Ακόμα και πριν λάβουν τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων, τα οποία έδειξαν τη θανατηφόρα για την Τζωρτζίνα ουσία, οι ερευνητές του Τμήματος Ανθρωποκτονιών ήταν πεπεισμένοι για την εμπλοκή της κατηγορούμενης και απλά περίμεναν και την επιστημονική επιβεβαίωση.
Οι ερωτήσεις της φερόμενης ως παιδοκτόνου για το μονόκλινο δωμάτιο στο νοσοκομείο και εάν υπάρχουν κάμερες ασφαλείας μέσα στους θαλάμους νοσηλείας, αλλά και οι καταθέσεις ιατρών, νοσηλευτών και συγγενών νοσηλευομένων, έβαζαν μοναδική στο κάδρο των υπόπτων τη μητέρα.
Οι γιατροί κατέθεσαν ότι είχαν κάνει όλες τις απαραίτητες κινήσεις, προκειμένου να διασφαλίσουν την υγεία της Τζωρτζίνας και ότι, όταν πια κατέληξε, απόρησαν. Oλες οι καταθέσεις πιστοποιούν -σύμφωνα με αστυνομικές πηγές- ότι ο μόνος άνθρωπος, που ήταν στο δωμάτιο της μικρής τα τελευταία εξήντα λεπτά της ζωής της ήταν η κατηγορούμενη.
Βασική κατάθεση για την πορεία της έρευνας, ήταν εκείνη της νοσηλεύτριας που στις 14:30 της 29 Ιανουαρίου είδε τη μητέρα να πλησιάζει για να την ενημερώσει για το μοιραίο: «Η συμπεριφορά της μητέρας την ώρα που ήρθε να μας ενημερώσει για το επεισόδιο της Τζωρτζινας ήταν μη αναμενόμενη. Ηταν υποτονική, έκανε αργές κινήσεις, νωχελικές. Όχι δηλαδή μιας μάνας που χάνει το παιδί της. Θεωρούσα ότι ήθελε να μας ζητήσει ένα σεντόνι για το παιδί, καθώς ήταν ιδιαίτερα κινητικό».
Επίσης και η συνοδός ασθενούς από το διπλανό δωμάτιο κατέθεσε ότι η μητέρα έδειξε να ταράζεται μόνον, όταν η άγνωστη σε εκείνη γυναίκα παρατήρησε τις ενδείξεις στο μόνιτορ της μικρής Τζωρτζίνας, υπονοώντας ουσιαστικά ότι εσκεμμένα καθυστέρησε να ζητήσει βοήθεια από το νοσηλευτικό προσωπικό.
Ολα τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με το γεγονός πως σε όλα τα κρίσιμα περιστατικά η κατηγορούμενη ήταν μόνη με τα παιδιά της, έκαναν τους αστυνομικούς να θεωρούν δεδομένο πως δεν υπήρχε συνεργός, ότι κανένας άλλος δεν είχε τη δυνατότητα και τον χρόνο να διαπράξει το έγκλημα.
Η σύλληψη
Μόλις τα στελέχη του Ανθρωποκτονιών έλαβαν τα αποτελέσματα από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, υπέβαλαν τη δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, καθώς η μικρή Τζωρτζίνα κατέληξε σε νοσοκομείο της πρωτεύουσας. Αμεσα έλαβαν εντολή να μεταφέρουν τη μητέρα από την Πάτρα στην Αθήνα, επειδή ήδη είχαν ξεκινήσει να διαρρέονται πληροφορίες.
Οι αστυνομικοί της Ασφάλειας χτύπησαν το κουδούνι στο σπίτι της μητέρας στις πέντε το απόγευμα της Τετάρτης. Της ζήτησαν να τους ακολουθήσει, χωρίς να της αναφέρουν κάποια άλλη λεπτομέρεια. Εκείνη το έπραξε, χωρίς να φέρει κάποια αντίρρηση και, μόνο όταν κατάλαβε ότι την οδηγούν στη ΓΑΔΑ και το Ανθρωποκτονιών, έδειξε φοβισμένη.
Κατά τη διάρκεια της προσαγωγής της, ο αρμόδιος Εισαγγελέας μελέτησε τα δεδομένα και άσκησε ποινική δίωξη σε βάρος της για ανθρωποκτονία από πρόθεση, ενώ λίγα λεπτά αργότερα η 18η Τακτική Ανακρίτρια εξέδωσε σε βάρος της και το ένταλμα σύλληψης.
Η είδηση της προσαγωγής-σύλληψης διαδόθηκε μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Πολύ γρήγορα έξω από το σπίτι της οικογένειας, στην Πάτρα, συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου και εκτυλίχθηκαν πρωτόγνωρες σκηνές με ύβρεις, συνθήματα και ρίψη αντικειμένων. Χρειάστηκε παρέμβαση της Αστυνομίας, προκειμένου να διαλυθεί το πλήθος και να φυγαδευτούν οι συγγενείς της κατηγορουμένης.
