Με την ελληνική οικονομία να τελεί υπό κλοιό ισχυρών πιέσεων και τα δυσοίωνα σενάρια περί Grexit και χρεοκοπίας να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη, η ιστορία της Πορτογαλίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: ο «καλός μαθητής» της τρόικας και του Eurogroup, που εφάρμοσε και ολοκλήρωσε το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, είναι μια οικονομία παρομοίων μεγεθών με αυτών της Ελλάδας, και ως εκ τούτου βρίσκεται πιο κοντά σε αυτό που θα χαρακτηρίζαμε «ελληνική κρίση» σε σχέση με άλλα παραδείγματα «χωρών της κρίσης», όπως η Ιρλανδία, η Ισλανδία και η Κύπρος.
Το χρονικό της πορτογαλικής κρίσης
Η κρίση της πορτογαλικής οικονομίας άρχισε το 2010 και διήρκεσε ως το 2014. Το χρονικό της, όπως το παρουσιάζει ο Πέδρο Σάντος Γκουερέιρο, διευθυντής σύνταξης της Expresso – της μεγαλύτερης εβδομαδιαίας εφημερίδας της Πορτογαλίας – υπό τη μορφή των πιο κομβικών στιγμών της περιόδου, έχει ως εξής:
- Μάιος 2011: Είσοδος της Πορτογαλίας στη μνημόνιο, με τα μεγάλα κόμματα (τους Σοσιαλιστές, οι οποίοι αποχωρούσαν από την εξουσία, και τους Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι κέρδισαν την εκλογική αναμέτρηση σχηματίζοντας κυβέρνηση συνεργασίας με το συντηρητικό CDS) να το υπογράφουν. «Στη συνέχεια ακολούθησαν όλα τα μέτρα λιτότητας, με τα ratings (της πορτογαλικής οικονομίας) να υποβαθμίζονται σε «”junk” (σκουπίδια» αναφέρει ο κ. Γκουερέιρου.
- Σεπτέμβριος 2012: «Ένα μέτρο φέρνει το τέλος της κοινωνικής στάσης αποδοχής απέναντι στην τρόικα και την κυβέρνηση: ανακοινώνεται ότι οι επιχειρήσεις θα πληρώνουν λιγότερα για το σύστημα συντάξεων και ότι οι εργαζόμενοι θα πληρώνουν περισσότερα. Το συγκεκριμένο μέτρο έχει σκοπό να μειώσει τα κόστη για τις εταιρείες, έτσι ώστε να απασχολούν περισσότερους εργαζομένους. Αλλά οι πολίτες το βλέπουν διαφορετικά, και κατεβαίνουν στους δρόμους στις μεγαλύτερες διαδηλώσεις που είχε δει η Πορτογαλία. Το μέτρο καταργείται, δεν εφαρμόζεται, αλλά το ρήγμα μεταξύ των πολιτών και της τρόικας δεν καλύπτεται ποτέ» επισημαίνει ο κ. Γκουερέιρο.
- Οκτώβριος 2012: Μετά το βέτο του Συνταγματικού Δικαστηρίου σε μέτρα λιτότητας όπως οι περικοπές σε συντάξεις και οι μειώσεις μισθών, η κυβέρνηση ανακοινώνει σημαντική αύξηση των φόρων.
- Καλοκαίρι 2013: Πολιτική κρίση στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού
- Άνοιξη του 2014: «Καθαρή έξοδος» της Πορτογαλίας από τον EFSF.
- Ιούλιος του 2014: Κατάρρευση της Banco Espirito Santo, μιας από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές τράπεζες της Πορτογαλίας
- Απρίλιος 2015: «Η τρόικα έχει φύγει. Ωστόσο, η κυβέρνηση ανακοινώνει ότι οι συντάξεις πρέπει να παραμείνουν χαμηλά, οι φόροι πρέπει να παραμείνουν υψηλά ως το 2019 και οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων δεν θα αποκατασταθούν πλήρως ως το 2019. Ακόμα και τότε, η ανεργία θα είναι πάνω από το 11% και το δημόσιο χρέος άνω του 100% του ΑΕΠ» σημειώνει ο κ. Γκουερέιρο.
