Ποιός ακριβώς ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς;

Ποιός ακριβώς ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς;
|
Open Image Modal
Hulton Deutsch via Getty Images

1. Η τεθλασμένη μνήμη

Το έπος του 1940 έχει απορροφήσει και συμπυκνώσει την συλλογική μνήμη για τον Μεταξά. Ο Ιωάννης Μεταξάς (Ιθάκη 12 Απριλίου 1871 –Κηφισσιά  29 Ιανουαρίου 1941) έχει αποτυπωθεί στην ιστορία κυρίως για το ΟΧΙ που εξέπεμψε στις 28 Οκτωβρίου 1940, δηλαδή την άρνηση υποταγής στην ιμπεριαλιστική και φασιστική Ιταλία. Σε δεύτερο πλάνο, η μνήμη του συνδέεται με το δικτατορικό καθεστώς που εγκαθίδρυσε την 4η Αυγούστου 1936 και διηύθυνε μέχρι τον θάνατό του στις 29 Ιανουαρίου 1941. Από εκεί και πέρα υπάρχει συνήθως άγνοια. Αλλά η δράση του Μεταξά εκτείνεται πολλές δεκαετίες πίσω, και μάλιστα σε διαφορετικούς αλλά όλους σημαντικούς ρόλους. Η οικεία φιγούρα του ηλικιωμένου Μεταξά που επιθεωρεί παρελάσεις της ΕΟΝ ή του πρωθυπουργού του ΟΧΙ, είναι μόνον οι τελευταίες στιγμές μίας μακράς, πολυσχιδούς, καθοριστικής γιά την νεώτερη ελληνική ιστορία διαδρομής.

2. Ήταν ο Μεταξάς στρατιωτική ιδιοφυΐα;

Ο Μεταξάς υπήρξε πράγματι στρατιωτική ιδιοφυΐα διεθνούς διαμετρήματος. Δεν είναι αστικός μύθος ότι οι συμμαθητές του στην Πρωσσική Ακαδημία Πολέμου, όπου φοίτησε το διάστημα 1898-1902 με υποτροφία του ελληνικού κράτους, θεωρούσαν ότι «ουδέν πρόβλημα άλυτον διά τον Ιωάννην Μεταξάν». Αφηγείται ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος στο αυτοβιογραφικό Αγαπημένη μου Χαϊδελβέργη (Αθήνα 1980, σ.268): «Ένας [Γερμανός] στρατηγός, όταν έμαθε ότι ήμουν Έλλην, μου είπε ότι είχε συμφοιτητή στην Ακαδημία Πολέμου τον Μεταξά και ότι στην Ακαδημία κυκλοφορούσε ο λόγος ότι γιά τον Μεταξά δεν είναι τίποτε δύσκολο.»
Πέραν αυτής της ακαδημαϊκής μαρτυρίας, υπάρχουν και τα γεγονότα. Δεν είναι τυχαία η εκτίμηση και η εμπιστοσύνη που έτρεφε για αυτόν διαχρονικά όλο το πολιτικό και στρατιωτικό κατεστημένο και η βασιλική δυναστεία. Ο Μεταξάς, μόλις επέστρεψε από την Γερμανία, τοποθετήθηκε στο Επιτελείο, συνέβαλε στην εκπόνηση του νέου σύγχρονου στρατιωτικού κανονισμού (1904) και ανέλαβε την στρατιωτική εκπαίδευση του μετέπειτα βασιλέως Γεωργίου Β΄. Αλλά και ο Βενιζέλος, μόλις έγινε πρωθυπουργός τον Οκτώβριο του 1910, τοποθέτησε αμέσως τον Μεταξά ως υπασπιστή του.

