Στις 3 Σεπτεμβρίου 1974, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ.), το οποίο αποτέλεσε στην συνέχεια το σοσιαλδημοκρατικό ελληνικό πολιτικό κόμμα. Σύμφωνα με την ιδρυτική διακήρυξη του κόμματος, σκοπός της δράσης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ήταν η εγκαθίδρυση στην χώρα μας της:
· Εθνικής Ανεξαρτησίας,
· Λαϊκής Κυριαρχίας,
· Κοινωνικής Απελευθέρωσης και
· Δημοκρατικής διαδικασίας
Στο 10ο Συνέδριο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. αποφασίστηκε η μετεξέλιξη του σε έναν πολιτικό φορέα της ευρύτερης Κεντροαριστεράς.
Από το βήμα του συνεδρίου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, η πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Φώφη Γεννηματά, ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός νέου ενιαίου κεντροαριστερού φορέα.
Συνέπεια όλων των προηγουμένων ήταν η δημιουργία του Κινήματος Αλλαγής (ΚΙΝ.ΑΛ.) Τον Μάρτιο του 2018 πραγματοποιήθηκε το Ιδρυτικό Συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής με την παρουσία 4.000 συνέδρων.
Λίγους μήνες αργότερα ξεκινούν να εμφανίζονται τα πρώτα προβλήματα, τα οποία κορυφώνονται με την αποχώρηση Του Ποταμιού στις αρχές Ιουλίου του 2018. Συγκεκριμένα η Μεγάλη Συνέλευση των Αντιπροσώπων (ΜΕ.ΣΥ.Α.) του Ποταμιού, κατόπιν εισήγησης του επικεφαλής Σταύρου Θεοδωράκη, αποφάσισε την αποχώρηση από το Κίνημα Αλλαγής ενώ την ίδια απόφαση έλαβαν και οι Μεταρρυθμιστές της Αριστεράς του Σπύρου Λυκούδη.
Δεν πρέπει να λησμονείται ότι το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τον Μάρτιο του 2018 έως και σήμερα αποχώρησαν αρκετά στελέχη, είτε μεμονωμένα είτε ομαδικά, του Κινήματος Αλλαγής διότι δεν συμφωνούσαν με την εφαρμοζόμενη στρατηγική και πολιτική του Κινήματος. Βέβαια πάρα πολλοί εξ αυτών κατέληξαν στο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. εναντιωμένοι σε όσα έλεγαν, έγραφαν και έπρατταν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στις 20 Ιανουαρίου 2019 διαγράφεται από Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΔΗ.ΣΥ., ο βουλευτής Επικρατείας Θανάσης Θεοχαρόπουλος, εξαιτίας της πρόθεσής του να υπερψηφίσει τη συμφωνία των Πρεσπών. Άμεση συνέπεια ήταν η αποχώρηση σημαντικού μέρους της Δημοκρατικής Αριστεράς.
Την επόμενη, κιόλας, ημέρα ξεκίνησε η δημιουργία και αποτύπωση σεναρίων σχετικά με την συρρίκνωση ή μη του νεοσύστατου πολιτικού φορέα του Κινήματος Αλλαγής. Ήδη έχει χυθεί (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πολύ μελάνι όσον αφορά τις πολιτικές εξελίξεις στο συγκεκριμένο πολιτικό χώρο καθώς και των δύο μεγάλων πόλων που βρίσκονται δεξιά και αριστερά του Κινήματος Αλλαγής.
Πάρα πολλοί υποστηρικτές θεωρούν αναπόφευκτη την επιστροφή στο «ασφαλές και απάγκιο λιμάνι» του παραδοσιακού ΠΑ.ΣΟ.Κ, ενώ αρκετοί πιστεύουν ότι δεν πρέπει να σταματήσει το εγχείρημα, που ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2017 και υποστηρίζουν ότι μόνο μέσω του Κινήματος Αλλαγής μπορεί να δημιουργηθεί η μεγάλη Κεντροαριστερή Εκσυγχρονιστική και Μεταρρυθμιστική Παράταξη, η οποία θα αποτελέσει τον τρίτο πόλο.
Οι απόψεις όσων είναι υπέρ διακοπής του εγχειρήματος επικεντρώνονται στα κάτωθι:
· το όνομα «ΠΑ.ΣΟ.Κ.» συγκινεί τον κόσμο και είναι ταυτισμένο με το ιστορικό Κίνημα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου,
· η επιστροφή στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι αναπόφευκτη διότι είναι η ιστορία μας και γιατί αυτό θέλει ο κόσμος που μας στηρίζει από το 1974,
· το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι ο μόνος πολιτικός χώρος που μπορεί να επαναφέρει τους ψηφοφόρους που απαγκιστρώθηκαν και πήγαν σε άλλα κόμματα.