Τα αίτια της κρίσης
Τα αίτια της ελληνικής κρίσης, η οποία κατά κοινή ομολογία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, έχουν αποτελέσει- και συνεχίζουν να αποτελούν- αντικείμενο εκτενών συζητήσεων και αναλύσεων, άλλες φορές ψύχραιμων και άλλες φορές εντονότερων. Στην περίπτωση της Πορτογαλίας, το δεδομένο της ολοκλήρωσης του προγράμματος και του «αποχαιρετισμού» της τρόικας επιτρέπει μια πιο «αντικειμενική» ματιά στην όλη υπόθεση: κατά τον κ. Γκουερέιρο, τα βασικά προβλήματα της πορτογαλικής οικονομίας ήταν «η απώλεια της ανταγωνιστικότητας, το υψηλό έλλειμμα (άνω του 10% το 2011) και το χρόνιο έλλειμμα προϋπολογισμού, με αποτέλεσμα μεγάλο ιδιωτικό και δημόσιο χρέος. Όταν οι αγορές έκλεισαν για την Πορτογαλία, στην κρίση του ευρώ, η Πορτογαλία δεν είχε άλλη επιλογή από το να ζητήσει εξωτερική βοήθεια».
Ο Πορτογάλος πρωθυπουργός, Πέδρο Πάσους Κοέλιου, του κόμματος των Σοσιαλδημοκρατών
Από πλευράς του, ο Χοσέ Γκόμες Φερέιρα, επιχειρηματικός συντάκτης και αναπληρωτής διευθυντής του SIC TV, συνοψίζει το πρόβλημα διαφορετικά: «ζούσαμε πέρα από τις δυνατότητές μας στον δυτικό κόσμο, εξαιτίας της πίστωσης των τραπεζών. Όταν μελετάει κανείς μια οικονομία, ο πιο σημαντικός παράγοντας είναι το κράτος. Εάν βρίσκεται πέρα από τις δυνατότητές του, όλοι οι άλλοι θα κάνουν το ίδιο. Αυτό συνέβη στον δυτικό κόσμο. Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση, η Πορτογαλία δεν αποτελεί εξαίρεση, ούτε η Ολλανδία ή η Γερμανία. Κάποιες χώρες προέβησαν στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις νωρίτερα, όπως η Γερμανία, οπότε και μείωσαν το κόστος εργασίας, αύξησαν την παραγωγικότητα και μείωσαν τον ρυθμό αύξησης του δημοσίου χρέους. Δεν τον εκμηδένισαν, αλλά τον μείωσαν. Με την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, ο ρυθμός αυτός αυξανόταν, και για αυτό οι δανειστές και οι αγορές άρχισαν να αμφισβητούν τις δυνατότητές μας όσον αφορά στην αποπληρωμή των χρεών».
Η απώλεια της ανταγωνιστικότητας της Πορτογαλίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα του κεφαλαίου που ακούει στο όνομα «πορτογαλική κρίση». Όπως εξηγεί ο Σωτήρης Ζαρταλούδης, λέκτορας Πολιτκής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, ο οποίος μελέτησε τη χώρα στο πλαίσι οτου διδακτορικού του, εν συγκρίσει με την Ελλάδα, το πρώτο πρόβλημα που αντιμετώπισε η χώρα ήταν η απώλεια της ανταγωνιστικότητάς της μετά τη διεύρυνση της Ε.Ε. το 2004. «Το βασικό οικονομικό μοντέλο της χώρας ήταν ότι θα ήταν μια χώρα της Δυτικής Ευρώπης με χαμηλό κόστος παραγωγής και στην ουσία θα αποτελούσε το εργοστάσιο των ανεπτυγμένων χωρών: Είχαμε πολλά εργοστάσια, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, κυρίως από Γερμανία και Γαλλία. Με τη διεύρυνση της ΕΕ πολλά από τα εργοστάσια αυτά πήγαν στην ανατολική Ευρώπη και για αυτό σχεδόν όλη τη δεκαετία του 2000 η χώρα είχε είτε μηδενική ανάπτυξη είτε ύφεση».