Open Image Modal
Τέλη των Δεύτερων Βαλκανικών Πολέμων - Ελληνικό αρχηγείο στο χωριό Hadji-Beylik από τα αριστερά προς τα δεξιά Στρατηγός Βίκτωρας Δουσμάνης, Βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Α΄, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Ιωάννης Μεταξάς, και ο Ξενοφώντας Στρατηγός
Commons wikimedia

Στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους, όλες οι κινήσεις του ελληνικού στρατού πραγματοποιήθηκαν βάσει επιτελικών σχεδίων του Μεταξά. Το σχέδιο απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης και το σχέδιο κατάληψης του Μπιζανίου ήταν έργα του Μεταξά, ο οποίος ήταν παρών σε όλες τις επιχειρήσεις δίπλα στον διάδοχο-αρχιστράτηγο. Το 1912 ο Βενιζέλος τον έστειλε στην Σόφια για να συνάψει την ελληνοβουλγαρική συνθήκη συμμαχίας, ενώ τον Δεκέμβριο του 1912 τον έστειλε στο Λονδίνο για να διαπραγματευθεί την συνθήκη ειρήνης με τους Τούρκους. Εδώ πρόκειται γιά μετατόπιση του Μεταξά στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, και μάλιστα με πρωτοβουλία του μεγάλου «κυνηγού κεφαλών» Βενιζέλου.

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Στα τέλη του 1914, λίγο πριν από την έναρξη της συμμαχικής απόβασης στην Καλλίπολη, ο Μεταξάς κατάρτισε με βασιλική εντολή σχέδιο γιά την κατάληψη των Δαρδανελλίων και το παρέδωσε στον Βρεταννό ναύαρχο Marc Kerr, αναπληρωτή διοικητή του ελληνικού στόλου. Όταν, όμως, τον Φεβρουάριο του 1915 βολιδοσκοπήθηκε η ελληνική κυβέρνηση με θέμα την συμμετοχή της Ελλάδος στην επιχείρηση, ο Μεταξάς απέκρουσε την πρόταση, διαμηνύοντας στο βρεταννικό ναυαρχείο ότι η επιχείρηση θα αποτύγχανε, επειδή οι Γερμανοί και Τούρκοι είχαν προλάβει να οχυρώσουν τα Στενά. Η πρόβλεψη του Μεταξά, που οδήγησε στην ρήξη Βενιζέλου-Κωνσταντίνου, επαληθεύθηκε με τραγικό τρόπο (700.000 νεκροί Αγγλογάλλοι).

Δεύτερη σπουδαία πρόβλεψη του Μεταξά. Όταν το 1921 του επροτάθη από τον πρωθυπουργό Γούναρη η αρχιστρατηγία στην Μικρά Ασία, ο Μεταξάς αρνήθηκε, εξηγώντας με ακράδαντα γεωστρατηγικά επιχειρήματα γιατί η Μικρασιατική Εκστρατεία δεν είχε πιθανότητες επιτυχίας.

Ο Μεταξάς υπήρξε αρχιτέκτων της περιφανούς νίκης εναντίον της Ιταλίας το 1940. Προηγήθηκαν όμως ριζική ανασυγκρότηση των ενόπλων δυνάμεων, πολυετής προετοιμασία, η κατασκευή της «γραμμής Μεταξά», τοποθέτηση των κατάλληλων προσώπων στις κατάλληλες θέσεις, ψυχολογική και επικοινωνιακή προετοιμασία της ελληνικής κοινωνίας και άρτιος επιτελικός σχεδιασμός, δημιουργία καταφυγίων, αεράμυνας, πυρόσβεσης, πρώτων βοηθειών. Όλα αυτά ήταν έργα του Μεταξά, ο οποίος στην ουσία έστησε ένα υπόδειγμα μηχανισμού έκτακτης ανάγκης.

Open Image Modal
Η Γραμή Μεταξά
Commons wikimedia

Τελικώς, οι τρεις μεγαλύτερες στρατιωτικές νίκες της Ελλάδος στον Εικοστό Αιώνα (1913, 1923, 1940) είναι σε σημαντικό βαθμό, τουλάχιστον όσον αφορά τον επιτελικό σχεδιασμό, έργα του Μεταξά.

