Η οσφυo-ισχιαλγία ή ο «πόνος στη µέση» και κατα µήκος του κάτω άκρου (ισχιαλγία) είναι η δεύτερη συχνότερη αιτία για την οποία ζητείται ιατρική εξέταση και ευθύνεται για το 15% περίπου των αναρρωτικών αδειών ετησίως. Είναι φυσικό η περιοχή αυτή του σώµατος µας, η οποία καταπονείται καθηµερινά, να υποφέρει και συχνότερα. Οµως, παρά τη συχνότητα της, στο 85% των περιπτώσεων δεν ανευρίσκεται σαφές υποκείµενο αίτιο. Ο πόνος στη µέση οφείλεται σε βλάβη ή δυσλειτουργία της κατώτερης σπονδυλικής στήλης (οσφυική µοίρα).
Στο σηµείο αυτό υπενθυµίζεται ότι η περιοχή αυτή του σώµατος υποβαστάζει και µεταφέρει καθηµερινά τα ¾ του βάρους του σώµατος µας και συµπεριλαµβάνει δοµικά στοιχεία από διάφορους ιστούς οπως: (α) τον µυοσκελετικό µε τους µύς, τους συνδέσµους, τις αρθρώσεις, τους µεσοσπονδύλιους δίσκους και τα οστα και (β) τον νευρικό µε την τελική µοίρα του νωτιαίου µυελού και τις νευρικές ρίζες (ή νεύρα]. Κατά συνέπεια, πολλάκις, είναι αδύνατο να εντοπιστεί µε ακρίβεια η πάσχουσα ανατοµική δοµή.
Έχοντας υπ’ όψη τα παραπάνω , η κλινική εξέταση θα πρέπει να κατευθύνεται προς την αναζήτηση συµπτωµάτων και σηµείων που θα µπορούσαν να υποκρύπτουν σοβαρή υποκείµενη πάθηση, παρά στην ανεύρεση του ακριβούς αιτίου.
Η θεραπεία της οσφυο-ισχιαλγίας (οξείας ή χρόνιας) παραδοσιακά διακρίνεται σε συντηρητική και χειρουργική. Κατά κανόνα η συντριπτική πλειοψηφία (95%) των πασχόντων θα βελτιωθούν µέσα σε ένα µήνα, µε ή χωρίς συντηρητική θεραπεία (ανάπαυση, παυσίπονα). Είναι εύλογο λοιπόν ότι η θεραπεία είναι κατ΄αρχήν συντηρητική, πλην των περιπτώσεων µε σαφή ανατοµική βλάβη που αποδεικνύεται µετά από λεπτοµερή απεικονιστικό έλεγχο (µαγνητική τοµογραφία)
Σπανίως η οσφυο-ισχιαλγία συνοδεύεται από νευρολογική βλάβη (κυρίως µε τη µορφή της κινητικής διαταραχής). Η βλάβη αυτή είναι αποτέλεσµα της συµπίεσης ενός εκ των νεύρων που βρίσκονται µέσα στη σπονδυλική στήλη εξαιτίας ρήξης του µεσοσπονδύλιου δίσκου («δισκοπάθεια» ή κήλη µεσοσπονδύλιου δίσκου), οπότε συστήνεται χειρουργική αντιµετώπιση προκειµένου ν απελευθερωθεί η πίεση και να επανέλθει η φυσιολογική κινητικότητα του ποδιού.
Μια σχετική ένδειξη για επέµβαση είναι ο επίµονος και παρατεταµένος πόνος στο πόδι (κατά κανόνα αµιγής ισχιαλγία εξαιτίας κήλης δίσκου), ο οποίος δεν ελέγχεται επιτυχώς µε συντηρητική αγωγή (πέραν των 4-6 εβδοµάδων).
