Με την πεποίθηση ότι η ελληνική παιδεία είναι το ″διαβατήριο για την διαδρομή σε ένα κοσμοπολίτικο και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον′‘, με πρότυπο του τον Έλληνα που ξανοίγεται στο εξωτερικό, και που σαν ″ένας σύγχρονος Οδυσσέας έχει να παλέψει με όλες τις ενδεχόμενες αντιξοότητες αλλά εντέλει τα καταφέρνει’′ ο Ορέστης Σχινάς, έχει ως ακαδημαϊκή βάση του το Αμβούργο. Ο ίδιος, ταξιδεύει συχνότατα σε όλο τον κόσμο και κυρίως την Ασία, διευρύνοντας τα επιστημονικά ενδιαφέροντα του ενώ έχει ήδη «αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη αυτοπειθαρχία, όπως θα πει, και συνέπεια σε ένα πιο δομημένο επαγγελματικό περιβάλλον».
Στην καθημερινότητα του, δεν παραλείπει να διαβάζει, συνεχώς ελληνικά βιβλία, διατηρώντας ζωντανή την κουλτούρα που του μεταλαμπάδευσε ο παππούς του, δικηγόρος, όταν του υπαγόρευε νομικά κείμενα κι όταν μαζί συζητούσαν για ιστορία. Αυτή την χαρακτηριστική εικόνα της παιδικής του ζωής θα περιγράψει, καθισμένοι σε ένα αθηναϊκό καφέ και συζητώντας ανάμεσα στα άλλα, ότι μεγάλωσε ακριβώς εδώ, στο κέντρο της πόλης, που τόσο αγαπά. Καθηγητής Ναυτιλίας και Ναυτιλιακής Χρηματοδότησης (Professor of Shipping and Ship Finance) στο Hamburg School of Business Administration
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970. Απόφοιτος του ΕΜΠ και του MScin Shipping Management του WMU στη Σουηδία, όπου σπούδασε με υποτροφία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το 2008 εκλέγεται Καθηγητής στο HSBA, το μοναδικό τμήμα στη Γερμανία για ναυτιλιακές σπουδές (σε επίπεδο ΑΕΙ) με κύριο καθήκον να οργανώσει καινοτόμα προγράμματα στη ναυτιλία. Η Σχολή είναι σήμερα στις υψηλότερες θέσεις των Γερμανικών ranking και ο ίδιος επικεφαλής του τμήματος ναυτιλίας και logistics (Head of the Maritime Business School)
«Η Ελλάδα, θα πει, πρέπει να πρωτοπορήσει στη κυκλική (circular), ψηφιακή (digital) και αειφόρο (sustainable) οικονομία του κοντινού μέλλοντος.Η ανάγκη δεν είναι μόνο οικονομική σε όρους απασχόλησης και δραστηριότητας αλλά προσανατολισμού και κοινού -εθνικού- οράματος. Δεν είναι υπερβολή αν θεωρήσει κανείς, αυτή την εξέλιξη της επιστήμης, της οικονομίας και της πολιτικής σκέψης, ως μια μοναδική ευκαιρία να αποδείξει η σύγχρονη Ελλάδα τη σχέση της με το αρχαίο πνεύμα και κυρίως με την αναζήτηση του μέτρου.
Εξηγούμαι! Η κυκλική οικονομία στοχεύει στην επαναχρησιμοποίηση των αποβλήτων και ανακύκλωση των υλικών. Πρόκειται για μια βιομιμητική προσέγγιση, μια θεώρηση που ακολουθεί το πρότυπο της φύσης, όπου τα οικονομικά θα πρέπει να προσομοιώσουν τα φυσικά συστήματα, των οποίωντα επεξεργαζόμενα συστατικά ακολουθούν μια αέναη κυκλική πορεία. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη κυκλικών οικονομικών συστημάτων, μεταξύ άλλων, αποτελεί η ποικιλομορφία, δηλαδή η επικοινωνία και ένωση των συστημάτων με άλλα με πολλές και διαφορετικές συνδέσεις, όπως η χρήση πολλών και διαφορετικών υλικών ή προμηθευτών, καθώς επίσης η χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Θυμίζω ότι η βιώσιμη και αειφόρος οικονομία προϋποθέτει τη χρήση φυσικών πόρων με ρυθμό μικρότερο από το ρυθμό αναπλήρωσης τους από τη φύση.
