Η προσπάθεια της Δύσης να αποδυναμώσει ενεργειακά τη Ρωσία με ένα ευρύ πλέγμα κυρώσεων στο πετρέλαιο, τα προϊόντα του και στο φυσικό αέριο έχει στρέψει τη Μόσχα σε περισσότερες γεωτρήσεις για να καλύψει τη «χασούρα».
Κι ενώ Ευρωπαϊοι αξιωματούχοι επιμένουν στις δηλώσεις τους οτι η Ρωσία έχει «γονατίσει» από τις δυτικές κυρώσεις και το πλαφόν, έγκριτοι ενεργειακοί αναλυτές μιλώντας στο Bloomberg υποστηρίζουν, οτι η Μόσχα μπορεί να κρατήσει ζωντανή τη βιομηχανία του πετρελαίου της για τουλάχιστον άλλα τέσσερα χρόνια.
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Ενέργειας Kadri Simson, σε συνέντευξή του στο Κάιρο υποστήριξε πρόσφατα πως «η Ρωσία δεν μπορεί να διατηρήσει τους όγκους παραγωγής πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα γιατί δεν έχει πλέον πρόσβαση στην απαραίτητη τεχνολογία».
Όμως τα στοιχεία από τη Μόσχα «λένε μια διαφορετική ιστορία».
Οι αναλυτές εξηγούν στο Bloomberg, ότι οι ρωσικές εταιρείες έκαναν το 2022, περισσότερες γεωτρήσεις στα κοιτάσματα πετρελαίου τους από ολόκληρη την τελευταία δεκαετία, ενώ ελάχιστες είναι οι ενδείξεις ότι οι διεθνείς κυρώσεις και η αποχώρηση μεγάλων δυτικών εταιρειών έβλαψαν άμεσα τις δραστηριότητες της.
Αυτό δίνει και την απάντηση, στο πώς ανέκαμψε η παραγωγή πετρελαίου της χώρας το δεύτερο εξάμηνο του 2022, παρά την επιβολή περαιτέρω κυρώσεων στις εξαγωγές της.
«Η ρωσική βιομηχανία συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό να λειτουργεί όπως πριν», δήλωσε ο Vitaly Mikhalchuk, επικεφαλής του ερευνητικού κέντρου της Business Solutions and Technologies, μιας πρώην ρωσικής μονάδας συμβούλων της Deloitte & Touche LLP.
«Η Ρωσία μπόρεσε να διατηρήσει τις περισσότερες αρμοδιότητες, περιουσιακά στοιχεία και τεχνολογίες στον τομέα των υπηρεσιών πετρελαίου με αποτέλεσμα να μην έχει «λυγίσει» από τις κυρώσεις όπως περίμενε η Δύση, παρότι η βιομηχανία πετρελαίου της έχει υποστεί την πιο δραματική αλλαγή στις πολιτικές συνθήκες μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης» υποστηρίζει.
Αύξησε την παραγωγή πετρελαίου σε ρεκόρ 10ετίας
Δυτικοί πετρεαλικοί κολοσσοί όπως οι BP, Shell και Exxon Mobil αποχώρησαν από την ρωσική αγορά απομακρύνοντας επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στη χώρα. Το ίδιο έκαναν και μεγάλες εταιρείες σε άλλους τομείς ενώ η Ευρώπη, προχωρησε σε έναν «ολοκληρωτικό περιορισμό των εξαγωγών σε εξοπλισμό, τεχνολογία και υπηρεσίες για την ενεργειακή βιομηχανία στη Ρωσία».
Η απάντηση της Μόσχας σε αυτόν τον αποκλεισμό, ήταν να δημιουργήσει το 2022 περισσότερες πλατφόρμες εξόρυξης πετρελαίου σε συνολικό βάθος άνω των 28.000 χιλιομέτρων.
Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό σε πάνω από μια δεκαετία, σύμφωνα με στοιχεία της βιομηχανίας που έχει στην κατοχή του το Bloomberg.
Ο συνολικός αριθμός των πηγαδιών που άνοιξαν πέρυσι ήταν περισσότερα από 7.800, μια αύξηση της τάξης του κατά 7%.
Γιατί η Ρωσία αντέχει;
Πολλοί είναι οι παράγοντες που συνέβαλλαν στο να διατηρήσει η Ρωσία ισχυρή την βιομηχανία πετρελαίου της.
Ο βασικός παράγοντας είναι οτι η Ρωσία δεν εξαρτάται από τις μεγάλες ξένες πετρελαικές εταρείες, οι οποίες αντιπροσώπευαν το 2021 μόνο το 15% όσως δραστηριοποιούνται στη χώρα, σύμφωνα με στοιχεία της Vygon Consulting.
Το μεγάλο μέρος της αγοράς της κυριαρχείται από τις ρωσικές πετρελαικές εταρείες όπως η Rosneft PJSC, η Surgutneftegas PJSC και ο Όμιλος της Gazprom..
«Οι ρωσικές εταιρείες προσελκύουν ξένους εργολάβους εάν χρειάζονται υπηρεσίες και εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας καθώς και προηγμένο λογισμικό», ανέφερε έκθεση της Vygon Consulting..
Ενας δεύτερος παράγοντας είναι ότι ορισμένοι από τους δυτικούς κολοσσούς υπηρεσιών πετρελαίου δεν έφυγαν ποτέ από τη Ρωσία.
