Σπάνιο έργο της Αρτεμισία Τζεντιλέσκι ανακαλύφθηκε τυχαία στο Ανάκτορο του Χάμπτον Κορτ

Ο πίνακας του 17ου αιώνα «Susanna And The Elders»- ένας από τους πολλούς που χάθηκαν και διασκορπίστηκαν μετά την εκτέλεση του Καρόλου Α'- ήταν σε αποθήκη για περισσότερα από εκατό χρόνια.
Open Image Modal
Άποψη της έκθεσης «Artemisia Gentileschi And Naples» που διοργανώθηκε στο Μουσείο Gallerie D'Italia στις 2 Δεκεμβρίου 2022 στη Νάπολη, Ιταλία.
Roberto Serra - Iguana Press via Getty Images

Σπάνιο έργο της Αρτεμισία Τζεντιλέσκι (8 Ιουλίου 1593-π.1653) ανακαλύφθηκε τυχαία στο Ανάκτορο του Χάμπτον Κορτ.

Ο πίνακας του 17ου αιώνα «Susanna And The Elders», που πριν από δύο αιώνες είχε αποδοθεί λανθασμένα σε Γάλλο καλλιτέχνη και βρισκόταν σε αποθήκη για περισσότερα από εκατό χρόνια, ήρθε στο «φως» όταν curators της Royal Collection Trust ένωσαν δυνάμεις για τον εντοπισμό των έργων τέχνης από τη συλλογή του βασιλιά Καρόλου Α’ τα οποία χάθηκαν μετά την εκτέλεση του βρετανού μονάρχη, καθώς πουλήθηκαν και διασκορπίστηκαν σε όλη την Ευρώπη.

Επτά πίνακες της Αρτεμισία Τζεντιλέσκι ήταν καταγεγραμμένοι στη συλλογή του Καρόλου Α’, ωστόσο μόνο ένας, η «Αυτοπροσωπογραφία», πιστεύεται ότι είχε διασωθεί. 

Ο πίνακας της Ιταλίδας ζωγράφου -μίας από τις πιο ευφυείς καλλιτέχνες της «σχολής» Καραβάτζιο- απεικονίζει τη βιβλική ιστορία της Σωσσάνας, την οποία παρακολουθούν ηδονοβλεπτικά ενώ βρίσκεται στο λουτρό της, τρεις γέροντες.

Όπως αποκαλύφθηκε κατά τις εργασίες συντήρησης, φέρει στο πίσω μέρος του καμβά το σήμα «CR», Carolus Rex, επιβεβαιώνοντας ότι ανήκε στη συλλογή του βασιλιά.

Η νεαρή Αρτεμισία, ορφανή από μητέρα, μαθητεύει στο εργαστήρι του ζωγράφου πατέρα της. Δεκαοκτώ χρονών βιάζεται από τον τριαντάχρονο Αγκοστίνο Τάσσι, συνεργάτη του πατέρα της και δάσκαλό της στην προοπτική. Η καταγγελία του Οράτιου Τζεντιλέσκι, η μακρά και ταπεινωτική δίκη που ακολούθησε, ο βασανισμός της για τον έλεγχο της μαρτυρίας της, άφησαν ανεπούλωτα τραύματα στην ψυχή της Αρτεμισίας, παρά την καταδίκη του Τάσσι. Τα πρακτικά, που δημοσιεύτηκαν τα τελευταία χρόνια ρίχνουν ωμό φως στα ήθη της εποχής. Η Αρτεμισία δεν είχε επιλογή: ο καθαρτήριος γάμος της μ’ έναν άσημο φλωρεντινό ζωγράφο και έμπορο, η βιαστική της αναχώρηση για τη θρυλική πόλη των Μεδίκων, κλείνουν την πρώτη πράξη του δράματος.

«Η κόρη μου σπούδασε κοντά μου το επάγγελμα του ζωγράφου. Μέσα σε τρία χρόνια δούλεψε τόσο πολύ, που μπορώ να ισχυριστώ πως κανείς σήμερα δεν μπορεί να παραβγεί μαζί της στα έργα που έχει ήδη φιλοτεχνήσει. Οι πιο μεγάλοι δάσκαλοι της ζωγραφικής δεν φτάνουν τη δική της σοφία». Η συστατική επιστολή που απευθύνει ο Οράτιος Τζεντιλέσκι, τον Ιούλιο του 1612, στη μεγάλη δούκισσα της Φλωρεντίας Χριστίνα της Λωρραίνης φαίνεται να έχει μια δόση πατρικού κομπασμού. Και όμως, τα λιγοστά σωζόμενα έργα από την πρώτη ρωμαϊκή περίοδο της Αρτεμισίας τον δικαιώνουν.

Νεωτερική, «πρωτευουσιάνικη», η τέχνη της Αρτεμισίας δεν άργησε να ανοίξει τον δικό της «ορίζοντα υποδοχής» στην αριστοκρατική, αλλά καλλιτεχνικά επαρχιακή πλέον Φλωρεντία. Οι παραγγελίες αφθονούν, οι αμοιβές επιστέφουν τη φήμη. Τρεις φορές ακριβότερα απ’ ό,τι οι άνδρες ομότεχνοί της – που διακοσμούν τον ίδιο καιρό την «Κάζα Μπουοναρρότι» -θα πληρωθεί η Αρτεμισία από τον Μιχαηλάγγελο τον νεότερο- μικρανιψιό του μεγάλου ζωγράφου και σημαντικό παράγοντα της πνευματικής ζωής της. Το 1616 η Φλωρεντινή Ακαδημία θα συμπεριλάβει ανάμεσα στα μέλη της την Αρτεμισία, πρώτη και μόνη γυναίκα ζωγράφο-ακαδημαϊκό, σε ηλικία 23 ετών.

Για τον μεγάλο δούκα της Φλωρεντίας Κόζιμο Β΄, στοργικό προστάτη και θαυμαστή της τέχνης της, η Αρτεμισία έμελλε να φιλοτεχνήσει μία από τις επτά συνθέσεις της  με το ίδιο θέμα, Ιουδήθ και  Ολοφέρνης. Η Αντιμεταρρύθμιση ευνοεί, οι δάσκαλοι έχουν τιμήσει την τρομερή βιβλική αφήγηση. Η Αρτεμισία έχει πρόδηλους λόγους να σκηνοθετεί πάλι και πάλι, με σαδιστική εμμονή, την ίδια εκδικητική τελετουργία του αίματος. Άλλωστε δεν θα είναι η μόνη ανάλογη σκηνή βίας στο έργο της. Οι ηρωίδες των γραφών, της ιστορίας και του θρύλου, που ταπεινώθηκαν, απατήθηκαν, βιάστηκαν, αποπλανήθηκαν από το ανδρικό φύλο και κυρίως αυτές που πήραν το αίμα τους πίσω, με δόλο, με φόνο, με αιμοβόρο «ηρωισμό», έχουν περίοπτη θέση στη θεματογραφία της: Βησθαβέε, Εσθήρ, Δαλιδά, η τρομερή Ιωήλ που «έπηξε τον πάσσαλον εν των κροτάφω» του Σισάρα (Βουδαπέστη), η Σαλώμη, η Λουκρητία, η Κλεοπάτρα.

Το έργο εκτίθεται στο Κάστρο του Ουίνδσορ έως τις 29 Απριλίου 2024.

 Με πληροφορίες από BBC, Εθνική Πινακοθήκη