Ούτε η γνώση των περισσότερων εφήβων και γονέων για τη νόσο της μηνιγγίτιδας, ούτε τα διαθέσιμα εμβόλια και τα μέτρα πρόληψης δεν είναι επαρκή, όπως διαπιστώθηκε σε μελέτη της Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.) της Β′ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών σύμφωνα με τα λεγόμενα της επιστημονικής υπεύθυνης της μονάδας, Αρτεμις Τσίτσικα στην HuffPost.
Τα λεγόμενά της αποτελούν «καμπανάκι» ειδικά μετά την απώλεια της 16χρονης μετά από 1,5 μήνα νοσηλεία στη ΜΕΘ του νοσοκομείου «Άγιος Ανδρέας». Η 16χρονη είχε διαγνωστεί με μηνιγγίτιδα.
Οπως αναφέρει η δρ Τσίτσικα, η μηνιγγίτις αποτελεί αιφνίδια νόσο που μπορεί να εξελιχθεί στον χειρότερο εφιάλτη του ιατρού και των γονέων. Μπορεί να είναι απρόβλεπτη και να επιφέρει ακόμη και θάνατο μέσα σε 24 έως 48 ώρες από την αρχική εκδήλωση των συμπτωμάτων της, ακόμη και σε ένα κατά τα άλλα απόλυτα υγιές άτομο. Όμως και για εκείνους οι οποίοι θα ξεπεράσουν τον αρχικό μεγάλο κίνδυνο, η νόσος μπορεί να προκαλέσει μόνιμη αναπηρία όπως απώλεια της ακοής, ακρωτηριασμό, ουλές στο δέρμα, επιληπτικές κρίσεις και σπασμούς.
Ενα συνηθισμένο μικρόβιο
Το αίτιο της μικροβιακής μηνιγγίτιδας είναι ένα συνηθισμένο μικρόβιο, ο
μηνιγγιτιδόκοκκος (Neisseria meningitidis), που προσβάλλει μόνο τους ανθρώπους και βρίσκεται στο πίσω μέρος της μύτης και του στόματος - δεν ζει ελεύθερο στο περιβάλλον. Όλοι οι άνθρωποι, οποιασδήποτε ηλικίας μπορεί να έχουν το μικρόβιο αυτό, χωρίς να αρρωστήσουν, να είναι δηλαδή φορείς.
Πώς μεταδίδεται το συγκεκριμένο μικρόβιο; Ο άνθρωπος αποτελεί τη μόνη πηγή μετάδοσης και το βακτήριο μεταδίδεται εύκολα από άτομο σε άτομο είτε μέσω της αναπνευστικής οδού (σταγονίδια: βήχας, πτάρνισμα, ομιλία, φιλί), είτε με την επαφή με αναπνευστικές εκκρίσεις και σίελο (άμεση επαφή: κουτάλι, πιρούνι, ποτήρι, οδοντόβουρτσα κ.λπ.), αναφέρει η δρ Τσίτσικα.
Ο ρινοφάρυγγας των περισσοτέρων ατόμων αποικίζεται σε κάποια στιγμή της ζωής από τον μηνιγγιτιδόκοκκο, χωρίς να εμφανίσουν συμπτώματα (ασυμπτωματικοί φορείς). Τα ποσοστά φορείας είναι υψηλότερα σε πληθυσμούς εφήβων και ενηλίκων νεαρής ηλικίας. Η φορεία ενισχύεται σε συνθήκες συνωστισμού ή κλειστές κοινωνικές ομάδες, όπως οι μαθητικές ή φοιτητικές εστίες και τα στρατόπεδα.
Κάτω από ορισμένες συνθήκες, οι οποίες δεν έχουν εξακριβωθεί πλήρως, ο μηνιγγιτιδόκοκκος είναι δυνατόν να «ξεπεράσει» την άμυνα του οργανισμού και να προκαλέσει προβλήματα.
O μηνιγγιτιδόκοκκος είναι το κυριότερο αίτιο της μηνιγγίτιδας, δηλαδή της
φλεγμονής στις εσωτερικές προστατευτικές μεμβράνες του εγκεφάλου στα μικρά
παιδιά και τους εφήβους.
Ποιες ομάδες μηνιγγίτιδας κυριαρχούν
Σχετικά με την επιδημιολογία της νόσου, η γεωγραφική κατανομή συνεχώς
μεταβάλλεται, καθιστώντας την αρκετά απρόβλεπτη. Στην Ευρώπη είναι σαφές ότι κυριαρχούν οι οροομάδες Β C, με τον τύπο Β να αποτελεί την πιο συχνή (περίπου 40 περιπτώσεις /έτος στην Ελλάδα) και επικίνδυνη ομάδα. Η νόσος Β ξεκινά με άτυπα συμπτώματα και εξελίσσεται ραγδαία, με σοβαρές επιπλοκές και μοιραία εξέλιξη σε περίπου 10%, με τα βρέφη και τα νήπια κάτω των 4 ετών να βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο – λόγω ανωριμότητας του ανοσολογικού συστήματος, ενώ ακολουθεί η ομάδα των εφήβων 14-19 ετών.
Ο τρόπος ζωής των νέων (συγχρωτισμός σε χώρους ψυχαγωγίας, συμβίωση σε
εστίες και χρήση κοινόχρηστων χώρων, ταξιδιών σε χώρες που υπάρχει υψηλή
επίπτωση, συμπεριφορές υψηλού κινδύνου) τους καθιστά ευάλωτους. Οι νέοι είναι επίσης φορείς του μικροβίου (8-10%) και μπορούν να το μεταδώσουν σε ευάλωτες ομάδες όπως τα βρέφη και οι υπερήλικες που μπορεί να νοσήσουν.