3. Ήταν ο Μεταξάς ένας ακόμα στρατηγός που πολιτεύθηκε;

Ο Μεταξάς εκτός από στρατιωτικός υπήρξε και πολιτικός. Δεν ήταν όμως ένας στρατιωτικός που αναμείχθηκε στην πολιτική, όπως πχ ο στρατάρχης Παπάγος ή ο Νικόλαος Πλαστήρας. Η πολιτική του ταυτότητα προέκυψε αυτόνομα, ως προϊόν ιδεολογικών επιρροών και πολιτικών επιλογών. Διέθετε συγκροτημένη πολιτική σκέψη και, όπως αποδείχθηκε, ικανότητες κυβερνήτη.

Το διάστημα του Εθνικού Διχασμού (1915-17) ο Μεταξάς υπήρξε στενός συνεργάτης και σύμβουλος του βασιλιά Κωνσταντίνου. Είναι αυτός που, εν όψει συμμαχικής απόβασης στην Αθήνα, οργανώνει τους συνδέσμους των Επιστράτων. Σημειωτέον ότι οι Επίστρατοι (ως επί το πλείστον αστοί, επιστήμονες, έμποροι, και στρατολογήθηκαν από τα καλύτερα στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας), κινητοποιήθηκαν διότι θεώρησαν ότι οι ωμές συμμαχικές παρεμβάσεις έθιγαν την εθνική κυριαρχία και τάχθηκαν με τον Κωνσταντίνο.

Ακολουθεί η ανατροπή του καθεστώτος του Κωνσταντίνου από μοίρα του γαλλικού στόλου και τον γερουσιαστή Zonnart-το 1917 . Ο Μεταξάς εξορίζεται στην Κορσική, δραπετεύει μαζί με τον Γούναρη στην Σαρδηνία, επιστρέφει το 1920, προάγεται αναδρομικά και εν αποστρατεία σε αντιστράτηγο, δεν πολιτεύεται. Το 1921 αρνείται την αρχιστρατηγία, παρακολουθεί αμέτοχος την Μικρασιατική Καταστροφή, την έξωση του Κωνσταντίνου και την Επανάσταση του 1922. Το 1923 αποπειράται να ανατρέψει το καθεστώς Πλαστήρα οργανώνοντας το κίνημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη, αποτυγχάνει και φυγαδεύεται υπό μυθιστορηματικές συνθήκες στην Ιταλία. Ίσως ήταν η μεγαλύτερη αποτυχία του. Το 1924, όταν ο Παπαναστασίου ανακηρύσσει την Πρώτη Ελληνική Δημοκρατία, ο Μεταξάς την αναγνωρίζει ώστε να μπορέσει να αμνηστευθεί και να επιστρέψει. Αλλά η αναγνώριση αυτή του κοστίζει πολιτικά. Διότι, όταν ιδρύει το κόμμα των Ελευθεροφρόνων, η αντιβενιζελική παράταξη δεν τον ακολουθεί και συντάσσεται με το Λαϊκό Κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη, που υποστηρίζει αδιάλλακτα την μοναρχία.

Έτσι ο Μεταξάς, στην διάρκεια του Μεσοπολέμου, πολιτεύεται επικεφαλής προσωποπαγούς κόμματος με περιορισμένη απήχηση. Εκλέγεται στην Βουλή, συμμετέχει ως κυβερνητικός εταίρος και υπουργός στην Οικουμενική κυβέρνηση Ζαίμη το 1926, επίσης στις κυβερνήσεις του Λαϊκού Κόμματος υπό τον Παναγή Τσαλδάρη το 1932-35. Πρωταγωνιστεί στην Παλινόρθωση του 1935, συμμετέχει στις εκλογές του Ιανουαρίου 1936, εισέρχεται στην Βουλή. Η βουλή αδυνατεί να αναδείξει κυβέρνηση, επικρατεί ακυβερνησία. Τον Μάρτιο ο Μεταξάς διορίζεται υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Δεμερτζή. Λίγο αργότερα διορίζεται αντιπρόεδρος. Εμφανής η στήριξη του βασιλιά. Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Δεμερτζή, τον Απρίλιο, διορίζεται από τον βασιλιά πρωθυπουργός και λαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή, και μάλιστα και από τα βενιζελικά και από τα αντιβενιζελικά κόμματα πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Τον Αύγουστο, λόγω επικείμενης γενικής απεργίας και εικαζομένων ταραχών, ζητά και λαμβάνει από τον Γεώργιο την αναστολή ορισμένων διατάξεων του Συντάγματος, καταργεί τον κοινοβουλευτισμό και εγκαθιδρύει δικτατορία. Ο έγκριτος ιστορικός Γρηγόριος Δαφνής γράφει στον επίλογο της κλασσικής δίτομης ιστορίας του Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων ότι στην ουσία ο Μεταξάς υπήρξε η ομόθυμη λύση του αστικού καθεστώτος στην αποσύνθεση του μεσοπολεμικού κοινοβουλευτισμού και στην απειλή που εξέπεμπε το ΚΚΕ.