· η επιστροφή στις ρίζες, μεταφράζεται στην αναστήλωση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., κάνοντας χρήση του ίδιου τίτλου, των ίδιων λαβάρων, του ίδιου πάθους για πρωτοπορία και τολμηρών τομών,
· η παράταξη δεν χρειάζεται να ονομάζεται Κίνημα Αλλαγής διότι μετά την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ στελεχώνεται μόνο από βουλευτές και μέλη του ΠΑ.ΣΟ.Κ.,
· το Κίνημα Αλλαγής ενώ έζησε μια στιγμιαία πολύ δυνατή και φωτεινή στιγμή κατά την ίδρυση του, δυστυχώς όμως, καταβυθίστηκε αμέσως στο σκοτάδι,
· στόχος της ίδρυσης του ήταν η επικράτηση του ενός φορέα έναντι του άλλου και όχι η επανασύσταση της δημοκρατικής παράταξης.
Στον αντίποδα βρίσκονται όσοι πιστεύουν στην συνέχιση του εγχειρήματος και συγκεκριμένα:
· το Κίνημα Αλλαγής των 212.000 ενεργών πολιτών, μπορεί και πρέπει να γίνει διαρκές μέχρι να βγει η Ελλάδα από την κρίση,
· τον Νοέμβριο του 2017 πραγματοποιήθηκε ένα μεγάλο πολιτικό γεγονός, το οποίο μπορεί να συγκριθεί μόνο με τις διαδικασίες αυτοοργάνωσης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. του 1974,
· η μαζική προσέλευση 212.000 ιδρυτικών μελών τάραξαν τα λιμνάζοντα ύδατα της παράταξης και άφησαν ελπίδες ότι κάτι καλό μπορούσε να προκύψει στην συνέχεια για την Ελλάδα,
· το Κίνημα Αλλαγής βρίσκεται σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι και αυτό που χρειάζεται είναι γενναίες και τολμηρές αποφάσεις και κινήσεις,
· η συμμετοχή και το εκλογικό αποτέλεσμα επηρέασε τόσο το παραταξιακό μέλλον όσο και τη γενικότερη πολιτική κατάσταση,
· το συγκεκριμένο εγχείρημα αγκαλιάστηκε από αρκετό κόσμο και τούτο αποδεικνύεται από τον αυξημένο αριθμό εγγραφής νέων μελών,
· η επανασύσταση του τρίτου πόλου θα φέρει «ούριο» άνεμο στα πανιά του πολιτικού συστήματος, στην τελική ευθεία προς τις κάλπες.
Στις 30 & 31 Μαρτίου 2019 θα πραγματοποιηθεί το 2ο, έκτακτο, Συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής και στη λήξη του θα πρέπει να έχει χαραχθεί η πορεία ή να απαντηθεί το βασικό ερώτημα «επιστροφή στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. ή παραμονή και συνέχιση του εγχειρήματος του Κινήματος Αλλαγής;»
Η απεξάρτηση από τα βαρίδια του παρελθόντος και η συμφιλίωση με την αμείλικτη πραγματικότητα αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των μεγάλων ζητημάτων με ρεαλισμό έναντι των ιδεοληψιών και του αναχρονισμού. Είναι ανάγκη να αναζητηθούν οι συνθέσεις και συμμαχίες των πρόθυμων και δημιουργικών δυνάμεων που δεν θα υπαγορεύεται από τη νομή και αναδιανομή της εξουσίας, δίνοντας σκληρή μάχη με τον φόβο του πολιτικού κόστους και τις πελατειακές σχέσεις, με σαφή στόχευση στις μεταρρυθμιστικές πολιτικές
Το Κίνημα Αλλαγής επιβάλλεται να συνεχίσει να είναι ένας σύγχρονος εξωστρεφής πολιτικός φορέας και να μην αρκεστεί σ’ ένα μονοψήφιο εκλογικό ποσοστό. Αντιθέτως πρέπει να στοχεύσει στη διεκδίκηση διψήφιου ποσοστού, το οποίο θα του επιτρέψει την επόμενη ημέρα των εκλογών να αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα των πολιτικών εξελίξεων της χώρας σε μία κρίσιμη κατάσταση με ανοικτά ζητήματα σε ένα εξωτερικό περιβάλλον πολλαπλών ανατροπών και αντιθέσεων.
Το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να λειτουργήσει ως κινητήρια δύναμη στην ανασυγκρότηση της χώρας με σταθερή προσήλωση στην ευρωπαϊκή πορεία ώστε να πιέσει και εν τέλει να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ως αναγκαιότητα που θα επιτρέψουν την επάνοδο της χώρας στην αναπτυξιακή πορεία της.