Στις 24 Μαρτίου το Εργοστάσιο σοκολάτας Palmer Co. στο Γουέστ Ρέντινγκ της Πενσυλβάνια, εξερράγη, σκοτώνοντας επτά ανθρώπους και τραυματίζοντας άλλους δέκα - αλλά μια εργάτρια, η Πατρίσια Μπόρχες, σώθηκε αφού έπεσε σε μια δεξαμενή με λιωμένη σοκολάτα.
Μέσα από το νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται έδωσε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Associated Press και μίλησε για τα τραύματα που υπέστη κατά τη διάρκεια της έκρηξης.
«Όταν άρχισα να καίγομαι, νόμιζα ότι ήρθε το τέλος», είπε η 50χρονη Μπόρχες η οποία εργαζόταν ως χειριστής μηχανήματος στο εργοστάσιο.
Η Μπόρχες είπε ότι αυτή και άλλοι συνάδελφοί της είχαν παραπονεθεί για μια περίεργη μυρωδιά περίπου 30 λεπτά πριν ανατιναχτεί το εργοστάσιο.
Περίπου στις 4:30 μ.μ. την ημέρα της έκρηξης, η Μπόρχες είπε ότι μύρισε φυσικό αέριο. Ήταν δυνατό και την έπιασε ναυτία. Η Μπόρχες και οι συνάδελφοί της πλησίασαν τον προϊστάμενό τους, και ρώτησαν: «Τι θα γίνει αν εκκενώναμετο κτίριο», θυμάται.
Αυτός τους είπε ότι ο διευθυντής θα έπρεπε να λάβει την απόφαση για εκκένωση του κτιρίου. Έτσι επέστρεψαν όλοι στα πόστα τους.
Λίγο πριν τις 5 το απόγευμα, το διώροφο πλινθόκτιστο κτίριο εξερράγη.
Η Μπόρχες, που ήταν σε μια σκάλα, πετάχτηκε στο έδαφος. Άκουσε συναδέλφους της να ουρλιάζουν. Παντού υπήρχε φωτιά και οι φλόγες «τύλιξαν» το πρόσωπό της.
«Είπα στον Θεό γιατί να έχω ένα τόσο φρικτό θάνατο και τον παρακάλεσα να με σώσει γιατί δεν ήθελα να πεθάνω».
Άρχισε να τρέχει. Τότε ήταν που το πάτωμα υποχώρησε και ένιωσε να πέφτει σε μια μακριά, οριζόντια δεξαμενή σοκολάτας στο υπόγειο του εργοστασίου. Η Μπόρχες προσγειώθηκε με τα πόδια της μέσα στη υγρή σοκολάτα η οποία έφτανε το στήθος της.
Η σοκολάτα έσβησε τις φλόγες της φωτιάς που είχε αρπαξει το σώμα της αλλά μετά την πτώση έσπασε τα πόδια της.
Η δεξαμενή άρχισε να γεμίζει με νερό από τις μάνικες των πυροσβεστών που είχαν στάσει στο εργοστάσιο για να σβήσουν τη φωτία, αναγκάζοντας τελικά την Μπόρχες να σκαρφαλώσει και να βγει από αυτή. Κάθισε στο χείλος της δεξαμενής και μετά πήδηξε σε μια λίμνη νερού που είχε σχηματιστεί στο υπόγειο.
Βυθισμένη για λίγο, η Μπόρχες είπε ότι κατάπιε αρκετό νερό πριν βγει στην επιφάνεια. Έπιασε μια πλαστική σωλήνωση.
Και μετά περίμενε.
«Βοήθεια, βοήθεια, παρακαλώ βοηθήστε με!» φώναζε, ξανά και ξανά, για ώρες.
Δεν ήρθε κανείς.
Ο πόνος έγινε πιο έντονος. Το νερό ήταν παγωμένο. Ο κύριος σωλήνας τροφοδοσίας για το σύστημα πυρόσβεσης του κτιρίου είχε σπάσει - και νερό χυνόταν στο υπόγειο. Έχασε την αίσθηση του χρόνου αλλά σκέφτηκε ότι μπορεί να ήταν εκεί για μέρες.
«Το μόνο πράγμα που ήθελα ήταν να φύγω από εκεί», είπε.
Τελικά, στη μέση της νύχτας, είδε ένα φως και ούρλιαξε ξανά για βοήθεια.
Τα σκυλιά έρευνας και διάσωσης είχαν ειδοποιήσει τους χειριστές τους ότι κάποιος επιζών μπορεί να βρισκόταν στα ερείπια. Καθώς οι διασώστες κατέβαιναν προσεκτικά στο υπόγειο, άκουσαν τις κραυγές της Μπόρχες.
Οι διασώστες ακολούθησαν τον ήχο της φωνής της. Τη βρήκαν σε ένα στενό χώρο.
Η έκρηξη στο εργοστάσιο σκότωσε επτά από τους συναδέλφους της Μπόρχες και τραυμάτισε άλλους δέκα. Ομοσπονδιακές, πολιτειακές και τοπικές έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη. Η αιτία δεν έχει προσδιοριστεί, αλλά η ομοσπονδιακή υπηρεσία ασφάλειας μεταφορών την χαρακτήρισε ως έκρηξη φυσικού αερίου.
Ερευνητές από το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας Μεταφορών πήραν συνέντευξη από την Μπόρχες την Παρασκευή, σύμφωνα με την οικογένειά της.
Με πληροφορίες από το AP / Dailywire