Ο πολυβραβευμένος ηθοποιός Τζιν Χάκμαν και η σύζυγός του, βρέθηκαν νεκροί στο σπίτι τους στη Σάντα Φε του Νέου Μεξικού, ανακοίνωσε η αστυνομία.
Το γραφείο του τοπικού σερίφη δήλωσε: «Δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει εγκληματική ενέργεια ως παράγοντας στον θάνατό τους, ωστόσο, η ακριβής αιτία θανάτου δεν έχει προσδιοριστεί αυτή τη στιγμή». Υπάρχουν αναφορές στα τοπικά ΜΜΕ ότι βρέθηκαν νεκροί μαζί με τον σκύλο τους.
«Tο μόνο που μπορώ να πω είναι ότι είμαστε στη μέση μιας προκαταρκτικής έρευνας θανάτου, περιμένοντας την έγκριση ενός εντάλματος έρευνας», δηλώνει ο σερίφης της περιοχής.
Η σύζυγός του Μπέτσι Αρακάουα, 63 ετών, ήταν πιανίστας κλασικής μουσικής, ενώ παντρεύτηκαν με τον ηθοποιό το 1991.
Μία καριέρα γεμάτη βραβεία
Ο Τζιν Χάκμαν, ο οποίος απεβίωσε σε ηλικία 95 ετών, κέρδισε Όσκαρ για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «The French Connection» το 1972, και στη συνέχεια απέσπασε Όσκαρ Β′ Ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του στην ταινία «Unforgiven» το 1993. Ήταν επίσης γνωστός για τον ρόλο του Λεξ Λούθορ στις ταινίες του «Superman» στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και του 1980.
Το αφιέρωμα των New York Times για τον Χάκμαν, εκκινεί με τον πιο εύστοχο τρόπο, κάνοντας λόγο για έναν ηθοποιό «ο οποίος δεν ταίριαξε ποτέ στο καλούπι του κινηματογραφικού σταρ του Χόλιγουντ, αλλά παρόλα αυτά, έγινε, υποδυόμενος φαινομενικά συνηθισμένους χαρακτήρες με εξαιρετική λεπτότητα, ένταση, συχνά και γοητεία σε μερικές από τις πιο γνωστές ταινίες της δεκαετίας του 1970 και του ’80...».
Γεννημένος στην Καλιφόρνια το 1930, ο Χάκμαν είχε καταταγεί στο στρατό, αφού είπε ψέματα για την ηλικία του στα 16 του, και υπηρέτησε για τεσσεράμισι χρόνια.
“«Εκπαιδεύτηκα για να γίνω ηθοποιός, όχι σταρ. Εκπαιδεύτηκα να παίζω ρόλους, όχι να ασχολούμαι με τη φήμη, τους ατζέντηδες, τους δικηγόρους και τον Τύπο»”
Μετά τη στρατιωτική του θητεία, αφού έζησε για λίγο στη Νέα Υόρκη, αποφάσισε να ασχοληθεί με την υποκριτική στα τέλη του 1950. Μετά από διάφορους μικρούς ρόλους στην τηλεόραση και στο θέατρο, ο Χάκμαν έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη με την ταινία «Lilith» το 1964.
Στην έξι δεκαετιών, πλούσια και ενδιαφέρουσα καριέρα του, τιμήθηκε με δύο βραβεία Όσκαρ, δύο BAFTA, τέσσερις Χρυσές Σφαίρες και ένα βραβείο SAG.
Ο δημοφιλής ηθοποιός έπαιξε περισσότερους από 100 ρόλους. Πρωταγωνίστησε στις επιτυχημένες ταινίες όπως ήταν, «Runaway Jury» και «The Conservation» η οποία θεωρήθηκε από τις καλύτερες ερμηνείες του. Επίσης, συμμετείχε και στην ταινία του Wes Anderson, «The Royal Tenenbaums».
Η τελευταία του εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη ήταν ως Monroe Cole στην ταινία «Welcome to Mooseport» το 2004.
Ακολούθησε και συγγραφική καριέρα, υπογράφοντας τρία ιστορικά μυθιστορήματα μαζί με τον Daniel Lenihan.
«Εκπαιδεύτηκα για να γίνω ηθοποιός, όχι σταρ. Εκπαιδεύτηκα να παίζω ρόλους, όχι να ασχολούμαι με τη φήμη, τους ατζέντηδες, τους δικηγόρους και τον Τύπο», είχε πει κάποτε σε συνέντευξη του.
«Μου κοστίζει πολύ συναισθηματικά να βλέπω τον εαυτό μου στην οθόνη. Σκέφτομαι τον εαυτό μου και αισθάνομαι ότι είμαι αρκετά νέος, και μετά βλέπω αυτόν τον ηλικιωμένο άντρα με το σακουλιασμένο πηγούνι και τα κουρασμένα μάτια, τα λιγότερα μαλλιά και όλα αυτά», είχε δηλώσει ο ηθοποιός.
Το «αντίο» του Φράνσις Φορντ Κόπολα σε έναν «μεγάλο καλλιτέχνη»
Ο Αμερικανός σκηνοθέτης Φράνσις Φορντ Κόπολα απέτινε φόρο τιμής στον Τζιν Χάκμαν, με τον οποίο είχε συνεργαστεί στο νέο-νουάρ «The Conversation» (1974), που κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και έλαβε τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ, χαιρετίζοντας έναν «μεγάλο καλλιτέχνη».
«Η απώλεια ενός μεγάλου καλλιτέχνη είναι πάντα λόγος πένθους και τιμής: ο Τζιν Χάκμαν ήταν ένας σπουδαίος ηθοποιός, εμπνευσμένος και υπέροχος στο έργο του και στην πολυπλοκότητά του. Πενθώ για την απώλεια του και τιμώ την ύπαρξη και τη προσφορά του», έγραψε ο Κόπολα στο Instagram.
Με πληροφορίες από The Guardian, BBC