Υπάρχουν βασικές διαφορές μεταξύ ενοχής και ντροπής, ωστόσο οι δύο έννοιες συχνά συγχέονται. Η ενοχή βιώνεται όταν αισθανόμαστε ότι κάναμε κάτι λάθος ή εφόσον αντιληφθούμε ότι έχουμε κάνει μια κακή επιλογή.
Η ντροπή, από την άλλη πλευρά, είναι η πεποίθηση ότι κάνουμε λάθος, ανεξάρτητα από ένα συγκεκριμένο γεγονός ή τις επιλογές μας. Η ενοχή είναι εξωτερική της αίσθησης του εαυτού μας. Η ντροπή εσωτερικεύεται και μπλέκεται με την βασική μας ταυτότητα. Συνεπώς, ενδέχεται να οδηγήσει σε προβλήματα ψυχικής υγείας, συμπεριλαμβανομένης της κατάθλιψης.
Ενώ η ενοχή είναι μια στιγμιαία αρνητική αξιολόγηση των επιλογών μας, η ντροπή είναι μια αρνητική αξιολόγηση του εαυτού μας ως ανθρώπου.
Η ντροπή προέρχεται από την παιδική ηλικία ως αποτέλεσμα της ενδοοικογενειακής κακοποίησης, του εκφοβισμού ή της απόρριψης από συνομηλίκους στο σχολείο. Επιπλέον μπορεί να προκύψει ως συνέπεια της παιδικής παραμέλησης ή κακοποίησης, της ασυνεπούς ή απρόβλεπτης γονικής μέριμνας ή προβλημάτων ψυχικής υγείας των γονέων.
Στην ενήλικη ζωή μας, η εμπειρία της παιδικής ντροπής μπορεί να μας προδιαθέσει για σχέσεις που διέπονται από ναρκισσιστικά αισθήματα, εντός των οποίων το αίσθημα ντροπής διαιωνίζεται. Η ντροπή μπορεί να εκδηλωθεί διαφορετικά στις ενήλικες σχέσεις μας, ανάλογα με πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του αν οι εμπειρίες της παιδικής μας ντροπής ήταν μεμονωμένες ή χρόνιες και πόσο βαθιά η μπορεί να έχει εισχωρήσει η ντροπή στην αίσθηση της ταυτότητας μας.
Η παιδική ντροπή είναι πιθανό να επιφέρει πολλά αρνητικά αποτελέσματα στην ενήλικη ζωή μας. Τα πιο κοινά μεταξύ αυτών είναι:
Το αίσθημα κενότητας
Τα συναισθήματα της παιδικής ντροπής μπορεί να γεννήσουν χρόνια συναισθήματα κενού, μοναξιάς, αδυναμίας να συσχετιστούμε με τους άλλους ή αίσθημα ότι πρέπει να δημιουργήσουμε έναν ψεύτικο εαυτό, προκειμένου να κρύψουμε την πραγματική μας ταυτότητα ως ανάξια αποδοχής. Σε ακραίες περιπτώσεις, τα χρόνια αισθήματα ντροπής και συναισθηματικού κενού ίσως να αποτελέσουν την αφετηρία μιας διαταραχής προσωπικότητας και να επηρεάσουν αρνητικά την ποιότητα των ερωτικών σχέσεων ενός ατόμου.
Εάν αισθανόμαστε άδειοι μέσα μας, αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο επικίνδυνων συμπεριφορών, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων εθισμού στα ναρκωτικά ή στο αλκοόλ, του εθισμού στο σεξ ή στη σχέση και της ψυχαναγκαστικής συμπεριφοράς.
Οι τοξικές σχέσεις
Έχουμε την τάση να επιθυμούμε αυτό που είναι άνετο και οικείο, ακόμα κι αν είναι ανθυγιεινό για τη συναισθηματική και ψυχική μας υγεία. Αυτό συχνά σημαίνει πως προσελκύουμε σχέσεις που διαρκώς ανοίγουν τις πιο βαθιές μας πληγές.
Εάν έχουμε ιστορικό παιδικής εμπειρίας βαθιάς ντροπής, μπορεί να πιάσουμε τον εαυτό μας να βιώνει συναισθήματα άρνησης, αγανάκτησης ή περιφρόνησης προς εκείνους που μας ντρόπιασαν ή συνεχίζουν να μας ντροπιάζουν. Παρ′ όλα αυτά, συχνά περνάμε από τη μια ναρκισσιστική σχέση στην άλλη. Αυτό το μοτίβο ενισχύει τα συναισθήματά ντροπής αλλά και την πιθανότητα «τραυματικών δεσμών» στις ερωτικές μας σχέσεις.
Η τελειομανία
Όσοι έχουμε βιώσει τη βαθιά ντροπή ως παιδιά, μπορεί να γίνουμε ασυνήθιστα απαιτητικοί και σκληροί με τον εαυτό μας, ενώ η τελειομανία και οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες μπορεί να εκτοξευθούν στην προσπάθειά μας να απαλλαγούμε από τα αισθήματα ντροπής.
Εάν αγωνιζόμαστε προκειμένου να νιώσουμε «αρκετά καλοί», ελλοχεύει κίνδυνος να γίνουμε υπερβολικοί, εργασιομανείς ή να είμαστε συνεχώς απασχολημένοι προσπαθώντας να αντισταθμίσουμε τα συναισθήματα ντροπής ή αναξιότητας.
Ναρκισσιστική διαταραχή
Σε αντίθεση με αυτούς που παλεύουμε απεγνωσμένα να γίνουμε αποδεκτοί, ορισμένοι έχοντας βιώσει αισθήματα ντροπής μπορεί να αναπτύξουμε μια υπερβολική αίσθηση κυριαρχίας επάνω στα πράγματα ή να πλάσουμε στο μυαλό μας φαντασιώσεις απεριόριστης επιτυχίας, πλούτου ή της «τέλειας» σχέσης. Όλα αυτά ενδέχεται να προκύψουν στην προσπάθειά μας να αντισταθμίσουμε όσο περισσότερο μπορούμε τα συναισθήματα ντροπής ή αναξιότητας.
Το να ζούμε με την παιδική ντροπή είναι μια οδυνηρή εμπειρία και επιδρά αρνητικά στην ποιότητα των στενών μας σχέσεων στην ενήλικη ζωή. Αν δεν αντιμετωπιστεί, η ντροπή μπορεί να εγκυμονεί αυξημένους κινδύνους ναρκισσιστικής διαταραχής, κατάθλιψης, άγχους και διαρκούς επανάληψης του άλυτου παιδικού μας τραύματος, μέσω των στενών μας σχέσεων.
Η συζήτηση με έναν θεραπευτή μπορεί να μας βοηθήσει να λυτρωθούμε από τα αισθήματα ντροπής και ενοχής, αρκεί να είμαστε σε θέση να διαπιστώσουμε πότε και πώς αναδύονται οι συγκεκριμένες συναισθηματικές καταστάσεις
Πηγή:psychologytoday.com