Εμείς οι Ρωμηοί ευτυχώς έχομε πολλές «κακές» συνήθειες. Μια από αυτές είναι ότι μάς αρέσει να κάνομε τα πάντα δικά μας (aka να τα προσλαμβάνομε) και γι’ αυτό συζητάμε για τα πάντα και ας μην είμαστε και «ειδικοί». Να φυτρώνομε δηλαδή εκεί που δεν μάς σπέρνουν ή καλύτερα θεωρούμε ότι όλα τα χωραφάκια είναι δικά μας και θέλομε να φυτρώνομε παντού. Και τα χωραφάκια είναι πολλά: πολιτική, φιλοσοφία, οικονομία, ιστορία, θεολογία. Κάθε χωραφάκι έχει και τη δική του χάρη. Και εμάς μάς αρέσει σαν φυτά να φυτρώνομε παντού και να αγναντεύομε τον ήλιο. Και ευτυχώς ο ήλιος στον τόπο μας, εδώ στην καθ’ ημάς Ανατολή, είναι πολύς. Τώρα αν το φυτό δώσει καλούς καρπούς ή αν καταντήσει ζιζάνιο είναι το ρίσκο της ελευθερίας. Ο χρόνος θα δείξει αν ήταν χρήσιμο ή όχι.
Εγώ λοιπόν ειδικός και θεολόγος δεν είμαι, ένας απλός ορθόδοξος είμαι, αλλά ως γνήσιος Ρωμηός, ας είναι και απλοϊκές, ας είναι και λάθος, μού αρέσει να λέω και να καταθέτω τις σκέψεις μου και να ανοίγω το χώρο και το χορό του διαλόγου.
Προβληματιζόμουν λοιπόν πάνω στην παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου και στο γεγονός ότι ο Αβραάμ και κατά συνέπεια ο Θεός δεν άφησε τον πλούσιο (έχασε το όνομα και το πρόσωπό του) να παρέμβει στον κόσμο (έστω και μέσω του Λαζάρου), ενημερώνοντας τους οικείους του για το τι συμβαίνει μετά θάνατον, μήπως και αλλάξουν. Εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια, και ο πλούσιος είναι αμετανόητος, παραμένοντας στο ίδιο θέλημα του, θέλοντας να τα κάνει όλα όπως νομίζει αυτός. Όμως ο Θεός δεν τον αφήνει να επέμβει στον κόσμο, τον εμποδίζει.
Με άλλα λόγια οι μη μετανοηθέντες τεθνεώτες δεν μπορούν να παρέμβουν πλέον στον κόσμο που ζούμε, στη ροή των γεγονότων του κόσμου τούτου, στη ζωή του τώρα. Από την άλλη πλευρά όμως, η Ορθόδοξη παράδοσή μας είναι γεμάτη από περιπτώσεις όπου οι μετανοηθέντες τεθνεώτες, οι Άγιοι μας δηλαδή με προεξάρχουσα την Παναγία μας παρεμβαίνουν συνεχώς στον κόσμο. Όχι μόνο ακούν τις ικεσίες μας, αλλά συνεχώς πρεσβεύουν ως έχοντες παρρησία προς τον Θεό για το καλό μας και για την επίλυση των ποικίλων προβλημάτων μας. Οι Άγιοί μας είναι συνεχώς παρόντες και δρουν νυν στο κόσμο μας, πάντα φυσικά στα πλαίσια της απολύτου ελευθερίας των ζώντων. Οι Άγιοι λοιπόν συνεχώς παρεμβαίνουν, σε αντίθεση με τους μη μετανοηθέντες τεθνεώτες, οι οποίοι πλέον τρόπον τινά εμποδίζονται.
