Πόσο κάπνισαν στην Ελλάδα το 2023; Γιατί το τσιγάρο γίνεται όλο και πιο δυσάρεστο στα σπίτια και τις παρέες των καπνιστών; Ποιες ανησυχίες κινητοποιούν τους καπνιστές ώστε να διακόψουν ή ελαττώσουν τη βλαβερή αυτή συνήθεια; Πόσο καλά γνωρίζουν, τελικά, οι καπνιστές τις καλύτερες εναλλακτικές επιλογές που διατίθενται στην αγορά;
Αυτά είναι μερικά μόνο από τα ερωτήματα στα οποία απαντάει η έρευνα που διεξήγαγε για 3η συνεχή χρονιά η εταιρεία Marc το 2023 για λογαριασμό της Παπαστράτος με τη συμμετοχή 1.200 και πλέον ερωτώμενων, από ολόκληρη την Ελλάδα.
Σταθερός ο αριθμός καπνιστών
Στο 28% του πληθυσμού ανήλθε το 2023 το ποσοστό των ενήλικων καπνιστών στην Ελλάδα, που σε απόλυτους αριθμούς αντιστοιχεί περίπου σε 2.200.000 άτομα, στην πλειονότητά τους άνδρες ηλικίας 35-54 ετών. O αριθμός παραμένει σταθερός τα τελευταία χρόνια.
Στα 15 τσιγάρα η μέση ημερήσια κατανάλωση
Το 2023 καπνίστηκαν ανά άτομο σε ημερήσια βάση 15 τσιγάρα κατά μέσο όρο. Συγκεκριμένα, το 45,3% δήλωσε ότι καπνίζει έως 10 τσιγάρα ημερησίως, το 40,6% από 11 έως 20 τσιγάρα, ενώ το 14% περισσότερα από 20 τσιγάρα ημερησίως. Από αυτούς, το 23,7% ανέφερε ότι την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας κάπνιζε λιγότερο σε σύγκριση με έναν χρόνο πριν. Παρότι η έρευνα έδειξε πως η αναζήτηση τρόπων αποτελεσματικής διακοπής ή τουλάχιστον μείωσης του αριθμού των τσιγάρων ημερησίως ανιχνεύεται σε αξιοπρόσεκτο ποσοστό, το 21% των ερωτηθέντων καπνιστών παραδέχθηκε αδυναμία οριστικής διακοπής παρά τις προσπάθειες.
Η εντεινόμενη πίεση στο οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον των καπνιστών
Τα ευρήματα της έρευνας καταδεικνύουν την ολοένα μειούμενη ανοχή απέναντι στη συνήθεια του καπνίσματος, καθώς και την αυξανόμενη κοινωνική πίεση που ασκείται στους καπνιστές. Οι μη καπνιστές, που ενοχλούνται πλέον από το γεγονός ότι ένα φιλικό ή συγγενικό τους πρόσωπο καπνίζει, αντιπροσωπεύουν πλέον το 70,2%, όταν το 2022 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 66,3% και το 2021 το 63,2%. Μάλιστα, το κάπνισμα παρουσιάζεται όλο και πιο έντονα ως αιτία δυσαρέσκειας στις ενδοοικογενειακές/διαπροσωπικές σχέσεις.
Σε βάθος τριετίας παρατηρείται αύξηση σχεδόν 10 ποσοστιαίων μονάδων στους μη καπνιστές που δηλώνουν ότι ενοχλούνται από την καπνιστική συνήθεια του/της συντρόφου τους (51,7% το 2021, 59,2% το 2022 και 62,3% το 2023). Αντίστοιχα, το ποσοστό των καπνιστών που αναφέρουν εντάσεις ή τσακωμούς με άτομα του κοινωνικού τους περιβάλλοντος εξαιτίας του καπνίσματος αυξήθηκε κατά 9 σχεδόν ποσοστιαίες μονάδες (38,8% το 2021, 42,8% το 2022 και 47,5% το 2023).