4. Ο Μεταξάς υπήρξε μία αντικοινοβουλευτική εξαίρεση στην εποχή του;

Ο Μεταξάς υπήρξε δικτάτωρ, και μάλιστα σκληρός και άτεγκτος. Δεν αποτελούσε όμως εξαίρεση, ήταν μια εποχή που οι πάντες επεδίωκαν να γίνουν δικτάτορες. Ο Νικόλαος Πλαστήρας πραγματοποίησε στρατιωτικό κίνημα τον Μάρτιο του 1933, αμέσως μετά την εκλογική νίκη του Λαϊκού Κόμματος, απέτυχε και διέφυγε διωκόμενος στην Γαλλία. Από εκεί επέστρεψε μετά τον πόλεμο γιά να αναδειχθεί σε αρχηγό της δημοκρατικής παράταξης. Τον Μάρτιο του 1935, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ηγήθηκε μεγάλου στρατιωτικού κινήματος που βύθισε την χώρα σε πολυήμερη και πολυαίμακτη εμφύλια σύγκρουση, αλλά απέτυχε και διέφυγε στην Γαλλία, από όπου ποτέ δεν επέστρεψε. Το κίνημα του Βενιζέλου κατέστειλε ο Γεώργιος Κονδύλης, και επέβαλε βραχύβια δικτατορία. Υπήρχαν πολλοί επίδοξοι δικτάτορες, αυτή είναι η πικρή αλήθεια μίας πολιτικά υπανάπτυκτης κοινωνίας. Απλώς ο Μεταξάς το επέτυχε, και μάλιστα με την «βούλα» του βασιλιά και αναίμακτα.

Open Image Modal
Commons wikimedia

5. Ήταν ο Μεταξάς φασιστής;

Σε αντίθεση με τα ευρέως αναπαραγόμενα στην νεώτερη βιβλιογραφία, το καθεστώς Μεταξά δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί αμιγώς φασιστικό, αν και είχε κάποια επιφανειακά φασιστικά στοιχεία, πχ. οργανωμένη νεολαία και αστυνομικό κράτος. Έλειπαν όμως τα ουσιωδέστερα, όπως ο ρατσισμός και ο σωβινισμός, ο επιθετικός εθνικισμός και ο αντισημιτισμός. Ο Μεταξάς είχε εξαιρετικές σχέσεις με την ισραηλιτική κοινότητα της χώρας, ενώ από τον λόγο του απουσιάζουν εντελώς αναφορές φυλετικού και σωβινιστικού χαρακτήρα. Επίσης απουσιάζει παντελώς οιαδήποτε εδαφική διεκδίκηση εις βάρος άλλων κρατών ή αναφορά σε ζωτικό χώρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ως εν ενεργεία πρωθυπουργός διατύπωσε την άποψη ότι η Ελληνικότητα είναι «οικουμενική, ειρηνική, ανθρώπινη, πανανθρώπινη». [Λόγοι, Β΄τόμος, σ.320]. Κάποτε ανέφερε ως μέγιστο επίτευγμά του ότι «καθ’ όλην την διακυβέρνησίν μου δεν εχύθη ούτε ρανίς αίματος» [Λόγοι, Β΄τόμος, 2.373]. Αλλά και ο εθνικισμός-σωβινισμός απουσιάζει τόσο από τον λόγο όσο και από την πολιτική του: οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επί Μεταξά θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν εξαιρετικές, όπως και η διαβαλκανική συνεργασία.