Η SLB και η Weatherford International Plc συνεχίζουν τις δραστηριότητες τους έχοντας ελάχισρους περιορισμούς.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της SLB Olivier Le Peuch δήλωσε τον Ιούλιο ότι η εταιρεία έχει νόμιμο δικαίωμα να εργάζεται στη Ρωσία υποστηρίζοντας, οτι παράλληλα συμμορφώνεται πλήρως με τις κυρώσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Η Weatherford, αν και είχε δηλώσει πέρυσι ότι σταμάτησε «όλες τις νέες επενδύσεις στην ανάπτυξη νέας τεχνολογίας στη Ρωσία», η πιο πρόσφατη τριμηνιαία έκθεσή της εξακολουθεί να αναφέρει τη Ρωσία ως χώρα στην οποία διατηρεί τα συμφέροντα της.
Επιπλέον, οι δύο κολοσσοί των υπηρεσιών πετρελαίου που έφυγαν από τη Ρωσία, η Halliburton Co.και η Baker Hughes Co,, πούλησαν την επιχείρησή τους στις ρωσικές εταιρείες,BurService και OFS Technologies, (πρώην ρωσική μονάδα της Baker Hughes) αντίστοιχα, διατηρώντας το προσωπικό και την τεχνογνωσία, σύμφωνα με τον Victor Katona, ανεξάρτητο αναλυτή της Kpler.
Τα πραγματικά εμπόδια για τη Μόσχα
Το μεγάλο πρόβλημα που αποδεδειγμένα αντιμετωπίζει η Μόσχα για την βιομηχανία πετρελαίου της, είναι η απόκτηση δυτικού εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας, σύμφωνα με το BST.
Ωστόσο, «αυτά τα προβλήματα επιλύονται χάρη στις εισαγωγές μέσω διαμεσολαβητών σε φιλικά κράτη ή με την εύρεση εναλλακτικών προμηθευτών στην Κίνα», δήλωσε ο Mikhalchuk.
Από τότε που η παραγωγή ρωσικού πετρελαίου έφτασε μετά την εισβολή στο χαμηλό επίπεδο της στα 10,05 εκατ. βαρέλια την ημέρα τον Απρίλιο, ανέκαμψε γρήγορα σε περίπου 10,9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα στα τέλη του 2022 και παρέμεινε κοντά σε αυτό το επίπεδο τον Ιανουάριο.
Μια άλλη μεγάλη πρόκληση είναι η χαμηλή ικανότητά της να αποθηκεύει πετρέλαιο σε μεγάλη κλίμακα, γεγονός που αναγκάζει την Ρωσία να παράγει και να πουλά αμέσως διαφορετικά μειώνει την παραγωγή.
Κάτι τέτοιο συνέβει πέρυσι, μερικές εβδομάδες μετά την εισβολή στην Ουκρανία, όταν μια απεργία στα διυλιστήρια διόγκωσε τα αποθέματα αργού σε τέτοιο βαθμό που η Ρωσία αναγκάστηκε να μειώσει την παραγωγή κατά περίπου 500.000 βαρέλια την ημέρα.
Μακροπρόθεσμες οι επιπτώσεις
Παρότι οι αναλυτές υποστηρίζουν οτι δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η απαγόρευση των εισαγωγών αργού από την ΕΕ στις 5 Δεκεμβρίου έχει προκαλέσει τεράστια προβλήματα στην ρωσική παραγωγή, ούτε μπορεί να εκτιμηθεί ο πλήρης αντίκτυπος της ευρωπαϊκής απαγόρευσης της 5ης Φεβρουαρίου στην αγορά διυλισμένων καυσίμων από τη Ρωσία, θεωρούν οτι μακροπρόθεσμα θα υπάρχουν επιπτώσεις.
Ο Swapnil Babele, Αντιπρόεδρος της Rystad Energy A/S εκτιμά οτι «η απόδοση ορισμένων υπηρεσιών πετρελαίου μπορεί να μειωθεί, ενώ οι απώλειες και οι κίνδυνοι θα αυξηθούν».
Ο Mikhalchuk της BST πιστεύει ότι «ένα έλλειμμα τεχνολογιών για την ανάπτυξη των υπεράκτιων και ορισμένων δύσκολα ανακτήσιμων αποθεμάτων μπορεί να γίνει πρόβλημα».
Όπως το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, όπου επιβλήθηκε διεθνής απαγόρευση παροχής υπηρεσιών για έργα πετρελαίου στο Ρωσικό σχιστόλιθο στην Αρκτική γεγονός που εμπόδισε τη Rosneft να αξιοποιήσει τα υπεράκτια κοιτάσματα της στη βόρεια Θάλασσα Kara.
Έκτοτε, οι ρωσικές εταιρείες έχουν αναπτύξει εσωτερική τεχνογνωσία σε πολλούς τομείς με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολοι στόχοι στις κυρώσεις.
Ακόμη κι αν οι κυρώσεις στον τεχνολογικό εξοπλισμό περιορίζουν τη δραστηριότητα εξόρυξης σε δύσκολα σημεία, η Ρωσία έχει αρκετά παραδοσιακά αποθέματα για να διατηρήσει τη ροή του πετρελαίου της.
Αν υποθέσουμε ότι η παραγωγή θα παραμείνει κοντά στα σημερινά επίπεδα, μέχρι το 2027 μόλις το 3% της παραγωγής της θα εξαρτιόταν από τις δυτικές τεχνολογίες που δεν έχει πρόσβαση« είπε ο Mikhalchuk.
«Η ρωσική παραγωγή θα μπορούσε να διατηρηθεί γύρω από τα τρέχοντα επίπεδα παραγωγής για τουλάχιστον τέσσερα έως πέντε χρόνια» σε τεχνική βάση, είπε ο Katona.