Στιγμιότυπο από διαδήλωση το 2013 στο Πόρτο
Επίσης, όπως προσθέτει, ένα άλλο μέρος της κρίσης ήταν η πρόσβαση σε φθηνό χρήμα, χάρη στο ευρώ. «Ένα μεγάλο μέρος της απώλειας της ανταγωνιστικότητας καλύφθηκε με επενδύσεις σε σπίτια, τουρισμό και γενικότερα αγαθά μη εμπορεύσιμα. Και για αυτό βρέθηκε να είναι μια από τις χώρες με ιδιαίτερα υψηλό ιδιωτικό δανεισμό, πολύ υψηλότερο από ό,τι στην Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πορτογαλική κυβέρνηση είχε πολύ διαφορετική στάση από τις αντίστοιχες ελληνικές πριν το μνημόνιο - σχεδόν όλη τη δεκαετία του 2000 με 2010 εφαρμοζόταν λιτότητα, με περικοπές συντάξεων, αναδιαμόρφωση δημόσιου τομέα, χαμηλότερους μισθούς κλπ».
Συνεπώς, συνεχίζει ο κ. Ζαρταλούδης, μόλις ξεκίνησε η διεθνής κρίση, αμέσως οι αγορές «σκέφτηκαν» ότι τα πράγματα δεν είναι και τόσο καλά στην Πορτογαλία. «Υπάρχει εδώ ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα: πολλοί ακαδημαϊκοί λένε ότι η ελληνική κρίση χτύπησε και την Πορτογαλία, ως παρόμοια χώρα με την Ελλάδα, οπότε και υπήρχε η εντύπωση ότι “παρόμοια προβλήματα θα έχει”. Βλέπουμε ότι με το ξεκίνημα της κρίσης στην Ελλάδα, υπάρχει άνοδος του κόστους δανεισμού και στη Πορτογαλία. Εν περιλήψει λοιπόν, η πορτογαλία είχε: πρώτον, διαχρονικό πρόβλημα λόγω διεύρυνσης, δεύτερον, το θέμα του ευρώ (φθηνό χρήμα)_και τρίτον τη διεθνή οικονομική κρίση. Μπορούμε να πούμε ότι είναι πολύ παραπλήσια τα πράγματα με την Ελλάδα, για την ακρίβεια η Πορτογαλία μοιάζει πολύ στην Ελλάδα όσον αφορά στην κρίση».
Χειρισμός και μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης
Στον πυρήνα της αντιμετώπισης της κρίσης στην Πορτογαλία, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό ήταν η λιτότητα. «Όπως στην Ελλάδα, η “συνταγή” της τρόικας για την Πορτογαλία ήταν πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης και δομικών μεταρρυθμίσεων. Δεν υπήρχε εναλλακτική στην εσωτερική υποτίμηση, και η τρόικα δεν θα μπορούσε να κατηγορήσει την πορτογαλική κυβέρνηση για μη εφαρμογή όλων των πολιτικών που προτάθηκαν. Πρακτικά, τον πρώτο χρόνο, ακόμα και ο πορτογαλικό λαός φαινόταν να αποδέχεται τα μέτρα λιτότητας, και αρχικά οι αντιδράσεις στο πρόγραμμα της τρόικας ήταν μικρές. Για αυτόν τον λόγο η Πορτογαλία χαρακτηρίστηκε τόσε πολλές φορές η χώρα- πρότυπο της Ευρώπης, ή ο “αγαπημένος μαθητής του δασκάλου”» αναφέρει ο κ. Γκουερέιρο- συμπληρώνοντας ωστόσο ότι τέσσερα χρόνια μετά, ωστόσο, τα πράγματα φαίνεται να μην λειτούργησαν ακριβώς όπως αναμενόταν.