Ο αντικομμουνισμός έχει συνδεθεί στενά μέ την ανάμνηση του καθεστώτος Μεταξά, με τον «πάγο και ρετσινόλαδο» του βάναυσου υφυπουργού Ασφαλείας Μανιαδάκη, τις διώξεις, φυλακίσεις, εξορία των κομμουνιστών. Αλλά όλα τα καθεστώτα του Μεσοπολέμου, συντηρητικά, προοδευτικά ή και σοσιαλδημοκρατικά, στην Ελλάδα και σε ολόκληρη τη Ευρώπη, εδίωξαν τον κομμουνισμό (στην Γερμανία το 1919 ο σοσιαλιστής καγκελάριος Έμπερτ κατέστειλε αγρίως την κομμουνιστική επανάσταση, ενώ και στην Ελλάδα το 1924 η κυβέρνηση Παπαναστασίου διέλυσε βιαίως τις απεργιακές κινητοποιήσεις). Την αντικομμουνιστική νομοθεσία στον Μεσοπόλεμο θέσπισε η κυβέρνηση Βενιζέλου με τον νόμο περί Ιδιωνύμου του 1929 (νόμος 4229/24 Ιουλίου 1929 ”Περί των μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών”). Ο αντικομμουνισμός ήταν η συνισταμένη όλων των πολιτικών δυνάμεων του Μεσοπολέμου και υπερέβαινε τις άλλες διαφορές τους. Σημειωτέον ότι το κομμουνιστικό κίνημα παγκοσμίως και στην Ελλάδα διακήρυσσε δημοσίως την πρόθεσή του να ανατρέψει με επαναστατική βία το αστικό καθεστώς και να επιβάλει κομμουνιστική δικτατορία. Και το εννοούσε. Επίσης πίσω του υπήρχε ένα πανίσχυρο κράτος, η Σοβιετική Ένωση, που ήλεγχε απολύτως και στήριζε τα απανταχού κομμουνιστικά κόμματα. Επομένως ο πράγματι σφοδρός, ανελέητος αντικομμουνισμός του Μεταξά ήταν απότοκος της διεθνούς συγκυρίας και λογική απόληξη της ανασφάλειας του αστικού καθεστώτος αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας, που δεν επιθυμούσε επιβολή κομμουνιστικής δικτατορίας (πλην φυσικά των οπαδών του ΚΚΕ). Η διαφορά είναι ότι ο Μεταξάς διέθετε τον οργανωτικό νου, τις ικανότητες και την σκληρότητα να εξαρθρώσει αποτελεσματικά τους κομμουνιστικούς μηχανισμούς, κάτι που δεν είχαν καταφέρει ποτέ σε αυτόν τον βαθμό οι διάφορες κυβερνήσεις.

6. Ήταν ο Μεταξάς γερμανόφιλος;

Τον Μεταξά συνοδεύει η φήμη του γερμανόφιλου, τόσο κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού όσο και κατά την πενταετή δικτατορία του. Και τα δύο είναι εσφαλμένα και δεν επιβεβαιώνονται από τις διαθέσιμες πηγές. Το 1915-7 ο Κωνσταντίνος, στον οποίο ήταν απόλυτα αφοσιωμένος ο Μεταξάς, είχε φιλοσυμμαχικό προσανατολισμό, αλλά προσέκρουσε στην επίμονη άρνηση των Βρεταννών στην είσοδο της Ελλάδος στον πόλεμο. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ως εξόριστος στην Ελβετία το 1917-20 ο Κωνσταντίνος ελάμβανε βρεταννική επιχορήγηση, ενώ αρνήθηκε την γερμανική βοήθεια που του προσεφέρθη.

