*Χρίστος Τσαντήλας, Γεωπόνος, Δρ. Εδαφολογίας, πρ. Διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών & Κτηνοτροφικών Φυτών του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού (ΕΛΓΟ) ΔΗΜΗΤΡΑ - Eπιστημονικός Συνεργάτης Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης ΕΝΑ
Το μήνυμα της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας για το Έδαφος είναι η ανάδειξη της σημασίας της διατήρησης της υγείας των οικοσυστημάτων και της ανθρώπινης ευημερίας μέσω της διαχείρισης του εδάφους και της παρότρυνσης των κοινωνιών να φροντίζουν την υγεία του. Η απώλεια θρεπτικών στοιχείων αποτελεί σημαντικό πρόβλημα σε παγκόσμιο επίπεδο για την επισιτιστική ασφάλεια και βιωσιμότητα. Το κεντρικό μήνυμα είναι: «Εδάφη: Εκεί που αρχίζει η τροφή».
Παγκόσμια Ημέρα για το Έδαφος η 5η Δεκεμβρίου και είναι χρήσιμη μία ανασκόπηση των υπηρεσιών που προσφέρει στον άνθρωπο, αλλά και των κινδύνων που ανακύπτουν για την ανθρωπότητα από την κακοδιαχείρισή του.
Έδαφος και ανθρώπινη ζωή
Το έδαφος είναι ο ανώτατος πολύ λεπτός φλοιός της γης (0-150 cm) που καλύπτει μόλις το 7.5% της επιφάνειας της, από τον οποίο ο άνθρωπος απολαμβάνει υπηρεσίες που καθορίζουν την ίδια την ύπαρξή του, όπως:
- την παραγωγή του συνόλου σχεδόν των τροφίμων
- την ποιότητα και σε σημαντικό βαθμό και την ποσότητα του νερού
- την ανακύκλωση των βασικών στοιχείων μέσω της οποίας εξασφαλίζεται η δυνατότητα συνέχισης της ζωής
- τη ρύθμιση της σύνθεσης των αερίων της ατμόσφαιρας, από την οποία εξαρτάται το κλίμα
- την παροχή πρώτων υλών για κατασκευή των παντός είδους κτισμάτων
- την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, που αναδεικνύεται με τις ανασκαφές.
Έδαφος & Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης
Το έδαφος υποστηρίζει πολλούς από τους 17 στόχους βιώσιμης ανάπτυξης που θέσπισε ο ΟΗΕ το 2015, όπως:
Με άμεσο τρόπο, το έδαφος συμβάλλει:
- στο στόχο 2 (Μηδενική πείνα, επίτευξη ασφάλειας τροφίμων και βελτίωση της διατροφής και προώθηση της βιώσιμης γεωργίας),
- στο στόχο 6 (Διασφάλιση διαθεσιμότητας και βιώσιμης διαχείρισης του νερού και της υγιεινής για όλους),
- στο στόχο 13 (Ανάληψη επειγόντων μέτρων αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της) μέσω της καθοριστικής συμμετοχής του στη ρύθμιση των αερίων του θερμοκηπίου, αποτελώντας ταυτόχρονα πηγή και αποθήκη αυτών ανάλογα με την ορθή ή μη διαχείρισή του,
- στο στόχο 15 (Προστασία, ανάπτυξη και προώθηση βιώσιμης διαχείρισης των χερσαίων οικοσυστημάτων, βιώσιμη διαχείριση των δασών, αντιμετώπιση της ερημοποίησης και ανάσχεση της υποβάθμισης της γης και της μείωσης της βιοποικιλότητας).
Ενώ με έμμεσο τρόπο έχει συνεισφορά:
- στο στόχο 1 (Τέλος της φτώχειας όλων των μορφών παντού),
- στο στόχο 3 (Διασφάλιση υγιεινής ζωής και προώθηση της ευημερίας σε όλες τις ηλικίες),
- στο στόχο 9 (Δημιουργία ανθεκτικών υποδομών, προώθηση χωρίς αποκλεισμούς βιώσιμης εκβιομηχάνισης και της καινοτομίας)
- στο στόχο 14 (Βιώσιμη διαχείριση των ωκεανών, θαλασσών και θαλάσσιων πόρων για βιώσιμη ανάπτυξη).
Παράγοντες που απειλούν το έδαφος
Το έδαφος είναι μη ανανεώσιμος φυσικός πόρος (για να δημιουργηθεί 1cm εδάφους απαιτούνται πολλές εκατονταετίες). Παρ’ όλα αυτά δέχεται τεράστιες απειλές (μαζί με το νερό) που προέρχονται από:
- Την εγκατάλειψη της γης, που προκαλείται από πολλές αιτίες, όπως τη βιομηχανοποίηση, τις σκληρές συνθήκες της γεωργίας και τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες. Εκτιμάται ότι σε παγκόσμιο επίπεδο μέχρι το 2030 θα εγκαταλειφθεί περίπου το 11% της συνολικής γεωργικής έκτασης. Στην Ελλάδα η εγκατάλειψη της γεωργικής γης άρχισε στις αρχές του 20ου αιώνα και στην περίοδο 1950-1970 λόγω οικονομικής κρίσης στη γεωργία.
