Το Μεντεγίν της Κολομβίας είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη μετά την πρωτεύουσα Μπογκοτά, και από τις πιο πλούσιες περιοχές της χώρας, καθώς όσοι ασχολούνταν με το παρεμπόριο των ναρκωτικών συνήθιζαν να κάνουν δωρεές και αγαθοεργίες αφενός για να γίνονται αγαπητοί στο λαό και αφετέρου για ξέπλημα χρήματος. Είναι ευρέως γνωστό ως το μέρος στο οποίο δραστηριοποιούνταν ο Βαρόνος της κόκας Πάμπλο Εσκομπάρ, αλλά αποτελεί και γενέτειρα του γνωστού καλλιτέχνη Φερνάντο Μποτέρο, ο οποίος φιλοτεχνεί σε καμβά και αγάλματα φιγούρες παχουλών ανθρώπων.
Η περιήγησή μου στην πόλη θα ξεκινούσε από την κεντρική πλατεία η οποία κοσμείται με γλυπτά του καλλιτέχνη και ακριβώς δίπλα υπάρχει μουσείο μοντέρνας τέχνης όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει τους πίνακές του. Ο Μποτέρο είναι εξαιρετικά γενναιόδωρος με τα έργα του και τα χαρίζει απλόχερα σε πόλεις στις οποίες έχει συμπάθεια, ενώ παράλληλα όχι μόνο επιτρέπει αλλά και επιβάλει να τα αγγίζουν οι περαστικοί, δίνοντάς τους τη διπλή ευκαιρία να εξοικειώνονται τόσο με την τέχνη όσο και με το ατελές σώμα. Είχα την τύχη να δω πρώτη φορά γλυπτά του στο Υερεβάν της Αρμενίας και τότε είχα νιώσει πως δε θα αργούσα να επισκεφτώ τη γενέτειρά του.
Έφτασα στην πλατεία ένα μεσημεράκι του Νοέμβρη με καυτό ήλιο και περιηγήθηκα ανάμεσα στα αγάλματα. Ο κόσμος γύρω μου περνούσε και τα άγγιζε, φωτογραφιζόταν με αυτά, τα παιδιά σκαρφάλωναν επάνω τους, οι ηλικιωμένοι έβρισκαν λίγη δροσιά στη σκιά τους και σκέφτομαι πως ο καλλιτέχνης θα είναι πολύ ευχαριστημένος που έβαλε την υψηλή τέχνη στην καθημερινότητα των Κολομβιανών. Πέρασα απέναντι στο μουσείο και είδα για πρώτη φορά τους πανέμορφους πίνακες με τα ζωηρά χρώματα. Σε ένα δωμάτιο μπορούσα να δω σε ειδικό καθρέφτη πώς θα ήταν η μορφή μου αν με είχε ζωγραφίσει ο Μποτέρο.
Το 1993 πεθαίνει σε συμπλοκή ο Βαρόνος της Κόκας Πάμπλο Εσκομπάρ και ο Φερνάντο Μποτέρο αποτυπώνει το γεγονός με τα πινέλα του και τη χαρακτηριστική του τεχνική στον καμβά. Πολλοί λυπήθηκαν με το θάνατό του αλλά η πλειοψηφία των Κολομβιανών ντρέπεται για αυτόν.
Σε μια από τις περιοχές του Μεντεγίν, στις φαβέλες ,ο δραστήριος δήμαρχος σκέφτηκε να να δώσει νέα πνοή στην απαγορευμένη ζώνη και να την κάνει πιο φιλική, κυρίως στους μικρούς κατοίκους .Έτσι έδωσε εντολή και ζωγράφισαν παντού γκράφιτι, χτίστηκαν νέα καφέ και η πρόσβαση στα άνω διαζώματα γίνεται με ηλεκτρικές κυλιόμενες σκάλες .Τα παιδιά της γειτονιάς απέκτησαν αγαπημένο παιχνίδι ενώ οι νεότεροι μπορούν να απασχοληθούν στα καφέ και στα μικρομάγαζα που έχουν ανοίξει.