Στην περίπτωση της 4ης Αυγούστου, και πάλι ο Μεταξάς δεν προκύπτει από πουθενά γερμανόφιλος: ταυτίστηκε πλήρως με την βρεταννική πολιτική σε όλα τα επίπεδα, ρύθμισε ευνοϊκά τα βρεταννικά δάνεια, οδήγησε την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων. Αλλά το κυριώτερο είναι ότι ο Μεταξάς υπήρξε επιλογή του βασιλέως Γεωργίου Β΄: ενός απολύτως αγγλόφιλου μονάρχη, που διατηρούσε στενές οργανικές σχέσεις με το βρεταννικό κατεστημένο, και γιά τον οποίον ο βιογράφος του και στενός συνεργάτης του Πιπινέλης γράφει ότι «ήταν Άγγλος στην ψυχή». Ο Γεώργιος επέστρεψε στην Ελλάδα με την Αγγλίδα σύντροφό του μετά από πολυετή εξορία στο Λονδίνο, και με συνοπτικές διαδικασίες οργάνωσε την άνοδο του Μεταξά στην εξουσία. Με δική του υπογραφή εγκαθιδρύθηκε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, η δική του συναίνεση διασφάλιζε την νομιμότητα του καθεστώτος. Διότι, εν όψει του επερχομένου παγκοσμίου πολέμου, η βρεταννική πολιτική ήθελε ένα αξιόπιστο και ικανό πρόσωπο με στρατιωτική εμπειρία στην ηγεσία της συμμάχου της Ελλάδος.

Open Image Modal
: Meeting of the Anglo-Greek War Council. Left to right: Major General Gambier-Parry, General Metaxas, George II King of Greece, Air Vice Marshal D'Albiac (RAF) and General Papagos.
Commons wikimedia

7. Τι ήταν ακριβώς η 4η Αυγούστου;

Το καθεστώς του Μεταξά εστράφη πολιτικά εναντίον δύο ομάδων: των παλαιών πολιτευτών και των κομμουνιστών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επρόκειτο περί δικτατορίας, με κατασταλτικούς μηχανισμούς, λογοκρισία, παρακολουθήσεις κλπ. Αλλά δεν είναι αλήθεια ότι ο Μεταξάς δεν είχε κοινωνική στήριξη ή έστω αποδοχή. Δεν αναπτύχθηκε σοβαρή αντιπολίτευση στο καθεστώς του. Στα επίσημα έντυπα του καθεστώτος (Νέον Κράτος κλπ.) δημοσίευαν κείμενα σχεδόν όλοι οι σημαντικοί διανοούμενοι του Μεσοπολέμου, ακόμα και αριστεροί: Λεκατσάς, Μαλακάσης, Μαρινάτος, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Παπανούτσος, Παράσχος, Νίκος Σβορῶνος, Άγγελος Σικελιανός κ.ά.. Αμηχανία στους ιδεολογικά προκατειλημμένους αναλυτές προκαλεί η επιμονή με την οποία ο Μεταξάς προώθησε την διδασκαλία της δημοτικής στην εκπαίδευση, αναθέτοντας μάλιστα την εκπόνηση συστηματικής γραμματικής της νεοελληνικής στον σπουδαίο δημοτικιστή Μ.Τριανταφυλλίδη. Επίσης ο Μεταξάς στήριξε το θέατρο και τις καλές τέχνες, διευκρίνισε μάλιστα σε λόγο του ότι δεν νοείται στρατευμένη τέχνη υπό εποπτεία. » [Λόγοι, Α´ τόμος, σ. 307].

Ο Μεταξάς άσκησε προχωρημένη κοινωνική πολιτική, αποσκοπώντας στην κοινωνική συνοχή και παράλληλα στην εξουδετέρωση της ανισότητας που τροφοδοτούσε πολιτικά τον κομμουνισμό. Ακολούθησε δηλαδή το πρότυπο του Μπίσμαρκ. Απεχθανόταν την πλουτοκρατία, δεν αποκήρυσσε την ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά επέβαλε φιλεργατική νομοθεσία και αυστηρούς ελέγχους.

