Πρόσωπο ή προσωπολατρεία;

Το πρόσωπο έχει έρωτα. Η προσωπολατρεία παραμένει ανέραστη και άγευστη έρωτος.
Open Image Modal
Πίνακας του Matthias Grunewald (c.1475-1528). Ο πίνακας αυτός φέρει πάνω του ένα παράδοξο σημείο∙ τη θέση του μαθητή Ιωάννη στον Σταυρό έχει πάρει ο Ιωάννης ο Πρόδρομος. Υπάρχει λόγος!
commons wikimedia

Πρόσωπο και προσωπείο. Το προσωπείο συμπαρασύρει έννοιες όπως κοινωνικότητα, συνύπαρξη, αμεσότητα, σε μία βίαιη καταβύθιση του ατόμου στην αναίρεση κάθε κοινωνικής του προέκτασης. Αντίθετα, το πρόσωπο (όψη προς τον άλλον) στρέφεται εκτός εαυτού, εκτός ατόμου, δίχως να αναπαράγει ατομοκρατικές αντιλήψεις και στάσεις.

Το πρόσωπο, όρος που συναντάται στην αρχαιοελληνική φιλοσοφία, αποτελεί τον τρόπο ενός άλλου υπαρκτικού σημείου αναφοράς για τον πατερικό λόγο. Το πρόσωπο για την παραπάνω φιλοσοφία σημαίνει το προσωπείο και το βλέπουμε αυτό στους αιρετικούς Σαβέλλιο κι Ευνόμιο. Για τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό ‘’πρόσωπον δὲ τὴν δι᾿ ἔργων αὐτοῦ ἔνδειξίν τε καὶ ἐμφάνειαν ἐκ τοῦ τὴν ἡμετέραν ἐμφάνειαν διὰ προσώπου γίνεσθαι’’. Είναι αυτό που λέει ο Χρήστος Γιανναράς∙ ‘’το πρόσωπο είναι ένα γίγνεσθαι υπαρκτικό’’. Το άτομο δεν τέμνεται παραπέρα (α + τέμνω). Δεν υπάρχει τίποτε πέρα από το άτομο, εφόσον αυτό δεν μπορεί να τμηθεί. Είναι μονάδα και λειτουργεί ως μονάδα. Το πρόσωπο, από την άλλη, στρέφει προς κάτι άλλο την όψη του. Βγαίνει από την ατομικότητά του, την ευλάβεια της αυταρέσκειας με την οποία κινείται προς τελείωση του μοναδικού του εαυτού και στρέφεται προς μία άλλη ύπαρξη, κοινωνεί με την ύπαρξη αυτή.

Μέσα στο χώρο της ορθόδοξης ζωής το προσωπείο δεν έχει θέση ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να έχει θέση, εάν έχει. Εξάλλου, οι Πατέρες αγωνίστηκαν για τον όρο ‘’πρόσωπο’’ διαφυλάσσοντας την ιερότητα του και τη θέση του μέσα στη δημιουργία, μέσα στην κτίση, αναφορικά με τον Θεό και τον άλλον.

Παρόλα αυτά το προσωπείο γίνεται ‘’σώμα’’ της ορθόδοξης ζωής, εξορίζοντας τη θέση και την προοπτική του προσώπου ως έρωτα, ως δεσμού, ως σχέσης, ως κοινωνίας. Η συνοχή παύει να υφίσταται και τότε η ορθόδοξη ζωή καταντά θρησκεία∙ ένα στυγνό και αμετροεπές ατομοκεντρικό γεγονός που πάσχει από την αναφορικότητα του και τη σχεσιακή του λειτουργικότητα στο πρόσωπο του Θεού, στο πρόσωπο του κάθε προσώπου. Δεν υπάρχει ορθόδοξη θρησκεία. Δεν είναι θρησκεία η ορθοδοξία. Αν είναι θρησκεία, τότε δεν είναι αποκάλυψη. Κι αν δεν είναι αποκάλυψη ποιος ο λόγος να σαρκωθεί ο Θεός; Από προσωπική ανασφάλεια κι απωθημένο;

Η ορθοδοξία ως θρησκεία είναι ξένο σώμα για την Εκκλησία. Σε μία τέτοια περίπτωση παραμένει ένα γεγονός ατομικής υπαιτιότητας και ευλάβειας. Από την ατομική αυτή ευλάβεια όμως απουσιάζει ο άλλος ως υπαρκτική ετερότητα, απουσιάζει η σχέση με τον άλλον, η θέα του άλλου. Εκεί συναντάται η ατομοκεντρική θεώρηση της πίστης, υπάρχει η ατομική σωτηρία, ευλάβεια, πουθενά ο άλλος.

Ο Feuerbach θεωρεί το πρόσωπο σε σχέση με άλλο άτομο και σημειώνει πως ‘’η πληρότητα του ανθρώπου ολοκληρώνεται μόνo στην κοινότητα, στην ενότητα του ανθρώπου προς τον άνθρωπο’’.

Στην ορθόδοξη ζωή πολλές φορές επικρατεί η αίσθηση πως το προσωπείο έχει αντικαταστήσει το πρόσωπο. Ενδέχεται αυτό να αποτελεί κάτι παραπάνω από μία απλή αίσθηση.

Αναφορικά με το πρόσωπο του Χριστού συμβαίνουν δύο πράγματα.

Πρώτον, το πρόσωπο Του αντικαθίσταται από είδωλα (όταν γίνεται ιδέα).

