Τους κατοίκους του Χαρτούμ ξύπνησαν για άλλη μια μέρα χθες Πέμπτη πυρά και εκρήξεις, δυο μήνες και πλέον αφότου ξέσπασε πόλεμος στο Σουδάν ανάμεσα στον στρατό και τους παραστρατιωτικούς, που αλληλοκατηγορούνται για εγκλήματα σε βάρος αμάχων.
Οι εκρήξεις «έκαναν τους τοίχους σπιτιών να τρέμουν», είπαν αυτόπτες μάρτυρες, αναφερόμενοι σε «πυρά πυροβολικού» στο ανατολικό τμήμα της πρωτεύουσας και χρήση «βαρέος πυροβολικού» από στρατόπεδα των ένοπλων δυνάμεων στο βόρειο.
Μάχες μαίνονταν στο κέντρο, όπου πέταγαν «μαχητικά». Πλήγματα από αέρος αναφέρθηκαν σε διάφορους τομείς της πρωτεύουσας και των περιχώρων της.
Στην Ομντουρμάν, βόρειο προάστιο, κάτοικοι έκαναν λόγο για βομβαρδισμούς από αεροσκάφη και «εντατικά» αντιαεροπορικά πυρά, που κράτησαν «πάνω από δύο ώρες» και συνεχίζονταν αργότερα πιο σποραδικά.
Μάχες εκτυλίσσονταν επίσης στο Νταρφούρ, αχανή περιοχή στα σύνορα με το Τσαντ, την οποία είχε ήδη αιματοκυλίσει εμφύλια σύρραξη τα χρόνια του 2000, θέατρο των πιο φονικών εχθροπραξιών.
Στον πόλεμο αναμετρώνται από τη 15η Απριλίου οι ένοπλες δυνάμεις του στρατηγού Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν, στην εξουσία στο Σουδάν μετά το πραξικόπημα του 2021, και οι παραστρατιωτικοί των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ) του στρατηγού Μοχάμεντ Χαμντάν Ντάγκλο, ή «Χαμέτι», υπαρχηγού της χούντας που μετατράπηκε σε ορκισμένο εχθρό του.
Οι δυο στρατηγοί μοιάζουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν τον πόλεμο για την εξουσία.
Ο πόλεμός τους βύθισε τη χώρα, μια από τις φτωχότερες στον κόσμο, στο χάος, έχει στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 2.000 ανθρώπους, κατά την πιο πρόσφατη εκτίμηση της μη κυβερνητικής οργάνωσης ACLED, κι ανάγκασε δυόμισι εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, να μετατραπούν είτε σε εσωτερικά εκτοπισμένους είτε σε πρόσφυγες σε γειτονικά κράτη, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Μετά τη σύντομη ανάπαυλα στο πλαίσιο της εκεχειρίας 72 ωρών που τηρήθηκε –όπως όλες οι συμφωνίες αυτής της φύσης– εν μέρει, οι μάχες εντατικοποιήθηκαν ξανά από το πρωί προχθές Τετάρτη και για ακόμη μια φορά οι αντίπαλοι αλληλοκατηγορήθηκαν για παραβιάσεις με θύματα αμάχους.
Ο στρατός κατηγόρησε τις ΔΤΥ πως «επωφελήθηκαν από την εκεχειρία για να κινητοποιήσουν δυνάμεις τους και να διαπράξουν παραβιάσεις σε βάρος αμάχων». Οι παραστρατιωτικοί από την πλευρά τους κατηγόρησαν τον στρατό πως «κατασκεύασε ψευδές βίντεο» στο οποίο προβάλλεται «βιασμός» αποδιδόμενος στις ΔΤΥ.
«Καταστροφή» εν όψει
Στο Νταρφούρ, οι δυο πλευρές πολεμούν «με όπλα όλων των ειδών», είπαν προχθές Τετάρτη στο Γαλλικό Πρακτορείο κάτοικοι στη Νιάλα, πρωτεύουσα της πολιτείας Νότιο Νταρφούρ.
Χθες Πέμπτη στην Αλ Φάσερ, πρωτεύουσα του Βόρειου Νταρφούρ, βρίσκονταν σε εξέλιξη συγκρούσεις. Την Τετάρτη παρατηρήθηκαν «κινήσεις στρατιωτικών οχημάτων» των ΔΤΥ, που χθες Πέμπτη πέρασαν στην επίθεση «προς το κέντρο της πόλης», εξήγησε κάτοικος.
Σε αυτή την περιοχή, στο δυτικό τμήμα της χώρας, όπου ζουν πληθυσμοί που ανήκουν σε αφρικανικές εθνότητες και αραβικές φυλές, «ο πόλεμος προσέλαβε πλέον εθνική διάσταση», προειδοποιούν ο ΟΗΕ, η Αφρικανική Ένωση και η IGAD, περιφερειακός οργανισμός της ανατολικής Αφρικής: εξαπολύονται «στοχευμένες επιθέσεις βάσει ταυτότητας». Για τον ΟΗΕ, στο Νταρφούρ ενδέχεται να διαπράττονται «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».
Νέα μέτωπα
Στην Ελ Ουμπάιντ, στο Νότιο Κορντοφάν, που γειτονεύει με το Νταρφούρ, κάτοικοι έκαναν λόγο για «πυρά πυροβολικού».
Το βράδυ προχθές Τετάρτη, ο στρατός κατηγόρησε τη μεγαλύτερη οργάνωση ανταρτών του Νότιου Κορντοφάν πως «επιτέθηκε εναντίον μονάδας του πεζικού στην Καντούγκλι, κατά παραβίαση της εκεχειρίας» ανάμεσα στο Χαρτούμ και στο κίνημα αυτό, ένα από τα δύο που αρνήθηκε να υπογράψει τη συμφωνία ειρήνης που συνήφθη το 2020 στην Τζούμπα με άλλες αντάρτικες οργανώσεις.
«Σφοδρές μάχες» ανάμεσα στον στρατό και αντάρτες αναφέρονται από κατοίκους στη Ντίλινγκ, 130 χιλιόμετρα βόρεια από την Καντούγκλι, την πρωτεύουσα του Νότιου Κορντοφάν.
Καθώς οι εχθροπραξίες συνεχίζονται, τα δυο τρίτα των δομών υγείας στις περιοχές που πλήττονται έχουν τεθεί εκτός λειτουργίας, προειδοποίησε προχθές ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), κάνοντας λόγο για «46 επιθέσεις εναντίον δομών υγείας από το ξέσπασμα των μαχών».
Η ανθρωπιστική κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο την περίοδο των βροχών, συνώνυμη της αναζωπύρωσης της ελονοσίας, της διατροφικής ανασφάλειας, του υποσιτισμού παιδιών.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, 11 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα χρειάζονται υγειονομική βοήθεια. Και ο ΟΗΕ υπολογίζει πως τα 25 από τα 48 εκατ. κατοίκους του Σουδάν υπάρχει κίνδυνος να μην μπορέσουν να επιζήσουν δίχως ανθρωπιστική βοήθεια.
Τη Δευτέρα η διεθνής κοινότητα υποσχέθηκε 1,5 δισ. δολάρια για να προσφερθεί αρωγή, το μισό από το ποσό που έλεγαν πως χρειάζονται οι ανθρωπιστικές υπηρεσίες του ΟΗΕ. Αρχίζει να παίρνει μορφή «καταστροφή», προειδοποιεί η ΜΚΟ Νορβηγικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (NRC).
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ-AFP