Πώς η Κύπρος ενισχύει την αεράμυνά της και γιατί η Τουρκία δεν φαίνεται να αντιδρά

Δεκαετίες μετά την κρίση των S-300, η Κύπρος αποκτά ένα πολύ ανώτερο σύστημα, μα η Άγκυρα (προς το παρόν) δεν φαίνεται να προβαίνει σε έντονες αντιδράσεις
Open Image Modal
Ισραηλινοί πύραυλοι Barak σε αεροπορική έκθεση
Bloomberg via Getty Images

Σε μια νέα εποχή εισέρχεται η κυπριακή αεράμυνα, με την προμήθεια του ισραηλινού Barak MX να αναβαθμίζει δραματικά τις δυνατότητές της δεκαετίες μετά την κρίση των ρωσικών S-300, οι οποίοι κατέληξαν στην Κρήτη και εντάχθηκαν στο ελληνικό οπλοστάσιο.

Όπως μετέδωσε μέσα στην εβδομάδα το κυπριακό ΣΙΓΜΑ, το σύστημα της ισραηλινής ΙΑΙ προορίζεται για την αντιμετώπιση μιας σειράς από εναέριες απειλές, από επανδρωμένα μαχητικά, ελικόπτερα και μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) μέχρι πυραύλους cruise.

Σε δηλώσεις του ο Κύπριος υπουργός Άμυνας, Βασίλης Πάλμας, χωρίς να αναφερθεί άμεσα σε συγκεκριμένα μέσα και οπλικά συστήματα, είπε ότι η Κύπρος ουδέποτε υπήρξε τόσο ισχυρή στρατιωτικά από της ιδρύσεως της Εθνικής Φρουράς και της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης είπε ότι οι προσπάθειες ενίσχυσης της αμυντικής θωράκισης της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι συνεχείς. Θετικά αξιολογούν την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της Κύπρου ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, ΕΛΑΜ και ΕΔΕΚ.

O Κύπριος πρόεδρος, Νίκος Χριστοδουλίδης, προσερχόμενος στο Nicosia Risk Forum 2024, σε ξενοδοχείο της Λάρνακας την Πέμπτη σχολίασε «καμία απολύτως δήλωση επί της ουσίας των κινήσεων που προβαίνουμε για ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι θα κάνουμε και κάνουμε ό,τι είναι αναγκαίο για να ενισχύσουμε την αποτρεπτική ισχύ της Κυπριακής Δημοκρατίας, όχι μόνο λόγω του γεγονότος ότι είμαστε χώρα υπό κατοχή, αλλά και ως κράτος μέλος της ΕΕ σε μια περιοχή ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας...Θα πρέπει – και, επαναλαμβάνω, το πράττουμε συγκεκριμένα και μακριά από την επικαιρότητα – να ενισχύουμε την αποτρεπτική ισχύ της Κυπριακής Δημοκρατίας...το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να είμαστε μέλος της βορειοατλαντικής συμμαχίας αποτρέπει την Εθνική Φρουρά, σε διάφορα επίπεδα, από το να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο. Και εμείς, ακριβώς για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα, έχουμε προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες, ειδικότερα με τις ΗΠΑ, για ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας, για ενίσχυση της Εθνικής Φρουράς».

Barak MX, Κύπρος και Ελλάδα

To Barak MX και τις δυνατότητές του είχε περιγράψει τον Μάιο του 2023 στη HuffPost Greece ο ίδιος ο διευθύνων σύμβουλος της ΙΑΙ, Boaz Levy, παρουσιάζοντάς το ως ένα σύστημα το οποίο θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τις ανάγκες αεράμυνας των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων: Όπως είχε υπογραμμίζει, πρόκειται για ένα σύστημα που μπορεί να χρησιμοποιεί διάφορους τύπους αναχαιτιστικών πυραύλων, μικρής, μέσης και μακράς εμβέλειας, ικανό να αναχαιτίζει απειλές (περιλαμβανομένων και βαλλιστικών πυραύλων) αρχίζοντας (ανάλογα με τον τύπο πυραύλου) από τα 0 και φτάνοντας μέχρι και τα 150 χλμ, κάτι που σημαίνει ότι πρόκειται για ένα σύστημα που θα μπορούσε είτε να αντικαταστήσει υπάρχοντα συστήματα αεράμυνας, ή να υιοθετηθεί με στόχο τη συνολική βελτιστοποίηση της αεράμυνας.

