Πώς θα αρχίσουμε να εργαζόμαστε με πιο ανθρώπινους ρυθμούς

Είναι σημαντικό να θέτουμε τα όριά μας.
Open Image Modal
tommy via Getty Images
Balance, Life balance, Wellbeing, Working, Choose, Lifestyle

Στην σύγχρονη νοοτροπία είναι εδραιωμένη η αντίληψη ότι μόνο θυσιάζοντας την προσωπική μας ζωή, κατά τη νεαρή ηλικία, θα κατορθώσουμε να χτίσουμε ένα επαγγελματικό προφίλ με προοπτικές. Αυτό, μεταφράζεται σε ακραίες συνθήκες και ώρες δουλειάς, με τη φιλοδοξία στο μέλλον να απολαύσουμε τους καρπούς όλου αυτού του κάματου.

To καλοκαίρι, σηματοδοτώντας το τέλος μιας επαγγελματικής σεζόν, πυροδοτεί αναστοχασμούς επάνω σε ζητήματα της καθημερινότητας. Έχουμε σκεφτεί, πόσες ώρες θυσιάζουμε από το παρόν ελπίζοντας σε μια επαγγελματική αναγνώριση στο μέλλον, που εντέλει μπορεί και να μην έρθει ποτέ;

Αν και η γενική πεποίθηση είναι ότι ημερησίως, κρατάμε οκτώ ώρες για ύπνο, οκτώ για δουλειά και άλλες οκτώ για αναψυχή, ελάχιστοι από εμάς κατορθώνουμε να διατηρήσουμε τη συγκεκριμένη ισορροπία.

Πολλοί ξεκινάμε την ημέρα μας ελέγχοντας την ηλεκτρονική μας αλληλογραφία, ενώ ομοίως πράττουμε και το βράδυ, «κουβαλώντας» τη δουλειά στο σπίτι. Εάν μετακινούμαστε προκειμένου να φτάσουμε στον χώρο εργασίας, μπορεί να περάσουμε από μία έως τέσσερις ώρες στο δρόμο. Αν τώρα, προσθέσουμε το τον χρόνο που χρειάζεται για να προετοιμαστούμε για την επόμενη μέρα ή τα λεπτά και τις ώρες που αναγκαζόμαστε να μένουμε στη δουλειά μετά το σχόλασμα, θα διαπιστώσουμε ότι ο χρόνος για τον εαυτό μας υφίσταται πολλαπλές περικοπές.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας ωστόσο, το πρόβλημα έγινε πιο έντονο, καθώς η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον επαγγελματικό και τον προσωπικό μας χρόνο γινόταν όλο και πιο λεπτή, με κίνδυνο να εξαφανιστεί εντελώς. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, παρόλο που το κόστος διαβίωσης διαρκώς καλπάζει, δεν είδαμε το μισθό μας να σημειώνει την ελάχιστη ανοδική πορεία.

Ωστόσο, κόντρα σε συναισθήματα θλίψης, αναστάτωσης και κόπωσης, τα οποία αδυνατούμε να ελέγξουμε, συνεχίζουμε σε μία αγορά εργασίας όπου οι απαιτήσεις αυξάνονται διαρκώς.

Μια κυβερνητική μελέτη του 2021 διαπίστωσε ότι η εντατικοποίηση της εργασίας έχει αυξηθεί από τη δεκαετία του 1990, σχεδόν σε όλους τους τομείς. Συγκεκριμένα το 46% των ανθρώπων δηλώνουν ότι εργάζονται «πολύ σκληρά», το 60% αναφέρουν ότι εργάζονται κάτω από εξαιρετικά αυστηρές προθεσμίες και το 45% απαντούν ότι εργάζονται με «ιλιγγιώδεις ταχύτητες».

Πράγματι, εξαιτίας της πανδημίας, πολλοί από εμάς εργαζόμαστε περισσότερο από το σπίτι, κάτι που ενώ αισθανόμαστε ότι μας κάνει καλό, στην πραγματικότητα απαιτεί το ίδιο επίπεδο προσπάθειας.

Έρευνα από τη δεξαμενή σκέψης του Ιδρύματος Resolution διεξήγαγε το συμπέρασμα ότι η ικανοποίηση των εργαζομένων μειώνεται, ενώ οι στρεσογόνοι παράγοντες που οφείλονται στη σκληρή δουλειά αυξάνονται.

