Αυτήν την εβδομάδα θα συζητηθεί το υπερπολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας που έχει απ’ όλα: το πλαίσιο για το Νέο Λύκειο και την εισαγωγή στα ΑΕΙ, ακόμα μερικές συγχωνεύσεις Πανεπιστημίων με ΤΕΙ, διατάξεις για τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία, για τα Ιδιωτικά σχολεία και πάει λέγοντας. Ένα πολυνομοσχέδιο 370 σελίδων που θα συζητηθεί σε μία εβδομάδα ενώ μόνο το 1/3 αυτού είχε βγει στη διαβούλευση.
Οι διατάξεις για το Νέο Λύκειο είναι μια επιστροφή στο σύστημα των τεσσάρων δεσμών. Η πολυδιαφημισμένη κατάργηση των Πανελληνίων Εξετάσεων που υποσχόταν πριν δύο χρόνια ο Υπουργός «εξατμίσθηκε» όταν βρέθηκε στη θερμοκρασία της πραγματικότητας. Τα Τμήματα Ελεύθερης Πρόσβασης όπου θα εισάγονται οι μαθητές μόνο με το απολυτήριο φαίνεται ότι θα είναι τελείως περιθωριακά, αν και εφόσον υπάρξουν. Οι δε διατάξεις που υπάρχουν για τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία χαμηλώνουν ακόμα περισσότερο τον πήχη συνεχίζοντας την εμμονή της κυβέρνησης από τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησής της.
Η επανανοηματοδότηση (για να χρησιμοποιήσω μια λέξη της μόδας) του Λυκείου περνάει και μέσα από το ενιαίο απολυτήριο. Μια ορθή επιλογή που δυστυχώς όμως εκφυλίζεται καθότι περιλαμβάνει μόνο την Γ’ Λυκείου και μέσω μειωμένης ομοιομορφίας (άρα και αξιοπιστίας) εξετάσεων καθότι θα γίνονται σε περιφερειακό επίπεδο. Γι αυτόν τον σκοπό η τράπεζα θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας είναι η μόνη λύση ώστε να έχουμε ενιαία αξιολόγηση από τον Έβρο ως τη Γαύδο και να μπορούμε πραγματικά να μιλάμε για ενιαίο ή εθνικό απολυτήριο. Δυστυχώς όμως η τράπεζα θεμάτων έπεσε θύμα των αρχικών ατελειών της και της ιδεοληψίας του ΣΥΡΙΖΑ καθώς ήταν το πρώτο πράγμα που κατήργησε.
Στο νομοσχέδιο αυτό ολοκληρώνεται η κατάργηση της βαθμίδας των ΤΕΙ και με όσα είχαν μείνει. Όχι χωρίς αντιρρήσεις από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Γενικά, ο ακαδημαϊκός πληθωρισμός και ο ακαδημαϊκός λαϊκισμός στον οποίο επιδόθηκε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει οδηγήσει την ανώτατη εκπαίδευση σε αναντίστρεπτες βλάβες. Εξαφανίστηκε η βαθμίδα εκείνη της εκπαίδευσης για στελέχη εφαρμογών που είναι απαραίτητα στις μεσαίες βαθμίδες της πυραμίδας παραγωγής. Αποτέλεσμα είναι να έχουμε στο μέλλον πτυχιούχους πανεπιστημίων και αμέσως μετά αποφοίτους των διετών δομών ως συνέχεια των ΕΠΑΛ. Και όλα αυτά χωρίς να γίνει ποτέ η σχετική συζήτηση αλλά με αποφάσεις που εκπορεύονται από ψηφοθηρικά κριτήρια.
Το επόμενο βήμα που υπάρχει σε αυτό το νομοσχέδιο είναι οι 4ετείς σχολές ΤΕΙ που έγιναν σχολές μηχανικών μετά την πανεπιστημιοποίησή τους, να γίνονται εν μία νυκτί 5 ετείς πολυτεχνικές σχολές. Με τι προγράμματα σπουδών, τι προσωπικό και τι εργαστηριακές υποδομές, όλα αυτά είναι ασήμαντες λεπτομέρειες μπροστά στην ψηφοθηρική τακτική. Εξαγγελίες που βασικό ρόλο έχουν να δημιουργήσουν προσδοκίες εν όψει των εκλογών σε χιλιάδες φοιτητές που μπήκαν σε ΤΕΙ και θα βγουν από Πολυτεχνείο. Ακόμα και αν δεχθούμε ότι το επίπεδο σπουδών θα είναι εφάμιλλο (κάτι που δεν προκύπτει), ο πληθωρισμός του επαγγέλματος του μηχανικού θα είναι πολλαπλά επιζήμιος για την ελληνική οικονομία. Όταν έχεις χιλιάδες απόφοιτους μηχανικούς κάθε χρόνο ασφαλώς και δεν θα μπορούν να απορροφηθούν από την ελληνική αγορά εργασίας, οπότε θα τους σπουδάζουμε με δημόσιους πόρους για να φεύγουν στο εξωτερικό. Επίσης, η δυσανάλογα μεγάλη προσφορά σε σχέση με τη ζήτηση θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε ετεροαπασχόληση με υποτίμηση προσόντων.
Τέλος, δεν αποκλείεται στο νομοσχέδιο αυτό να δούμε και τροπολογίες της τελευταίας στιγμής με προεκλογικό πρόσημο. Ζητήματα που θα έπρεπε να αποτελέσουν αντικείμενο ενδελεχούς διαλόγου για συγκεκριμένα σοβαρά ζητήματα ενδέχεται να περάσουν στα «μουλωχτά» μέσω τροπολογιών για να μην κάνουν πολύ θόρυβο. Εδώ είμαστε για να δούμε αν θα πέσουμε έξω στις προβλέψεις μας.
Εν κατακλείδι όταν ο Υπουργός φέρνει ένα πολυνομοσχέδιο σχεδόν 400 σελίδων για να κλείσει προεκλογικά το μάτι σε χιλιάδες μαθητές, φοιτητές και καθηγητές γνωρίζοντας ότι κάποια είναι ανεφάρμοστα, ενώ κάποια άλλα βολεύουν απλώς καταστάσεις αλλά διαλύουν προοπτικές, σημαίνει ότι πυξίδα των αποφάσεων του είναι η ψηφοθηρία για τις επόμενες κάλπες και όχι η φροντίδα για τις επόμενες γενιές.