Άτυπο σημείωμα μοίρασε το Μέγαρο Μαξίμου το μεσημέρι της Κυριακής με τίτλο «όχι άλλα εργοδοτικά και νεοδημοκρατικά δάκρυα για τους εργαζόμενους» εξαπολύοντας σφοδρή επίθεση κατά της Νέας Δημοκρατίας κατηγορώντας το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για κροκοδείλια δάκρυα και κουτοπονηριά για την τύχη των εργαζομένων των καναλιών τα οποία δεν έλαβαν άδεια και θα κλείσουν.
Στο non paper η κυβέρνηση αφού πρώτα υπογραμμίζει ότι «ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες έθεσε τέλος σε ένα καθεστώς αυθαιρεσίας» και «ολοκληρώθηκε κανονικά με το αδιάβλητο της διαδικασίας να μην αμφισβητείται», κάνει λόγο για αναδίπλωση του συστήματος σε νέα γραμμή και εξηγεί ότι «η κυβέρνηση παρακολουθεί πολύ στενά και πολύ προσεκτικά το ζήτημα των εργαζομένων στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα». Παράλληλα, συμπληρώνει ότι: «Οι επιχειρήσεις που δεν πήραν άδεια, μπορούν επίσης να συνεχίσουν την λειτουργία τους. Είτε διεκδικώντας περιφερειακή ή θεματική άδεια, είτε παρέχοντας το πρόγραμμά τους διαδικτυακά, είτε εντάσσοντάς το σε συνδρομητικές πλατφόρμες».
Ειδικότερα αναφέρει η κυβέρνηση εξαπολύοντας επίθεση στη Νέα Δημοκρατία:
«Βλέπουμε λοιπόν ξαφνικά ένα υπέρμετρο ενδιαφέρον για τους εργαζόμενους. Ενδιαφέρον που σε καμία περίπτωση δεν είδαμε όταν 700 άνθρωποι απολύθηκαν χωρίς αποζημιώσεις από το ALTER. Όταν 800 άνθρωποι απολύθηκαν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο από την Ελευθεροτυπία. Όταν 200 άνθρωποι έχασαν την δουλειά τους κατά την μεταβίβαση του ALPHA. Όταν η αδιανόητη πρακτική των ιδιοκτητών του ΜΕΓΚΑ οδηγεί 500 ανθρώπους στον δρόμο. Όταν, τα χρόνια της κρίσης, περισσότεροι από 3000 εργαζόμενοι στον χώρο των ΜΜΕ έχουν χάσει τη δουλειά τους, ενώ πολύ περισσότεροι είναι αυτοί που προκειμένου να μην την χάσουν, έχουν υποκύψει σε ωμούς εκβιασμούς και έχουν οδηγηθεί σε δραματική υποβάθμιση των εργασιακών τους σχέσεων. Ούτε μισή κουβέντα δεν ακούστηκε για όλα αυτά».
Νωρίτερα είχε υπογραμμιστεί:
«Δεν είναι φυσικά πρωτοφανές, μια επιχείρηση που προσπαθεί να λειτουργήσει αντίθετα με τους νόμους, να βάζει μπροστά τους εργαζόμενους. Ούτε είναι πρωτοφανές, να σέρνεται η Νέα Δημοκρατία πίσω από κάθε τέτοιου είδους προσπάθεια. Ας σημειώσουμε ότι την ίδια στιγμή που συντάσσεται με τους καναλάρχες που χάνουν την τζάμπα άδεια, και χύνουν μαζί τους κροκοδείλια δάκρυα για τους εργαζόμενους, η Νέα Δημοκρατία συντάσσεται και με τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, ζητώντας, στο πλευρό τους,,ανεξέλεγκτες απολύσεις. Είναι άλλωστε το κόμμα, που ως κυβέρνηση γύρισε απλά τον διακόπτη στην ΕΡΤ, πετώντας στον δρόμο πάνω από 2800 ανθρώπους. Αλλά τότε, το πόσοι χάνουν τη δουλειά τους δεν ήταν σημαντικό για την ΝΔ. Όπως δεν ήταν και για τα ιδιωτικά κανάλια, που τότε υπερθεμάτιζαν, αλλά σήμερα αγωνιούν «για τον κόσμο που θα χάσει τη δουλειά του».
