Δεν υπάρχει στην Ελλάδα μήτε πολιτικός μήτε τεχνοκράτης μήτε υπάλληλος που δεν γνωρίζει τον τρόπο λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών της, απλά συμβιβάζονται με την κατάσταση στην οποία βρέθηκαν ελέω «δημο(φαυλο)κρατίας» και, ελλείψει (αντι)κινήτρων, την διαιωνίζουν!
Η δημόσια διοίκηση του 2023 είναι, κατά τεκμήριο, πολύ χειρότερη αυτής των αρχών του 1980, αφού τότε δεν είδαμε κανένα άξιο λόγου πρόβλημα δημόσιων έργων και μεταφορών παρόλη την έλλειψη μηχανοργάνωσης, διαδικτύου και εν πολλοίς αυτοματισμών. Ο ανθρώπινος παράγοντας εν γνώσει και σε πλήρη δράση.
Σήμερα, με πάμφθηνους Η/Υ, δωρεάν λογισμικά παντός είδους (και εντοπισμού θέσης), αεροπορικά μέσα δίκην Topgun και εικονοσκόπια (cameras) παντού, οι πυρκαγιές, οι έντονες βροχοπτώσεις-χιονοπτώσεις, τα ατυχήματα ακόμη και οι σεισμοί προκαλούν περισσότερες απώλειες. Γιατί; Διότι οι τότε υπάλληλοι είχαν ενστερνισθεί έναν στοιχειώδη δεοντολογικό κώδικα εργασίας και τιμής που τον τηρούσαν ευλαβικά, έστω και εάν από τότε και για τους γνωστούς λόγους (βλ. ¨Η κακιά η (Χ)ώρα¨) άρχισε η χαλάρωση.
Έχοντας προσωπική εμπειρία από τον τρόπο κατασκευής και παραλαβής των δημοσίων έργων, διαπίστωσα ότι οι πολιτικοί αξιοποίησαν εντέχνως τις διοικητικές διαδικασίες αυτών ώστε να αποπροσανατολίσουν για ακόμη μια φορά τους πολίτες παίζοντας με έννοιες όπως παράδοση-παραλαβή-ολοκλήρωση του έργου της τηλεδιοίκησης του ΟΣΕ.
Διαδικασίες που οι ίδιοι κατά καιρούς θεσμοθέτησαν και ενώ με τραγικό τρόπο διαπίστωναν ότι δεν λειτουργούσαν (κακοτεχνίες-ατυχήματα), τις έκαναν ολοένα και πιο περίπλοκες με αποτέλεσμα οι μηχανικοί να χρειάζονται, πέραν των άλλων, νομική υποστήριξη για την επίβλεψη των έργων. Με συνέπεια, η εκτέλεσή τους να διεκπεραιώνεται εδώ και δεκαετίες «καλή τη πίστη» και ευελπιστώντας σε τίμιο ανάδοχο (πλέον είδος προς εξαφάνιση), χωρίς οι επιβλέποντες να έχουν σοβαρή παρέμβαση στο έργο παρά μόνο στη διεκπεραίωση των οικονομικών απαιτήσεων των αναδόχων του.
Αρκετά έργα δεν παραλαμβάνονται ποτέ και αφήνονται στο έλεος του χρόνου (πληρωμένα όμως) ενώ σε άλλα δεν υπάρχει η «οριστική» λεγόμενη παραλαβή παρά μόνο η «προσωρινή» παραλαβή τους και η διοικητική παραλαβή για χρήση, δλδ. ξεκινά η χρήση του έργου χωρίς τις υπογραφές των οριστικώς παραλαμβανόντων ότι αυτό τελείωσε νομότυπα. Προφανώς διότι υπάρχουν «ατέλειες» (που όμως μπορεί να είναι πολύ σοβαρές μέχρι επικίνδυνες) αλλά εν τω μεταξύ πρέπει:
Να πληρωθεί οπωσδήποτε ο ανάδοχος, ανεξάρτητα της ποιότητας του έργου που παρέδωσε και
Να διαχυθούν οι ευθύνες κακοτεχνίας σε βάθος χρόνου και υπαλλήλων μέχρι να επέλθει η λεγόμενη «αυτοδίκαιη» παραλαβή ή να βρεθεί ο «κατάλληλος» παραλήπτης…
Οι ανακεφαλαιωτικοί πίνακες στους οποίους αναφέρθηκε πρώην υπουργός για το έργο τηλεδιοίκησης του ΟΣΕ συντάσσονται διότι ποτέ η μελέτη (ακόμη και η λεγόμενη εφαρμογής) δεν προβλέπει επακριβώς για το τί θα συμβεί στο πραγματικό έργο με αποτέλεσμα την καθυστέρηση παράδοσης του έργου και την τελική αύξηση της τιμής του. Δεν αναφέρθηκε βέβαια στις αιτίες ανάγκης τους γιατί και ο ίδιος γνωρίζει ότι οι σημαντικότερες γενεσιουργές αιτίες κατάθεσης τέτοιων πινάκων είναι:
Τα σχετικά οργανογράμματα των τεχνικών υπηρεσιών που συντάσσονται από αόρατους, ανάλογα με τις ανάγκες προώθησης των εκάστοτε αρεστών και όχι από σχετικούς επιστήμονες ανάλογα με τη φύση των προς εκτέλεση έργων.