 

Η πρώτη παρτίδα, σύμφωνα με τα κυπριακά δημοσιεύματα, έχει φτάσει στην Κύπρο και είναι ήδη σε επιχειρησιακή ετοιμότητα με την Εθνική Φρουρά, και αναμένονται οι υπόλοιπες παρτίδες ώστε να ολοκληρωθεί ο νέος «θόλος» αεράμυνας της Κύπρου. Όπως έχει αναφερθεί, το σύστημα αεράμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας θα είναι συμβατό με τον αντίστοιχο «θόλο» αεράμυνας που ετοιμάζει η Ελλάδα, ο οποίος, όπως όλα δείχνουν, θα έχει επίσης κυρίαρχο το ισραηλινό στοιχείο, καθώς φαίνεται να έχουν «κλειδώσει» τα συστήματα David’s Sling και SPYDER, τα οποία προορίζονται να αντικαταστήσουν παλαιότερα συστήματα αεράμυνας όπως τα ρωσικής «καταγωγής» OSA-AK και TOR-M1 (τα οποία είναι πιο σύγχρονα συστήματα και υπηρετούν στους σχηματισμούς της Θράκης, μα λόγω των κυρώσεων στη Ρωσία που ακολούθησαν την εισβολή στην Ουκρανία, η υποστήριξή τους θεωρείται «δύσκολη εξίσωση»). Σε παρόμοιο πλαίσιο, το Barak MX θεωρείται πως θα συμπληρώνει και σε βάθος χρόνου θα αντικαταστήσει τα κυπριακά TOR-M1 και τα παλιά, σοβιετικής προέλευσης, Buk M1-2.

 

 

Σε αυτό το πλαίσιο συμβατότητας, και λαμβάνοντας υπόψιν το ισχυρό αποτύπωμα της ΙΑΙ στην Ελλάδα μετά τη συμφωνία εξαγοράς της Intracom Defense, αλλά και την ανάγκη επίλυσης κάποια στιγμή του «γρίφου» των S-300, μπορεί να ειπωθεί ότι δεν θα αποτελούσε «έκπληξη» αν κάποια στιγμή το Barak MX εντασσόταν επίσης στο ελληνικό πλέγμα αεράμυνας, στο πλευρό σύγχρονων μέσων υψηλών δυνατοτήτων όπως οι πύραυλοι Patriot, οι φρεγάτες FDI, τα προηγμένα μαχητικά F-16V, Rafale και F-35 και συστήματα αντι-drone σαν αυτά που έχει ήδη σε υπηρεσία η Ελλάδα και το «Κένταυρος» της ΕΑΒ.

Η στάση της Τουρκίας

Όπως προαναφέρθηκε, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 η Τουρκία είχε αντιδράσει έντονα στην προμήθεια των πυραύλων S-300 από την Κύπρο, οδηγώντας στην «κρίση των πυραύλων» που είχε ως αποτέλεσμα το ρωσικό σύστημα αεράμυνας να καταλήξει στην Κρήτη. Δεκαετίες αργότερα, η Κύπρος αποκτά ένα σύστημα με πολύ ανώτερες δυνατότητες, ακόμα και λαμβάνοντας υπόψιν ότι μιλάμε για πολύ διαφορετικές εποχές και διαφορετικές «γενιές» όσον αφορά στα επίπεδα τεχνολογίας- ωστόσο η τουρκική αντίδραση αυτή τη φορά φαίνεται, προς το παρόν τουλάχιστον, μάλλον υποτονική.

 

 

O Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ ισχυρίστηκε πως «η Κύπρος έχει ξεφύγει» και ο εξοπλισμός της προκαλεί ανησυχία και ενόχληση στους Τουρκοκυπρίους, προσθέτοντας πως «παρακολουθούμε φυσικά τις εξελίξεις, αλλά θα κάνουμε τις εκτιμήσεις μας μαζί με την Τουρκία».Σε ανακοίνωση του «υπουργείου εξωτερικών» του ψευδοκράτους υποστηρίζεται πως «η στήριξη από την αμερικανική κυβέρνηση προς την ελληνοκυπριακή διοίκηση υπό το πρόσχημα της στρατηγικής συνεργασίας και της στρατιωτικής συνεργασίας με το Ισραήλ και τη Γαλλία εγκυμονούν κινδύνους ανατροπής των ευαίσθητων ισορροπιών στην περιοχή», συμπληρώνοντας πως οι «εξοπλιστικές δραστηριότητες έχουν υψηλή πιθανότητα να σύρουν όλο το νησί στην καταστροφή στο προσεχές μέλλον...καλούμε όλες τις πλευρές να ενεργήσουν με κοινή λογική και τους διεθνείς δρώνες να σταματήσουν να ενθαρρύνουν την ελληνοκυπριακή διοίκηση...ως ισότιμοι ιδιοκτήτες του νησιού θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε εναντίον οποιασδήποτε ελληνοκυπριακής προσπάθειας να μετατραπεί το νησί σε στρατιωτική βάση για τα συμφέροντα συγκεκριμένων δυνάμεων».

