Κατά καιρούς δημοσιεύονται κείμενα σε διεθνή ΜΜΕ τα οποία τείνουν να διαστρεβλώσουν τα δεδομένα στο Κυπριακό και γενικά να αμαυρώσουν την εικόνα της Κύπρου. Είναι γεγονός ότι και η δική μας η πλευρά έχει δώσει κατ΄ επανάληψιν αφορμές. Το ζήτημα δεν είναι η οποιαδήποτε καλόπιστη κριτική. Αντίθετα το θέμα είναι οι κακοήθειες και εμπαθείς επιθέσεις.
Τις προηγούμενες μέρες δημοσιεύθηκαν κάποια κείμενα για τη χώρα μας και το Κυπριακό τα οποία εμπεριέχουν σοβαρές διαστρεβλώσεις. Η ουσία όμως για τους γράφοντες είναι να δημιουργηθούν παραστάσεις που πλήττουν την Κυπριακή Δημοκρατία και, επιπρόσθετα, να τοποθετούν την τουρκική πλευρά στο απυρόβλητο.
Θα αναφερθώ σε μια μόνο περίπτωση στο κείμενο αυτό. Πρόσφατα ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Jack Straw (του οποίου οι διασυνδέσεις με τουρκικά συμφέροντα είναι γνωστές) σε κείμενό του στην Politico της Ιταλίας (7 Σεπτεμβρίου) τόνισε ότι ήταν λάθος η ένταξη της χώρας μας στην ΕΕ χωρίς προηγουμένως την επίλυση του Κυπριακού. Τη θέση αυτή είχα συναντήσει στο παρελθόν πριν και μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ένωση σε διάφορα κέντρα αποφάσεων στις Βρυξέλλες, στο Λονδίνο και στην Ουάσιγκτον. Η δική μου επιχειρηματολογία τόσο σε κλειστές όσο και ανοικτές συναντήσεις ήταν ότι μια τέτοια ενέργεια
(α) θα έδινε κατ΄ ουσίαν το δικαίωμα αρνησικυρίας/βέτο στην Τουρκία – μια χώρα μη μέλος της ΕΕ για την ένταξη μιας υποψήφιας, της Κυπριακής Δημοκρατίας
(β) όχι μόνο θα εκβίαζε αλλά και θα τιμωρούσε την Κυπριακή Δημοκρατία για την εισβολή που έχει υποστεί και επειδή επίσης αρνείται να αποδεχθεί τα κατοχικά δεδομένα, και
(γ) θα επιβράβευε την Τουρκία για την επιδρομή της και τα εγκλήματά της στην Κύπρο.
Ο Jack Straw γράφει επίσης ότι το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου λίγο έλειψε να αποσταθεροποιήσει το σύστημα της Ευρωζώνης. Δεν διερωτάται ο ίδιος για τις επιπτώσεις του Brexit όχι μόνο για την ΕΕ αλλά και για τη χώρα του; Προφανώς ο Jack Straw διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλον. Κατηγορεί επίσης την Κύπρο ότι είχε αποταθεί και εξασφάλισε δάνειο ύψους €2,5 εκατομμυρίων από τη Ρωσία – ο Jack Straw θεωρεί αυτή την πράξη κολάσιμη. Κατηγορεί επίσης την Κύπρο για το πρόγραμμα επενδύσεων και τα διαβατήρια που εδίδοντο.
Είναι σημαντικό να γνωρίζει την πραγματικότητα ο κυπριακός λαός αλλά και οι ξένοι. Η κυπριακή κρίση είχε ως αιτία τόσο ενδογενείς όσο και εξωγενείς παράγοντες. Υπήρξε επανάπαυση, κακοδιαχείριση, επιπολαιότητα, αλαζονεία και εν πολλοίς κράτος και κοινωνία ξόδευαν πέραν των δυνατοτήτων τους. Ο τραπεζικός τομέας απεδείχθη κατώτερος των περιστάσεων. Δεν ήταν μόνο η κερδοσκοπία άνευ ορίων και η κακοδιαχείριση. Το χειρότερο ήταν ότι δεν είχαν κατανοηθεί επαρκώς οι προεκτάσεις της υιοθέτησης του ευρώ, ενός αυτοκρατορικού συστήματος, καθώς και οι κανόνες λειτουργίας της Ευρωζώνης.
Υπήρχαν και οι εξωγενείς παράγοντες. Ήταν η διεθνής οικονομική κρίση καθώς και οι στρεβλοί πυλώνες της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης. Όπως αργότερα παραδέχθηκαν και οι ίδιοι, η φιλοσοφία της Τρόικα ήταν λανθασμένη και εμβάθυνε τις κρίσεις σε αρκετές περιπτώσεις. Επιπρόσθετα, σε καμιά περίπτωση δεν θα εδίνοντο «τα προγράμματα εξυγίανσης» που δόθηκαν σε Ελλάδα και Κύπρο σε δυτικές (καθολικές ή/και προτεσταντικές) χώρες. Μάλιστα όπως διάφοροι ξένοι αναλυτές επεσήμαναν, η Κύπρος χρησιμοποιήθηκε και ως πειραματόζωο. Η Κύπρος ανέκαμψε παρά τη σκληρότητα του προγράμματος της Τρόικα. Το νέο πρόγραμμα επενδύσεων με κίνητρο την παροχή διαβατηρίων μετά την κρίση του 2013 κρίθηκε υπό τις περιστάσεις αναγκαίο. Δυστυχώς έτυχε εκμετάλλευσης και διασύρθηκε το όνομα της Κύπρου.
