Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συμφωνία ανάμεσα στη Γερμανία και 16 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με προεξάρχουσες την Ελλάδα και την Ισπανία, αποτελεί μια σημαντική επιτυχία για την Άγκελα Μέρκελ. Η Γερμανίδα καγκελάριος επεδίωξε και πέτυχε την διά της πολιτικής ισχύος παράκαμψη του Κανονισμού του Δουβλίνου που διέπει ακόμη το σύστημα ασύλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προς όφελος της χώρας της φυσικά.
Συγκεκριμένα, καθένα από τα 16 κράτη μέλη συμφώνησε διμερώς με τη Γερμανία να δέχεται στο εξής εσπευσμένες διαδικασίες με στόχο την επαναπροώθηση από τη Γερμανία ατόμων που είχαν καταγραφεί για πρώτη φορά στην ευρωπαϊκή τράπεζα δεδομένων Eurodac στο έδαφός του.
Μοναδικό θετικό σημείο της συμφωνίας είναι η ρητή δέσμευση της Γερμανίας να κλείσει σταδιακά τις εκκρεμείς υποθέσεις επανένωσης οικογενειών, επιτρέποντας στους συγγενείς προσφύγων ή μεταναστών που ζουν στην Ελλάδα και την Ισπανία να μεταφερθούν στη Γερμανία για να ενωθούν με τους εκεί συγγενείς τους.
Η Ιταλία αρνήθηκε κατηγορηματικά να λάβει συνομολογήσει τη συμφωνία αυτή, ερχόμενη σε ευθεία διένεξη με τη γερμανική πλευρά. Επίσης, στις χώρες που συμφώνησαν με την επιλογή της Καγκελαρίου Μέρκελ να συνάψει την εν λόγω συμφωνία ήταν η Πολωνία, η Τσεχία και η Ουγγαρία, χώρες από καιρό γνωστές για τις κατηγορηματικά αρνητικές στάσεις τους απέναντι στην ανάληψη μέρους του προβλήματος μέσω υποδοχής προσφύγων και μεταναστών.
Η Ελλάδα θα κληθεί λοιπόν σύντομα να σηκώσει ακόμη μεγαλύτερο βάρος από αυτό που ήδη υφίσταται. Αντισταθμιστικά... «οφέλη» για αυτή την παραχώρηση – άλλη μία – που πραγματοποίησε η ελληνική κυβέρνηση είναι η μη κατάργηση τελικώς του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά, ιδίως σε εκείνα του ανατολικού Αιγαίου, αλλά και η περαιτέρω οικονομική ενίσχυση από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη διαχείριση των νέων ρευμάτων προσφύγων και μεταναστών που θα προέλθουν αυτή τη φορά από τις επαναπροωθήσεις.
Η συμφωνία που συνομολογήθηκε αποτελεί ουσιαστικά μία άτυπη πλην ευθεία παράκαμψη του ακόμη ισχύοντος συστήματος χορηγήσεων ασύλου του Δουβλίνου. Χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία ανέλαβαν, ως εκ του Κανονισμού δεσμεύονταν, την εξέταση των αιτημάτων ασύλου πολλών χιλιάδων ανθρώπων που βρέθηκαν στα σύνορά τους είτε εξαιτίας του πολέμου της Συρίας ως πρόσφυγες είτε αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στην Ευρώπη ως οικονομικοί μετανάστες. Σκοπός των ανθρώπων αυτών – ανεξαρτήτως του νομικού χαρακτηρισμού που μπορεί να τους αποδοθεί – ήταν και είναι η τελική εγκατάσταση σε ένα κράτος της ευρωπαϊκής ενδοχώρας, όπως η Γερμανία.
Σε κάθε περίπτωση, η σύναψη διμερών συμφωνιών από τη μεριά του μεγάλου ευρωπαϊκού παίκτη με 16 διαφορετικά κράτη αποτελεί δικαϊική παρέκβαση από το μέχρι σήμερα συνήθως συμβαίνον με βάση το προαναφερθέν σύστημα χορήγησης ασύλου.
Πολιτικά μιλώντας, η Γερμανία όχι μόνο πέτυχε να «πετάξει» από πάνω της τον εσωτερικό «βραχνά» πολλών χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών, αλλά ταυτοχρόνως κατόρθωσε να ικανοποιήσει και τους επικριτές της στάσης που μέχρι πρότινος τηρούσε η ίδια περί μιας ισόποσης κατανομής και υπέρ μιας λύσης που έπρεπε να εξευρεθεί με την αλληλεγγύη όλων των κρατών μελών. Ιδιαιτέρως δε μιας υποστηρικτικής στάσης προς τα κράτη μέλη που υποφέρουν περισσότερο από το πρόβλημα, δηλαδή προς την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Μάλτα.
Είναι προφανές εδώ ότι η αναφορά σε αλληλεγγύη, υποστήριξη και κοινή αντιμετώπιση του προβλήματος δεν συνίσταται στη νέα καταβολή χρημάτων με στόχο τη διαχείριση από τις ίδιες χώρες ενός ακόμη μεγαλύτερου όγκου ανθρώπων. Η κοινή ευρωπαϊκή λύση όφειλε να ήταν μία κοινή ανάληψη βάρους υποδοχής σε συνδυασμό φυσικά με αυστηροποίηση των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα για την αποφυγή και άλλων παράνομων εισροών μεταναστών.
Κάτι τέτοιο δεν συνέβη ούτε και διαφαίνεται κάποια ελπίδα ότι θα μπορούσε να συμβεί στο εγγύς μέλλον. Ενώπιον αυτής της κατάστασης, είναι φανερό ότι η Ελλάδα προέβη για άλλη μια φορά σε παραχωρήσεις και σε ανάληψη βάρους που δεν της αναλογεί.
Η διμερής συμφωνία συγχέει σαφώς και με τρόπο νομικά έκθετο, πολιτικά καιροσκοπικό και ηθικά απαράδεκτο τη διαχείριση μιας ανθρωπιστικής καταστροφής με οικονομικά αντισταθμίσματα.
Μια συμφωνία που απέδειξε ρητά ό,τι μέχρι σήμερα λεγόταν τα δημοσιογραφικά και παραπολιτικά πηγαδάκια. Η προσφυγική και μεταναστευτική κρίση ήρθε για να μείνει και να αποτελέσει την πραγματική πρόκληση που θα μετρήσει - ήδη μετρά - τις αντοχές του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Οι περισσότεροι πάντως μέχρι στιγμής εμετρήθησαν, εζυγίσθησαν και ευρέθησαν ελλιπείς...