O πρώην πρωθυπουργός, Ζοζέ Σόκρατες, του κόμματος των Σοσιαλιστών
«Αντιμετωπίσαμε αυστηρή λιτότητα, οι συντάξεις και οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκαν, οι φόροι αυξήθηκαν κατακόρυφα και οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα είναι χαμηλότεροι τώρα. Μεταξύ του 2007 και του 2014 οι μισθοί μειώθηκαν περίπου κατά 25% εν συγκρίσει με τους μισθούς της Γερμανίας. Τι θέλω να πω: η Πορτογαλία έκανε όλα όσα της ζητήθηκαν να κάνει. Αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Η ύφεση είναι βαθύτερη και πιο μακροχρόνια από ότι αναμενόταν. Τα μέτρα λιτότητας δεν πρόκειται να ανακληθούν. Το δημόσιο χρέος είναι ακόμα υψηλότερα από τις προβλέψεις της τρόικας. Η ανεργία βρίσκεται και θα συνεχίσει να βρίσκεται σε μη βιώσιμα επίπεδα για πολλά χρόνια, ειδικά στους νέους, οι οποίοι λαμβάνουν συμβουλές να μεταναστεύσουν σε άλλες χώρες...στην Πορτογαλία η οικονομία τώρα αναπτύσσεται, αλλά δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας, ούτε δίνονται ελπίδες στους νέους, οι οποίοι είτε δεν βρίσκουν δουλειά είτε βρίσκουν μόνο χαμηλόμισθες, επισφαλείς δουλειές».
Από πλευράς του, ωστόσο, ο κ. Φερέιρα, θεωρεί ότι η λιτότητα ήταν μονόδρομος. «Κάποια αριστερά κόμματα θεωρούν ότι η λιτότητα είναι μια κακή επιλογή. Για εμένα δεν είναι επιλογή, είναι κάτι αναγκαστικό. Όταν είσαι αντιμέτωπος με τους δανειστές, υπάρχει μόνο μία επιλογή: το να σταματήσεις να αυξάνιες το χρέος. Ο μόνος τρόπος για αυτό είναι να επιτύχεις ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Και αυτό κάναμε στην Πορτογαλία, μειώνοντας τους μισθούς στο Δημόσιο, περικόπτοντας τις δαπάνες κοινωνικής ασφάλισης και αυξάνοντας τους άμεσους φόρους...καταφέραμε να ισοσκελίσουμε σχεδόν τον δημόσιο προϋπολογισμό μας».
Όπως προσθέτει ο κ. Φερέιρα, η μείωση των δαπανών του κράτους αποτέλεσε παράδειγμα και για την υπόλοιπη οικονομία. «Τέσσερα χρόνια πριν αρχίσαμε να μειώνουμε τα έξοδα του Δημοσίου και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ακολουθήσει όλη η υπόλοιπη οικονομία, μειώνοντας τις εισαγωγές και αυξάνοντες τις εξαγωγές. Από το 2012 και μετά, το εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας είναι θετικό, και αυτό είναι το πιο σημαντικό επίτευγμα, ακόμα πιο σημαντικό και από τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς».
Κατά τον κ. Φερέιρα, αυτό σημαίνει ένα πράγμα: «Η λιτότητα είναι αναπόφευκτη, και όταν αρχίζεις να την εφαρμόζεις με αποφασιστικότητα έχεις αποτελέσματα...πρέπει να αντιμετωπίζεις την πραγματικότητα, να μειώνεις τις δαπάνες, να αυξάνεις τα έσοδα από τους φόρους και να επιτύχεις ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, διαφορετικά θα είσαι αντιμέτωπος επί μονίμου βάσεως με αμφισβητήσεις και αμφιβολίες από πλευράς των διεθνών δανειστών».
Βασικό κομμάτι στην όλη υπόθεση, όπως υπογραμμίζει, έπαιξε το φορολογικό σύστημα: «Το φορολογικό σύστημα λειτουργεί και βελτιώνεται, χάρη στα ψηφιακά μέσα...όλοι ζητούν ηλεκτρονικές αποδείξεις, καθώς γνωρίζουν ότι αν δεν το κάνουν, ο έμπορος θα κρατήσει τον ΦΠΑ και αυτό είναι είδος κλοπής. Ο κόσμος διαμαρτύρεται για αυτό, ζητούν πάντα αποδείξεις» .
