«Η δύναμη βρίσκεται στις διαφορές, όχι στις ομοιότητες»
(Steven Covey)
Όταν ο Τσέχος νομικός Karel Vasak πρότεινε το 1977 την κατηγοριοποίηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε τρεις γενιές, κανείς δεν θα περίμενε πως στις μέρες μας θα αποτελούσε αδήριτη αναγκαιότητα μία τέταρτη γενιά δικαιωμάτων. Σε αυτήν την 4η γενιά δικαιωμάτων δεν θα ανήκουν μόνον όσα σχετίζονται με την γενετική μηχανική και χειραγώγηση αλλά και όσα σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες.
Δίπλα σε όλα αυτά κρίνεται αναγκαία και η θεσμοθέτηση της “Διαφορετικότητας” και η αναγνώριση και αποδοχή του “άλλου” ως ισότιμης ανθρώπινης ύπαρξης. Η παγκοσμιοποίησηκαι τα κύματα μεταναστών της εποχής μας καθιστούν το δικαίωμα στην “διαφορετικότητα” και τον σεβασμό των δικαιωμάτων του “άλλου” ως την αναγκαία προϋπόθεση για την εξέλιξη του πολιτισμού μας και την παγκόσμια ισορροπία.
Μία περιπλάνηση στο νοηματικό φορτίο της αόριστης αντωνυμίας ο «άλλος» θα μας αποκάλυπτε τις πολλές σημασίες τόσο στην απλή όσο και στην σύνθετη μορφή της, όπως: Αλλού, άλλοτε, αλλιώς, αλλιώτικος, άλλοθι, αλλότριος ή αλλόθροος, αλλοδαπός, αλλόθρησκος, αλλόφρων, αλλόδοξος.
Στον καθημερινό μας λόγο η έννοια «άλλος» σημασιολογικά παραπέμπει στην έννοια του «ξένου» και του «διαφορετικού». Δεν είναι λίγες, όμως, και οι φορές που η χρήση του «άλλος» εμπεριέχει έναν υποτιμητικό ή απαξιωτικό χαρακτήρα και ιδιαίτερα για πρόσωπα ή λαούς και έθνη. Σε αυτήν την περίπτωση υπόρρητα δηλώνεται ο ρατσισμός – σε όλες του τις εκφάνσεις – του ομιλούντος υποκειμένου. Απέναντι στο «Εγώ και στο Εμείς» υψώνεται περιφρονητικά το «Οι άλλοι». Αυτοί μπορεί να είναι οι Εβραίοι, οι Ρομά, οι Ασιάτες, οι Αφρικανοί… Από τη μία όχθη Εμείς οι «κανονικοί» και στην απέναντι όχθη οι «άλλοι», οι διαφορετικοί, δηλαδή οι κατώτεροι…
Οι «άλλοι» και η στάση μας
Οι αλλοεθνείς, οι αλλόφυλοι, οι αλλόγλωσσοι, οι αλλόθρησκοι, οι αλλοδαποί, οι αλλόδοξοι αντιμετωπίζονται με μία δυσπιστία που πηγάζει από τον έμφυτο φόβο προς το διαφορετικό. Ό,τι δεν μας μοιάζει, ό,τι διαφέρει ή αποκλίνει από αυτά που έχουμε μάθει ή συνηθίσει να βλέπουμε το απορρίπτουμε ως κίνδυνο για την αυθεντικότητα – καθαρότητά μας. Οι «άλλοι» εκφράζουν την μη – κανονικότητα γιατί ταράζουν τις ισορροπίες μας και ακυρώνουν τους κωδικούς με τους οποίους ερμηνεύουμε την πραγματικότητα και τη συμπεριφορά των συνανθρώπων μας.
Δεν λείπουν, όμως, και οι περιπτώσεις που το «άλλο» και τους «άλλους» τα υιοθετούμε ή τα μιμούμαστε όταν σε αυτά βλέπουμε κάτι που μπορεί να εμπλουτίσει τις εμπειρίες μας ή να ανοίξει νέες προοπτικές στη ζωή μας. Είναι, δηλαδή, ιστορικά διαπιστωμένο πως άτομα, λαοί και πολιτισμοί ανανεώθηκαν και εμπλουτίστηκαν όταν υιοθέτησαν το «διαφορετικό» και ενέταξαν το «άλλο» ή τους «άλλους» στο αξιακό τους σύστημα.
