Περί της ονομασίας των Σκοπίων

Περί της ονομασίας των Σκοπίων
Open Image Modal
NurPhoto via Getty Images

Σε κάθε εποχή κάθε κρατική οντότητα και εθνική συλλογικότητα καλούνται να αναπροσαρμόσουν το βηματισμό και τη στρατηγική τους. Πολλώ δε μάλλον να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών, μετασχηματίζοντας επί τα βελτίω τις προκλήσεις του διεθνούς και διακρατικού περιβάλλοντος. Αυτό άλλωστε είναι και το νόημα της εξωτερικής πολιτικής: η αξιοποίηση των ευκαιριών που υπάρχουν και η άμβλυνση ή ει το δυνατόν ο εξοβελισμός των κινδύνων. Δυστυχώς η αναλυτική οδός δεν ακολουθείται πάντα στην πολιτική, καθώς εκεί πρυτανεύουν οι σκοπιμότητες και οι καιροσκοπισμοί. Το «εθνικό Αγαθό» δεν συγκινεί όλους ή τουλάχιστον δεν γίνεται αντιληπτό με τον ίδιο τρόπο. Η συναίνεση θεωρείται συνενοχή και παγίδευση στα σχέδια του άλλου. Η εθνική γραμμή φυλλοροεί, μπροστά στα κομματικά συμφέροντα και στις ιδεοληψίες για την παραμονή της εξουσίας. Η σαγήνη του θώκου ιεραρχείται σε ανώτερη θέση από το εθνικά ωφέλιμο.

Οι παραδοχές αυτές που συνυφαίνονται με την ιστορία, τα συναισθήματα και την ταυτότητά μας, οριοθετούν το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Το πρόβλημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας είναι πρώτιστα ζήτημα ταυτοτήτων. Πέρα από τις νομιναλιστικές ευρεσιτεχνίες που θα βρεθούν για να ικανοποιήσουν και τις δύο πλευρές (και τους εκατέρωθεν μικροπολιτικούς μπαγαπόντηδες που κραυγάζουν), η ουσία βρίσκεται στην εθνική ταυτότητα των γειτόνων και στο ότι αυτή εγείρει αλυτρωτισμό και αστάθεια στην περιοχή. Ασφαλώς θα πει κάποιος με ρεαλιστικούς όρους δεν κινδυνεύουμε από το μέγεθος των Σκοπίων. Όμως η χώρα μας που η εθνική της υψηλή στρατηγική βασίζεται κυρίως στην ήπια και (ιδανικά) στην έξυπνη της ισχύ, καλείται ακριβώς να δείξει ότι ενδιαφέρεται πρώτιστα για τη σταθερότητα στην περιοχή. Και όχι για «λύσεις χανζαπλαστ» που θα ικανοποιούν μονόδοξα τις έξωθεν απαιτήσεις, αλλά και τις έσωθεν πολιτικές οιήσεις, τροφοδοτώντας συνεχώς τις εστίες αστάθειας.

Είναι σαφές ότι υπάρχει μια πίεση για την επίλυση του ονόματος των Σκοπίων και της εισόδου της χώρας αυτής στους ατλαντικούς θεσμούς. Και αναντίρρητα η σύσφιξη των δεσμών της χώρας μας με τις ΗΠΑ, μετά το πρόσφατο ταξίδι του Αλέξη Τσίπρα στις ΗΠΑ, αποτελεί βασική προκείμενη σε κάθε συλλογισμό και σχεδιασμό της εξωτερικής μας πολιτικής. Επομένως ο επιδέξιος χειρισμός αυτής της συνάρτησης, από πλευράς Ελλάδας, ως σοβαρού κράτους, που γνωρίζει τους «όρους του παιχνιδιού» και δρα ανακλαστικά, προς όφελος των συμφερόντων του, συνιστά μονόδρομο για την εθνική στρατηγική στο ζήτημα αυτό. Πολιτικοί που είτε υποτίμησαν αυτούς τους όρους είτε εκτέθηκαν απέναντι τους ως άβουλα πιόνια, είχαν το ανάλογο πολιτικό και προσωπικό τίμημα. Κυρίως όμως οι αστοχίες αυτές είχαν εθνικό κόστος για τη χώρα και τους πολίτες της που το πλήρωσαν ακριβά. Στην ελληνική ιστορία, κάθε φορά που υιοθετήθηκαν η υπερβολή στη σκέψη και η αβουλία στη δράση, τα αποτελέσματα ήταν αρνητικά ή και τραγικά για τον ελληνισμό. Και αυτό γιατί τα δίκαια και η ιστορική μνήμη μετατράπηκαν σε μνήματα εθνικών επιδιώξεων και συμφερόντων.

Δορυφορικά, η Ελλάδα φαίνεται μια χώρα μικρή στο μέγεθος. Για αυτό και περισσότερο από ποτέ επιβάλλεται στρατηγική ευθυκρισία, συναντίληψη και συστράτευση, ώστε να μην επιτραπεί να γίνει μικρότερη, γεωγραφικά, ιστορικά, αξιακά. Άλλωστε ο καθένας είναι τόσο μικρός και όσο μεγάλος το επιτρέπoυν ο ήλιος του και κυρίως η σκιά του.