Ο κ. Φερέιρα, αν και αναγνωρίζει ότι υπάρχουν προκλήσεις στο μέλλον, τονίζει ότι το πιο δύσκολο μέρος της δουλειάς έχει ολοκληρωθεί, καθώς η κρίση του κράτους έχει ξεπεραστεί. Όσον αφορά στην υψηλή ανεργία, αναφέρει ότι σημαντικός παράγοντας ήταν η επένδυση μεγάλων κεφαλαίων προ κρίσης σε μη βιώσιμους τομείς (για παράδειγμα καφετέριες, εστιατόρια, κομμωτήρια, γυμνατήρια κλπ), κάτι που συνοδεύτηκε από αύξηση των μισθών πέραν των επιπέδων που μπορούσαν να υποστηριχθούν. «Αυτό το κομμάτι της οικονομίας έχει σε μεγάλο βαθμό εκλείψει, και για αυτό έχει αυξηθεί η ανεργία. Αυτή την πρόκληση δεν την έχουμε αντιμετωπίσει ακόμα».
Ωστόσο, η λιτότητα δεν ήταν το μόνο «μέσον» που χρησιμοποιήθηκε για την έξοδο της Πορτογαλίας από την κρίση: ιδιαίτερης σημασίας ήταν η αύξηση των εξαγωγών, ιδιαίτερα προς την Αγκόλα και τη Βραζιλία, ενισχύοντας και δημιουργώντας νέους οικονομικούς δεσμούς και με ιδιαίτερη έμφαση να δίνεται στην οικονομική διπλωματία της χώρας. Επίσης, σημαντικό ρόλο έπαιξε και ο τομέας του τουρισμού.
Αντιδράσεις και πολιτική
Η ελληνική «Οδύσσεια», η οποία ακόμα δεν έχει λήξει, χαρακτηρίζεται από έντονη κοινωνική αναταραχή και ασταθές πολιτικό σκηνικό, καθώς από την αυγή της διεθνούς οικονομικής κρίσης και την έλευσή της κρίσης στην Ελλάδα η χώρα μας έχει αλλάξει πέντε κυβερνήσεις, από το 2009 μέχρι σήμερα – έξι, εάν ληφθεί υπόψιν η υπηρεσιακή κυβέρνηση Πικραμμένου. Αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της Πορτογαλίας, η οποία πορεύτηκε μέσα στην κρίση με τις κυβερνήσεις Σόκρατες και Κοέλιου. Όπως επισημαίνει ο κ. Ζαρταλούδης, εκεί έγκειται και η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ της Ελλάδας και της Πορτογαλίας: στο πώς αντιμετωπίστηκε πολιτικά και κοινωνικά η κρίση. «Το βασικό πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχε συναίνεση και ειλικρίνεια του πολιτικού συστήματος προς τους πολίτες. Στην Πορτογαλία ουδείς κατηγόρησε τους ξένους, ουδείς είπε ότι δεν υπάρχει κρίση. Είπαν ότι θα κάνουν ό,τι χρειαστεί. Ό,τι πρέπει να κάνουμε θα το κάνουμε. Τα βασικά κόμματα είπαν ότι θα ανταποκριθούν. Η κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλιστών (Σόκρατες) είπε ότι πρέπει να εφαρμόσει λιτότητα και οι Σοσιαλδημοκράτες τους στήριξαν - εν αντιθέσει με αυτό που συνέβη στην Ελλάδα με τον Αντώνη Σαμαρά και τον Γιώργο Παπανδρέου. Στο πολιτικό σύστημα υπήρχε ομοψυχία, ότι, ναι, υπάρχουν προβλήματα και άρα κάτι πρέπει να κάνουμε. Και σε επίπεδο δημόσιου λόγου, αλλά και μέσα στη Βουλή υπήρχε υποστήριξη - ακριβώς το αντίθετο με την Ελλάδα. Ως εκ τούτου, στην Πορτογαλία δεν είχαμε τόσο εκτεταμένες ταραχές και πορείες, δεν είχαμε γεγονότα όπως αυτά στη χώρα μας, όπου καιγόταν η Αθήνα, δεν υπήρξε τέτοιας έκτασης κοινωνική σύγκρουση. Αυτό έδωσε μια αίσθηση ασφάλειας στις αγορές και τους θεσμούς, ότι υπάρχει μια δύσκολη κατάσταση μεν, αλλά ότι η χώρα και το πολιτικό σύστημα θα ανταποκριθούν στην κρίση».
