Για πολλούς από εμάς η καραντίνα Νο 2 μπορεί να δυσκολεύει τα πράγματα ακόμα περισσότερο από την πρώτη που ζήσαμε την φετινή ’Ανοιξη.
Το άγχος και το στρες συμβαδίζουν χέρι χέρι με την καθημερινότητα μας. Κάτι σαν την χρήση της μάσκα προστασίας. Με τα κρούσματα σε ανοδική τάση, τα μέτρα να αλλάζουν διαρκώς, το εμβόλιο που έρχεται αλλά αργεί ακόμα, είναι απόλυτα φυσιολογικό οι ρυθμοί μας να είναι σαν καρδιογράφημα.
Όσο για την κοινωνική μας ζωή θα μπορούσε εύκολα κάποιος να την χαρακτηρίσει ως ανεπαρκή. Ας είναι καλά το διαδίκτυο, ή καλύτερα οι τηλεπικοινωνίες, που μας δίνουν την δυνατότητα μέσω των διαφόρων εφαρμογών να επικοινωνούμε με αγαπημένα πρόσωπα.
Μελέτες δείχνουν αυξητικές τάσεις όχι μόνο στα κρούσματα αλλά και στο κομμάτι της επόμενης μέρας. Με άλλα λόγια όλους μας απασχολεί το πόσο διαφορετική θα είναι η ζωή μας στην μετά κορονοϊού εποχή. Στην Μεγάλη Βρετανία για παράδειγμα, το συγκεκριμένο ερώτημα απασχολεί σε πολύ μεγάλο βαθμό το 78% των ενηλίκων.
Δεν είναι λίγες μάλιστα οι περιπτώσεις που πολύς κόσμος αναγκάζεται να ισορροπεί ανάμεσα στα προσωπικά του προβλήματα και αυτά των φίλων.
Πρόσφατα δημοσιεύθηκε άρθρο αναγνώστη στην βρετανική εφημερίδα The Guardian, με τίτλο «Ο φίλος μου μεταφέρει το άγχος του και τώρα εγώ είμαι ράκος», στο οποίο, εξηγούσε την κατάσταση στην παρούσα φάση ως εξής:
«Έχουμε καταλήξει να μην μιλάμε μεταξύ μας, να μην γίνεται διάλογος. Είναι απλά ένας ατελείωτος εξουθενωτικός μονόλογος».
Με άλλα λόγια δεν υπάρχει η ψυχική δύναμη να αντιμετωπίσει κάποιος το άγχος, τόσο το δικό του όσο και του φίλου του.
Πώς, λοιπόν, μπορούμε να βοηθήσουμε;
Είναι δύσκολο να πει κάποιος με σιγουριά από που πρέπει ν′ αρχίσει, όταν έχει να στηρίξει κάποιον δικό του άνθρωπο που αντιμετωπίζει κρίσεις άγχους. Μην ξεχνάμε πως κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και αντιμετωπίζει το άγχος με τον δικό του τρόπο.
Μία προσέγγιση σύμφωνα με την ψυχολόγο, Ρακχί Τσαντ, μέλος της Βρετανικής Ένωσης Ψυχοθεραπείας, είναι να ρωτήσουμε τι χρειάζονται ή τι έχουν ανάγκη.
Είναι σημαντικό να μεταδώσουμε στον άλλο την πεποίθηση ότι είμαστε δίπλα του να τον υποστηρίξουμε στην δύσκολη περίοδο που περνάει, ότι τον καταλαβαίνουμε και κυρίως συμπάσχουμε μαζί του. Βέβαια το δύσκολο κομμάτι είναι να ανταπεξέλθουμε στο πρόβλημα του άλλου όταν και εμείς περνάμε το ίδιο δύσκολα, μας λέει η ψυχοθεραπευτής Λούσι Φούλερ.
Δεν πρέπει όμως να απαξιώνουμε το δικό μας άγχος κατά την διαδικασία, εξηγεί η Ρακχί Τσαντ.