Ενώ συνεχίζει επισημαίνοντας:
«Αντίθετα με τα όσα διακηρύσσουν οι κλαίοντες κροκόδειλοι, η κυβέρνηση παρακολουθεί πολύ στενά και πολύ προσεκτικά το ζήτημα των εργαζομένων στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Υπάρχουν δύο νέα κανάλια που έχουν πάρει άδειες, γεγονός που σημαίνει ότι με βάση τον νόμο δημιουργούνται τουλάχιστον 800 θέσεις εργασίας, στις οποίες πρέπει να συνυπολογιστούν οι 60 θέσεις που πρέπει να καλυφθούν σύμφωνα με τον νόμο, στα κανάλια που λειτουργούν ήδη. Οι επιχειρήσεις που δεν πήραν άδεια, μπορούν επίσης να συνεχίσουν την λειτουργία τους. Είτε διεκδικώντας περιφερειακή ή θεματική άδεια, είτε παρέχοντας το πρόγραμμά τους διαδικτυακά, είτε εντάσσοντάς το σε συνδρομητικές πλατφόρμες».
Διαβάστε αναλυτικά:
ΜΜΕ: Όχι άλλα εργοδοτικά και νεοδημοκρατικά δάκρυα για τους εργαζόμενους
Ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες έθεσε τέλος σε ένα καθεστώς αυθαιρεσίας, που ίσχυσε στην χώρα για δεκαετίες. Ένα σύστημα που εξασφάλιζε ταυτόχρονα: πρώτον, δωρεάν συχνότητες, σκανδαλώδη δανειοδότηση και επιχειρηματική ισχύ στους καναλάρχες, δεύτερον, πολιτική κάλυψη και επικοινωνιακή ασυλία στους τραπεζίτες και, τρίτον, ανεξάντλητη προβολή και οικονομικές πλάτες στο πολιτικό κατεστημένο, έφτασε στο τέλος του.
Μπροστά στην προοπτική αυτή, ήταν λογικό, «λυτοί και δεμένοι» να προσπαθήσουν να οδηγήσουν τον διαγωνισμό σε αποτυχία, επιδιώκοντας, είτε να τον ματαιώσουν (μπλοκάροντας, για παράδειγμα, την ανασυγκρότηση του ΕΣΡ, το οποίο τώρα επικαλούνται…), είτε να θέσουν σε αμφισβήτηση το αδιάβλητο της όλης διαδικασίας. Δυστυχώς, οι προσπάθειες έπεσαν στο κενό. Ο διαγωνισμός έγινε κανονικά, το αδιάβλητο της διαδικασίας δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν και – το κυριότερο- υπήρξε εντυπωσιακή επιτυχία ως προς το τίμημα. Το ύψος του τιμήματος, δείχνει σε τι επίπεδο, λεηλατήθηκε τα προηγούμενα χρόνια το δημόσιο συμφέρον και ,βεβαίως, ποιοι είναι οι ωφελημένοι από αυτό.
Τώρα λοιπόν, που ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε, και η εφαρμογή της νομιμότητας προχωρά, το σύστημα αναδιπλώνεται σε μια νέα γραμμή: «τι θα γίνει με τους εργαζόμενους στα κανάλια που κλείνουν».