Παράλληλα, ο κ. Ζαρταλούδης υπογραμμίζει και τις προεκλογικές εξαγγελίες του νυν πρωθυπουργού, Πέδρο Πάσους Κοέλιου, το 2011: «Στις εκλογές τότε , ο Πέδρο Πάσους Κοέλιου είχε πει ότι, αν με ψηφίσετε, όχι απλά θα κάνω αυτά που λέει η τρόικα, αλλά θα πάω και πέρα από την τρόικα, με περισσότερη λιτότητα. Το άλλο που είπε ήταν το εξής: αν το να σώσω τη χώρα σημαίνει να χάσω τις επόμενες εκλογές, τότε δεν με ενδιαφέρουν οι εκλογές. Το πολιτικό σύστημα της Πορτογαλίας έδωσε δηλαδή το μήνυμα ότι δεν το ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος, προκειμένου να γίνει αυτό που πρέπει – και μάλιστα θα το κάνουμε εμείς οι ίδιοι, αναλαμβάνοντας, τρόπον τινά, την “ιδιοκτησία” του προγράμματος. Αυτό βλέπουμε ότι έχει λειτουργήσει στην Πορτογαλία: Δεν μιλά κανείς πλέον για την Πορτογαλία, η Ελλάδα είναι το “κακό παιδί”, ενώ η Πορτογαλία είναι ο “καλός μαθητής”. Η κρίση στην Πορτογαλία αν και έχει χτυπήσει αρκετά τη χώρα, τα τελευταία δύο χρόνια σχεδόν έχει ανάπτυξη. Το 2014 βγήκε από το μνημόνιο και τώρα, με το πρόγραμμα του Ντράγκι η πορτογαλία έχει επιτόκιο δανεισμού περίπου 1,5%. Αυτό σημαίνει ότι επί της ουσίας η Πορτογαλία δανείζεται, έχει τελειώσει το μνημόνιο και το πλαίσιο της κόντρας μνημόνιο-αντιμνημόνιο δεν υπάρχει, δεν υπήρξε ποτέ». Επίσης, ο κ. Ζαρταλούδης σημειώνει ότι στην Πορτογαλία μεγάλο μέρος της όλης κουβέντας είχε να κάνει με το τι πρέπει να γίνει, όχι το αν κάποιος είναι συνολικά εναντίον: «Πώς να το κάνουμε, όχι αν πρέπει να το κάνουμε».
Επίσης, τονίζει, το πολιτικό σύστημα στην Πορτογαλία υφίσταται όπως ήταν πριν την κρίση, τη στιγμή που στην Ελλάδα «έχει καταρρεύσει. Στην Πορτογαλία υπάρχει σταθερότητα, ο κόσμος δεν τιμώρησε τους πολιτικούς, ακολούθησε το πολιτικό σύστημα. Βλέπουμε μια σταθερότητα γενικά, η οποία εν τέλει επιβράβευσε/ επιβραβεύτηκε με έξοδο από το μνημόνιο». Επίσης, οι διαφορές με την Ελλάδα προφανώς και δεν σταματούν εκεί: «Η Ελλάδα είχε διαγραφή χρέους που η Πορτογαλία δεν είχε. Η Ελλάδα πάει πρακτικά σε τρίτο πρόγραμμα/ μνημόνιο, αν δεν υπάρξει Grexit. Η Πορτογαλία είχε μόνο ένα. Η Πορτογαλία είχε ένα πακέτο των 80 δισ. και η Ελλάδα κόστισε χοντρικά από 200 μέχρι 250 δισ. Η Πορτογαλία σε όλη την κρίση είχε δύο πρωθυπουργούς, Σόκρατες και Κοέλιου, ενώ η Ελλάδα έξι....αυτό δείχνει μια μεγάλη αστάθεια που οι επενδυτές, οι αγορές, οι θεσμοί και η Ε.Ε. αντιμετωπίζουν με ανασφάλεια, προκαλεί ανησυχία».