Την ανυπαρξία καθηκοντολογίων των υπαλλήλων παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις των κυβερνώντων ώστε να διευκολύνεται το by-pass και η διάχυση ευθυνών.
Η υποχρέωση των μελετητών για χρήση των έτοιμων άρθρων των σχετικών Υπουργείων, τα οποία βέβαια απαρχαιώνονται γρηγορότερα από ότι εγκρίνονται, λόγω τεχνολογίας.
Η αποξένωση των μελετητών από την εκτέλεση των έργων εντός των τεχνικών υπηρεσιών με αποτέλεσμα τη μη διάδοση της απαιτούμενης εμπειρίας.
- Η πολυπλοκότητα της σχετικής νομοθεσίας που με τις εξαιρέσεις, τα εάν και εφόσον, τις υποπαραγράφους και τις διαρκείς τροποποιήσεις όπου δει χωρίς συνεχή κωδικοποίηση καθιστά ανέφικτο τον ουσιαστικό έλεγχο του έργου από τους επιβλέποντες αλλά ουδόλως τις πληρωμές.
Γνωρίζει μεν αλλά έπραξε ουδέν όταν κυβέρνησε. Και τώρα επικαλείται ακριβώς αυτή την ανάγκη για να δικαιολογήσει την καθυστέρηση που και ο ίδιος προκάλεσε… Σε κάθε περίπτωση, αφού υποτίθεται ότι έγινε νόμιμος διαγωνισμός ανάθεσης, κύριος κριτής της ποιότητας ενός δημόσιου έργου είναι ο επιβλέπων αυτού και τελικοί θεσμικοί κριτές οι παραλαμβάνοντες αυτού.
Όταν ο επιβλέπων λειτουργεί όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ως αποτέλεσμα έχουμε την «εκτέλεση» του έργου. Εάν όμως ο επιβλέπων τύχει να είναι νέος, «άπειρος» και τολμήσει να αντιδράσει σε τυχόν παράνομες απαιτήσεις είτε του αναδόχου είτε ακόμη και του προϊσταμένου του (προφορικά πάντα) είτε δεν δεχθεί τα προτεινόμενα από τους ανωτέρω επειδή τα θεωρεί αντιπαραγωγικά, τότε υπάρχει πάντα η λύση της παράκαμψης («by-pass» στην ιατρική ορολογία) ως η καταλληλότερη για το «κύρος» της υπηρεσίας και για την «εκτέλεση» του έργου. Διότι έκπτωση αναδόχου θεωρείται αδιανόητη και αποτελεί γεγονός με αρνητικές συνέπειες φευ, όχι για τον ανάδοχο αλλά για την ίδια την υπηρεσία αλλά και τον υπάλληλο που «τόλμησε»…!
Όσο για τις λεγόμενες επιτροπές παραλαβής, μετά από δεκαετίες ορισμών των μελών τους εντελώς αυθαίρετα από τους εκάστοτε προϊσταμένους των τεχνικών υπηρεσιών, «ωρίμασαν» οι συνθήκες και πριν από λίγα χρόνια θεσμοθετήθηκαν επιτέλους οι κληρώσεις για την επιλογή των μελών τους. Φευ και αυτές φαλκιδεύτηκαν από την ιεραρχία μιας αφού δεν θεσμοθετήθηκε παράλληλα και η υποχρέωση δικλείδων ασφάλειας, όπως π.χ. η δημοσίευση στη «Διαύγεια» με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουδεμία ενημέρωση στους εκτός συστήματος υπαλλήλους ούτε για το έργο ούτε για το πότε ούτε για το ποιοι συμμετείχαν και τελικά ούτε για το ποιοι κληρώθηκαν. Τυχαίο; Τίποτα δεν είναι τυχαίο στη χώρα αυτή όταν αφορά σε χρήματα.
Από το 1991 και μετά δεν θυμάμαι να έχει καταδικασθεί, ούτε καν επιπληχθεί, κανένας Μηχανικός Δημόσιος Υπάλληλος για τις άπειρες κακοτεχνίες που παρατηρούνται στα παντοειδή δημόσια έργα (οδικά, σιδηροδρομικά, κτιριακά κ.λ.π.). Τα τελευταία χρόνια θεσπίστηκαν διάφορες ανεξάρτητες αρχές, ούτε μία όμως για τη σπουδαιότερη δράση ενός κράτους σε καιρό ειρήνης: τα δημόσια έργα. Γιατί; Ούτε μία εισαγγελική παρέμβαση δεν έγινε τόσες δεκαετίες για αυτό το όργιο των πασιφανών κακοτεχνιών στα δημόσια έργα. Γιατί;
Διότι οι σταθμάρχες της πολιτικής και της δικαιοσύνης είναι πολλοί και δυνατοί.
Εν κατακλείδι και γενικό συμπέρασμα: η διαφθορά κατά την πρόσληψη αναπαράγει δυστυχώς τη διαφθορά κατά την εξέλιξη γιατί έτσι διαιωνίζονται οι σχέσεις ατομικού συμφέροντος σε βάρος του κοινωνικού. Οι σχέσεις αυτές μπορούν να διαρραγούν μόνο με αξιοκρατία παντού, δηλαδή γραπτές εξετάσεις και τα γραπτά σε άλλη νομαρχία, όπως λέγανε παλιά.
Με τιμή
Γεώργιος Σ. Μόσχος, M.Eng.