Δεν είναι φυσικά πρωτοφανές, μια επιχείρηση που προσπαθεί να λειτουργήσει αντίθετα με τους νόμους, να βάζει μπροστά τους εργαζόμενους. Ούτε είναι πρωτοφανές, να σέρνεται η Νέα Δημοκρατία πίσω από κάθε τέτοιου είδους προσπάθεια. Ας σημειώσουμε ότι την ίδια στιγμή που συντάσσεται με τους καναλάρχες που χάνουν την τζάμπα άδεια, και χύνουν μαζί τους κροκοδείλια δάκρυα για τους εργαζόμενους, η Νέα Δημοκρατία συντάσσεται και με τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, ζητώντας, στο πλευρό τους,,ανεξέλεγκτες απολύσεις. Είναι άλλωστε το κόμμα, που ως κυβέρνηση γύρισε απλά τον διακόπτη στην ΕΡΤ, πετώντας στον δρόμο πάνω από 2800 ανθρώπους. Αλλά τότε, το πόσοι χάνουν τηδουλειά τους δεν ήταν σημαντικό για την ΝΔ. Όπως δεν ήταν και για τα ιδιωτικά κανάλια, που τότε υπερθεμάτιζαν, αλλά σήμερα αγωνιούν «για τον κόσμο που θα χάσει τη δουλειά του».
Βλέπουμε λοιπόν ξαφνικά ένα υπέρμετρο ενδιαφέρον για τους εργαζόμενους. Ενδιαφέρον που σε καμία περίπτωση δεν είδαμε όταν 700 άνθρωποι απολύθηκαν χωρίς αποζημιώσεις από το ALTER. Όταν 800 άνθρωποι απολύθηκαν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο από την Ελευθεροτυπία. Όταν 200 άνθρωποι έχασαν την δουλειά τους κατά την μεταβίβαση του ALPHA. Όταν η αδιανόητη πρακτική των ιδιοκτητών του ΜΕΓΚΑ οδηγεί 500 ανθρώπους στον δρόμο. Όταν, τα χρόνια της κρίσης, περισσότεροι από 3000 εργαζόμενοι στον χώρο των ΜΜΕ έχουν χάσει τη δουλειά τους, ενώ πολύ περισσότεροι είναι αυτοί που προκειμένου να μην την χάσουν, έχουν υποκύψει σε ωμούς εκβιασμούς και έχουν οδηγηθεί σε δραματική υποβάθμιση των εργασιακών τους σχέσεων. Ούτε μισή κουβέντα δεν ακούστηκε για όλα αυτά. Διότι η αλήθεια είναι ότι ορισμένοι, θυμούνται την έγνοια τους για τους εργαζόμενους, μόνο όταν θέλουν να υποκρύψουν πίσω της κάποιο εργοδοτικό συμφέρον. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, πρόκειται απλά για την απαίτηση κάποιων καναλαρχών να συνεχίσουν να κατέχουν παράνομα τις συχνότητες. Και, για να τα λέμε όλα, αυτοί που σήμερα βγαίνουν στα κεραμίδια για τους ανθρώπους που χάνουν τη δουλειά τους, είναι οι ίδιοι που έσπευσαν να διαμαρτυρηθούν, επειδή ο νόμος προβλέπει ως ελάχιστη προϋπόθεση για την διεκδίκηση συχνότητας, 400 θέσεις μόνιμης απασχόλησης ανά επιχείρηση. Δηλαδή 1600 θέσεις απασχόλησης συνολικά.
Αντίθετα με τα όσα διακηρύσσουν οι κλαίοντες κροκόδειλοι, η κυβέρνηση παρακολουθεί πολύ στενά και πολύ προσεκτικά το ζήτημα των εργαζομένων στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Υπάρχουν δύο νέα κανάλια που έχουν πάρει άδειες, γεγονός που σημαίνει ότι με βάση τον νόμο δημιουργούνται τουλάχιστον 800 θέσεις εργασίας, στις οποίες πρέπει να συνυπολογιστούν οι 60 θέσεις που πρέπει να καλυφθούν σύμφωνα με τον νόμο, στα κανάλια που λειτουργούν ήδη. Οι επιχειρήσεις που δεν πήραν άδεια, μπορούν επίσης να συνεχίσουν την λειτουργία τους. Είτε διεκδικώντας περιφερειακή ή θεματική άδεια, είτε παρέχοντας το πρόγραμμά τους διαδικτυακά, είτε εντάσσοντάς το σε συνδρομητικές πλατφόρμες.