Από πλευράς του ο πρόεδρος της τουρκικής εθνοσυνέλευσης, Νουμάν Κουρτουλμούς, έκανε λόγο για «εξοπλιστικό πάθος» από πλευράς της Κυπριακής Δημοκρατίας, ισχυριζόμενος ότι «θα διαπιστώσουν ότι είναι άχρηστα τα όπλα που παίρνουν» και ότι η Τουρκία θέλει να σταματήσουν συνολικά οι εξοπλισμοί. Παράλληλα, στα τουρκικά ΜΜΕ έχει υπάρξει «θύελλα» δημοσιευμάτων και αναφορών (καθώς και σχολίων σχετικά με περαιτέρω εξοπλιστικές κινήσεις από πλευράς Κύπρου, σχετικά με την προμήθεια νέων επιθετικών ελικοπτέρων και αρμάτων μάχης) - ωστόσο ως τώρα οι αντιδράσεις φαίνονται να φτάνουν μέχρι εκεί.

H υποτονική αντίδραση της Τουρκίας (ειδικά συγκριτικά με το τι είχε συμβεί με το θέμα των S-300) εκτιμάται πως οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην «άσκηση ισορροπίας» που καλείται να πραγματοποιήσει η Άγκυρα: Εν μέσω μιας περιόδου που χαρακτηρίζεται από προσέγγιση ΗΠΑ- Κύπρου, η οποία συνοδεύεται από μεγάλη ενίσχυση του αμερικανικού στρατιωτικού αποτυπώματος στο νησί (προκαλώντας μεγάλη ενόχληση στην Άγκυρα) και εν όψει της ανάληψης καθηκόντων από την κυβέρνηση Τραμπ, η Τουρκία είναι λογικό να εμφανίζεται μάλλον «προσεκτική» όσον αφορά σε επιλογές που θα μπορούσαν να προκαλέσουν επιπλέον εντάσεις με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού- ειδικά δεδομένης της στάσης της Άγκυρας όσον αφορά στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και της γενικότερης ρήξης στις σχέσεις της με το Ισραήλ, αλλά και της φιλοϊσραηλινής γραμμής που αναμένεται να ακολουθήσει η νέα αμερικανική κυβέρνηση. Επίσης, δεν θα έπρεπε να παραβλέπονται οι εξελίξεις στη Συρία, όπου η Άγκυρα επιδιώκει/ καλείται για άλλη μια φορά να παίξει ρόλο.

 

 

Υπό αυτό το πλαίσιο, και λαμβάνοντας υπόψιν τις «δοκιμασίες» που περνούν επανειλημμένα οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις τα τελευταία χρόνια (για θέματα που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την τουρκική στάση ως προς τον πόλεμο στην Ουκρανία και τους δεσμούς με τη Ρωσία, που έχουν προκαλέσει ενόχληση στην Ουάσινγκτον), θεωρείται ότι η επιλογή της Άγκυρας θα είναι μάλλον να αποφύγει να ανοίξει άλλο ένα «μέτωπο» και αντ’αυτού θα επιχειρήσει απλώς να υποβαθμίσει τους κυπριακούς εξοπλισμούς, στην ίδια γραμμή που το κάνει και με τους ελληνικούς. Σημειώνεται πως, παρά τις έντονες αντιδράσεις από μερίδα των ΜΜΕ και σχολιαστές στην Τουρκία όσον αφορά στο θέμα των ελληνικών εξοπλιστικών προγραμμάτων και το πώς επηρεάζουν το ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος, η γραμμή που ακολουθείται από την κυβέρνηση Ερντογάν φαίνεται να είναι περισσότερο η ανάδειξη των προγραμμάτων της αμυντικής βιομηχανίας- στο πνεύμα αυτό, άλλωστε, υπενθυμίζεται και δήλωση του υπουργού Άμυνας της Τουρκίας, Γιασάρ Γκιουλέρ, τον Μάιο πως η Τουρκία, ως σύμμαχος στο ΝΑΤΟ, θα ήταν «ευχαριστημένη» αν η Ελλάδα αποκτούσε το F-35 (από το πρόγραμμα του οποίου η Άγκυρα εκδιώχθηκε λόγω της προμήθειας των S-400 και τώρα αναζητεί τρόπους για να επιστρέψει).