Ο κ. Μητσοτάκης χρειάστηκε 15 λεπτά διάγγελμα για να πει με φλυαρία πως μέχρι στιγμής η Ελλάδα πήγε καλά γιατί ο ίδιος εμπιστεύθηκε τους πολίτες, αλλά με τη σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων θα ευθύνονται οι ίδιοι για ό,τι συμβεί.
Επιμένει με δυο λόγια να αγνοεί την πρώτιστη ευθύνη της Πολιτείας, δείχνοντας με το δάχτυλο τους πολίτες για την ”ατομική ευθύνη”.
Πέρα από την επίκληση στο συναίσθημα των πολιτών, δεν είπε τίποτα συγκεκριμένο για τη στήριξη της οικονομίας απέναντι στην ύφεση που έρχεται, για την ενίσχυση των μισθωτών, των μικρομεσαίων και των αυτοαπασχολούμενων, δεν είπε τίποτα για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους στον κρίσιμο κλάδο του τουρισμού.
Οι πολίτες δεν θέλουν να μάθουν μόνο πότε θα βγουν από το σπίτι τους αλλά και πώς θα παραμείνουν όρθιοι στη ζωή τους, με αξιοπρέπεια και δουλειές την επόμενη μέρα.
Και φυσικά, δεν είπε για ποιο λόγο τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που μέχρι χθες χαρακτηρίζονταν από την κυβέρνηση και τους επιστήμονες ”υγειονομική βόμβα διασποράς του κορωνοϊού”, τώρα ξαφνικά ανοίγουν άρον-άρον για είκοσι μόλις μέρες, αφήνοντας μάλιστα παράθυρο να κάνει το ίδιο και για τα δημοτικά και τα νηπιαγωγεία.
Ας ευχηθούμε και ας ελπίσουμε η απόφαση να μην αποβεί μοιραία για μια πιθανή αναζωπύρωση κρουσμάτων και πάνε χαμένοι οι κόποι δυο ολόκληρων μηνών.
Οι πολίτες με αίσθημα κοινωνικής αλληλεγγύης και ευθύνης τήρησαν τα απαραίτητα μέτρα τις μέρες της καραντίνας.
Η ευθύνη της κυβέρνησης όμως ήταν να χρησιμοποιήσει αυτό τον χρόνο για να ενισχύσει το Ε.Σ.Υ. με ανθρώπινο δυναμικό, με το απαραίτητο υγειονομικό υλικό, να αυξήσει τον αριθμό των ΜΕΘ, να φροντίσει ώστε τώρα που επανερχόμαστε να έχουμε στη διάθεση μας μεγάλο αριθμό τεστ ώστε οι πολίτες να εξετάζονται μαζικά.
Δυστυχώς τίποτα από αυτά δεν έχει γίνει.
Η άρση των μέτρων, λοιπόν, με απόλυτη ευθύνη του κ. Μητσοτάκη και όχι των επιστημόνων, γεμίζει τους πολίτες με πολύ περισσότερη ανησυχία και φόβο από ότι η ίδια η καραντίνα.
Μακάρι τα συναισθήματα αυτά να αποδειχθούν υπερβολικά.