Πόρισμα Αρείου Πάγου για υποκλοπές: Καμία εμπλοκή ΕΥΠ, κυβερνητικών και κρατικών αξιωματούχων

Εδώλιο μόνο για 4 ιδιώτες λόγω Predator.
|
Open Image Modal
Φωτογραφία αρχείου.
Eurokinissi

Ανακοίνωση για το πόρισμα του Αρείου Πάγου αναφορικά με την πολύκροτη υπόθεση των υποκλοπών και παρακολουθήσεων εξέδωσε η Εισαγγελέας του Ανώτατου Δικαστηρίου, Γεωργία Αδειλίνη, το πρωί της Τρίτης (30/7).

Οπως τονίζεται, δεν προκύπτει εμπλοκή στο σκάνδαλο της ΕΥΠ, της Αντιτρομοκρατικής (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) και γενικότερα της ΕΛΑΣ (Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού. «Επαρκείς ενδείξεις» προκύπτουν για ποινική δίωξη υπευθύνων ιδιωτικών εταιρειών.

Μετά από έρευνα 9 μηνών, λοιπόν, δεν εντοπίστηκε καμία εμπλοκή κυβερνητικού ή κρατικού αξιωματούχου σχετικά με την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών.

Δύο χρόνια μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης, το πόρισμα των 300 σελίδων του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Αχιλλέα Ζήση που υιοθέτησε πλήρως η Γ. Αδειλίνη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση, κυβερνητικοί και κρατικοί αξιωματούχοι και κρατικές υπηρεσίες δεν είχαν «καμία απολύτως εμπλοκή» με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator.

«Από το πιο πάνω πλούσιο αποδεικτικό υλικό συνάγεται αναντίλεκτα ότι δεν υπήρξε καμία απολύτως εμπλοκή με το κατασκοπευτικό λογισμικό predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό κρατικής υπηρεσίας και δη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), της Αντιτρομοκρατικής (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) και γενικότερα της ΕΛΑΣ (Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού» αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Ποιοι κάθονται στο εδώλιο

Το πόρισμα περιγράφει ότι υποκλοπές έγιναν μέσω του Predator και στέλνει στο εδώλιο τέσσερα πρόσωπα, τα οποία περιγράφει ως «νομίμους εκπροσώπους και πραγματικούς ιδιοκτήτες εταιρειών» οι οποίοι είχαν κληθεί και ως ύποπτοι τέλεσης αδικημάτων από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Αχιλλέα Ζήση.

Ετσι, σε βάρους τους, ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βαθμό πλημμελήματος για το αδίκημα της παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών, θεωρώντας ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία που δείχνουν ότι είχαν θέσει στο στόχαστρο πολιτικούς, δημοσιογράφους και άλλα πρόσωπα.

Στο ερώτημα γιατί η δίωξη δεν αφορά κακούργημα, η εισαγγελία του Αρείου Πάγου απαντά πως το επίμαχο χρονικό διάστημα (2020-2021) το αδίκημα, μετά τις αλλαγές του Ποινικού Κώδικα, το 2019, μετατράπηκε από κακούργημα σε πλημμέλημα.

Οι τέσσερις κατηγορούμενοι παραπέμπονται με απευθείας κλήση στο ακροατήριο.

Η ανακοίνωση της Γ.Αδειλίνη

«1. Oλοκληρώθηκε σήμερα η προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση των υποκλοπών, μετά από (2) δύο περίπου έτη συνολικά, (9) εννέα δε μόλις μήνες από την αναβάθμιση της έρευνας, με την ανάθεσή της από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου προσωπικά στον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, λόγω της μείζονος σημασίας της υπόθεσης και προς αποτροπή του κινδύνου παραγραφής των ερευνωμένων πράξεων. Ο χρόνος εκτιμάται ως ο απολύτως απαραίτητος ενόψει της ασυνήθιστης έκτασης της έρευνας και της σε βάθος διερεύνησης κάθε πτυχής της υπόθεσης.

2.Ενδεικτικά, κατ’ αυτήν εξετάστηκαν, μεταξύ άλλων, και σχεδόν όλοι οι προτεινόμενοι από τους εγκαλούντες-αναφέροντες μάρτυρες και δη πολιτικοί, δημοσιογράφοι, εκπρόσωποι εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, Διοικητές και Υποδιοικητές και λοιπά μέλη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ) την τελευταία 10ετία, μέλη της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) και της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ), Ανώτατοι Αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας, της Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, Διεύθυνσης Οικονομικών Αρχηγείου κ.λπ τα τελευταία χρόνια, καθώς και της Δ/νσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, συνολικά δε περισσότεροι από σαράντα (40) μάρτυρες.

3.Επελήφθησαν τρεις Ανεξάρτητες Αρχές και δη η ΑΠΔΠΧ (Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα), η ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών) και η ΕΑΔ (Εθνική Αρχή Διαφάνειας), οι οποίες διεξήγαγαν έρευνες, αλλά και επιτόπιους ελέγχους σε δημόσιους φορείς: Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (ΕΛΑΣ), Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), καθώς και σε εταιρείες και κατέθεσαν τις εκθέσεις και τα πορίσματά τους.

