Τα τελευταία χρόνια, η κλιματική αλλαγή και τα απότοκά της στο πεδίο της γεωπολιτικής έχουν έλθει στο προσκήνιο. Μια από τις συνέπειες της αύξησης της θερμοκρασίας της Γης και της σταδιακής τήξης των πάγων στην Αρκτική είναι η δημιουργία προοπτικών ανάπτυξης του Βορείου Περάσματος, μιας θαλάσσιας οδού που ενώνει την Ευρώπη με την Ασία.
Το Βόρειο Πέρασμα εκτείνεται κατά μήκος των ρωσικών ακτών στην Αρκτική, από τη νήσο Novaya Zemlya (η οποία βρίσκεται μεταξύ της θάλασσας του Barents και της θάλασσας Kara) έως το Στενό του Bering. Είναι προσβάσιμο περίπου 5 μήνες το χρόνο, από τον Ιούλιο μέχρι το Νοέμβριο, διάστημα που αναμένεται να αυξηθεί με το περαιτέρω λιώσιμο των πάγων. Ρώσοι αξιωματούχοι ευελπιστούν ότι η ναυσιπλοΐα θα καταστεί δυνατή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους εντός της τρέχουσας δεκαετίας.
Η Μόσχα θεωρεί ότι η επέκταση της χρήσης του θα συμβάλει στην ανάπτυξη τόσο της ρωσικής Αρκτικής, περιοχής στρατηγικής σημασίας για τα ρωσικά συμφέροντα, όσο και της χώρας εν γένει. Οι κρατικές επενδύσεις αναμένεται να φτάσουν τα 21,4 δισ. δολάρια μέχρι το 2035 ενώ οι ιδιωτικές, σύμφωνα με εκτιμήσεις, τα 209 δισ. δολάρια. Κομβικό ρόλο στην αναβάθμιση του Περάσματος διαδραματίζει η κατασκευή πλοίων ειδικών προδιαγραφών, η αύξηση του στόλου των πυρηνοκίνητων παγοθραυστικών που θα συνοδεύουν τα εμπορικά πλοία καθώς και η δημιουργία κατάλληλων υποδομών (λιμένων, υπηρεσιών πλοήγησης και επικοινωνίας κλπ.).
Η ανάπτυξή του Βορείου Περάσματος ενέχει σημαντικές γεωπολιτικές και οικονομικές προεκτάσεις. Αφενός, δημιουργούνται προϋποθέσεις ανακατανομής ισχύος τόσο στη διαρκώς αναβαθμιζόμενη γεωστρατηγικά περιοχή της Αρκτικής όσο και παγκοσμίως, με τη Ρωσία να έχει την δυνατότητα να ενισχύσει τη θέση της στη διεθνή κονίστρα και να αυξήσει την προβολή ισχύος της. Διαχρονικό πυλώνα της στρατηγικής των παραδοσιακών ναυτικών δυνάμεων (ΗΠΑ και Μεγάλης Βρετανίας) αποτελεί η παρεμπόδιση της πρόσβασης της Ρωσίας στις θερμές θάλασσες. Οι κλιματικές μεταβολές και η περαιτέρω διάνοιξη του Περάσματος δύνανται να ανατρέψουν αυτή την κατάσταση, παρέχοντας την ευκαιρία στη Μόσχα, παραδοσιακή χερσαία δύναμη, να αποκτήσει την πολυπόθητη αυτή πρόσβαση και να καταστεί μέσω κατάλληλων κινήσεων και η ίδια ναυτική δύναμη.
Αφετέρου, η αναβάθμιση του Περάσματος είναι συνδεδεμένη με τα ενεργειακά project που έχουν εκπονηθεί από τη Μόσχα. Το Βόρειο Πέρασμα χρησιμεύει ως δίαυλος μεταφοράς των υδρογονανθράκων που εξορύσσονται στην Αρκτική τόσο προς την Ασία, όπου οι εξαγωγές βαίνουν αυξούμενες τα τελευταία χρόνια, λόγω των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και της σύσφιξης των διμερών οικονομικών σχέσεων της Ρωσίας με αρκετά ασιατικά κράτη, όσο και προς την Ευρώπη. Ως εκ τούτου, τα σχέδια βελτίωσης και ανάπτυξης των υποδομών θα διευκολύνουν την εξαγωγικές δραστηριότητες της Ρωσίας στον ενεργειακό τομέα.
Παράλληλα, το Πέρασμα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως δυνητική εναλλακτική διαδρομή διασύνδεσης Ευρώπης και Ασίας έναντι της υφιστάμενης μέσω της διώρυγας του Σουέζ, καθώς, όντας κατά 8.000 χλμ. συντομότερο, μειώνει τη διάρκεια του ταξιδιού από την Ευρώπη προς την Ασία και αντιστρόφως κατά 35%-50%, και βρίσκεται σε μια σταθερή περιοχή του πλανήτη. Οι πρόσφατες επιθέσεις των ανταρτών Χούτι στην Ερυθρά θάλασσα οδήγησαν στην αναστολή της χρήσης της διώρυγας του Σουέζ από αρκετές εταιρίες και την εκτροπή των δρομολογίων προς το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας, επιμηκύνοντας το χρόνο των ταξιδιών περίπου κατά 12 ημέρες. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την πειρατεία στο Κέρας της Αφρικής, καλλιεργούν ένα ασταθές περιβάλλον και καταδεικνύουν την ανάγκη ύπαρξης εναλλακτικών οδών προκειμένου να μην επηρεάζονται οι εφοδιαστικές αλυσίδες, τα κόστη μεταφοράς υδρογονανθράκων και ο πληθωρισμός.
