Ακόμη οι μνήμες από τις πολύωρες διαπραγματεύσεις του Τσίπρα με τους πιστωτές της Ελλάδας μέχρι να κλείσει η συμφωνία, είναι νωπές και αρκετά από όσα έγιναν σε αυτό το δωμάτιο είναι γνωστά.
Διαβάστε σχετικά:
Αυτό που δεν ήταν γνωστό και αποκαλύπτει η «Καθημερινή της Κυριακής», είναι η σχέση της Ουάσιγκτον με αυτές τις διαπραγματεύσεις. Όπως φαίνεται από απόρρητο τηλεγράφημα που εστάλη από τον πρεσβευτή της Ελλάδας στην Ουάσινγκτον, οι ΗΠΑ συμβούλευαν την κυβέρνηση Τσίπρα μέχρι και την τελευταία στιγμή των διαπραγματεύσεων, για τις κινήσεις που έπρεπε να ακολουθήσει απέναντι στο Βερολίνο.
Το τηλεγράφημα εστάλη την 16η Ιουλίου, τέσσερις ημέρες μετά τη συμφωνία, από τον Έλληνα πρέσβη στην Ουάσιγκτον, Χρήστο Παναγόπουλο και συνοψίζεται η πολύμηνη συνεργασία Ουάσιγκτον – Αθήνας, με στόχο να αντιμετωπιστεί η επιθετικότητα του Βερολίνου, να μείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη και να υπάρξει συμφωνία με διάρκεια στον χρόνο.
Ο Έλληνας πρεσβευτής αναφέρει ότι είχε επικοινωνία «με τακτικό συνομιλητή του, ανώτατο αξιωματούχο του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ», ο οποίος του μετέφερε εντυπώσεις από τη σημαντική συνάντηση Λιού - Σόιμπλε, η οποία φαίνεται ότι διεξήχθη σε τεταμένο κλίμα, κυρίως στο σκέλος που αφορούσε την Ελλάδα. Θυμίζουμε και την μνημειώδη φράση που σύμφωνα με τον Σόιμπλε είπε στον Λιού: «Πάρτε την Ελλάδα να πάρουμε το Πουέρτο Ρίκο».
Συνεργασίες με άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις
Από το τηλεγράφημα προκύπτει επίσης ότι επί της ουσίας οι ΗΠΑ συμβούλευαν την κυβέρνηση Τσίπρα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και η βασική προτροπή ήταν η Αθήνα να αποφύγει να αντιπαρατεθεί προσωπικά με το Βερολίνο (δηλαδή λεκτικές επιθέσεις, καμπάνια σε μέσα κοινωνική δικτύωσης). Στόχος ήταν επίσης η δημιουργία ευρύτερων συμμαχιών με τις λοιπές ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Αυστρία, οι οποίες θα παρείχαν τη στήριξή τους στην Ελλάδα έναντι της Γερμανίας, με αντάλλαγμα την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της Ελλάδας.
«Δεν θα πρέπει το Βερολίνο να επιβάλει τις απόψεις του»
Η αμερικανική άποψη είχε στον πυρήνα της την θέση πως «δεν θα πρέπει το Βερολίνο να επιβάλει τις απόψεις του», δηλαδή δεν θα πρέπει η Ελλάδα να αντιπαρατεθεί κατά μέτωπο, κάτι που θα είχε αρνητικά αποτελέσματα. Προκύπτει επίσης ότι οι ΗΠΑ είχαν άλλο γεωπολιτικό και οικονομικό δόγμα από τη Γερμανία και ανησυχούσαν μήπως η πλήρης κυριαρχία του Βερολίνου οδηγούσε ηθελημένα ή αθέλητα σε κατάρρευση της Ευρωζώνης, κάτι που ήταν αντίθετο στα αμερικανικά συμφέροντα.
Η στρατηγική για το χρέος
Όπως αναφέρεται: «η στρατηγική της Ουάσιγκτον είχε δύο πτυχές: την ανάδειξη της σημασίας του γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδας και τις συνεχείς αναφορές περί αναπροσαρμογής του χρέους». Όπως επίσης αναφέρεται στο έγγραφο, «όσον αφορά τη συζήτηση περί χρέους, υποβοηθητικά κρίνεται ότι κινήθηκε το ΔΝΤ, προφανώς κατόπιν σχετικής αμερικανικής παραίνεσης». Ως προς την γεωπολιτική πτυχή, είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ ήταν αυτές που ζήτησαν από την Αθήνα να αναδείξει τη γεωπολιτική παράμετρο και τους κινδύνους που ελλόχευαν για το δυτικό σύστημα ασφάλειας από μια πιθανή κατάρρευση της Ελλάδας.
Όπως αναφέρεται τέλος στο δημοσίευμα της Καθημερινής, οι ΗΠΑ ήταν εκείνες που παρενέβησαν και στο ΝΑΤΟ προκειμένου να αναδειχθεί η γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας. Έτσι την περίοδο που είχε οξυνθεί το κλίμα μεταξύ Τσίπρα – πιστωτών, στις 20 Ιουνίου ο αναπληρωτής γ.γ. του ΝΑΤΟ, Αλεξάντερ Βέρσμποου, κάνει δήλωση με αποδέκτη το Βερολίνο με την οποία εκφράζει την έντονη ανησυχία του για μια πιθανή έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Ο Βέρσμποου τόνιζε ότι αυτό το ενδεχόμενο «θα μπορούσε να αποτελέσει κίνδυνο στον τομέα της ασφάλειας για τη Συμμαχία»