- Την αστικοποίηση, η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ, αναμένεται μέχρι το 2050 να οδηγήσει τη συγκέντρωση του παγκόσμιου πληθυσμού στις πόλεις σε ποσοστό 68%. Την περίοδο 2000-2018 η ετήσια απώλεια γεωργικής γης στην Ευρώπη (των 28) εκτιμάται σε 780 km2, ενώ στην Ελλάδα στην ίδια περίοδο χάθηκαν συνολικά 422 km2. Τα τελευταία χρόνια μία σημαντική απώλεια γεωργικής γης προκαλείται από την αλόγιστη διάθεση παραγωγικής γης για εγκατάσταση επίγειων φωτοβολταϊκών συστημάτων, τη στιγμή που στη χώρα υπάρχουν τεράστιες εκτάσεις με γη μηδενικής ή οριακής παραγωγικότητας.
- Την εντατικοποίηση της γεωργίας, η οποία είναι υποχρεωτική προκειμένου να παραχθούν ικανές ποσότητες τροφίμων για τον επισιτισμό του ραγδαία αυξανόμενου πληθυσμού (μέχρι το 2050 εκτιμάται ότι ο πληθυσμός θα είναι 9.6 δισεκ. για την επισιτιστική επάρκεια του οποίου πρέπει να αυξηθεί η παραγωγή τροφίμων κατά 70%). Αυτό οδηγεί σε μεγάλη πίεση στους εδαφικούς (και υδάτινους) πόρους δεδομένου ότι η εντατικοποίηση της γεωργικής παραγωγής με τις συμβατικές μεθόδους οδηγεί σε υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους (συμπίεση, διάβρωση, οξίνιση, αλάτωση, ρύπανση με οργανικούς και ανόργανους ρύπους –φυτοφάρμακα και βαρέα μέταλλα).
- Τη διάβρωση των εδαφών, η οποία είναι η μεγαλύτερη απειλή των εδαφών παγκοσμίως. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του FAO, 25% της γης παγκοσμίως έχει υποβαθμισθεί σοβαρά, 36% έχει υποβαθμισθεί ελαφρά ή μέτρια, και μόνο το 10% θεωρείται ότι βρίσκεται σε σταθερή κατάσταση και βελτιώνεται. Η καθαρή απώλεια εδάφους από διάβρωση στα γεωργικά εδάφη σε παγκόσμιο επίπεδο εκτιμάται ότι είναι 360 φορές ταχύτερη από τη δημιουργία του. Στην Ευρώπη η μέση απώλεια εδάφους από διάβρωση εκτιμάται ότι είναι περίπου 49 φορές ταχύτερη από το ρυθμό γένεσης του εδάφους, ενώ στην Ελλάδα είναι 1.7 φορές μεγαλύτερη από το μ.ό. της Ευρώπης. Σε ακραίες περιπτώσεις που δεν είναι πολύ σπάνιες στην Ελλάδα αναφέρονται ρυθμοί απώλειας θηριώδεις, που φθάνουν μέχρι 1.5 m σε 50 χρόνια (30 mm/έτος, δηλαδή 25.000 φορές ταχύτερα από το ρυθμό δημιουργίας του εδάφους).
- Άλλες αιτίες υποβάθμισης του εδάφους είναι οι εξορύξεις, οι πολεμικές δραστηριότητες και η κλιματική αλλαγή.
Πολιτικές διαχείρισης εδαφών
Δυστυχώς ο ρόλος του εδάφους υποτιμήθηκε και οι πολιτικές διαχείρισης που στόχευαν στην προστασία του καθυστέρησαν πολύ. Η αναγνώριση της σημασίας του εδάφους αναγνωρίσθηκε επίσημα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μόλις το 2021, το οποίο στις 28/4/21 εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο ζήτησε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη νομοθέτηση της προστασίας των εδαφών (η οποία μέχρι σήμερα δεν νομοθετήθηκε κυρίως με ευθύνη της Γερμανίας). Σήμερα, οι πολιτικές για την προστασία του εδάφους περνάνε μέσα από τη Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα, η οποία αναπτύχθηκε στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Γενικός στόχος είναι όλα τα εδάφη της ΕΕ μέχρι το 2050 να καταστούν υγιή, δηλαδή να μπορούν να επιτελούν όλες τις λειτουργίες τους. Η πολιτική κλειδί για τη διαχείριση των εδαφών στην ΕΕ υλοποιείται μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) μέσω της δημιουργίας οικο-σχημάτων (eco-schemes) με πρόβλεψη ειδικών οικονομικών κινήτρων.
