέτοιοι χώροι και οι αναγραφόμενοι είναι με επιφύλαξη».
Η ΕΛΑΤ ιδρύθηκε το 2007 και έχει εγγραμμένα 400 μέλη και σύμφωνα με έρευνά της, στη χώρα μας έρχονται κάθε χρόνο 500 αυτοκινούμενα «αριθμός που θα μπορούσε να είναι πολλαπλάσιος».
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)