«Εμπειρία η συζήτηση μαζί της»
Ο αξιωματικός του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, ο οποίος συνομίλησε ανεπίσημα μαζί της το απόγευμα της Τετάρτης, χαρακτήρισε «εμπειρία» τη συζήτηση με την κατηγορούμενη ως παιδοκτόνο.
Την περιέγραψε πλήρως λειτουργικό άτομο, με διαύγεια, θετική στον διάλογο, χωρίς ακραίες συναισθηματικές συμπεριφορές, που δεν δείχνει να αντιμετωπίζει κάποιο ψυχολογικό – ψυχιατρικό πρόβλημα.
Τι είπε στους Αστυνομικούς
Όταν μπήκε στα γραφεία του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, ρώτησε με ποια ιδιότητα την έχουν, για να της δείξει τότε ο αξιωματικός το ένταλμα σύλληψης σε βάρος της. «Μόλις είδατε ότι είχε το παιδί κεταμίνη, εμένα ήρθατε να πάρετε;» ρώτησε των ερευνητή της Ασφάλειας, ο οποίος συνέχισε τον διάλογο:
Αξιωματικός: Εσύ έδωσες την κεταμίνη στο παιδί σου;
Κατηγορούμενη: Όχι.
Αξιωματικός: Γνωρίζεις τι είναι η κεταμίνη;
Κατηγορούμενη: Ναι, γιατί πληροφορήθηκα το αποτέλεσμα των τοξικολογικών διαβάζοντας στο διαδίκτυο και ακούγοντας τα κανάλια και λίγα λεπτά πριν μου χτυπήσετε την πόρτα το είχα googlάρει.
Αξιωματικός: Πιστεύεις ότι υπάρχει κεταμίνη στον οργανισμό του παιδιού;
Κατηγορούμενη: Δεν το ξέρω το αποτέλεσμα. Μπορεί να έχει γίνει λάθος. Θέλω να ελεγχθεί αυτό.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης, η 33χρονη περιγράφεται ψύχραιμη και επικέντρωνε τη συζήτηση στην υπερασπιστική γραμμή της και όχι στον θάνατο του παιδιού της.
Η κεταμίνη
Σύμφωνα με το πόρισμα των επιστημόνων, ο χρόνος δράσης της ποσότητας της κεταμίνης, που εντοπίστηκε στον οργανισμό του θύματος, θα μπορούσε να είναι από λίγα δευτερόλεπτα μέχρι είκοσι λεπτά, δεδομένων της ηλικίας, των φαρμάκων που της είχαν χορηγηθεί, των προβλημάτων που αντιμετώπιζε και της ποσότητας της ουσίας, ανάλογα με τον τρόπο χορήγησης της κεταμίνης. Εάν δηλαδή τη χορήγησε ενδοφλέβια, υποδόρια, από το στόμα ή από τη μύτη.
Εάν ληφθεί υπ’ όψιν το μέγιστο χρονικό διάστημα των είκοσι λεπτών, μόνο η μητέρα ήταν μαζί με το παιδί στο δωμάτιο και αυτό πιστοποιείται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους, υποστηρίζουν οι ερευνητές του Τμήματος Ανθρωποκτονιών.
Το χρονικό
Ολα ξεκίνησαν στις 13 Απριλίου 2019, όταν σε ηλικία 3,5 ετών η μεσαία κόρη, Μαλένα, εξέπνευσε στο «Αγλαΐα Κυριακού» από ανακοπή, ενώ εννέα ημέρες νωρίτερα είχε διαγνωστεί με λευχαιμία.
Σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, στις 21 Μαρτίου 2021, η έξι μηνών Ιριδα άφησε την τελευταία της πνοή στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο της Πάτρας, όπου μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, ύστερα από κλήση των γονέων της. Παρά τις προσπάθειες ανάνηψης τόσο μέσα στο ασθενοφόρο όσο και στο νοσοκομείο, το βρέφος δεν ανταποκρίθηκε.
Στις 11 Απριλίου εισάγεται στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο της Πάτρας η Τζωρτζίνα, το μεγαλύτερο σε ηλικία παιδί από τα τρία, με καρδιακή ανακοπή. Και εκεί οι γιατροί προσπαθούν να την επαναφέρουν με κάρπα για 55 λεπτά και τελικά το πετυχαίνουν, αλλά η έλλειψη οξυγόνου προκαλεί πρόβλημα στον εγκέφαλο. Το παιδί μεταφέρεται στην Αθήνα, του τοποθετείται απινιδωτής, αλλά το πρόβλημα του εγκεφάλου επιβάλει την εισαγωγή του στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού», όπου και καταλήγει στις 29 Ιανουαρίου.
Τα δημοσιεύματα στην εφημερίδα «Πελοπόννησος» ξεκινούν για τον θάνατο- μυστήριο τριών παιδιών της ίδιας οικογένειας και μία εβδομάδα μετά την κηδεία της Τζωρτζίνας, η Εισαγγελία Πατρών παραγγέλνει στο Τμήμα Ανθρωποκτονιών τη διενέργεια προκαταρκτικής έρευνας, προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι αιτίες για τους αιφνιδίους θανάτους.