Οσο συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, η οικονομία της Ευρώπης υποκύπτει στην κρίση

Η αισιοδοξία για την υποχώρηση της πανδημίας, βρήκε μπροστά της τον πόλεμο.
Open Image Modal
.
FABIAN BIMMER via REUTERS

Προοριζόταν να είναι μια εξαιρετική χρονιά για την Ευρώπη: Η ευφορία μετά την πανδημία, υποστηριζόμενη από μεγάλες κυβερνητικές δαπάνες, θα κινούσε την οικονομία και θα βοηθούσε τα καταπονημένα νοικοκυριά να ανακτήσουν μια αίσθηση κανονικότητας μετά από δύο δύσκολα χρόνια. Ωστόσο όλα αυτά άλλαξαν στις 24 Φεβρουαρίου, με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η κανονικότητα χάθηκε και η κρίση έγινε μόνιμη.

Η ύφεση είναι πλέον σχεδόν σίγουρη, ο πληθωρισμός γίνεται διψήφιος και ένας χειμώνας με πολύ πιθανές ελλείψεις ενέργειας πλησιάζει ταχέως.

Αν και δυσοίωνη, η εικόνα είναι ακόμα πιθανόν να χειροτερέψει πριν οποιαδήποτε σημαντική βελτίωση, αρκετά μέσα στο 2023.

«H κρίση είναι η νέα κανονικότητα» είπε ο Αλεξάντρε Μπομπάρντ, διευθύνων σύμβουλος του Carrefour. «Αυτά στα οποία είχαμε συνηθίσει τις τελευταίες δεκαετίες- χαμηλός πληθωρισμός, διεθνές εμπόριο- τελείωσαν» είπε σε επενδυτές.

Η αλλαγή είναι δραματική. Έναν χρόνο πριν, οι περισσότεροι αναλυτές περίμεναν οικονομική ανάπτυξη κοντά στο 5%. Τώρα η χειμερινή ύφεση εξελίσσεται σε βασικό σενάριο.

Νοικοκυριά και επιχειρήσεις υποφέρουν, καθώς οι επιπτώσεις από τον πόλεμο- υψηλές τιμές σε τρόφιμα και ενέργεια- πλέον επιδεινώνονται λόγω μιας καταστροφικής ξηρασίας και χαμηλά επίπεδα στάθμης σε ποτάμια, που επηρεάζουν τις μεταφορές.

Στο 9%, ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη είναι σε επίπεδα που δεν είχαν παρατηρηθεί εδώ και μισό αιώνα, και πλήττει την αγοραστική ισχύ, με επιπλέον χρήματα να πηγαίνουν σε βενζίνη, φυσικό αέριο και τρόφιμα.

Οι λιανικές πωλήσεις ήδη βυθίζονται, μήνες πριν αρχίσει η περίοδος κατά την οποία θα απαιτείται θέρμανση και οι καταναλωτές μειώνουν τις αγορές τους. Τον Ιούνιο οι πωλήσεις λιανικής είχαν πέσει περίπου 4% σε σχέση με έναν χρόνο πριν, με 9% πτώση να έχει καταγραφεί στη Γερμανία.

Οι καταναλωτές στρέφονται σε αλυσίδες που λειτουργούν με εκπτώσεις, εγκαταλείποντας τα «high-end» προϊόντα, στρεφόμενοι σε εκπτωτικά brands. Επίσης έχουν αρχίσει να αποφεύγουν κάποιες αγορές.

«Η ζωή γίνεται πιο ακριβή και οι καταναλωτές διστάζουν να καταναλώνουν» είπε σε δημοσιογράφους ο Ρόμπερτ Γκεντς, συν-διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής Zalando.

Τομείς με μεγάλη κατανάλωση ενέργειας υποφέρουν ήδη. Μεγάλο μέρος της παραγωγής λιπάσματος, που βασίζεται στο φυσικό αέριο, έχει σταματήσει, ενώ έχουν πληγεί πολύ και οι τομείς του αλουμινίου και του ψευδάργυρου.

Ο τουρισμός είναι η μια φωτεινή εξαίρεση, καθώς οι άνθρωποι επιδιώκουν να ξοδέψουν κάποιες από τις οικονομίες που είχαν συσσωρεύσει και να απολαύσουν το πρώτο ξέγνοιαστο καλοκαίρι από το 2019. Ωστόσο ακόμα και ο τομέας των ταξιδιών επηρεάζεται, με ελλείψεις χωρητικότητας και προσωπικού, καθώς εργαζόμενοι που απολύθηκαν κατά την πανδημία φαίνονται απρόθυμοι να επιστρέψουν.