Συµπερασµατικά λοιπόν, µετά από τη λήψη ενός επαρκούς ιστορικού και τη λεπτοµερή κλινική εξέταση ο γιατρός θέτει τη διάγνωση και στη συντριπτική πλειοψηφία συστήνει συντηρητική αγωγή. Τονίζεται ότι στις σχετικά σπάνιες περιπτώσεις που ο πόνος δεν υποχωρεί στα συντηρητικά µέτρα, εντός εύλογου χρονικού διαστήµατος (4-6 εβδοµάδες), θα πρέπει διερευνάται µε ειδικό απεικονιστικό έλεγχο (Μαγνητική Τοµογραφία).
ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Κατάκλιση:
Παρ’όλο που στην πλειοψηφία των ασθενών µε οσφυο-ισχιαλγία δεν απαιτείται καθήλωση στο κρεβάτι, ορισµένοι ασθενείς µε έντονο πόνο (ριζιτικά συµπτώµατα, δηλ. άλγος κατά µήκος του άκρου=ισχιαλγία µε/χωρίς αιµωδίες- µούδιασµα-µυρµηγκίες ή/και δυσαισθησίες-καυσαλγίες-ηλεκτρικές εκκενώσεις) µπορεί να επωφεληθούν από ανάπαυση 5-7 ηµερών.
Το όφελος είναι πως µε την ανάπαυση αποκλείονται: (α) ο παράγοντας της βαρύτητας και κατά συνέπεια µειώνεται η συµπίεση των πασχουσών ανατοµικών δοµών της σπονδυλικής στήλης και (β) περιορίζονται οι κινήσεις που βιώνονται από τον ασθενή ως επώδυνες. Είναι πλέον κοινά αποδεκτό πως η κατάκλιση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 7 ηµέρες, οπότε και θα πρέπει να αρχίσει η σταδιακή επάνοδος στη συνήθη φυσική δραστηριότητα.
Σε µια τυχαιοποιηµένη κλινική µελέτη, η ανάπαυση πέραν των τεσσάρων ηµερών συνοδευόταν από µεγαλύτερη περίοδο αποθεραπείας, αυξηµένη µυϊκή αδυναµία και αυξηµένη συχνότητα επιπλοκών, κυρίως µε τη µορφή της φλεβικής θρόµβωσης του κάτω άκρου.
Περιορισµός της φυσικής δραστηριότητας:
Στόχος εδώ είναι η διατήρηση των καθηµερινών δραστηριοτήτων του ατόµου, µε την ελάχιστη δυνατή δυσφορία από την πάθησή του. Συνιστάται ο περιορισµός της άρσης βαρών, της παρατεταµένης καθιστικής εργασίας και της ορθοστασίας ενώ δίνονται συστάσεις για την καλή στάση του σώµατος στις καθηµερινές ασχολίες και στον ύπνο. Η πλειοψηφία των ατόµων µε χρόνια ΟΙ, ανεξαρτήτου αιτιολογίας, θα βελτιωθεί σε κάποιο βαθµό από τη συµµόρφωση σε ένα καθηµερινό πρόγραµµα φροντίδας της σπονδυλικής στήλης.
Ασκηση:
Η άσκηση, ενδεχοµένως στο πλαίσιο ενός ολοκληρωµένου προγράµµατος φυσιοθεραπείας, µπορεί να βοηθήσει όχι µόνον στην ύφεση των συµπτωµάτων, αλλά και στην αποφυγή της υποτροπής του άλγους. Συστήνεται ήπια αεροβική άσκηση που δεν καταπονεί τη σπονδυλική στήλη (π.χ. η κολύµβηση). Μετά τις 2 εβδοµάδες, το άτοµο µπορεί να αρχίσει ασκήσεις ενδυνάµωσης των ραχιαίων και κοιλιακών µυϊκών οµάδων, µε σταδιακά αυξανόµενη ένταση.