Η πορτογαλική Βουλή
Συνοψίζοντας, ο κ. Ζαρταλούδης αναφέρει πως εν περιλήψει, η Ελλάδα και η Πορτογαλία είναι δύο πολύ παρόμοιες χώρες- αλλά ήταν βασικής σημασίας το θέμα της σταθερότητας και της διαχείρισης. Στην Πορτογαλία, όπως υπογραμμίζει, υπήρξε «νομιμοποίηση/ αποδοχή» της κρίσης, από άποψης ότι «κάτι πρέπει να γίνει»- κάτι που, όπως σημειώνει, δεν φαίνεται να ισχύει στην Ελλάδα. «Συνοπτικά, πρόκειται για δύο παρόμοιες χώρες με διαφορετική αντίδραση στην κρίση. Σαφώς και υπήρχαν κάποεις διαφορές και ένα παραγωγικό συγκριτικό πλεονέκτημα της Πορτογαλίας, αλλά θα έλεγα ότι δεν ήταν τόσο μεγάλες διαφορές όσο με Ιρλανδία, ή Ισπανία π.χ. Η βασική διαφορά έγκειται στο ότι το πολιτικό σύστημα και κοινή γνώμη φάνηκαν να έχουν σύμπλευση/ συναίνεση».
Στελέχη της ΕΚΤ και της Κομισιόν στη Λισσαβώνα τον Απρίλιο του 2013
Σε παρεμφερές πλαίσιο κινείται και η άποψη του κ. Φερέιρα, ο οποίος υπογραμμίζει τον ρόλο της τρόικας σε αυτό, όσο παράξενο και αν ακούγεται κάτι τέτοιο με βάση τα ελληνικά δεδομένα. «Η πρώτη αναφορά της τρόικας εξήγησε τα πάντα στον πορτογαλικό λαό, με έναν τρόπο με τον οποίο δεν είχε γίνει ποτέ κάτι τέτοιο ξανά στο παρελθόν. Η τρόικα ανέλυσε όλη την πορτογαλική οικονομία, και είπτε ότι “ξοδεύατε λεφτά σε μη βιώσιμους τομείς, ζούσατε με λεφτά των άλλων, δεν είστε όσο παραγωγικοί νομίζετε και δεν έχετε πραγματικό ανταγωνισμό σε μεγάλα τμήματα της οικονομίας σας...οπότε ανέλυσαν την οικονομία, και πρότειναν και εφάρμοσαν τις λύσεις. Οι αριστεροί πολιτικοί υποστηρίζουν ότι ήταν ο λάθος τρόπος επίλυσης του προβλήματος, άσκησαν κριτική στην πολιτική μείωσης των δημοσίων δαπανών, είπαν ακόμα και ότι, εάν ακολουθήσετε αυτή την πορεία, θα έρθετε αντιμέτωποι με έναν αρνητικό κύκλο στην οικονομία. Τέσσερα χρόνια μετά, το ΑΕΠ αυξάνεται, η ανεργία μειώνεται, ο προϋπολογισμός είναι σχεδόν ισοσκελισμένος και το εξωτερικό ισοζύγιο είναι θετικό. Αυτά είναι αποτελέσματα των μέτρων λιτότητας» εκτιμά.