Από το 2011, καταγράφεται σταθερή αύξηση του όγκου των μεταφερόμενων φορτίων μέσω του Βορείου Περάσματος. Ελέω κυρώσεων, το 2022 υπήρξε ελαφρά μείωση συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Εντούτοις, το 2023, σημειώθηκε εκ νέου άνοδος και ρεκόρ όγκου διακινούμενων φορτίων (περ. 36 εκ. τόνοι). Η αύξηση οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μεταφορά πετρελαίου προς την Κίνα για την κάλυψη των αυξανόμενων ενεργειακών αναγκών της. Ένα από τα project που έχει εκπονήσει η εταιρία διαχείρισης του Περάσματος, Rosatom, είναι η επέκταση των υπηρεσιών logistics και η δημιουργία ενός θαλάσσιου διαδρόμου μεταφοράς κοντέινερ μεταξύ ανατολικής και δυτικής πλευράς της Ευρασίας. Φιλοδοξία της Ρωσίας είναι ο όγκος των μεταφερόμενων φορτίων να φτάσει τους 270 εκ. τόνους μέχρι το 2035. Ακόμα κι αν ο στόχος επιτευχθεί, ωστόσο, το νούμερο αυτό υπολείπεται κατά πολύ των πάνω από 1 δισ. τόνων που διακινούνται μέσω της διώρυγας του Σουέζ.
Τυχόν περιορισμός της εξάρτησης του διεθνούς εμπορίου από τη διώρυγα του Σουέζ θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία της Αιγύπτου και, πιθανότατα, των λιμανιών τη ανατολικής Μεσογείου που είναι συνδεδεμένα με τις εμπορευματικές οδούς που διέρχονται από το Σουέζ. Στον αντίποδα, η Μόσχα προσβλέπει στην αύξηση των εσόδων από τα τέλη διέλευσης που θα προκύψει από την πύκνωση της κυκλοφορίας πλοίων τρίτων χωρών και ξένων εταιριών στο Βόρειο Πέρασμα. Επίσης, δοθέντος ότι ο έλεγχος των εμπορευματικών οδών συνεπάγεται τον έλεγχο της οικονομίας έως ένα βαθμό, εφόσον ο ρόλος του Βορείου Περάσματος στο παγκόσμιο σύστημα θαλάσσιων μεταφορών αυξηθεί, η Ρωσία, δια του ελέγχου του, θα αποκτήσει ενισχυμένο ρόλο στο γεωοικονομικό πεδίο.
Αρκετές ασιατικές χώρες (Κίνα, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Ινδία) επιδεικνύουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το Πέρασμα, αποβλέποντας στη γρηγορότερη και, άρα, με μικρότερο κόστος, μεταφορά εμπορικών φορτίων στις ευρωπαϊκές αγορές και αντιστρόφως, αλλά και προκειμένου να διασφαλίσουν την ταχύτερη και απρόσκοπτη προμήθεια υδρογονανθράκων από την Αρκτική και τη Βαλτική. Η Κίνα, ήδη από το 2018, με τη δημοσίευση της Λευκής Χάρτας για την Αρκτική Πολιτική της, έκανε λόγο για την εκπόνηση του σχεδίου Polar Silk Road που προβλέπει τη δημιουργία ενός θαλάσσιου εμπορικού δρόμου δια μέσου της Αρκτικής σε συνεργασία με τη Ρωσία.
Εντούτοις, υπάρχουν αρκετά εμπόδια στην ανάπτυξη του Περάσματος. Η ύπαρξη πάγων, ειδικοί γεωμορφολογικοί λόγοι, οι καιρικές συνθήκες, η έλλειψη υποδομών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακριβών πληροφοριών πλοήγησης αποτελούν προσώρας προσχώματα στην αναγωγή του σε κεντρικό μεταφορικό δίαυλο. Επίσης, απαιτείται η αύξηση της παραγωγής παγοθραυστικών και πλοίων κατάλληλων να διασχίζουν περιοχές με πάγους, καθώς και η εκπαίδευση και εξοικείωση των πληρωμάτων με τον διάπλου του Αρκτικού Ωκεανού. Ένας ακόμη παράγοντας που θα καθορίσει την αύξηση της κίνησης είναι η συνέχιση και εντατικοποίηση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Αρκτική.
Εν κατακλείδι, οι προοπτικές ανάπτυξης του Βορείου Περάσματος είναι ευοίωνες. Καθώς η Αρκτική θεωρείται στρατηγική περιοχή για την οικονομική και γεωπολιτική της αναβάθμιση, η Μόσχα θα συνεχίσει να επενδύει στην ανάπτυξή του. Ωστόσο, δε θα μπορούσε να αντικαταστήσει πλήρως ή να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις τη διαδρομή που διέρχεται από τη διώρυγα του Σουέζ, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον. Το πιθανότερο είναι η κυκλοφορία να εξακολουθήσει να αυξάνεται και το Πέρασμα να αναχθεί σε χρήσιμη εναλλακτική διαδρομή, όταν οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν και εφόσον ο στόλος των ειδικών προδιαγραφών πλοίων και των παγοθραυστικών ενισχυθεί.
[1] παρά τις τεταμένες σχέσεις με τη Μόσχα, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να εισάγουν ρωσικό LNG