Συμπτώματα
Σύμφωνα πάντα με την ιδια, τα συμπτώματα της μηνιγγίτιδας μπορεί να είναι πονοκέφαλος, πυρετός, ζαλάδα ή σύγχυση και πόνος στις αρθρώσεις, και πιο ειδικά όπως η δυσκαμψία του αυχένα, η υπνηλία, η φωτοφοβία και το χαρακτηριστικό εξάνθημα «κόκκινων κηλίδων».
Η μηνιγγίτιδα μπορεί να είναι πολύ σοβαρή και να απειλήσει τη ζωή όταν το
μικρόβιο κυκλοφορεί στο αίμα (σηψαιμία) ή προκαλεί μεγάλη εγκεφαλική βλάβη
και απώλεια συνείδησης (κώμα).
Το «καμπανάκι» με την μηνιγγίτιδα
Αυτό που χαρακτηρίζει την μηνιγγίτιδα είναι ότι οι αρχικές εκδηλώσεις συνήθως
μοιάζουν με αυτές των απλών ιώσεων, η εξέλιξή της όμως μπορεί να είναι πολύ-
πολύ γρήγορη και να οδηγήσει ακόμη και σε θάνατο σε 24 έως 48 ώρες! Αν και δεν είναι πολύ συχνή, είναι επικίνδυνη.
Η σημασία του εμβολιασμού
Στη χώρα μας κυκλοφορούν εμβόλια για τους περισσότερους τύπους
μηνιγγιτιδόκοκκου που συναντάμε, τετραδύναμα για τις οροομάδες Α,C,W135,Υ και εμβόλια για την οροομάδα B. Τα εμβόλια αυτά είναι ασφαλή και αποτελεσματικά, χωρίς σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Με βάση τα επιδημιολογικά στοιχεία στην Ελλάδα, η οροομάδα Β, τα τελευταία χρόνια είναι η πιο συχνή στα μωρά και τους εφήβους. Ωστόσο, εάν κάποιος εμβολιαστεί και με τις δυο κατηγορίες των εμβολίων καλύπτεται για όλους τους τύπους μηνιγγίτιδας που υπάρχουν στη χώρα μας .
Η δρ Τσίτσικα επισημαίνει ότι ο εμβολιασμός είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την εφηβεία λόγω της ευκολότερης μετάδοσης του μικροβίου μεταξύ των μελών της παρέας, των συχνών ταξιδιών και των στενών σχέσεων που μπορεί να προκύψουν.
Επίσης σημαντικό είναι ότι ο εμβολιασμός μπορεί να μειώσει και την
φορεία του μικροβίου και έτσι προστατεύονται όλες οι ηλικίες, οι μεγαλύτεροι,
αλλά και τα μικρά παιδιά, με τους οποίους έρχονται τόσο συχνά σε επαφή οι
έφηβοι. Τα μικρά παιδιά και οι έφηβοι είναι οι ηλικιακές ομάδες που κινδυνεύουν
περισσότερο να νοσήσουν από μηνιγγιτιδόκοκκο.
Οροομάδα Β
Η ανάπτυξη εμβολίων έναντι της οροομάδας Β υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα λόγω της μεγάλης μεταλλαξιογόνου ικανότητας του μικροβίου. Ως αποτέλεσμα η ερευνητική δραστηριότητα στράφηκε στα πρωτεϊνικά αντιγόνα επιφανείας του μηνιγγιτιδοκόκκου, με στόχο να καλυφθεί η ανοσοποικιλότητα.
Υπάρχουν δύο εμβόλια για εφήβους, και δεδομένου ότι η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος έχει ως συχνότερες εκδηλώσεις τις βαριές κλινικές μορφές της μηνιγγίτιδας ή/και της σηψαιμίας, το ατομικό όφελος είναι αδιαμφισβήτητο για το γενικό πληθυσμό των εφήβων και συνεπώς είναι καλό να εμβολιαστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι έφηβοι μετά από συνεννόηση γονέων και παιδιάτρων.
Η πρόληψη σώζει ζωές
Τα μέτρα πρόληψης σε περίπτωση κρούσματος (που ακόμη καταγράφονται, καθώς η εμβολιαστική κάλυψη στους εφήβους είναι σχετικά χαμηλή) περιλαμβάνουν καλό αερισμό των χώρων, σχολαστικό πλύσιμο των χεριών, απομόνωση του ασθενούς έως και 48 ώρες μετά την έναρξη θεραπείας, χρήση μάσκας σε ιατρούς και νοσηλευτές και χορήγηση αντιβίωσης στα άτομα που ήρθαν σε στενή επαφή με τον άρρωστο (γονείς, αδέλφια, παιδιά στο σχολείο). Δεν συνιστάται κλείσιμο των σχολείων και απολύμανση των χώρων, καθώς το μικρόβιο επιβιώνει για ελάχιστο χρόνο στο εξωτερικό περιβάλλον (παρά την επιμονή των ειδικών το τελευταίο μέτρο συνεχίζεται να εφαρμόζεται στη χώρα μας).
Δυστυχώς, η γνώση των περισσότερων εφήβων και γονέων για τη νόσο, τα διαθέσιμα εμβόλια και τα μέτρα πρόληψης δεν είναι επαρκή, όπως διαπιστώθηκε σε μελέτη της Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.), καταλήγει η δρ. Τσίτσικα.