«Πολλοί από εμάς έχουμε μια τάση να βάζουμε σε δεύτερη μοίρα το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε χρησιμοποιώντας εκφράσεις όπως, ”είμαι πραγματικά τυχερός, πολλοί άνθρωποι είναι πολύ χειρότερα”. Σαν ιδέα μπορεί να ακούγεται καλή, σε βάθος χρόνου όμως, δεν θα μας βοηθήσει».
Πρέπει να είμαστε δίκαιοι με τον εαυτό μας και προστατευτικοί όταν συνειδητοποιούμε πως δεν μπορούμε να διαχειριστούμε το πρόβλημα κάποιου άλλου μία μέρα. Ούτε να νιώθουμε ενοχές για το πως θα το πούμε. Το μόνο που χρειαζόμαστε την ώρα εκείνη είναι ειλικρίνεια και ευγένεια.
Όπως λέει η Λούσι Φούλερ, «θα πρότεινα να είμαστε ειλικρινείς λέγοντας πως λυπόμαστε για την δυσκολία που αντιμετωπίζει αλλά στην παρούσα φάση και εμείς είμαστε σε μία αντίστοιχη ψυχολογική κατάσταση που δεν μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε όλα μαζί. Μην ξεχνάμε η διάθεση να ακούσουμε το πρόβλημα του άλλου, από μόνο του αποτελεί μια σημαντική βοήθεια».
Ένας περίπατος παρέα βοηθάει σημαντικά καθώς το μυαλό θα ξεφύγει από τα καθημερινά προβλήματα που μας ταλανίζουν. Δεν χρειάζεται να γίνει διάλογος. Δεν χρειάζεται καν να μιλήσουμε, παρά να μοιραστούμε την σιωπή. «Ανακούφιση - παρηγοριά μπορούμε να βρούμε στην παρουσία και μόνο κάποιου δικού μας ανθρώπου, που αγαπάμε πολύ και σεβόμαστε, χωρίς να ανταλλάξουμε λόγια, βιώνοντας μία παράλληλη ηρεμία», υποστηρίζει η Λούσι Φούλερ.
«Τώρα, αν δούμε πως δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε για αρκετά μεγάλο διάστημα, ταυτόχρονα, το πρόβλημα του φίλου μας και το δικό μας, αυτό είναι σημάδι πως έχει έρθει η ώρα να συμβουλευτούμε κάποιον ειδικό», εξηγεί η Ρακχί Τσαντ.
Τι δεν πρέπει να κάνουμε
Οι ειδικοί μας συμουλεύουν να μην προσπαθούμε να λύσουμε το πρόβλημα του φίλου μας παρά μόνο αν μας ζητήσει την συμβουλή μας. Όταν ακούμε είναι πιο σημαντικό.
«Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται κάποιος που βιώνει μια δύσκολη κατάσταση, είναι να του υποδείξουμε τι να κάνει για να νιώσει καλύτερα. Στηρίζουμε τον άλλον και μόνο που συμμεριζόμαστε το πρόβλημα του», λέει η Λούσι Φούλερ.
Εδώ όμως μπαίνει μια πολύ σοβαρή παράμετρος.
Αν συνεχώς συμμεριζόμαστε το πρόβλημα του άλλου, και μόνο, οδηγούμαστε αναπόφευκτα σε αδιέξοδο καθώς «αφαιρούμε την σοβαρότητα της κατάστασης που βιώνουμε. Αν πάλι βάλουμε σε ζυγαριά το δικό τους πρόβλημα με το δικό μας καταλήγοντας πως η δική μας περίπτωση είναι πιο σοβαρή, αργά η γρήγορα θα τους απομακρύνουμε από κοντά μας καθώς θα νιώθουν πως δεν έχει αξία η δυσκολία που βιώνουν», συνεχίζει η Λούσι Φούλερ.
Το να εκφράζουμε τα συναισθήματα μας είναι πολύ λυτρωτικό. Αποβάλλει την πίεση που νιώθουμε, το στρες και το άγχος. Όταν όμως τα συναισθήματα μας γίνονται όλο πιο έντονα και η ανάγκη να τα μοιραστούμε μεγαλύτερη και πιο συχνή, όταν τα πάντα γύρω μας πνίγουν, αυτή είναι η ώρα και για τους δύο να μιλήσουμε σε κάποιον ειδικό.