Open Image Modal
DjelicS via Getty Images
Κόντρα σε συναισθήματα θλίψης, αναστάτωσης και κόπωσης, συνεχίζουμε σε μία αγορά έργασίας όπου οι απαιτήσεις αυξάνονται διαρκώς.

Μήπως ήρθε λοιπόν η ώρα να σταματήσουμε να εργαζόμαστε τόσο σκληρά;

Ο Φράνσις Γκριν, καθηγητής οικονομικών στο Ινστιτούτο Εκπαίδευσης του UCL, ερευνά τo φαινόμενο εντατικοποίησης της εργασίας, το οποίο κατά τα λεγόμενά του βρίσκεται στο επίκεντρο πολλών ζητημάτων στο χώρο εργασίας.

«Η ένταση της εργασίας έχει αυξηθεί με τα χρόνια. Πάρτε για παράδειγμα τους δασκάλους. Γνωρίζουμε ότι υπάρχει πρόβλημα διατήρησης των ίδιων δασκάλων στο κρατικό σχολικό σύστημα της Βρετανίας τα τελευταία δέκα χρόνια. Στην πραγματικότητα, δεν εργάζονται περισσότερες ώρες σε σύγκριση με τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, δουλεύουν πολύ πιο εντατικά, όπως συμβαίνει και σε άλλα επαγγέλματα, όπου η εργασία έχει ενταθεί με τα χρόνια. Αυτή η ένταση εξωθεί τους ανθρώπους στο να εγκαταλείψουν τα επαγγέλματά τους», επισημένει στην βρετανική έκδοση της HuffPost.

Η τεχνολογία, που κάποτε χαρακτηριζόταν σωτήρια, κάνει τα πράγματα χειρότερα, προσθέτει ο Γκριν. Έχοντας στο μυαλό του εφαρμογές όπως το Zoom, το Teams ή το Whatsapp, θεωρεί ότι τα αφεντικά μας μπορούν να εισβάλλουν στη ζωή μας ανά πάσα στιγμή.

«Οι ώρες εργασίας μας αρχίζουν να εξαπλώνονται σε άλλες ώρες της ημέρας, μέσω του τηλεφώνου και άλλων μορφών ψηφιακής τεχνολογίας. Πλησιάζει η στιγμή που θα είμαστε ″διαρκώς συνδεδεμένοι″. Ακόμη δηλαδή και να μην εργαζόμαστε με βάση το πρόγραμμα εργασίας, στην πραγματικότητα θα δουλεύουμε, αφού όταν φτάνει το μέιλ του αφεντικού μας αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να απαντήσουμε. Ακόμη κι αν είναι δέκα το βράδυ».

Όλη αυτή η σύγχυση απειλεί την ισορροπία της επαγγελματικής μας ζωής. ’Ετσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος να απολυθούμε ή και να μην επιθυμούμε εμείς οι ίδιοι να προχωρήσουμε στην καριέρα μας, διαπιστώνοντας ότι αδυνατούμε να ανταπεξέλθουμε στα καθήκοντά μας.

Πώς θα αρχίσουμε να εργαζόμαστε με πιο ανθρώπινους ρυθμούς;

Η απάντηση βρίσκεται στον σαφή επανακαθορισμό των ορίων, συνιστά ο καθηγητής Γκριν. Εργαζόμαστε υπερβολικά; Είμαστε μονίμως διαθέσιμοι; Μπορούμε να διεκδικήσουμε μικρές αλλαγές στην καθημερινή και εβδομαδιαία ροή εργασίας μας, που θα βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής μας και θα μας κάνουν ακόμη πιο αποδοτικούς.

«Για κρίσιμα ζητήματα, μπορούμε να εξετάσουμε το ενδεχόμενο να ενταχθούμε ως μέλη σε κάποιο συνδικάτο. Για απλά ζητήματα, μπορούμε να μιλήσουμε με τον προϊστάμενό μας. Αυτό δεν είναι εγγυημένο ότι θα πετύχει, ωστόσο αξίζει να συζητήσουμε με τους ανωτέρους μας τί μπορούμε και τί δεν μπορούμε να κάνουμε», προσθέτει ο Γκριν.

Εάν παραμένουμε επικοινωνιακοί και έχουμε τη διάθεση, θα καταφέρουμε να βρούμε λύσεις, δίχως να θέσουμε τη δουλειά μας σε κίνδυνο. Ωστόσο, είναι προσόν να γνωρίζουμε  τα εργασιακά μας δικαιώματα. Άλλωστε, ένας καλός διευθυντής πρέπει πάντα να ακούει