Πήρα το υπερυψωμένο μετρό και επισκέφτηκα την περιοχή. Δε σκόπευα να μπω βαθιά με τις φαβέλες και ήθελα οπωσδήποτε να έχω φύγει πριν νυχτώσει. Ο lonely planet δεν αναφέρει τίποτα σχετικό για τις φαβέλες ή την περιοχή της Comuna 13. Πηγαίνεις εκεί είτε με οργανωμένο τουρ είτε μόνος σου. Εγώ βρήκα τον τρόπο να φτάσω μόνη και ομολογουμένως το συναίσθημα ήταν περίεργο.
Ακόμα και τα πρόσωπα που έβλεπα γύρω μου ήταν βλοσυρά ενώ μια άσχημη μυρωδιά που θύμιζε έντονα Ινδία αναδυόταν στην ατμόσφαιρα. Περιηγήθηκα διστακτικά στην περιοχή προσέχοντας όσο μπορώ να φυλάω τα νώτα μου. Όταν έδυσε ο ήλιος πήρα βιαστική το δρόμο της επιστροφής, ομολογουμένως λιγάκι φοβισμένη.
Πάνω από το κεφάλι μου, στο σταθμό του μετρό, περνούσαν καμπίνες τελεφερίκ που παρείχαν πρόσβαση στους κατοίκους που ζούσαν πιο ψηλά από την Comuna 13, ακόμα ένα δείγμα προσπάθειας για ανάπτυξη στις υποβαθμισμένες περιοχές .Αυτό ακριβώς είναι και το σημείο αναφοράς της Κολομβίας: προσπαθεί να επιτύχει την ανάπτυξη ξεκινώντας από τις κατώτερες τάξεις κι εκεί δίνει έμφαση αποτελώντας πρότυπο. Γύρισα στη φωλίτσα του δωματίου μου περιμένοντας με αγωνία την επόμενη μέρα που θα ήταν αφιερωμένη στα μέρη του Εσκομπάρ.
Την επομένη λοιπόν, αφού πήρα το πρωινό μου πέρασε ένα ιδιωτικό βαν και με πήρε από το ξενοδοχείο μου. Τέσσερα άτομα κι εγώ, ξεκινήσαμε με τον ξεναγό μας,τον Καμίλο να δούμε τα κρησφύγετα του Βαρόνου. Πρώτη στάση, ένα ογκώδες θωρακισμένο εγκαταλελειμμένο κτήριο που το φυλούσε η αστυνομία και το οποίο όπως μας είπε ο ξεναγός, επρόκειτο σύντομα να χρησιμοποιηθεί ως μουσείο προκειμένου να γίνει αξιοποιήσιμο. Εκεί μας έδειξε στο κινητό του φωτογραφίες από τον ξάδερφό του, λέγοντάς μας πως ήταν το δεξί χέρι του Βαρόνου , πως ο ίδιος τον είχε δει μόνο μια φορά ,πως όλοι του οι συμμαθητές ήταν στη δούλεψή του και έχουν σκοτώσει πολύ κόσμο. Είναι ανατριχιαστικά όσα μας λέει, ενώ μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι στις φωτογραφίες ο ξάδερφος φαίνεται να έχει ένα τατουάζ σε όλο του τον πήχη που γράφει “master of mafia”.
Στη συνέχεια μας πηγαίνει σε ένα πιο ορεινό μέρος που χρησιμοποιούσε ο Εσκομπάρ για να χαλαρώνει με τους φίλους του. Μας δείχνει το ελικοδρόμιο, το γυμναστήριο, την εκκλησία, τα φυλάκια ,την τεράστια φάτνη κι ένα τσιμεντένιο βαρέλι. Στο βαρέλι αυτό έκαιγαν τους νεκρούς κι έτσι κανείς ποτέ δεν έβρισκε τα ίχνη τους.
Το μέρος αυτό σήμερα στεγάζει ένα γηροκομείο. Είναι αξιόλογο από μεριάς της κυβέρνησης που κάνει έμπρακτα κινήσεις υποστήριξης των ευπαθών ομάδων.