Χρησιμοποιούσε τον όρο διευθυνόμενη οικονομία. Στα πλαίσια αυτά θέσπισε τις συλλογικές συμβάσεις, την υποχρεωτική διαιτησία, τα γραφεία ευρέσεως εργασίας, τα ασφαλιστικά δικαστήρια, το εργατικό οκτάωρο και το υπαλληλικό επτάωρο, τους κατώτατους μισθούς, τα πολυϊατρεία (11 στην Αθήνα, 8 στον Πειραιά και 7 στην Θεσσαλονίκη) κλπ. Ο μαρξιστής ιστορικός Ν. Ψυρούκης καταγράφει 106 γενικές πανελλήνιας κλίμακας συλλογικές συμβάσεις εργασίας και 545 τοπικής σημασίας την περίοδο 1936-38 [στο έργο του γιά την 4η Αυγούστου, 1994, σ.138]. Αυτά καθιστούν την αξιολόγηση της 4ης Αυγούστου σύνθετο εγχείρημα.

8. Ποιός είπε το ΟΧΙ, ο Μεταξάς ή ο λαός;

Μέρος της αριστερής κυρίως διανόησης υποστήριξε ότι «το ΟΧΙ το είπε ο λαός και όχι ο Μεταξάς». Το ερώτημα φυσικά είναι ψευδεπίγραφο και ανιστόρητο.. Το ΟΧΙ διατύπωσε και μετέφερε στον Ιταλό πρεσβευτή Γκράτσι τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου, αγουροξυπνημένος και φορώντας την ρόμπα του, αλλά όχι αιφνιδιασμένος και «σαν έτοιμος από καιρό», ο πρωθυπουργός της Ελλάδος Μεταξάς. Και ταυτόχρονα, ασφαλώς το ΟΧΙ εξέφραζε την συνολική, πάνδημη, διακομματική, γενναία στάση του ελληνικού λαού, ο οποίος ανέλαβε και την αιματηρή ευθύνη της υλοποίησής του.

9. Τι πραγματικά έγινε τον Ιανουάριο του 1941;

Ασάφεια, συνομωσιολογία και παραφιλολογία επικρατεί σχετικά με τις τελευταίες κινήσεις του Μεταξά πριν τον θάνατό του. Καθώς δεν υπάρχουν αδιάσειστες αποδείξεις, μπορεί μόνον κανείς να διατυπώσει ερωτήματα. Το κεντρικό ερώτημα είναι εάν ο Μεταξάς σκόπευε να έρθει σε κάποιου είδους συνεννόηση με την Γερμανία, ώστε να αποφευχθεί η εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στην ήδη εξαντλημένη από τον πόλεμο με την Ιταλία Ελλάδα. Τι ακριβώς μήνυμα μετέφερε η περίφημη αποστολή Πεσματζόγλου που έλαβε εντολή να μεταβεί στην Ζυρίχη γιά να συναντήσει υψηλόβαθμους Γερμανούς αξιωματούχους;

Σχετικά γράφει ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος: «Ο Μεταξάς, όμως, ήταν σώφρων πολιτικός, όπως και στρατιωτικός. Ανεπηρέαστος από τις επιτυχίες του ελληνικού στρατού, δεν επιθυμούσε τη συνέχιση του πολέμου και δεν ανεχόταν η Ελλάς να είναι «τμήμα θυσίας» του γαλλο-βρεταννικού στρατοπέδου. Δοκίμασε, λοιπόν, με αποστολή μυστική εμπίστου προσώπου να επιτύχει σύναψη ανακωχής με κεκτημένα τη δόξα του ελληνικού στρατού και τα κατεχόμενα εδάφη της Βορείου Ηπείρου. Αξίζει να παραθέσω τώρα ό,τι άκουσα ο ίδιος προ ετών σε τηλεοπτική εκπομπή: αφηγητής για προσωπική δράση του ήταν ο Γιώργος Πεσμαζόγλου, πρώην υπουργός με άψογο παρελθόν. Είπε, λοιπόν, ο αξιόπιστος αυτός πρώην υπουργός, ότι ο Μεταξάς του ανέθεσε να μεταβεί στην Ελβετία και να προβεί εκεί στις δέουσες ενέργειες για σύναψη ανακωχής, επωφελέστατης για την Ελλάδα. Επήλθε όμως τότε ο θάνατος, πολύ άκαιρα, του Μεταξά. Ο Πεσμαζόγλου έχασε τη σπουδαία μυστική εντολή του. Η εμπλοκή της Ελλάδος στον πόλεμο συνεχίσθηκε.» [εφημερίδα Η Καθημερινή, 28 Οκτωβρίου 2010, Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και ο Ιωάννης Μεταξάς].

