Πέρα απότην πλειάδα των ενστάσεων στο νομοσχέδιο «Εκσυγχρονισμός (!!!) περιβαλλοντικής νομοθεσίας” οι οποίες έχουν εκφραστεί, μεταξύ άλλων και στα πολύ καλά διαρθρωμένα κείμενα της WWF και Greenpeace, θα ήθελα να κάνω ένα ευρύτερο σχόλιο όσον αφορά το Κεφάλαιο Α, περί Απλοποιήσεως της Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης.
Η νέα αυτή προσπάθεια «απλοποιήσεων» έρχεται ως συνέχεια πολλών, η τελευταία με τον Νόμο 4635/2019, παρεμβάσεων σε έναν Νόμο (τον 4014/2011) ο οποίος ποτέ δεν τέθηκε ουσιαστικά σε ισχύ. Οι βασικές καινοτομίες που εισήγαγε ο Νόμος 4014/2011 ήταν η ηλεκτρονικοποίηση του συνόλου της διαδικασίας με στόχο την επιτάχυνση της αδειοδότησης, τη διαφάνεια και τη συμμετοχή όσο το δυνατόν περισσότερων πολιτών καθώς επίσης και η διεύρυνση του κύκλου των επαγγελματιών που εμπλέκονται στην εκπόνηση περιβαλλοντικών μελετών. Δυστυχώς η εφαρμογή αυτών των σημαντικών καινοτομιών παραπέμφθηκε σε μια σειρά Υπουργικών Αποφάσεων οι οποίες, δέκα χρόνια μετά, δεν έχουν ακόμη εκδοθεί με ευθύνη όλων των ενδιάμεσων κυβερνήσεων. Στη θέση τους έχουν εκδοθεί άλλες που μέσα από «προσωρινές» διευθετήσεις αποδομούν τον κορμό και την ουσία του Νόμου 4014/2011. Οι πρόσφατες «απλοποιήσεις» απλά καταστρέφουν ότι έχει απομείνει.
Για παράδειγμα, η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του προτεινόμενου Νόμου, αφαιρεί τη χρήση ηλεκτρονικού συστήματος κλήρωσης για την επιλογή Αξιολογητή. Μπορεί κάποιος να δώσει μια σοβαρή εξήγηση για το πόσο δύσκολο είναι να δημιουργηθεί ένα ηλεκτρονικό σύστημα κλήρωσης και αν υπάρχει κάποιος άλλος πιο διαφανής, αξιόπιστος και αδιάβλητος τρόπος επιλογής Αξιολογητή;
Δυστυχώς τα κίνητρα του νομοθέτη δεν είναι η απλοποίηση και επιτάχυνση της διαδικασίας αδειοδότησης (η προσαρμογή στον COVID19 απέδειξε πως όταν θέλουμε προσαρμόζουμε άμεσα το δημόσιο στις ηλεκτρονικές διαδικασίες), ούτε η αύξηση της διαφάνειας και σίγουρα όχι η προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό που ενισχύεται είναι ο ρόλος και οι δυνατότητες παρέμβασης της γραφειοκρατίας της κεντρικής διοίκησης και ο ρόλος των συνεργαζόμενων μεγάλων κυρίως μελετητικών γραφείων καθώς πλέον στο Μητρώο Αξιολογητών «.. εγγράφονται αξιολογητές με εξειδικευμένη και επαρκή εμπειρία σε όλους τους τομείς εξειδίκευσης ΜΠΕ και κατηγοριών έργων.» Όπως έχουμε δείξει σε πρόσφατη μελέτη (Pediaditi etal. 2018)1 η διαδικασία αδειοδότησης παραμένει αργή κυρίως λόγω των διάφορων παράλληλων διαδικασιών που έχουν εισαχθεί από το παράθυρο στην εφαρμογή του Νόμου 4014/2011 και οι οποίες διαδικασίες παραμένουν και ενισχύονται. Είναι προφανές ότι παρότι το 2011 ξεπεράστηκαν οι τεράστιες αντιδράσεις του «συστήματος» που «διαχειριζόταν» έως τότε την διαδικασία αδειοδότησης, σταδιακά επιστρέφουμε σε ένα παρόμοιο σύστημα διαχείρισης που θα οδηγήσει σε εξίσου αρνητικά αποτελέσματα τόσο όσον αφορά το περιβάλλον όσο και την οικονομία.
Θα ήθελα να ελπίζω ότι έστω και την τελευταία στιγμή η κυβέρνηση θα αντιληφθεί το μέγεθος της ζημιάς που θα προκαλέσει και την οποία θα χρεωθεί ολοκληρωτικά αυτή καθώς καμία προηγούμενη κυβέρνηση δεν τόλμησε τέτοιας έκτασης αποδόμηση του Νόμου 4014/2011. Ελπίζω ότι μια κυβέρνηση που προτάσσει τον εκσυγχρονισμό του δημοσίου, τη διαφάνεια, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και την πράσινη ανάπτυξη ΔΕΝ θα κάνει αυτό το τεράστιο λάθος που αμαυρώνει συνολικά την προσπάθειά της. Υπάρχει χρόνος για να αλλάξει κατεύθυνση αυτή η παρέμβαση και να συμβαδίσει με το όραμα του εκσυχρονισμού, της διαφάνειας και της ανάπτυξης ενισχύοντας τον κορμό και την ουσία του Νόμου 4014/2011.
Η περιβαλλοντική αδειοδότηση κατέχει τεράστιο ρόλο στην προστασία του περιβάλλοντος καθώς είναι το κύριο εργαλείο εφαρμογής της αρχής της προφύλαξης (precautionary principle).
Δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει διατηρήσει ένα πολύ μεγάλο μέρος του περιβαλλοντικού της κεφαλαίου (με κόστος το «χάσιμο» εν πολλοίς της 3ης βιομηχανικής επανάστασης), στο οποίο στηρίζεται η βαριά της βιομηχανία, ο τουρισμός, η υποβάθμιση της διαδικασίας αδειοδότησης με πρόσχημα την επιτάχυνσή της θα αποδειχθεί και οικονομικά καταστροφική μακροχρόνια.
Προφανώς θα πρέπει να επιταχυνθεί η οικονομική δραστηριότητα και δεν θα πρέπει να βρίσκει αχρείαστα εμπόδια στην περιβαλλοντική αδειοδότηση, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει σε βάρος του περιβάλλοντος και προς χάριν εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων.
Η επιτάχυνση μπορεί να συμβαδίσει με την προστασία του περιβάλλοντος και την βελτίωση της ποιότητας μελετών, η οποία παραμένει ακόμη χαμηλή όπως έχουμε δείξει (Pediaditi etal. 2018), αρκεί να ενισχυθεί η ηλεκτρονική διαχείριση της διαδικασίας και όλων των δεδομένων και η εκπαίδευση μελετητών. Η απάντηση στην χαμηλή ποιότητα των μελετών δεν είναι η συγκέντρωση του κλάδου αλλά η διεύρυνσή του με την κατάλληλη εκπαίδευση.
1K. PediaditiΚ., G. Banias, E. Sartzetakis and M. Lampridi (2018) “Greece’s reformed EIA system: Evaluating its implementation and potential.” Environmental Impact Assessment Review, Vol. 73, 90–103.