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση εξετάζει με προσοχή κάθε ζήτημα που προκύπτει από την μετάβαση από μια εποχή αυθαιρεσίας σε μια εποχή νομιμότητας. Αυτό που δυσκολεύεται να παρακολουθήσει, είναι αυτή την απίστευτη επιχείρηση υποκρισίας και κουτοπονηριάς, αυτό το όψιμο ενδιαφέρον για την ανθρώπινη εργασία, από μαγαζιά που δούλεψαν για δεκαετίες βασιζόμενα στην λεηλασία του δημοσίου συμφέροντος, την υποβάθμιση της εργασιακής αξιοπρέπειας, τον σκανδαλώδη τραπεζικό δανεισμό και το δημόσιο χρήμα. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τα κανάλια. Ισχύει και για την Νέα Δημοκρατία.
Νωρίτερα, η Κυβερνητική Εκπρόσωπος, Όλγα Γεροβασίλη, σε συνέντευξη της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ είχε δηλώσει για το ζήτημα αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών ότι: «Αν έχετε χτίσει αυθαίρετη επιχείρηση, χωρίς άδεια λειτουργίας σε δασική έκταση και σας αποβάλλουν απ' αυτήν μπορείτε να πείσετε στ' αλήθεια ότι διώκεστε, ότι σας ξεσπιτώνουν; Αν έχετε διαλέξει να μη συμμετάσχετε σε διαγωνισμό που αφορά τη συνέχιση της δραστηριότητάς σας, κάποιος άλλος πετά στο δρόμο τους εργαζόμενούς σας;».
Η κ. Γεροβασίλη όμως εξαπέλυσε και επίθεση κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη τονίζοντας ότι «επικαλείται μία επικοινωνιακού τύπου "συμφωνία αλήθειας", υποσχόμενος ότι δεν θα υποσχεθεί τίποτε την ίδια στιγμή που υπόσχεται τα πάντα».
Ταυτόχρονα υπογράμμισε ότι ο κ. Μητσοτάκης, μια εβδομάδα πριν από τη ΔΕΘ, άρχισε τις εξαγγελίες των φοροελαφρύνσεων σε κατ'ιδίαν συναντήσεις με παραγωγικές τάξεις, με ακοστολόγητες υποσχέσεις, παροχολογία και αριθμητικές αλχημείες, και ενδύεται με φιλολαϊκά χαρακτηριστικά αποκρύπτοντας τη νεοφιλελεύθερη πολιτική του και βασανίζοντας επικοινωνιακά τη λέξη «αλήθεια».
Από την πλευρά της η Νέα Δημοκρατία μέσω του εκπροσώπου της κ. Κουμουτσάκου απαντά:
«Η Εκπρόσωπος της εθισμένης στο ψέμα Κυβέρνησης, σήμερα πια στραγγαλίζει την αλήθεια και επιτίθεται βάναυσα στη νοημοσύνη των πολιτών καθώς δηλώνει ικανοποιημένη, που κόβονται μέχρις εξαφάνισης οι συντάξεις, που φορολογούνται σφαγιαστικά οι πάντες και τα πάντα, που σε 90 ημέρες ξεκινούν οι απολύσεις στον τομέα της ενημέρωσης, που η οικονομία είναι μια απέραντη έρημος. Για όλα αυτά έχουν υποσχεθεί τα ακριβώς αντίθετα».
«Το χειρότερο, όμως, είναι ότι αδυνατούν να καταλάβουν πως υπάρχει άλλος δρόμος. Όχι με τη δική τους πολιτική κατανομής φτώχειας σε όλους. Αλλά με τη δική μας πρόταση παραγωγής πλούτου για όλους. Με λιγότερους φόρους και λιγότερες δαπάνες, όπως προτείνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αυτό δεν είναι "νεοφιλελευθερισμός", όπως προπαγανδίζουν. Είναι η κοινή λογική» συνεχίζει και καταλήγει στην ανακοίνωσή τους ο κ. Κουμουτσάκος «Ακριβώς δηλαδή, ό,τι λείπει από τη βυθισμένη στην αναξιοπιστία και ιδεοληψία Κυβέρνησή τους που έχει καταρρεύσει στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων».