Στην παγκόσμια ιστορία οι πανδημίες έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο. Για παράδειγμα, η «Μαύρη Πανώλη», που ξέσπασε στα μέσα του 14ου αιώνα, εξαφάνισε πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Ευρώπης και επέφερε ασύλληπτες κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές και πολιτισμικές αλλαγές.
Πρωτίστως συνέβαλε τα μέγιστα στην παρακμή της φεουδαρχίας. Η αρχική αντίδραση των ευρέων στρωμάτων ήταν η θρησκευτική παράκρουση, με μαζική αυτομαστίγωση στις εκκλησίες, σε ένδειξη συμπόνιας με το αίμα του Ιησού, καθώς και έκρηξη υστερίας κατά των Εβραίων τους οποίους θανάτωναν καθώς τους θεωρούσαν υπαίτιους για τα κακό που τους είχε βρει. Όμως, καθώς οι προσευχές και οι εκκλήσεις στον Παντοδύναμο δεν εισακούονταν, ακολούθησε ευρύς κυνισμός και η απόρριψη πάσης μορφής εξουσίας – επίγειας η επουράνιας – κάτι που αποτυπώνεται στα κλασικά έργα της εποχής, στο «Δεκαήμερον» του Βοκάκιου, και στο Canterbury Tales του Chaucer.
Οι σύγχρονοι ιστορικοί παρέχουν ωφέλιμες πληροφορίες γιατί η Μαύρη Πανώλη πήρε τόσο καταστροφικές διαστάσεις. Ένας ιστορικός αποδίδει την έκτασή της στη πρωτοφανή αύξηση του πληθυσμού της Αγγλίας τον αιώνα που είχε προηγηθεί, με ρυθμούς συγκρίσιμους των σημερινών στον Τρίτο Κόσμο. (M.M. Postan, “The Medieval Economy & Society”, 1972, σελ. 35-44). Βέβαια, συμπληρώνει ο ιστορικός μας, στις μέρες μας, λόγω των τεχνολογικών επαναστάσεων των τελευταίων έξι αιώνων, ο πληθυσμός της Αφρικής, της Ασίας, και της Νότιας Αμερικής έχει τη δυνατότητα να αυξάνεται με παρόμοιους ή και με μεγαλύτερους ρυθμούς, χωρίς να προκαλεί λοιμούς, ή λιμούς. (σελ. 43).
Πιθανότατα η παρούσα πανδημία να θέσει ερωτήματα στο κατά πόσο η επιστήμη, αποκομμένη από τις μύριες άλλες παραμέτρους, είναι πράγματι ικανή να λύσει το Μαλθουσιανό πρόβλημα. Για να το θέσουμε κάπως πιο προκλητικά, αν η ίδια η επιστήμη και ότι αυτή συνεπάγεται, δεν έχει επιτείνει το πρόβλημα.
“Στο λοιμό του 1665 το κύριο μέλημα είναι το πώς αυτός θα μπορούσε να καταπολεμηθεί με επιστημονικά μέσα και όχι σχετιζόμενος με την θρησκεία.”
Πριν όμως επιχειρήσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα ας κάνουμε μία στάση και ας πάμε τρεις αιώνες αργότερα, στα μέσα του 17ου αιώνα, όταν ένας άλλος μεγάλος λοιμός έπληξε την Ευρώπη. Το 1665 έφτασε στη Αγγλία από τη Ολλανδία, όπου είχε εκδηλωθεί δύο χρόνια νωρίτερα. Στο Λονδίνο μόνο, υπολογίζεται ότι κόστισε πάνω από 50.000 ζωές. Υπάρχουν ορισμένα κοινά στοιχεία μεταξύ του δεύτερου με εκείνο της Μαύρης Πανούκλας. Και στις δύο περιπτώσεις είναι αδιευκρίνιστη η προέλευσή τους. Στη δεύτερη περίπτωση εικάζονταν ότι είχε φτάσει στην Ευρώπη από την Κρήτη ή από την Κύπρο. Επίσης ένα άλλο στοιχείο ήταν η αργή διάδοσή του. Στη Βρετανία γνώριζαν ότι ο λοιμός «θέριζε» στην Ολλανδία για δύο χρόνια πριν διασχίσει τη στενή θαλάσσια λωρίδα που χωρίζει τις δύο χώρες.
“Τη «βαρύτητα» ο Νεύτωνας την ανακάλυψε τη χρονιά 1665-66, όταν τελούσε υπό κατ οίκον περιορισμό, καθώς το Πανεπιστήμιό του, το Κέμπριτζ, παρέμενε κλειστό λόγω του λοιμού!”
Ωστόσο, η δημόσια αντίδραση στην δεύτερη περίπτωση παρουσιάζει εντυπωσιακές διαφορές από αυτήν στην πρώτη. Τώρα τα συμπτώματα θρησκευτικής υστερίας και αντισημιτικής παράκρουσης, αν και δεν έχουν πλήρως εξαλειφθεί, έχουν υποχωρήσει. Ο σημαντικότερος λόγος για αυτήν την μεταστροφή ήταν ότι, στα μέσα του 17ου αιώνα, είχαν ήδη τεθεί στην Ευρώπη τα θεμέλια για το μεγάλο άλμα του 18ου αιώνα, το Διαφωτισμό.