4.Παράλληλα, σε εξέταση μαρτύρων προέβη και η Δ/νση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, που διενήργησε έρευνες σε εταιρείες και οικίες υπόπτων, κατά τις οποίες κατασχέθηκαν έγγραφα, φορολογικά στοιχεία και ψηφιακά πειστήρια, τα οποία εξετάστηκαν στη συνέχεια από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών. Διατυπώθηκαν και απαντήθηκαν δύο αιτήματα Δικαστικής Συνδρομής προς τις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ και της Ελβετίας. Διεξήχθη έλεγχος από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας (Τμήμα Φορολογικής Αστυνόμευσης) σε φυσικά και νομικά πρόσωπα και κατατέθηκε το πόρισμά της. Επίσης λήφθηκαν ανωμοτί εξηγήσεις, υποβλήθηκαν υπομνήματα κλπ.

5.Ικανοποιήθηκαν ακόμη όλα τα αιτήματα των εμπλεκομένων, συμπεριλαμβανομένης και της Δικαστικής Πραγματογνωμοσύνης, που διενεργήθηκε στα αρχεία της ΕΥΠ από δύο πραγματογνώμονες, παρουσία του ως άνω εισαγγελικού λειτουργού. Η προκαταρκτική εξέταση κατέληξε σε ένα απολύτως εμπεριστατωμένο πόρισμα 300 περίπου σελίδων, που ο ανωτέρω Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου υπέβαλε στην Εισαγγελέα, η οποία συμφώνησε τόσο με το νομικό όσο και με το ουσιαστικό περιεχόμενό του.

6. Από το πιο πάνω πλούσιο αποδεικτικό υλικό συνάγεται αναντίλεκτα ότι δεν υπήρξε καμία απολύτως εμπλοκή με το κατασκοπευτικό λογισμικό predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό κρατικής υπηρεσίας και δη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), της Αντιτρομοκρατικής (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) και γενικότερα της ΕΛΑΣ (Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού.

7.Ως προς δε τις διατάξεις περί άρσης απορρήτου των επικοινωνιών, που εκδόθηκαν από την τότε Εισαγγελέα της ΕΥΠ και αφορούν τα έτη 2020-2024, τηρήθηκε απαρέγκλιτα η διαδικασία που προβλέπεται από το Νόμο, ο οποίος, εκτός των άλλων, διαχρονικά, δεν αξιώνει την παράθεση ειδικής αιτιολογίας στις ως άνω διατάξεις, η σχετική δε πρόβλεψη, η οποία θεσμοθετήθηκε το πρώτον με το Ν. 2225/1994, διατηρήθηκε συνεχώς από όλες τις Κυβερνήσεις μέχρι τον νέο Ν. 5002/9-12-2022, ενώ είναι σύμφωνη και με το πνεύμα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ.την απόφαση της 16/2/2023 του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-349/21). Σημειώνεται εξάλλου ότι για την ανωτέρω Εισαγγελέα της ΕΥΠ, μετά τη διενεργηθείσα σχετικά πειθαρχική προκαταρκτική εξέταση από Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, εκδόθηκε απαλλακτικό πόρισμα, με το οποίο συμφώνησε, θέτοντας την υπόθεση στο αρχείο, και η Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Πρόεδρος του Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων.

8.Περαιτέρω προέκυψαν «επαρκείς ενδείξεις» στο στάδιο αυτό για την κίνηση ποινικής δίωξης σε βάρος ορισμένων νομίμων εκπροσώπων και πραγματικών ιδιοκτητών εταιρειών, για αξιόποινες πράξεις, όπως της παραβίασης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας κλπ. Οι πράξεις όμως αυτές, λόγω της επί το επιεικέστερο τροποποίησής τους το 2019, με τον νέο ΠΚ (ν. 4619/2019), τιμωρούνται σε βαθμό πλημμελήματος και παρά το γεγονός ότι υπό το προγενέστερο, αλλά και το σημερινό νομικό καθεστώς (παλαιός ΠΚ και άρθρο 10 του ν.5002/9-12-2022, που τροποποίησε το νέο ΠΚ) έχουν χαρακτήρα κακουργήματος, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναδρομικής ισχύος του επιεικέστερου νόμου (άρθρο 2 ΠΚ), ενόψει και του χρόνου τέλεσης αυτών, που αφορά τα έτη 2020 και 2021.

9.Οι απαιτούμενες αυτές στο παρόν στάδιο «επαρκείς ενδείξεις» για την κίνηση της ποινικής δίωξης κατά των ως άνω ιδιωτών, οι οποίες ερείδονται κυρίως στη διαπίστωση ότι οι εν λόγω εταιρείες εμπλέκονται σε ανάλογες πράξεις παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικής επικοινωνίας κ.α, πολιτικών, δημοσιογράφων κ.λπ και σε άλλες χώρες, σε συνδυασμό με το γεγονός της ύπαρξης παρόμοιων «στόχων» και στην Ελλάδα, κρίθηκε ότι πρέπει να οδηγήσουν τη σχετική κατηγορία στο ακροατήριο για να ελεγχθεί η βασιμότητα αυτής ή όχι. 10.