Όλες αυτές τις σκέψεις τις έκανα για να δώσω μιαν απάντηση σε έναν έντονο προβληματισμό μου. Μιαν απάντηση και ένα μήνυμα αισιοδοξίας για όλους. Πολλές φορές οι Χριστιανοί πέφτουν στον πειρασμό, ότι μια προσπάθεια δεν αξίζει. Ειδικά αυτό συμβαίνει μετά τη μέση ηλικία και κυρίως μετά τα 50 και 60 οπότε πλέον ο άνθρωπος αρχίζει να συνειδητοποιεί εναργώς ότι θα υπάρξει και γι’ αυτόν ο βιολογικός θάνατος και απογοητεύεται. Θέλει να κάνει «καλά» πράγματα για τον κόσμο και την κοινωνία, όμως απελπίζεται γιατί βλέπει, με βάση την εμπειρία του, ότι τα χρόνια δεν τον παίρνουν, δεν του φτάνει ο χρόνος. Βλέπει ότι ο χρόνος είναι λίγος για να έχουν οι πράξεις του κάποιο ορατό και ουσιαστικό αποτέλεσμα στον κόσμο. Απογοητεύεται και τα παρατάει. Λέει δεν αξίζει τον κόπο. Δεν προλαβαίνω.
Όμως αν αυτός ο ορθόδοξος σκεφτεί ότι τίποτα δε σταματάει, ότι ο θάνατος απλώς είναι μια προσωρινή σκιά, ότι η ζωή συνεχίζεται απρόσκοπτα, χωρίς καμιά διακοπή, ότι θα μπορεί μετανοηθείς να παρεμβαίνει συνεχώς και να λύνει τα προβλήματα και να βοηθά τους ανθρώπους και δη τους ζώντες, αυτή η συνειδητοποίηση δίνει μεγάλη χαρά και αισιοδοξία και μια προοπτική δράσης και ενεργειών αιώνια, ατελεύτητη και ανέσπερη. Όπως στη νεότητα μας που σχεδιάζομε, δρούμε και εργαζόμαστε εν πολλοίς ανέμελα, χωρίς τη θηλιά του χρόνου, έτσι και ένας ορθόδοξος εν ησυχασμώ και εν μετανοία γνωρίζει ότι η δράση και η εργασία του δεν θα σταματήσει. Αλλά θα συνεχιστεί απρόσκοπτα και αιωνίως. Η ζωή συνεχίζεται αιωνίως, δεν σταματάει και δεν χωρίζεται.
Ας μην καταλαμβάνει λοιπόν τον ορθόδοξο άνθρωπο η διαλυτική αγωνία για τον χρόνο. Ας μην αναρωτιέται αν θα προλάβει. Ας μην έχει δισταγμούς λόγω χρόνου να κάνει κάτι καλό, από αγάπη. Ας το ξεκινήσει έστω και την τελευταία μέρα της ζωής του. Όχι μόνο θα αφήσει στους άλλους παρακαταθήκη, αλλά θα μπορέσει και αυτός ο ίδιος δια πρεσβειών του να παρέμβει στη διαμόρφωση και στην εξέλιξη των γεγονότων ακόμα και μετά το θάνατό του.
Γιατί όντας εν ησυχασμώ και εν μετανοία, το θέλημα του ανθρώπου έχει την ίδια κατεύθυνση με το θέλημα του Θεού, είναι στο ίδιο πλαίσιο της ανιδιοτελούς αγάπης και τότε ο Θεός όχι μόνον επιτρέπει αλλά και ενισχύει τις παρεμβάσεις στον κόσμο, στο πλαίσιο πάντα και σεβόμενος απόλυτα και την ελευθερία των ζώντων. Ο Θεός επιτρέπει και ενισχύει, «κρυπτόμενος» τρόπον τινά, ταπεινά και αγαπητικά πίσω από τους Αγίους του. Με άλλα λόγια οι Άγιοί μας είναι εδώ γύρω μας και δρουν και παρεμβαίνουν, όπως και ο κάθε ορθόδοξος αν τελειωθεί εν μετανοία έχει τη δυνατότητα της συνεχούς παρεμβάσεως στα γεγονότα.
Η ζωή δεν σταματά με το θάνατό μας, ούτε ξαναρχίζει με την ένσαρκη ανάστασή μας. Η ζωή είναι συνεχής και ατελεύτητη. Έτσι νομίζω πρέπει να τη δούμε και με αυτή την αντίληψη και προοπτική να δρούμε.