Σημαντικά αεροδρόμια όπως της Φρανκφούρτης και το Χίθροου του Λονδίνου αναγκάστηκαν να βάλουν όρια σε πτήσεις επειδή δεν είχαν το προσωπικό για να διαχειριστούν τους επιβάτες. Στο Σίπχολ του Άμστερνταμ οι χρόνοι αναμονής μπορούσαν να φτάσουν τις 4-5 ώρες αυτό το καλοκαίρι. Επίσης, οι αεροπορικές εταιρείες δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν. Η Lufthansa χρειάστηκε να απολογηθεί σε πελάτες της για το χάος, παραδεχόμενη πως θα ήταν μάλλον απίθανο να αμβλυνθεί σύντομα.

Η ύφεση καραδοκεί

Open Image Modal
.
FABIAN BIMMER via REUTERS

 

Τα προβλήματα αναμένεται να επιδεινωθούν, ειδικά αν η Ρωσία μειώσει περαιτέρω τις εξαγωγές αερίου. «Το σοκ από το αέριο σήμερα είναι πολύ μεγαλύτερο, είναι σχεδόν το διπλάσιο αυτού που είχαμε τη δεκαετία του 1970 με το πετρέλαιο» είπε η Καρολάιν Μπέιν της Capital Economics. «Έχουμε δει αύξηση 10 με 11 φορές στην τιμή spot του φυσικού αερίου στην Ευρώπη τα τελευταία δύο χρόνια».

Αν και η ΕΕ έχει παρουσιάσει σχέδια για επιτάχυνση της μετάβασης στην ανανεώσιμη ενέργεια και απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο ως το 2027, για να γίνει ανθεκτικότερη μακροπρόθεσμα, οι ελλείψεις προμηθειών την ανάγκασαν να επιδιώξει μείωση 15% στην κατανάλωση αερίου φέτος. Ωστόσο η ενεργειακή ανεξαρτησία έχει κόστος. Για τους απλούς πολίτες θα σημαίνει πιο κρύα σπίτια και γραφεία βραχυπρόθεσμα. Η Γερμανία, για παράδειγμα, θέλει τους δημόσιους χώρους να θερμαίνονται μόνο στους 19 βαθμούς Κελσίου αυτόν τον χειμώνα, ενώ πριν ήταν στους 22. Σε ευρύτερο πλαίσιο, θα σημαίνει υψηλότερα κόστη ενέργειας και ως εκ τούτου πληθωρισμό, καθώς η ΕΕ εγκαταλείπει τις μεγαλύτερες και φθηνότερες προμήθειες ενέργειάς της.

Για τις επιχειρήσεις σημαίνει χαμηλότερη παραγωγή, που πλήττει περισσότερο την ανάπτυξη, ειδικά στη βιομηχανία. Πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, οικονομολόγοι, βλέπουν τη Γερμανία και την Ιταλία, την 1η και την 4η οικονομία της Ευρώπης με μεγάλη εξάρτηση από το αέριο, να εισέρχονται σε ύφεση σύντομα. Αν και είναι πιθανή και μια ύφεση στις ΗΠΑ, η προέλευσή της θα ήταν διαφορετική.

Τα θετικά

Η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια μόνο μια φορά, και κινείται προσεκτικά, έχοντας γνώση πως η αύξηση του κόστους δανεισμού των πολύ χρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα θα μπορούσε να προκαλέσει αμφιβολίες για τη δυνατότητά τους να συνεχίσουν να αποπληρώνουν τα χρέη τους.

Ωστόσο η Ευρώπη οδεύει προς ύφεση με κάποια δυνατά σημεία. Η απασχόληση είναι σε υψηλά επίπεδα και οι επιχειρήσεις αντιμετώπιζαν προβλήματα με την αυξανόμενη έλλειψη εργαζομένων για χρόνια. Αυτό υποδεικνύει πως οι εταιρείες θα προσπαθούν να κρατήσουν τους εργαζομένους τους, ειδικά εφόσον οδεύουν προς ύφεση με σχετικά υγιή περιθώρια. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να διατηρήσει την αγοραστική δύναμη, υποδεικνύοντας μιας σχετικά «ρηχή» ύφεση με μια μικρή μόνο άνοδο στην ήδη χαμηλή ανεργία. «Βλέπουμε συνεχιζόμενες ελλείψεις εργαζομένων, ιστορικά χαμηλή ανεργία και υψηλό αριθμό κενών θέσεων» είπε στο Reuters η Ίσαμπελ Σνάμπελ, μέλος του συμβουλίου της ΕΚΤ. «Αυτό πιθανώς δείχνει πως αν μπούμε σε ύφεση οι εταιρείες ίσως είναι πολύ διστακτικές να κάνουν μεγάλης κλίμακας απολύσεις εργαζομένων».