Δεύτερον, το πρόσωπο Του παραμερίζεται και λατρεύονται άλλα πρόσωπα. Για την πρώτη περίπτωση έχει μιλήσει καταλυτικά ο Νίτσε στη ‘’Χαρούμενη Γνώση’’. Ας δούμε τη δεύτερη περίπτωση που εξωθεί την αυταρέσκεια στα άκρα.

Ο γεροντισμός, οι θρησκευτικοί γκουρού, οι αυτόκλητοι σωτήρες, οι φωτισμένοι και διάσημοι γέροντες, έχουν γίνει πιο ελκυστικοί από το πρόσωπο του Νυμφίου. Το πρόσωπο του Νυμφίου δείχνει να μην ‘’πουλάει’’. Άρα, πρέπει να αντικατασταθεί από κάτι που να εγγυάται αμεσότητα, σιγουριά. Αυτό είναι το σκεπτικό στη δεύτερη περίπτωση. Και κάτι ακόμη. Το πρόσωπο έχει έρωτα. Η προσωπολατρεία παραμένει ανέραστη και άγευστη έρωτος.

Στη δεύτερη περίπτωση λοιπόν, ο Χριστός παραμερίζεται. Γίνεται λόγος για τον Χριστό, τον ευαγγελικό λόγο, όμως προβάλλονται άλλα πρόσωπα. Ο γεροντισμός αποτελεί καρκίνωμα στο σώμα της Εκκλησίας. Χριστιανοί ζητωκραυγάζουν για τον δικό τους φημισμένο γέροντα που έχει αποκτήσει φήμη και έχει γίνει άλλος ένας θρησκευτικός γκουρού από τον οποίο οι πιστοί εξαρτούνται (αλήθεια πόσο βλάσφημη καταντά η θέση που θέλει την κατάργηση του φυσικού θελήματος;) απαιτούν μία ακόμη εγγυημένη προφητεία και σωτηρία που θα τους βγάλει από τον κοπιαστικό πνευματικό αγώνα. Ο γέροντας λατρεύεται και δείχνει να απολαμβάνει τη δόξα των ανθρώπων. Καταφέρνει δε να εισβάλλει, κάποιες φορές και στην προσωπική ζωή των πιστών απογυμνώνοντας την από την ελευθερία και τη διάκριση.

Ο κόσμος στη δεύτερη περίπτωση ελκύεται από πρόσωπα που πουλάνε, από θεολογικές ατάκες που αρέσκονται να αρέσουν, από ανέλπιστα ποιμαντικά βάσανα με ημερομηνία λήξης, από υποσχόμενη σωτηρία που συνειδητοποιεί την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης όταν αντιληφθεί την έλλειψη οντολογίας, εμβάθυνσης στα βάσανα και προβλήματα του ανθρώπου. Σ’ αυτή την περίπτωση συναντάμε την προσωπολατρεία.

Υφίσταται αλλοίωση των πραγμάτων μέσα στην Εκκλησία, σε τέτοιες περιπτώσεις. Κι αυτό είναι θέμα αντίληψης, όχι αδυναμίας της Εκκλησίας να υπάρξει, να εμπνεύσει. Πάρτε για παράδειγμα το πρόσωπο του Επισκόπου. Πόσες διαφορετικές αντιλήψεις κυριαρχούν; Άλλοι τον εκλαμβάνουν ως θεσμικό παράγοντα, άλλοι ως το μέσο διατήρησης τους στις θέσεις τους, άλλοι ως εκείνον που θα εξυπηρετήσει τις ανάγκες τους. Αλήθεια, ποιος αντιλαμβάνεται την πατρότητα του Επισκόπου που απορρέει από τον πνευματικό δεσμό με το πρόσωπο του Χριστού; Έχει εκλείψει η πατρότητα στην Εκκλησία. Πολλά έγιναν θεσμικά, πρόσωπα, καταστάσεις, αντιλήψεις, συνειδήσεις. Το μυστήριο έχει εκλογικευτεί και δεν υπάρχει διάθεση για μυσταγωγία στο πνεύμα του ορθόδοξου βίου που γεννά ορθόδοξη πνευματικότητα.

Ο προτεστάντης θεολόγος Karl Barth είχε στο γραφείο του έναν πίνακα του Grünewald. Ο πίνακας αυτός φέρει πάνω του ένα παράδοξο σημείο∙ τη θέση του μαθητή Ιωάννη στον Σταυρό έχει πάρει ο Ιωάννης ο Πρόδρομος. Είναι γνωστό πως ο Πρόδρομος ανέφερε τη διδασκαλία του στο πρόσωπο του Μεσσία. Δεν άφηνε παρεξηγήσεις και δεν καλλιεργούσε κάποιο κίνημα οπαδών. Εκείνος μιλούσε για τον Μεσσία που θα γεννιόταν και θα λύτρωνε την ανθρωπότητα από την αμαρτία. Δεν κράτησε τίποτε για τον εαυτό του. Κήρυττε για τον Χριστό, ποτέ όμως δεν Τον αντικατέστησε. Στον πίνακα αυτό του Γερμανού αναγεννησιακού ζωγράφου, ο Πρόδρομος με το δάκτυλο του χεριού του δείχνει εμφαντικά τον Εσταυρωμένο.

Στην Εκκλησία, κάποιες φορές, έχεις την αίσθηση πως προσωπεία σφετερίζονται το πρόσωπο του Εσταυρωμένου. Όχι όμως τη θέση Του. Βλέπετε, η θέση Του είναι άβολη. Το πρόσωπο Του όμως;