Στις 30 Ιανουαρίου τιμούμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, δηλαδή του Μεγάλου Βασιλείου, Αρχιεπισκόπου Καισαρείας, του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, και του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, επίσης Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως. Η κοινή εορτή τους θεσπίσθηκε τον 11ο αιώνα με πρόταση του Επισκόπου Ευχαΐτων Ιωάννου του Μαυρόποδος. Από τον 19ο αιώνα ονομάσθηκαν προστάτες της παιδείας και των Ελληνικών Γραμμάτων. Έζησαν τον 4ο αιώνα μ.Χ. Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος γεννήθηκαν στην Καππαδοκία και ο Ιωάννης στην ελληνιστική Αντιόχεια.
Η άριστη γνώση των αρχαίων ελληνικών κειμένων και η μέριμνά τους για την παιδεία των Χριστιανών τούς οδήγησε σε ενδιαφέρουσες και λίαν επίκαιρες επισημάνσεις. Η πρότασή τους ήταν να διδάσκονται τα Αρχαία Ελληνικά κείμενα και στα παιδιά των Χριστιανών. Οι απόψεις τους αποτελούν μία διαχρονική απάντηση στους αρνητές της κλασικής παιδείας. Οι Τρεις Ιεράρχες και η αγάπη τους για τη διαχρονική ελληνική γλώσσα και γραμματεία δίνουν μία αποστομωτική απάντηση στο κίνημα της ακύρωσης (cancel culture), δηλαδή σε όσους ζητούν να καταργηθεί η διδασκαλία των Aρχαίων Eλληνικών κειμένων στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ (κυρίως) και της Ευρώπης.
Για να κατανοήσουμε τον Μέγα Βασίλειο αξίζει να διαβάσουμε όλοι και πρωτίστως οι εκπαιδευτικοί μας το περίφημο κείμενο του Αγίου “Πρός τούς νέους, ὅπως ἄν ἐξ Ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων”, δηλαδή: Προς τους νέους: Πώς να ωφελούνται από τα ελληνικά γράμματα. Στο κείμενο αυτό ο Βασίλειος απαντά σε ένα καυτό ερώτημα της εποχής εκείνης, όταν ήταν πρόσφατη η συνάντηση Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Δηλαδή απαντά καταφατικά ότι οι Χριστιανοί μπορούν και πρέπει να μελετούν τα Αρχαία Ελληνικά κείμενα, αλλά με τρόπο επιλεκτικό. Να αποφεύγουν συγκεκριμένα στοιχεία που αφορούν τις δοξασίες περί δώδεκα Θεών.
Η γενική του τοποθέτηση ξεκινά με τη διαπίστωση ότι από τη μελέτη των έργων του Ομήρου μπορεί ο νέος να οδηγηθεί στην αρετή. Προχωρεί αποδεικνύοντας μία εντυπωσιακή γνώση της Ελληνικής Ιστορίας και προβάλλει παραδείγματα από τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Ευκλείδη, του Σωκράτη και του Περικλή. Λαμβάνει παραδείγματα από τα αρχαία ολυμπιακά αγωνίσματα και στίχους από αρχαίους ποιητές. Μιλά για αρχές και αξίες, οι οποίες είναι αποδεκτές και από τους κλασικούς συγγραφείς και από τους Χριστιανούς Πατέρες της Εκκλησίας. Το σύντομο αυτό κείμενο είναι οδοδείκτης για μία παιδεία ανθρωπιστική, η οποία θα φροντίζει την ψυχή και το ήθος. Θα μορφώνει, δηλαδή θα δια-μορφώνει ανθρώπινους χαρακτήρες.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στον Επιτάφιό του προς τον Μέγα Βασίλειο τονίζει ότι όλοι οι συνετοί άνθρωποι θεωρούν την παιδεία ως το πρώτιστο αγαθό και όχι μόνον τη Χριστιανική, αλλά και την εξωχριστιανική, δηλαδή τα Αρχαία Ελληνικά κείμενα. Τότε καθιερώθηκε ο όρος «έξωθεν ή θύραθεν παιδεία», που αναφέρεται στην κλασική ελληνική γραμματεία. Όταν ο Αυτοκράτωρ Ιουλιανός προσπάθησε να απαγορεύσει στους Χριστιανούς και να διδάσκουν και να διδάσκονται τα Αρχαία Ελληνικά κείμενα, ο Γρηγόριος τού απήντησε ότι το δικαίωμα δεν ανήκει μόνο στους οπαδούς της αρχαίας θρησκείας, αλλά και στους Χριστιανούς. Είναι χαρακτηριστικό το ερώτημα, το οποίο απευθύνει στον Ιουλιανό: ”Τίνος ἐστίν τό ἑλληνίζειν”;
Η Ελληνορθόδοξη Παιδεία θεμελιώθηκε από τους Τρεις Ιεράρχες και εδραιώθηκε χάρις στους αγώνες σπουδαίων μορφών, όπως του Μεγάλου Φωτίου επί Βυζαντίου, του Αγίου Δαμασκηνού Στουδίτη, του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού και άλλων κληρικών και λαϊκών και λογίων επί Τουρκοκρατίας. Ο Ελληνισμός οφείλει την εθνική του επιβίωση στα χριστιανικά και ελληνικά γράμματα, τα οποία καλλιεργήθηκαν σε φανερά η κρυφά σχολεία στους χρόνους της δουλείας. Μία παιδεία, η οποία ξεκινά από την παραδοσιακή οικογένεια, τον πατέρα και τη μητέρα.
Ο πρώτος μας Κυβερνήτης, ο Ιωάννης Καποδίστριας, τάχθηκε εμπράκτως υπέρ της Ελληνορθόδοξης Παιδείας. Ήθελε ως βασικά μαθήματα στα σχολεία την Ορθόδοξη Χριστιανική αγωγή και τα κείμενα των Αρχαίων Ελλήνων. Με αυτά τα θεμέλια αντέξαμε σε δοκιμασίες, πολέμους, υποδουλώσεις, οικονομικές κρίσεις και άλλες ταλαιπωρίες. Ας μην τα γκρεμίσουμε.