Τέλος επισημαίνεται ότι σε καμία άλλη χώρα δεν διεξήχθη τόσο ενδελεχής (Δικαστική) έρευνα -με τη συμμετοχή μάλιστα και τριών Aνεξαρτήτων Αρχών- για παρόμοια υπόθεση, στις περισσότερες δε περιπτώσεις οι ανάλογες έρευνες κατέληξαν σε επιβολή απλών κυρώσεων και δη προστίμων σε βάρος των ανωτέρω εμπλεκομένων εταιρειών.

Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου

Γεωργία Ευθ. Αδειλίνη»

Κυβερνητικές πηγές: «Η Δικαιοσύνη μίλησε»

Κυβερνητικές πηγές, σχολιάζοντας την απόφαση του Αρείου Πάγου σχετικά την υπόθεση των παρακολουθήσεων, αναφέρουν τα εξής 

«Από την πρώτη στιγμή είπαμε ότι αναμένουμε τις αποφάσεις τις Δικαιοσύνης, κάτι που αποτελεί πάγια θέση της Κυβέρνησης.

Η Δικαιοσύνη μίλησε και παρουσίασε το ενδελεχές και εμπεριστατωμένο αποτέλεσμα της έρευνάς της.

Κατά το σκέλος της υπόθεσης που ακόμα εκκρεμεί στη Δικαιοσύνη, επαναλαμβάνουμε την ανωτέρω πάγια θέση μας περί εμπιστοσύνης στις ανεξάρτητες δικαστικές αρχές.

Αναμένουμε με ενδιαφέρον τις απόψεις όλων όσοι είχαν σπεύσει να καταδικάσουν υπηρεσιακούς και πολιτικούς παράγοντες πριν την κρίση της Δικαιοσύνης».

Κασσελάκης: Η εμπιστοσύνη μου προς την Δικαιοσύνη έχει κλονιστεί

«Σήμερα, με την απόφαση αρχειοθέτησης του σκανδάλου ΕΥΠ-Predator, η εμπιστοσύνη μου προς την ελληνική Δικαιοσύνη έχει κλονιστεί σοβαρά», αναφέρει ο Στέφανος Κασσελάκης σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σημειώνοντας ότι μιλά ως Έλληνας πολίτης και όχι ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

«Αυτό δυστυχώς ταυτίζεται πλέον με τη διάχυτη αίσθηση του ελληνικού λαού ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι το τελευταίο καταφύγιο των αδικημένων. Γι′ αυτό μία από τις πρώτες προτάσεις που έχω θέσει προς τον ελληνικό λαό είναι η ριζική αλλαγή στον τρόπο ανάδειξης της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, ώστε να απελευθερωθεί από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό και την εξάρτηση από την εκάστοτε κυβέρνηση», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, προαναγγέλλοντας ότι θα ακολουθήσει επίσημη πολιτική δήλωση από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

Δήλωση Γρηγόρη Δημητριάδη 

«Η σημερινή απόφαση της Δικαιοσύνης θέτει οριστικό τέλος σε κάθε εικασία και λοιπά ευφάνταστα κατασκευάσματα» αναφέρει μεταξύ άλλων, ο πρώην ΓΓ του πρωθυπουργού Γρηγόρης Δημητριάδης, σε δήλωσή του με αφορμή το πόρισμα του Αρείου Πάγου για την υπόθεση των υποκλοπών.

Ολόκληρη η δήλωση του Γρ. Δημητριάδη έχει ως εξής:

«Πάντα σεβόμουν και σέβομαι το έργο της Δικαιοσύνης. Άλλωστε, αυτό ορκίστηκα να υπηρετώ και στην επαγγελματική μου διαδρομή. Τα τρία χρόνια και ένα μήνα που βρέθηκα στη θέση του Γ.Γ. του Πρωθυπουργού, υπηρέτησα με όλες μου τις δυνάμεις τα συμφέροντα της Πατρίδας και των πολιτών. Από την πρώτη στιγμή ανέλαβα άμεσα και με ειλικρίνεια την πολιτική ευθύνη, σεβόμενος τις δημοκρατικές ευαισθησίες των Ελλήνων. Αλλά και για να προστατέψω την Πατρίδα, την Κυβέρνηση και την Παράταξη. Μέσα σε κλίμα τοξικότητας, διάλεξα τον δύσκολο δρόμο και σιώπησα, παρότι ουδέποτε υπήρξα εμπλεκόμενος. Η σημερινή απόφαση της Δικαιοσύνης θέτει οριστικό τέλος σε κάθε εικασία και λοιπά ευφάνταστα κατασκευάσματα».

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

(με πληροφορίες από Dikastiko, ΑΠΕ)