Ο αιφνίδιος και αδόκητος θάνατος του Μεταξά διευκόλυνε την εμπλοκή της εξαντλημένης Ελλάδος και σε δεύτερο πόλεμο εναντίον του ακατανίκητου γερμανικού στρατού. Αλλά αυτή εξυπηρετούσε τον υπέρτερο συμμαχικό στόχο της έγκαιρης εκκένωσης της Ελλάδος από τα βρεταννικά στρατεύματα. Επ΄αυτού, άλλωστε, επήλθε τον δραματικό Απρίλιο του 1941 σύγκρουση μεταξύ των μεράρχων της Ηπείρου και του συμμαχικού στρατηγείου, με αποτέλεσμα οι μέραρχοι να αγνοήσουν τις εντολές του επιτελείου και να υπογράψουν μονομερώς συνθήκη με τον στρατάρχη φον Λίστ ώστε να μην εξοντωθεί η ήδη εξουθενωμένη στρατευμένη ελληνική νεολαία στα βουνά της Ηπείρου. 

 10. Μεταλλασσόμενη υστεροφημία

Ο Μεταξάς κέρδισε την υστεροφημία του λόγω του έπους του Σαράντα, το οποίο αποτελεί πηγή έμπνευσης, αυτοπεποίθησης και υπερηφάνειας γιά την ελληνική κοινωνία μέχρι σήμερα. Γι΄αυτό ακριβώς και (σε αντίθεση με την χούντα της 21ης Απριλίου, που κατακρημνίσθηκε στα τάρταρα της ελληνικής ιστορίας λόγω της εθνικής καταστροφής της Κύπρου) βασικά στελέχη του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου επεβίωσαν πολιτικά και αναδείχθηκαν μεταπολεμικά σε κορυφαίες θέσεις. Πχ ο υπουργός Οικονομικών του Μεταξά Ανδρέας Αποστολίδης έγινε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Καραμανλή επί ΕΡΕ, ο υπουργός Παιδείας της 4ης Αυγούστου Κ.Γεωργακόπουλος έγινε υπηρεσιακός πρωθυπουργός το 1958, ο επίφοβος Μανιαδάκης με τον πάγο και το ρετσινόλαδο εξελέγετο μεταπολεμικώς βουλευτής του Συναγερμού και της ΕΡΕ. Η χούντα της 21ης Απριλίου επικαλέσθηκε τον Μεταξά ως ιδεολογικό της εμπνευστή, αλλά ο Μεταξάς ήταν προσωπικότητα με τεράστια παιδεία και στρατιωτικές δάφνες, ενώ οι συνταγματάρχες ήταν ωχρές απομιμήσεις που οδήγησαν την χώρα σε μία εθνική καταστροφή. Μετά το 1974, η Αριστερά επεχείρησε να απαξιώσει τον Μεταξά περισσότερο λόγω του γεγονότος ότι ήταν αντικομμουνιστής και λιγότερο λόγω του γεγονότος ότι ήταν δικτάτορας (δικτάτορες ήταν και ο Λένιν, ο Στάλιν, ο Μάο κλπ. που η αριστερή διανόηση εθαύμαζε).

Σήμερα, που η δημοκρατία δεν κινδυνεύει από κανέναν, αφού η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ και το παρελθόν των στρατιωτικών παρεμβάσεων στην πολιτική έχει οριστικά εκλείψει, η ιστορική επιστήμη οφείλει να αναλύσει τα δραματικά γεγονότα του 20ού αιώνα με ψυχραιμία και αντικειμενικότητα.