Πρέπει όμως να λεχθούν και άλλες πραγματικότητες. Η Κύπρος, μια ευημερούσα χώρα, είχε βρεθεί ενώπιον δύσκολων δεδομένων. Υπήρχε πείνα, ανεργία και εξαθλίωση – αναβίωσαν ως εκ τούτου τα λαϊκά παντοπωλεία. Η ανάκαμψη έλαβε χώρα με ένα βαρύ κοινωνικο-οικονομικό τίμημα. Δύο τράπεζες έκλεισαν ενώ σήμερα η πλειοψηφία των μετοχών των υφιστάμενων τραπεζών ανήκει σε ξένους. Υπήρξε επίσης μεγάλη μεταφορά πλούτου σε ολίγους Κυπρίους αλλά πολύ περισσότερο σε ξένα κεφάλαια. Τα ζητήματα αυτά αξίζουν σοβαρής μελέτης και περαιτέρω αξιολόγησης.
Κατηγορεί ο Jack Straw τους Ελληνοκύπριους ότι εξαπάτησαν τους Ευρωπαίους και δεν ψήφισαν το Σχέδιο Ανάν. Την «κατηγορία» αυτή συνάντησα κατ΄ επανάληψιν σε διάφορα φόρα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ. Η απάντηση ήταν/είναι σαφής:
(α) το Σχέδιο Ανάν δεν ήταν ισοζυγισμένο – τυχόν υλοποίησή του θα επιδείνωνε τα δεδομένα για τους Ελληνοκύπριους και θα επιβράβευε την Τουρκία,
(β) ο Καθηγητής Shlomo Avineri του Πανεπιστημίου Ιερουσαλήμ (Hebrew University of Jerusalem) και πρώην Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών του Ισραήλ, αξιολογώντας το Σχέδιο Ανάν στις 29/2/2004 είχε γράψει ότι αποτελεί/αντικατοπτρίζει «την προτιμητέα κατοχή του ΟΗΕ και της ΕΕ», και
(γ) δημοκρατία δεν είναι μόνο να στήνονται οι κάλπες αλλά πάνω απ΄ όλα να γίνεται σεβαστό το αποτέλεσμα της εκλογικής διαδικασίας/ενός δημοψηφίσματος.
Υπογραμμίζεται συναφώς ότι σε δημοψηφίσματα σε διάφορες χώρες της ΕΕ για το μέλλον της ΕΕ υπήρξαν αποτελέσματα που δεν ενέκριναν συγκεκριμένες προτάσεις/εισηγήσεις. Αλλά ποτέ δεν υπήρξε οργή και επίθεση εναντίον των χωρών εκείνων.
Τέλος ο Jack Straw καταθέτει την εισήγηση για προώθηση λύσης δύο κρατών για το Κυπριακό. Αναφέρει επίσης ως παράδειγμα το βελούδινο διαζύγιο στην Τσεχοσλοβακία. Ο πρώην Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών δεν γνωρίζει ότι η χώρα του επωφελείται των Βάσεων στην Κύπρο αλλά ταυτόχρονα έχει εγγυηθεί την ανεξαρτησία, κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας; Επιπρόσθετα, δεν αντιλαμβάνεται ότι η περίπτωση της Τσεχοσλοβακίας ήταν/είναι διαφορετική από εκείνη της Κύπρου; Η Σλοβακία δεν προέκυψε από στρατιωτική βία – αντίθετα η «ΤΔΒΚ» ήταν αποτέλεσμα επιδρομής και εθνοκάθαρσης. Ενώ η Βρετανία είναι υπέρμαχος της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, ο Jack Straw στην περίπτωση της Κύπρου (μιας χώρας που η Βρετανία είναι εγγυήτρια δύναμη) προκρίνει την αναγνώριση των κατεχόμενων εδαφών.
Ο Jack Straw έχει τους δικούς του λόγους να τοποθετείται με αυτό τον τρόπο εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας και των Ελληνοκυπρίων. Και ο νοών νοείτω. Υπάρχουν όμως Ελληνοκύπριοι που θεωρούν δικαιολογημένες τις τοποθετήσεις του πρώην Βρετανού Υπουργού Εξωτερικών επειδή στο δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν η συντριπτική πλειοψηφία τοποθετήθηκε αρνητικά. Παραφράζοντας τον Μακάριο θα έλεγα: «και επιχαίρουν οι Τούρκοι, και επιχαίρουν οι εχθροί της Κύπρου διότι ευρίσκουν απροσδόκητους σύμμαχους εις τους οπαδούς της οποιασδήποτε λύσης».
Καταλήγοντας, θα επαναλάβω ότι η Κύπρος θα πρέπει να έχει ουσιαστική παρουσία στη διεθνή αγορά προβολής και διακίνησης ιδεών. Ως επί το πλείστον οι φορείς για μια τέτοια παρουσία είναι τα πανεπιστήμια και οι δεξαμενές σκέψης. Στη χώρα μας παρά τα υπαρξιακά αυτά ζητήματα ο τομέας αυτός εξακολουθεί να είναι παραμελημένος. Το κράτος καθώς και οι άλλοι αρμόδιοι φορείς καλούνται να αντιληφθούν έστω και καθυστερημένα αυτή τη διάσταση του διεθνούς περιβάλλοντος και να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
***
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.