Παραδείγματα τέτοιων δράσεων είναι η οργανική γεωργία, η αμειψισπορά, η προστασία των υγροτόπων, η μη καύση των φυτικών υπολειμμάτων και η κατεργασία του εδάφους με κατάλληλους τρόπους, ώστε να προστατεύεται από τη διάβρωση.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, σημειώνεται ότι δεν υπάρχει ένα σαφές νομικό πλαίσιο που να καθορίζει τη διαχείριση των εδαφών. Μερικά σχετικά θέματα περιέχονται στους Κώδικες Ορθής Γεωργικής Πρακτικής, που έχουν ως βασικό στόχο την προστασία της ποιότητας των υδάτων από τη ρύπανση που προέρχεται από γεωργικές δραστηριότητες. Η γενικότερη όμως πολιτική ως προς την προστασία των εδαφών είναι ιδιαίτερα προβληματική. Η σχετική πρόσφατη νομοθεσία (ενδεικτικά αναφέρονται ν.4178/2013, ν.4643/2019, ν.4711/2020, ΚΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/74123/2971/30-7-2020, ν.4811/26-6-2021-άρθρα 30 & 56, ν.4819/23-7-2021, άρθρο 159, παρ.2), αντί να προστατεύει τη γη (και κατά συνέπεια το έδαφος), αντίθετα διευκολύνει την αλλαγή χρήσης της (ενδεικτικά αναφέρονται κτηριακές κατασκευές, ενεργειακές μονάδες –φωτοβολταϊκά συστήματα) με αποτέλεσμα να χάνονται μεγάλες εκτάσεις παραγωγικών εδαφών.
Ένα άλλο δεδομένο, ιδιαίτερα ενδεικτικό της προβληματικής πολιτικής της χώρας μας απέναντι στο έδαφος, είναι η μη συμμόρφωση στα οριζόμενα στη σύμβαση για την καταπολέμηση της ερημοποίησης (UNCCD), η οποία κυρώθηκε από τη χώρα μας το 1997. Σημειώνεται ότι η Εθνική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης, που επανασυστήθηκε τον προηγούμενο χρόνο με σκοπό την επικαιροποίηση του Εθνικού Σχεδίου για την Καταπολέμηση της ερημοποίησης που είχε διαμορφωθεί από το 2000, δεν παρέδωσε με τη λήξη της κάποιο πόρισμα και προτάσεις. Ως αποτέλεσμα, η χώρα δεν διαθέτει σχέδιο δράσης κατά της ερημοποίησης, όπως προβλέπεται από την UNCCD. Ιδιαίτερα ενδεικτικό και προσβλητικό για τη χώρα μας είναι το γεγονός ότι δεν εκπληρώνει καν τις οικονομικές της υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση (25.000 €/έτος!), ενώ δεν παρακολουθεί και δεν συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των πολιτικών που ακολουθήθηκαν διαχρονικά είναι ότι τουλάχιστο το 30% της ελληνικής γης έχει ήδη σχεδόν ερημοποιηθεί και το 50% περίπου βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο ερημοποίησης.
Προτεινόμενα μέτρα
Για την αντιστροφή αυτής της κατάσταση κρίνεται απαραίτητη η λήψη κατ’ ελάχιστο των παρακάτω μέτρων:
Θεσμικά
- Συμμόρφωση στα οριζόμενα από το Σύνταγμα (άρθρο 24) και των αποφάσεων του ΣτΕ που αφορούν την προστασία της Γης.
- Οριοθέτηση και αξιολόγηση της Γεωργικής Γης (με βάση το ν. 2945/2001).
- Κατάργηση του νόμου 4178/2013, άρθρο 37, παρ. 9) και αναμόρφωση/απλοποίηση της υπόλοιπης πολύπλοκης νομοθεσίας, ώστε να ορίζονται με σαφήνεια μέτρα για την προστασία της γεωργικής γης και του εδάφους.
- Χωροθέτηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ώστε να μη καταστρέφεται παραγωγική γεωργική γη.
- Προώθηση -με υιοθέτηση ισχυρών κινήτρων- της εφαρμογής της νέας ΚΑΠ (δημιουργία οικο-σχημάτων).
- Πιστή εφαρμογή των όρων της Σύμβασης για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης.
- Δημιουργία Κώδικα Ορθής Διαχείρισης του Εδάφους από το ΥΠΑΑΤ σε αντιστοιχία με τον ισχύοντα Κώδικα Ορθής Γεωργικής Πρακτικής για τη μείωση της νιτρορύπανσης γεωργικής προέλευσης.
Τεχνικά
- Κατάρτιση λεπτομερούς εδαφολογικού χάρτη της χώρας των γεωργικών εδαφών (σε κλίμακα 1:10.000 – 1:5.000) απαραίτητου για τη γεωργική πράξη
- Εφαρμογή συστημάτων αειφορικής διαχείρισης του εδάφους και του αρδευτικού νερού (γεωργία συντήρησης, ανθρακοδεσμευτική γεωργία, οργανική γεωργία).
- Εφαρμογή της αγροδασοπονίας στις ορεινές περιοχές.
- Ανάπτυξη συστημάτων πρόβλεψης-παρακολούθησης της ποιότητας των εδαφών και γαιών.
- Επικαιροποίηση και εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης, το οποίο συντάχθηκε από το 2001 και δεν εφαρμόστηκε ποτέ.