Μια υπό εξαφάνιση μορφή της ελληνικής γλώσσας που μιλιέται μόνο από μερικές χιλιάδες άτομα σε απομακρυσμένα ορεινά χωριά της βόρειας Τουρκίας έχει περιγραφεί ως «ζωντανή γέφυρα» προς τον αρχαίο κόσμο, αφού οι ερευνητές εντόπισαν χαρακτηριστικά που έχουν περισσότερα κοινά με τη γλώσσα του Ομήρου παρά με τα νέα ελληνικά.
Ο ακριβής αριθμός των ανθρώπων που μιλούν τα «ρωμέικα» είναι δύσκολο να καταγραφεί. Πρόκειται για μια γλώσσα που δεν έχει γραπτή μορφή, αλλά έχει διασωθεί προφορικά στα ορεινά χωριά γύρω από την Τραπεζούντα, κοντά στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας.
Καθώς οι εναπομείναντες ομιλητές της γερνούν, η διάλεκτος απειλείται τώρα με εξαφάνιση, οδηγώντας μια Ελληνίδα καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ να λανσάρει ένα εργαλείο ώστε να καταγράψει τις μοναδικές γλωσσικές δομές της πριν να είναι πολύ αργά.
Το πρότζεκτ Crowdsourcing Romeyka προσκαλεί φυσικούς ομιλητές σε όλο τον κόσμο να ανεβάσουν μια ηχογράφηση ενώ μιλούν στη γλώσσα. Η Ιωάννα Σιταρίδου, καθηγήτρια ισπανικής και ιστορικής γλωσσολογίας, εκτιμά ότι πολλοί είναι πιθανό να βρίσκονται στις ΗΠΑ και την Αυστραλία, καθώς και να εκτείνονται σε όλη την Ευρώπη.
Η Ι.Σιταρίδου έχει διαπιστώσει ότι τα ρωμέικα προέρχονται από την ελληνιστική μορφή της γλώσσας που ομιλούταν στους αιώνες προ Χριστού και μοιράζονται ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά με την αρχαία ελληνική.
Ενα παράδειγμα είναι ο αόριστος των ρημάτων, που στα ρωμέικα εξακολουθεί να έχει τη μορφή που είχε και στα Αρχαία Ελληνικά. Αυτή η δομή είχε καταστεί απαρχαιωμένη σε όλες τις άλλες ελληνικές διαλέκτους από τους πρώιμους μεσαιωνικούς χρόνους.
Ως αποτέλεσμα, η καθηγήτρια κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «τα ρωμέικα είναι αδερφή γλώσσα, παρά κόρη, της νέας ελληνικής» - ένα εύρημα που λέει ότι έρχεται σε αντίθεση με τον ισχυρισμό ότι τα νέα ελληνικά είναι μια «απομονωμένη» γλώσσα που δεν σχετίζεαι με καμία άλλη ευρωπαϊκή γλώσσα.
Τα νέα ελληνικά και τα ρωμέικα δεν είναι αμφίδρομα κατανοητά, σύμφωνα με την ακαδημαϊκό. Αν και η ιστορία της ελληνικής παρουσίας στη Μαύρη Θάλασσα δεν είναι πάντα εύκολο να ξεχωρίσει από τον θρύλο, η ελληνική γλώσσα επεκτάθηκε με την εξάπλωση του Χριστιανισμού. «Η μεταστροφή στο Ισλάμ σε όλη τη Μικρά Ασία συνήθως συνοδεύτηκε από μια γλωσσική στροφή προς τα τουρκικά, αλλά οι κοινότητες στις κοιλάδες διατήρησαν τα ρωμέικα», εξηγεί η Σιταρίδου.
Αντίθετα, οι ελληνόφωνες κοινότητες που παρέμειναν χριστιανικές ήρθαν πιο κοντά στη νέα ελληνική, ειδικά λόγω της εκτεταμένης εκπαίδευσης στα ελληνικά τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα.
Παρά τη συνθήκη της Λωζάνης του 1923, οι κοινότητες που μιλούν ρωμέικα στην περιοχή της Τραπεζούντας, ως μουσουλμανικές, παρέμειναν στην Τουρκία. Ως αποτέλεσμα της εκτεταμένης επαφής με τα τουρκικά, του πολιτιστικού στιγματισμού και της μετανάστευσης, δυστυχώς, η γλώσσα κινδυνεύει πλέον, σύμφωνα με τη κ.Σιταρίδου.
Ενα υψηλό ποσοστό των φυσικών ομιλητών της στην περιοχή είναι άνω των 65 ετών ενώ όλο και λιγότεροι νέοι μαθαίνουν τη γλώσσα. Στο πλαίσιο αυτό έχει ξεκινήσει διαδικτυακή πρωτοβουλία με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να βοηθήσει στη διάσωση της διαλέκτου.
Πηγή: Guardian