Ουσιαστικά οι στοχαστές του 17ου αιώνα αποτέλεσαν τους θεμελιωτές της σύγχρονης εποχής. Από αυτόν τον «γαλαξία» να αναφέρουμε, ενδεικτικά, τους Νεύτωνα, Bacon και Hobbes στη Βρετανία, τον Γαλιλαίο στην Ιταλία, τον Καρτέσιο και τον Πασκάλ στη Γαλλία, τον Grotius και τον Σπινόζα στην Ολλανδία, και τον Leibniz στη Γερμανία. Να αναφέρουμε επίσης ότι, τη «βαρύτητα» ο Νεύτωνας την ανακάλυψε τη χρονιά 1665-66, όταν τελούσε υπό κατ οίκον περιορισμό, καθώς το Πανεπιστήμιό του, το Κέμπριτζ, παρέμενε κλειστό λόγω του λοιμού! (Oxford Dictionary of Philosophy, σελ. 250)
Κοινό χαρακτηριστικό αυτών των στοχαστών ήταν η ανεξαρτησία του πνεύματος, η αντίστασή τους σε κάθε σκοπιμότητα, πολιτική ή θρησκευτική. Αυτή η ανεξαρτησία του πνεύματος ήταν που τους ανέδειξε σε θεμελιωτές του σύγχρονου κόσμου. Όπως αναγνώρισαν ορισμένοι μεταγενέστεροι, μεταξύ των οποίων ο Βολτέρος και ο Βιτγκενστάιν, οι ίδιοι έφτασαν τόσο ψηλά γιατί «σκαρφάλωσαν σε γίγαντες».
Αυτό το νεωτεριστικό πνεύμα παρατηρούμε στις αντιδράσεις των Ευρωπαίων στο λοιμό του 1665. Αυτή τη φορά το κύριο μέλημα είναι το πώς αυτός θα μπορούσε να καταπολεμηθεί με επιστημονικά μέσα και όχι σχετιζόμενος με την θρησκεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντίληψης μας δίνει η κλασική μαρτυρία του Daniel Defoe, “A Journal of the Plague Year”, 1665. Το γεγονός και μόνο ότι ένας από τους σημαντικότερους απολογισμούς του λοιμού του 1665 προέρχεται από τον Defoe παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο γιατί ο συγγραφέας ήταν ένας επιχειρηματίας, όσο και για το ότι αυτός θεωρείται ο θεμελιωτής της σύγχρονης νουβέλας, που εξέφρασε την ανερχόμενη αστική τάξη με το διήγημά του, “Robinson Crusoe”. Η νεωτεριστική προσέγγιση του Defoe στην αποτύπωση του λοιμού συνάγεται και από τους τίτλους των συγγραμμάτων που βρέθηκαν στη βιβλιοθήκη του. Ένα από αυτά έφερε τον τίτλο, «Απαραίτητες Οδηγίες για την Καταπολέμηση και Θεραπεία του Λοιμού», και ένα άλλο, τον τίτλο «Λοιμολογία».
Πράγματι, το «Χρονικό του έτους του Λοιμού» αποτελεί αδιάσειστη μαρτυρία ότι είχε αρχίσει να εμπεδώνεται στην Ευρώπη μία νεωτεριστική αντίληψη. Οι ομοιότητες της απεικόνισης του λοιμού του 1665 από τον Defoe, με την σημερινή είναι εντυπωσιακές – και αυτό παρά το γεγονός ότι στην εποχή του δεν υπήρχε καν ημερήσιος Τύπος. Παρ’ όλα αυτά υπήρχε συνεχής ενημέρωση, με την ανάρτηση ανακοινώσεων στις ενορίες του Λονδίνου με τα τελευταία στοιχεία θανάτων, ώστε ο συγγραφέας να προβαίνει σε συγκρίσεις και στατιστικές αναλύσεις των δεδομένων μεταξύ των διαφόρων συνοικιών του Λονδίνου, κάτι παρόμοιο με αυτό που παρατηρούμε στις μέρες μας σε παγκόσμια κλίμακα.
Γενικά η αντίληψη που αντιπροσωπεύει ο Defoe αντανακλά την δεσπόζουσα αισιοδοξία της εποχής του, ότι με την αρωγή της επιστήμης και με την πάροδο του χρόνου οι λοιμοί θα καταπολεμούνταν. Οι μετέπειτα ιατρικές καινοτομίες, με επιστέγασμα τον ευρύ εμβολιασμό του πληθυσμού, φάνηκαν να τους δικαιώνουν.
Ωστόσο, η τρέχουσα πανδημία, ενδεχομένως να θέτει νέους προβληματισμούς τους οποίους θα προτιμούσαμε να αγνοήσουμε. Ο σημαντικότερος από αυτούς αφορά το εξής ερώτημα: κατά πόσο η σημερινή πανδημία θα αποτελέσει ένα περιστατικό που γρήγορα θα ξεχαστεί και θα επανέλθουμε στους γνώριμους ρυθμούς μας, ή αν αυτή αποτελεί μια προειδοποίηση για αυτά που έπονται. Σε αυτό το ερώτημα θα επανέλθω. Για να προϊδεάσω τους ενδιαφερόμενους περί τίνος πρόκειται τους ενημερώνω ότι η προσέγγισή μου στηρίζεται στο μνημειώδες έργο του Fernard Braudel, του θεμελιωτή της έννοιας του la longue durée, στη διαμόρφωση του ιστορικού γίγνεσθαι.