Οι διεθνείς µελέτες συστήνουν ελεγχόµενη άσκηση µε σταδιακά αυξανόµενη ένταση- ήδη από τις πρώτες ηµέρες µιας κρίσης οσφυαλγίας που επιτρέπει την επάνοδο στη φυσιολογική δραστηριότητα νωρίτερα από ότι ο παραδοσιακός περιορισµός κάθε φυσικής δραστηριότητας.
Φαρµακευτική Αγωγή (Αναλγητικά και Μυοχαλαρωτικά):
Η χρήση των αναλγητικών σκευασµάτων (απλά αναλγητικά ή αντιφλεγµονώδη) καθώς και των µυοχαλαρωτικών µπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο του πόνου και του µυικού σπασµού τις πρώτες µέρες. Σε ορισµένες περιπτώσεις όµως έντονης ισχιαλγίας απαιτείται η χρήση ισχυρότερων αναλγητικών (κωδεϊνη - LonaridN). Σε κάθε περίπτωση, η χρήση αναλγητικών δεν συνοδεύεται από µείωση του συνολικού χρόνου αποθεραπείας των πασχόντων από οσφυαλγία - ισχυαλγία.
Ενηµέρωση-Εκπαίδευση:
Η ενηµέρωση-εκπαίδευση αποτελεί τµήµα του συνολικότερου προγράµµατος αποκατάστασης και συνίσταται στην πληροφόρηση του πάσχοντα σε ζητήµατα σχετικά µε την πάθηση του, τη θεραπεία καθώς και στην πρόγνωση. Το άτοµο πρέπει να εκπαιδευτεί ως προς τη σωστή στάση σώµατος κατά τη φυσική δραστηριότητα και τον ύπνο, τη σωστή τεχνική άρσης βαρών, καθώς και τις άλλες καθηµερινές δραστηριότητες.
Τοπική Ενεσοθεραπεία:
Η επισκληρίδια έγχυση κορτιζόνης και τοπικού αναισθητικού δεν συστήνεται για την ανακούφιση από την οσφυο-ιχιαλγία τόσο στην οξεία όσο και στην χρόνια φάση. Οι επισκληρίδιες ενέσεις ίσως έχουν κάποιο όφελος στην ανακούφιση της οξείας ισχιαλγίας (ριζαλγίας) σε περιπτώσεις που τα άλλα συντηρητικά µέτρα έχουν αποτύχει ή είναι ακατάλληλες για χειρουργική αντιµετώπιση. Σε οσφυαλγία χωρίς ισχιαλγία (ριζαλγία) δεν υπάρχει καµία ένδειξη ότι η επισκληρίδια έγχυση κορτιζόνης και τοπικού αναιθητικού είναι αποτελεσµατική.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι η οξεία µη-ειδική οσφυο-ισχιαλγία είναι µια καλοήθης νόσος, η οποία έχει µεγάλες πιθανότητες ίασης ακόµα και µε ελάχιστη ιατρική παρέµβαση.
Η χειρουργική ένδειξη τίθεται µόνον σε περιπτώσεις όπου υπάρχει επίµονος πόνος µε ή χωρίς νευρολογική σηµειολογία (κινητική διαταραχή) και απεικονιστική συσχέτιση-επιβεβαίωση (Μαγνητική Τοµογραφία) ότι υπάρχει σηµαντική δοµική βλάβη, π.χ. κήλη µεσοσπονδύλιου δίσκου, αρθρική κύστη, όγκος ή άλλες σπανιότερες βλάβες.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Η απόφαση για συντηρητική ή χειρουργική αντιµετώπιση πρέπει να συµπεριλαµβάνει τις εξής παραµέτρους:
(α) τη χρονική διάρκεια του πόνου
(β) τη φύση της ανατοµικής βλάβης που προκαλεί τον πόνο
(γ) την ηλικία, τη γενική υγεία και την ψυχολογική κατάσταση
(δ) την ανταπόκριση στη συντηρητική αγωγή
(ε) την επιλογή της κατάλληλης χειρουργικής θεραπείας και την εµπειρία του χειρουργού