Ο ξεναγός μας, μας δείχνει ένα δρομάκι που οδηγεί στην κυρία είσοδο και μας εξηγεί πώς έφερνε ο Εσκομπάρ πόρνες γυμνές στις δυο και τρεις το βράδυ και τις έβαζε να κάνουν διαγωνισμό τρεξίματος πάνω στα τακούνια τους, εξευτελίζοντας πλήρως τη γυναικεία υπόσταση. Η νικήτρια κέρδιζε χρήματα κι αυτός το σεβασμό των φίλων του με αυτού του είδους την ψυχαγωγία που παρείχε.
Η δε μητέρα του ήταν σύμφωνη με τις δραστηριότητες του γιου της και τον στήριζε μέχρι το τέλος. Άλλωστε τόσος μισογυνισμός δε μπορεί παρά να πηγάζει από μια ανισόρροπη σχέση μάνας- γιου. Ο πατέρας του τον αποδοκίμαζε ωστόσο.
Η φτώχεια της περιοχής έβρισκε προσωρινό καταφύγιο στο πρόσωπο του και πολλοί ήταν οι γονείς που έσπευδαν να στείλουν τα ανήλικα κορίτσια τους για την ”ψυχαγωγία” του βαρόνου, με την ελπίδα μιας καλύτερης τύχης. Εκεινος όμως όχι μόνο δε τις φρόντιζε, αλλά σκότωνε και όσες έμεναν έγκυες...
Παρολ′ αυτά δε παύει να εκτελούσε τα θρησκευτικά του καθήκοντα με ευλάβεια και διατηρούσε άψογη σχέση με τη θρησκεία. Προσευχόταν συχνά, έφτιαχνε εκκλησίες ,έδινε σπίτια στους φτωχούς, μιλούσε με εδάφια από τη Γραφή, πίστευε ακράδαντα ότι ο θεός τον βοηθά στις δραστηριότητες του. Δε μπορώ να μην κάνω τον παραλληλισμό και να σκεφτώ πόσο βαθιά ριζώνουν κάποια πράγματα στην κουλτούρα μας και μας χαρακτηρίζουν αιώνες αργότερα : το 16ο αιώνα Ισπανοί conquistadores φτάνουν στην Αμερική και κρατώντας στο ένα χέρι σταυρό και στο άλλο όπλο, προσηλυτίζου, βιάζουν, σκοτώνουν κατά βούληση.
Κατά τον ίδιο τρόπο δρα και ο Βαρόνος της κόκας .Όσοι δεν είναι μαζί του είναι εναντίον του. Χιλιάδες άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους, τουλάχιστον 450 αστυνομικοί, ο ίδιος βέβαια νιώθει καλός Σαμαρείτης κι ευεργέτης της περιοχής, περιτριγυρισμένος από νοματαίους που τσιμπούν το τυράκι από τη φάκα του.
Παράλληλα ο Εσκομπάρ είχε και καλλιτεχνικές αναζητήσεις, αφού διέθετε προσωπική συλλογή με έργα των Πικάσο, Ρέμπραντ, Μονέ και άλλων καλλιτεχνών.
Σήμερα τα μέλη της οικογένειάς του ζουν στην Αμερική με αλλαγμένα ονόματα και ακόμα παίρνουν ποσοστά από τις δραστηριότητές του.
Τελευταία στάση του τουρ, το νεκροταφείο όπου βρισκόταν η σωρός του, θαμμένος δίπλα στη μανούλα .Στάθηκα ακριβώς πάνω του και τον έβγαλα μια φωτογραφία. Λιγοστά λουλούδια υπήρχαν στον τάφο αφού εξακολουθεί να είναι αγαπητός από σημαντική μερίδα του πληθυσμού. Η πλειοψηφία πάντως ντρέπεται και δε θέλει καν να αναφέρεται στο όνομά του, γνωρίζοντας πως η κακή φήμη της πανέμορφης Κολομβίας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη δράση του. Οφείλω να ομολογήσω, ένιωσα μια μικρή, κρυφή ηδονή να βρίσκομαι πάνω από το πτώμα του.