“Η σύγχρονη επιστήμη, οικονομία και πολιτική επιτάσσουν μια επιστροφή στο μέτρο, δηλαδή στο μέτρο που ορίζει η φύση και ο άνθρωπος, καθώς και ενισχύουν την ικανότητα συμμετοχής στα κοινά.”
Εν τάχει, είναι απαραίτητο να σκεφτόμαστε με όρους συστήματος και κυρίως σε συνάρτηση με τα λοιπά συστήματα, σε αντίθεση με τη σύγχρονη γραμμική και εν πολλοίς αποσυνδεδεμένη από τη φύση οικονομική θεώρηση που σκοπεύει στη μεγιστοποίηση της όποιας απόδοσης. Η αποξήλωση των υπαρχόντων γραμμικών οικονομικών μοντέλων έχει ήδη ξεκινήσει και δημιουργούνται τεράστιες ευκαιρίες για καινοτομία και επιχειρηματική δραστηριότητα. Αυτοκίνητα που ανακυκλώνονται περί τα 95%και πλήρως ανακυκλώσιμες ηλεκτρονικές συσκευές είναι μερικές από τις διάσημες καθημερινές εφαρμογές της νέας οικονομίας, που τόσο η Ευρώπη όσο και η Κίνα έχουν ήδη εντάξει στις στρατηγικές επιλογές τους για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Παράλληλα, η ψηφιακή οικονομία έχει ήδη άρει περιορισμούς επικοινωνίας, καταργήσει γεωγραφικά όρια και καταλύσει εμπόδια οικονομικής ανάπτυξης. Η ψηφιακή επανάσταση δημιουργεί νέους όρους συμμετοχής στα κοινά και ενδυναμώνει τη φωνή του πολίτη, ίσως κάπως αδέξια ακόμα».
-Και το ανθρώπινο μέτρο;
«Η σύγχρονη επιστήμη, οικονομία και πολιτική επιτάσσουν μια επιστροφή στο μέτρο, δηλαδή στο μέτρο που ορίζει η φύση και ο άνθρωπος, καθώς και ενισχύουν την ικανότητα συμμετοχής στα κοινά. Ηθελημένα ή άθελα, επιστρέφει στο νου μας ο Αισχύλος που μας προτρέπει να αποφύγουμε την ύβρη. Την ύβρη που διαπράττει ο σύγχρονος άνθρωπος που δε σέβεται τη φύση. Τη νέμεση την εισπράττουμε με τοπικές καταστροφές κάθε χρόνο και παγκόσμια προβλήματα όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση και την έλλειψη πόσιμου νερού. Επιστρέφει και ο Σόλωνας, που όρισε ως βασικό κανόνα το σεβασμό προς τον συμπολίτη και τη πόλη συγχρόνως, δηλαδή με λίγα λόγια προέταξε το καλό του συνόλου έναντι του ατομικού. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες, θύματα και θύτες, της έλλειψης σεβασμού μεταξύ μας. Φαίνεται ξεκάθαρα στο δημόσιο χώρο. Αν το ανθρώπινο μέτρο επιστρέφει μέσω της κυκλικής και βιώσιμης οικονομικής δραστηριότητας, το μέσο για μια πιο δημοκρατική προσέγγιση του βίου, το παρέχει η ψηφιακή τεχνολογία. Η φυσική ανισότητα μεταξύ των ανθρώπων καθίσταται ισότητα μεταξύ πολιτών και χρηστών ψηφιακών μέσων.
“Οικονομικές πολιτικές χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν πολιτιστικές παραμέτρους είναι καταδικασμένες.”
Αν λοιπόν θέλουμε να δείξουμε τη διαχρονική συνέχεια, ας αναδειχθούμε πρωταθλητές στη νέα οικονομία του ανθρώπινου μέτρου, του σεβασμού της φύσης και της πόλης, εκμεταλλευόμενοι τις ψηφιακές δυνατότητες, που μας στερούν τη δικαιολογία της ‘ψωροκώσταινας’, της ανοχής και της μεμψιμοιρίας.
Φρονώ ότι οικονομικές πολιτικές χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν πολιτιστικές παραμέτρους είναι καταδικασμένες. Προτρέπω τους φοιτητές μου να διαβάζουν την ιστορία και να εξοικειώνονται με τη πολιτιστική παραγωγή ενός τόπου και μιας κοινωνίας προτού επιχειρήσουν εκεί».