Από πλευράς του, ο κ. Γκουερέιρο επισημαίνει επίσης τη σχετικά ήπια αντίδραση/ στάση της πορτογαλικής κοινωνίας απέναντι στην κρίση και τα μέτρα. «Οι πολίτες διαδήλωναν ειρηνικά, και ως επί το πλείστον αποδέχτηκαν τα μέτρα λιτότητας. Λαμβάνοντας υπόψιν την πίεση στους μισθούς, τις συντάξεις, τη φορολογία και τις θέσεις εργασίας, ουδείς μπορεί να κατηγορήσει τους Πορτογάλους ότι δεν συμμορφώθηκαν με τα μέτρα λιτότητας. Ακόμα και από πολιτικής άποψης, νέα κόμματα σημειώνουν άνοδο, αλλά επ'ουδενί όπως στην Ισπανία ή την Ελλάδα».
Ο υπουργός Οικονομικών (παραιτήθηκε τον Ιούλιο του 2013 εξαιτίας της μείωσης της αποδοχής των μέτρων λιτότητας) Βιτόρ Γκασπάρ, σε συνέντευξη Τύπου για την αξιολόγηση της Τρόικας τον Μάρτιο του 2013.
Συγκριτικά με την Ελλάδα, ο κ. Γκουερέιρο χρησιμοποιεί ξανά το παράδειγμα του «καλού μαθητή» και του «άτακτου»: «Ελλάδα είχε και έχει πρόβλημα δημοσίου χρέους, η Πορτογαλία έχει πρόβλημα τόσο δημοσίου όσο και ιδιωτικού χαρακτήρα. Ωστόσο, η Ελλάδα έχει πολύ πιο βαθύ πρόβλημα, και ως εκ τούτου τα μέτρα λιτότητας ήταν πιο αυστηρά στην Ελλάδα. Επίσης, η αντίδραση του λαού στην Ελλάδα είναι πολύ πιο βίαιη και ακτιβιστικού χαρακτήρα από ό,τι στην Πορτογαλία. Πολιτικά, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης: η Πορτογαλία ήταν ο αγαπημένος μαθητής του δασκάλου, η Ελλάδα ήταν το “κακό παιδί”...η πορτογαλική κυβέρνηση ήταν ο καλύτερος μαθητής της κας Μέρκελ, και έκανε όλα όσα ζητήθηκαν από την τρόικα. Φοβάμαι ότι αυτό δεν είχε αποτέελσμα...η Πορτογαλία έκανε όλα όσα η Ευρώπη ζήτησε, αλλά η Ευρωζώνη έκανε από πλευράς της αυτά που έπρεπε; Φοβάμαι πως όχι. Πολλοί οικονομολόγοι συμφωνούν τώρα στο ότι η λιτότητα ήταν πολύ “συμπυκνωμένη” από πλευράς χρόνου, καταστρέφοντας την οικονομία...η τρόικα απέτυχε σε κάθε πρόβλεψη που έκανε το 2011, όταν υπογράφτηκε το μνημόνιο: εξέλιξη ΑΕΠ, ανεργία, δημόσιο έλλειμμα, δημόσιο χρέος, όλα είναι χειρότερα από ό,τι αναμενόταν. Δεν μπορείς να λύσεις το πρόβλημα της Πορτογαλίας (ή της Ελλάδας, ή της Ισπανίας) χωρίς να δώσεις τέλος στην κρίση της Ευρωζώνης. Αυτό απαιτεί περισσότερη Ευρώπη αντί για λιγότερη Ευρώπη, αλλά όχι από την άποψη του να δοθούν νέες δυνάμεις εθνικού χαρακτήρα στις ευρωπαϊκές αρχές. Πρέπει να έχεις διαφοροποιημένες οικονομικές πολιτικές μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, όπως πολλοί οικονομολόγοι λένε εξαρχής. Αν όλοι έχουμε συστολή την ίδια στιγμή, οι αδύναμοι θα γίνουν πιο αδύναμοι. Χώρες όπως η Γερμανία θα έπρεπε να επεκτείνουν την οικονομία τους και να εισάγουν τρόφιμα από χώρες όπως η Πορτογαλία. Δεν πρόκειται για βοήθεια των πλουσίων προς τους φτωχούς, αλλά για συντονισμένες πολιτικές, αυτό είναι η Ευρώπη...ή όχι».