Σχετικό παράδειγμα της γόνιμης ένταξης του «άλλου» στον πολιτισμό μας είναι το ποίημα του Κ. Καβάφη «Στα 200 π.Χ.» και ιδιαίτερα οι στίχοι:
«Με την ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών». Μία πρώτη αναφορά σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε «πολυπολιτισμικότητα», που προϋποθέτει την αρμονική συνύπαρξη των διαφορετικών στοιχείων και όχι την τυφλή και μηχανική υποταγή. Τον παραπάνω στίχο του Κ. Καβάφη τον συμπληρώνει και ο στίχος: «Είμεθα ένα κράμα εδώ∙ Σύροι, Γραικοί, Αρμένιοι, Μήδοι» («Εν πόλει της Οσροηνής»).
Ο Χίτλερ, ο «Κεμάλ» και οι «άλλοι»
Θα ήταν παράλειψη, ωστόσο, να μην καταγραφεί και η στάση της εξουσίας – είτε με τη μορφή του κράτους, είτε της οργανωμένης πολιτικής ή κοινωνικής εξουσίας – απέναντι στο «άλλο» και στους «άλλους».
Ο συντηρητικός χαρακτήρας της κάθε εξουσίας αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει με καχυποψία κάθε διαφοροποίηση στον τρόπο εκδήλωσης της κοινωνικής συμπεριφοράς ή διεκδίκησης μίας άλλης τύπου οργάνωσης της κοινωνίας και του κόσμου γενικότερα. Την καχυποψία την συνοδεύει ο φόβος που ενεργοποιεί τους μηχανισμούς άμυνας που όχι σπάνια εκδηλώνονται με βίαιες συμπεριφορές (λεκτικές ή σωματικές).
Δεν λείπουν, βέβαια, και οι περιπτώσεις αυταρχικά καθεστώτα να κατασκευάζουν «εσωτερικούς εχθρούς» στο όνομα της διατήρησης της εθνικής καθαρότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Χίτλερ που χαρακτήρισε τους Εβραίους κίνδυνο και πληγή της Γερμανίας και της ανθρωπότητας αποδίδοντας σε αυτούς όλα τα γνωρίσματα του «άλλου». Έτσι για τους Γερμανούς οι Εβραίοι ταυτίστηκαν με το απαξιωτικό και ρατσιστικό οι «άλλοι» και έτσι αιτιολογήθηκε και δικαιολογήθηκε το Άουσβιτς και το Μαουτχάουζεν.
Μία άλλη sui generis περίπτωση της αρνητικής χρήσης του όρου οι «άλλοι» με τα παράγωγά του είναι και το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκη «Κεμάλ». Ένα τραγούδι διαχρονικό που αποτυπώνει με ενάργεια τη βαναυσότητα και τη βαρβαρότητα της κατεστημένης εξουσίας απέναντι σε έναν πρίγκηπα που θέλησε να αλλάξει τον κόσμο ακολουθώντας τον «άλλο», τον δικό του τρόπο και δρόμο. Το τέλος του Κεμάλ – που θα μπορούσε να είναι ένας από εμάς – είναι γνωστό, όπως και κάποιοι στίχοι που αποτυπώνουν με καθαρότητα κάποιες διαχρονικές αλήθειες για τον «άλλο» δρόμο και τον «άλλο» άνθρωπο.
«Ακούστε την ιστορία του Κεμάλ / ενός νεαρού πρίγκηπα, της Ανατολής / …που νόμισε ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. / αλλά σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων / …κυνηγάν τον αποστάτη να τον πιάσουν ζωντανό / …νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί, / με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί./».
Ο ακροτελεύτιος στίχος, όσο κι αν συνιστά μία απαισιόδοξη αξιολόγηση για κάθε απόπειρα αλλαγής του κόσμου με «άλλους» τρόπους, δεν παύει να αποτυπώνει με σαφήνεια μία αλήθεια για το τέλος της προσπάθειας των «άλλων».
«Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ. Καληνύχτα..»
Οι «άλλοι» στις ανοιχτές κοινωνίες
Οι «άλλοι» στις παραδοσιακές κοινωνίες χρησιμοποιούνταν ως ο αποδιοπομπαίος τράγος ή ως ένα άλλοθι των εξουσιών να επιβάλουν ή να διατηρήσουν την δύναμή τους. Πώς θα μπορούσαμε, όμως, να αιτιολογήσουμε ή να ερμηνεύσουμε τη στάση μας απέναντι στους «άλλους» στις σύγχρονες – ανοιχτές κοινωνίες;
Η σύγχρονη κοινωνία, αν και χαρακτηρίζεται ως «ανοιχτή» είναι μία κοινωνία κλειστών οριζόντων. Οι άνθρωποι δεν επικοινωνούν πλέον ως όντα με συναισθήματα και κατανόηση αλλά συνάπτουν σχέσεις που διακρίνονται από τη σκοπιμότητα και το συμφεροντολογικό πνεύμα. Όλα έχουν περιχαρακωθεί στο βασίλειο του Εγώ που τρέφει και συντηρεί έναν αρρωστημένο ατομικισμό. Ο καθένας συμπεριφέρεται ως νάρκισσος και καταδυναστεύεται από μία αντικοινωνική αυταρέσκεια.
Ο μοναχικός, δηλαδή, άνθρωπος της εποχής μας δεν μπορεί και δεν θέλει να δει μακριά. Αυτοεγκλωβίζεται στο «πανίσχυρο» Εγώ του και αυτοτραυματίζεται από τα συρματοπλέγματα της μοναξιάς του. Τα αισθήματά του δεν έχουν προοπτική και οι σκέψεις του αναπαράγουν την οίηση και τη φιλαυτία. Στον στενό του κύκλο δεν υπάρχουν οι «άλλοι». Κι αν υπάρχουν, υπάρχουν για να τον «υμνολογούν» και να τον καταξιώνουν.
Έτσι, μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι άλλοι αντιμετωπίζονται ως εργαλεία και ως μέσα και όχι ως αυθύπαρκτες οντότητες. Αυτή η τύφλωση και η απουσία οριζόντων καθιστά το σύγχρονο άτομο απάνθρωπο και μισάνθρωπο. Το Εγώ αντιπαρατίθεται με το οι «άλλοι» και δεν μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά. Γνωρίζει μόνο τη διάζευξη και την περιφρόνηση.
Ένα θολό τοπίο, λοιπόν, σκεπάζει τις σημερινές ανθρώπινες υπάρξεις που κρύβονται πίσω από τον εγωκεντρισμό τους που από τη φύση του κρύβει τους ορίζοντες και την παρουσία – ύπαρξη των «άλλων».
Η αποδοχή της διαφορετικότητας
Ωστόσο, το «άλλο» και οι «άλλοι» είναι απέναντί μας ή και δίπλα μας. Κανείς δεν μας υποχρεώνει να τους μιμηθούμε ούτε να τους εντάξουμε στο αξιακό μας σύστημα. Μπορούμε, όμως, να απαλλαγούμε από το σύνδρομο ανωτερότητας έναντι των «άλλων» γιατί κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί για την ανωτερότητά μας ή την κατωτερότητά τους.
Προέχει η αποδοχή του «άλλου» και των «άλλων» ως μιας αναγκαιότητας της ζωής και της φύσης που διακηρύσσει την αξία και τον πλούτο της διαφορετικότητας και της ποικιλότητας.
Ο τρόπος που το κάθε άτομο ή η κοινωνία αντιμετωπίζει ή χειρίζεται το «άλλο» προδίδει και την ποιότητά του. Πλοηγός της συμπεριφοράς μας μπορεί να γίνει η άποψη του Ρουσσώ:
«Μπορεί να μην είμαι καλύτερος, αλλά τουλάχιστον είμαι διαφορετικός».