Πρωτοποριακή έρευνα ρίχνει φως στο μυστήριο του Μηχανισμού των Αντικυθήρων

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν βαρυτικά κύματα για να διαλευκάνουν το μυστήριο 2.000 ετών.
Open Image Modal
via Associated Press

Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων, που ανακαλύφθηκε το 1901 σε ένα ναυάγιο κοντά στο νησί των Αντικυθήρων, χρονολογείται από τον 2ο αιώνα π.Χ, καθιστώντας τον τον «παλαιότερο υπολογιστή» στον κόσμο. Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων αποτελείται από 82 θραύσματα εκ των οποίων τα επτά είναι τα μεγαλύτερα.

Αυτή η περίπλοκη συσκευή, περίπου στο μέγεθος ενός κουτιού παπουτσιών, περιέχει μια σύνθετη σειρά γραναζιών που επέτρεπαν στους αρχαίους Έλληνες να προβλέπουν εκλείψεις και να υπολογίζουν αστρονομικές θέσεις με εκπληκτική ακρίβεια για την εποχή της. 

Το 2020, νέες ακτινογραφίες αποκάλυψαν λεπτομέρειες για τις τρύπες στον δακτύλιο του ημερολογίου του μηχανισμού. Ωστόσο, λόγω της κατάστασης του αντικειμένου, ο ακριβής αριθμός των τρυπών παρέμενε άγνωστος.

Οι καθηγητές Graham Woan και Joseph Bayley χρησιμοποίησαν προηγμένες στατιστικές μεθόδους για να αναλύσουν τα διαθέσιμα δεδομένα. Ο Woan εφάρμοσε την ανάλυση Bayes, ενώ ο Bayley προσάρμοσε τεχνικές που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση σημάτων από ανιχνευτές βαρυτικών κυμάτων.

Τώρα, σε μια νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο Official Journal of the British Horological Institute, ο ερευνητής των βαρυτικών κυμάτων Graham Woan και ο ερευνητικός συνεργάτης Joseph Bayley από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης προτείνουν ότι ο δακτύλιος του ημερολογίου ήταν πιθανότατα διάτρητος με 354 οπές.

Ο αριθμός αυτός ευθυγραμμίζεται με τις ημέρες ενός σεληνιακού έτους, γεγονός που οδηγεί τους ερευνητές να υποθέσουν ότι ο μηχανισμός των Αντικυθήρων χρησιμοποιήθηκε για την παρακολούθηση του ελληνικού σεληνιακού ημερολογίου.

Τα αποτελέσματα των δύο μεθόδων συγκλίνουν, υποδεικνύοντας ότι ο δακτύλιος του ημερολογίου πιθανότατα είχε 354 ή 355 τρύπες. Αυτό ενισχύει σημαντικά την υπόθεση ότι ο μηχανισμός ακολουθούσε το σεληνιακό ημερολόγιο. Επιπλέον, η ανάλυση αποκάλυψε την εκπληκτική ακρίβεια στην τοποθέτηση των τρυπών, με μέση ακτινική απόκλιση μόλις 0,028 χιλιοστά.

Αυτή η έρευνα όχι μόνο προσφέρει νέες πληροφορίες για τη λειτουργία του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, αλλά επίσης αναδεικνύει την εξαιρετική τεχνική ικανότητα των αρχαίων Ελλήνων τεχνιτών. Η ακρίβεια στην κατασκευή του μηχανισμού απαιτούσε προηγμένες τεχνικές μέτρησης και εξαιρετική επιδεξιότητα.

Οι ερευνητές τονίζουν την ειρωνεία του να χρησιμοποιούν σύγχρονες τεχνικές ανάλυσης του σύμπαντος για να κατανοήσουν καλύτερα ένα αρχαίο εργαλείο που βοηθούσε στην παρακολούθηση των ουράνιων σωμάτων.

Αν και τα ευρήματά τους μπορεί να μην είναι τόσο θεαματικά όσο οι περιπέτειες του κινηματογραφικού Indiana Jones, προσφέρουν πολύτιμες γνώσεις για την αρχαία ελληνική τεχνολογία.

 

 

H μελέτη αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα του πώς σύγχρονες επιστημονικές μέθοδοι μπορούν να εφαρμοστούν σε αρχαιολογικά ευρήματα όπως ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων, προσφέροντας νέες προοπτικές στην κατανόηση της ιστορίας της επιστήμης και της τεχνολογίας.

Η εφαρμογή τεχνικών από τη σύγχρονη αστροφυσική στη μελέτη αρχαίων τεχνουργημάτων δείχνει τη διαχρονική σύνδεση μεταξύ της ανθρώπινης περιέργειας για το σύμπαν και της τεχνολογικής καινοτομίας.

Το ναυάγιο ανακαλύφθηκε το 1900 σε βάθος περίπου 40 με 64 μέτρων και πολλοί θησαυροί, αγάλματα και άλλα αντικείμενα, ανασύρθηκαν από Συμιακούς σφουγγαράδες και βρίσκονται, σήμερα, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα. Η ανασκαφή διήρκεσε από τις 24-11-1900 έως τις 30-09-1901. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής ο δύτης Γεώργιος Κρητικός πέθανε και δύο άλλοι δύτες έμειναν μόνιμα παράλυτοι.

Στις 17 Μαΐου 1902, ο Βαλέριος Στάης, αρχαιολόγος και διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου, πρόσεξε ότι ένα από τα ευρήματα είχε έναν οδοντωτό τροχό ενσωματωμένο και εμφανείς επιγραφές με αστρονομικούς όρους.