Κίνητρα διακοπής: υγεία, ευεξία και ... τσέπη
Αυξημένη κατά περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες (86,3%) σε σχέση με το 2022 (83,9%) παρουσιάστηκε η ανησυχία των καπνιστών ως προς τη σοβαρότητα των επιπτώσεων του τσιγάρου στην υγεία τους. Παράλληλα, το 74,4% εξ αυτών δήλωσε ενόχληση για την επίπτωση του καπνίσματος στη φυσική τους κατάσταση, ποσοστό αυξημένο κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με το 2022 (70,5%). Υγεία και σωματική ευεξία καταγράφηκαν ως τα κυρίαρχα κίνητρα διακοπής του καπνίσματος σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες, αλλά στις νεότερες ηλικίες το οικονομικό κόστος αναδείχθηκε ως εξίσου ισχυρό κίνητρο διακοπής (66,6%).
Τα εναλλακτικά προϊόντα και η κρισιμότητα της ενημέρωσης
Αυξήθηκαν από το 5,5% το 2021 στο 21,3 % το 2023 όσοι χρησιμοποιούν εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης, είτε κατ’ αποκλειστικότητα είτε σε συνδυασμό με τσιγάρα. Η έλλειψη μυρωδιάς και ο δυνητικά μειωμένος κίνδυνος για την υγεία, προκύπτουν ως οι βασικότεροι λόγοι μεταστροφής (50,5% και 49% αντίστοιχα). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο βαθμός συμφωνίας με την άποψη πως ο βαθμός βλαπτικότητας ενός καπνικού προϊόντος θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν κατά τη φορολόγησή του. Η αποδοχή της άποψης αυτής καταγράφεται στο 67,1%, ποσοστό αυξημένο κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα του 2022 (63,2%).
Ταυτόχρονα, η διατήρηση του επιπέδου ενημέρωσης γύρω από τα εναλλακτικά προϊόντα στα ίδια χαμηλά επίπεδα με το 2022 καταδεικνύει την ανάγκη συντεταγμένων και συντονισμένων προσπαθειών ώστε οι καπνιστές να έχουν επαρκή ενημέρωση σχετικά με τα νέα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης. Μόλις 1 στους 10 Έλληνες δήλωσε επαρκώς ενημερωμένος, την ώρα που οι μισοί απάντησαν ότι διαθέτουν από ελάχιστη έως καθόλου πληροφόρηση. Χαρακτηριστικά, από το σύνολο του ενήλικου πληθυσμού μόνο 1 στους 3 (30,5%) δήλωσε ότι γνωρίζει τις βασικές διαφορές ανάμεσα στα συμβατικά τσιγάρα και τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού, ενώ μεταξύ των καπνιστών το ίδιο ποσοστό φτάνει στο 47%.
Ο Γενικός Διευθυντής Επικοινωνίας και Βιωσιμότητας της Παπαστράτος, Θέμης Χασιώτης, ανέφερε σχετικά με την έρευνα: «Είναι η 3η συνεχής χρονιά που διεξάγεται η πανελλαδική έρευνα της Marc για το κάπνισμα. Η έγκυρη πληροφόρηση θεωρούμε πως είναι προϋπόθεση για τη λήψη αποφάσεων και πρόθεσή μας είναι να μιλάμε πάντα με δεδομένα. Στην Παπαστράτος θα συνεχίσουμε να το κάνουμε και με όχημα την επιστήμη και οδηγό την τεχνολογία θα συνεχίσουμε να διευρύνουμε το χαρτοφυλάκιό μας με περισσότερα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης, δυνητικά μειωμένου κινδύνου, ώστε να επιτύχουμε τον στόχο μας για μια Ελλάδα χωρίς τσιγάρο σύντομα.»
Περισσότερες πληροφορίες για την έρευνα στο www.papastratosmazi.gr