Αν και η αμυντική συμφωνία Aukus μεταξύ ΗΠΑ, Ηνωμένου Βασιλείου και Αυστραλίας έχει δυσαρεστήσει έως και εξοργίσει αρκετές χώρες διεθνώς, με πρώτες φυσικά την Κίνα στην οποία στοχεύει αλλά και τη Γαλλία πού ήταν παράπλευρη απώλεια, υπάρχει και μια χώρα που φαίνεται να βγαίνει κερδισμένη.
Και αυτή είναι η Ταϊβάν.
Αν και φυσικά δεν συμμετέχει στη συμφωνία-και δεν έχει καν αναγνωριστεί από τις τρεις χώρες που την υπογράφουν- το γεγονός πως η στόχευση της Aukus είναι ο περιορισμός και αποτροπή της διαρκούς επιθετικής πολιτικής της Κίνας στον Ινδικο-Ειρηνικό- ήταν ούτως ή άλλως μια κίνηση επωφελής για την Ταϊβάν, στη λογική του «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου» αφού η χώρα βρίσκεται σε απομόνωση εξαιτίας του Πεκίνου και υπό διαρκή απειλή.
Ακόμη πιο σημαντικό όμως φαίνεται πως είναι ότι η ανακοίνωση της συμφωνίας συνοδεύεται και από μια νέα πολιτική, σαφώς πιο υποστηρικτική, προς την ίδια τη χώρα.
ΗΠΑ και Αυστραλία σε κοινή δήλωση τους, όπως αναφέρει ο Guardian, δεσμεύτηκαν για την σύναψη ισχυρότερων δεσμών με το νησιωτικό κράτος χαρακτηρίζοντας μάλιστα την Ταϊβάν ως μια «κορυφαία δημοκρατία και κρίσιμο εταίρο και για τις δύο χώρες».
Ήδη μάλιστα η κυβέρνηση της Ταϊπέι, χαιρέτισε τη συμφωνία Aukus και καλωσόρισε τη στήριξη από τόσο ισχυρούς συμμάχους ενώ την ίδια στιγμή, σύμφωνα με το Reuters, κάλεσε και την ΕΕ να επισπεύσει την έναρξη εμπορικών συνομιλιών, μετά και την επιδίωξη της τελευταίας για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας με τη χώρα.
Στο μεταξύ, εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Ταϊβάν, υπογράμμισε επίσης την άρνηση του Βρετανού πρωθυπουργού, Μπόρις Τζόνσον να αποκλείσει μια πιθανή συμμετοχή της χώρας σε πόλεμο με την Κίνα για το νησί, αλλά είπε ότι η Ταϊβάν δεν ζητούσε από κανέναν να πολεμήσει για λογαριασμό της.
Η Ταϊβάν θεωρείται ότι κινδυνεύει από επίθεση ή εισβολή από την Κίνα, η οποία τη διεκδικεί ως επαρχία καθώς η ενοποίηση είναι βασικός στόχος του ηγέτη της χώρας Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος ουδέποτε απέκλεισε την κατάληψη της Ταϊβάν με τη βία.
Το Πεκίνο θεωρεί τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Ταϊβάν ως αυτονομιστές, αλλά ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Τσάι Ινγκ-βεν, δηλώνει ότι η Ταϊβάν είναι ήδη μια κυρίαρχη χώρα.
Η διαμάχη πηγαίνει πίσω πολλά χρόνια.
Το 1912 το Κουομιτάνγκ (KMT, Εθνικό Κόμμα) καθιέρωσε τη Δημοκρατία της Κίνας στην ηπειρωτική Κίνα. Το 1949 το KMT νικήθηκε από το Κομουνιστικό Κόμμα στον εμφύλιο πόλεμο και η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κίνας (ΚΜΤ) επέστρεψε στην Ταϊβάν. Κατά συνέπεια, το επίσημο όνομα της Ταϊβάν είναι «Δημοκρατία της Κίνας» αλλά δεν κυβερνήθηκε ποτέ από την κομμουνιστική Κίνα (ΛΔΚ).
Το 1996 στην Ταϊβάν διεξήχθησαν οι πρώτες προεδρικές εκλογές.
Η Ταϊβάν είναι από τις πιο δημοκρατικές χώρες στην Ασία με σεβασμό στην ελευθερία του λόγου, της θρησκείας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ισότητας των φύλων.
Από τη δεκαετία του 1960 εισήλθε σε μια περίοδο ταχείας οικονομικής ανάπτυξης και εκβιομηχάνισης με πολλούς οικονομολόγους να κάνουν λόγο για το «Θαύμα της Ταϊβάν». Η οικονομία είναι προσανατολισμένη στις εξαγωγές διαπρέπει στον τομέα της τεχνολογίας και σήμερα είναι η 21η μεγαλύτερη οικονομία στην κόσμο ενώ και έρχεται 15η στην παγκόσμια κατάταξη σε ό,τι αφορά το κατά κεφαλών ΑΕΠ.
Ωστόσο οι πολιτικές της διαφορές με την Κίνα την καταδικάζουν σε μια διπλωματική απομόνωση. Η Ταϊβάν δεν είναι μέλος το ΟΗΕ και δεν έχει επίσημες διπλωματικές σχέσεις με πολλές χώρες.
Πηγές: Reuters, The Guardian