Οι αμυντικοί εξοπλισμοί αποτελούν ένα πολύ ιδιαίτερο θέμα στην Ελλάδα: Δεδομένης της διαχρονικής και αδιαμφισβήτητης ύπαρξης της τουρκικής απειλής, η ανάγκη για ισχυρές και καλά εξοπλισμένες ένοπλες δυνάμεις υπήρχε πάντα- ωστόσο οι προμήθειες στρατιωτικού υλικού έχουν στιγματιστεί στην αντίληψη μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας εξαιτίας πολλών και διάφορων υποθέσεων και παραδόξων, από σκάνδαλα διαφθοράς και «μίζες» μέχρι ελληνικές «πρωτοτυπίες» με υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα που φέρουν παρωχημένα όπλα, εμπειρίες ή «εμπειρίες» από στρατιωτικές θητείες κλπ. Ακόμη, τα εθνικά θέματα ως γνωστόν προσφέρονται για πολιτικό όφελος, οπότε επανειλημμένα οι επιλογές και αγορές εξοπλισμού έχουν αποκτήσει «οπαδικό» χρώμα στην κοινωνία, καθώς, μεταξύ άλλων, προσφέρονται για εντυπωσιακούς τίτλους στα ΜΜΕ και εντυπωσιακά «τσιτάτα»- από τις «αγορές του αιώνα» της δεκαετίας του 1980 (όταν η ΠΑ ενισχύθηκε με F-16 και Mirage 2000) μέχρι τους σημερινούς χειμάρρους αναλύσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από παντελώς άσχετους με το αντικείμενο «ειδήμονες» οι οποίοι κάνουν «συστάσεις» στις ένοπλες δυνάμεις για αγορές όπλων και στρατηγικές, χαρακτηρίζουν «κουβάδες» σύγχρονα μαχητικά προηγμένης τεχνολογίας (και σε μεγάλο βαθμό απόρρητων δυνατοτήτων), «αποκαλύπτουν» πόσο «γυμνή» είναι η ελληνική άμυνα απέναντι στην «πανίσχυρη Τουρκία» και πολλά άλλα, περισσότερο ή λιγότερο ευτράπελα.
Εν μέσω μιας περιόδου ακραίων εντάσεων με την Τουρκία, το θέμα της ενίσχυσης της εθνικής άμυνας έχει επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο, καθώς η αχαλίνωτη τουρκική επιθετικότητα δεν αφήνει περιθώρια για αυταπάτες: Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες βιώνουν τις επιπτώσεις του πολυετούς «παγώματος» εξοπλισμών που έφερε η οικονομική κρίση, πρέπει να επανεξοπλιστούν, καθώς μια απευκταία πολεμική αναμέτρηση με έναν ανεξέλεγκτα επιθετικό αντίπαλο που έχει εκθρασυνθεί μπορεί να αποφευχθεί όχι με ευχολόγια, αλλά μόνο μέσω της ισχυρής αποτροπής- δηλαδή της ύπαρξης και της πρόθεσης χρήσης στρατιωτικής ισχύος που επαρκεί για την ήττα και καταστροφή του επιθετικού αντιπάλου, σε περίπτωση που «ο κόμπος φτάσει στο χτένι». Σε αυτό το πλαίσιο, σε καθημερινή βάση στη δημόσια σφαίρα πλέον λαμβάνουν χώρα συζητήσεις για θέματα όπως η αγορά νέων εξελιγμένων φρεγατών Belh@rra, το πλεονέκτημα που παρέχουν τα ελληνικά υποβρύχια Type 214 στο Αιγαίο (αυτά που κάποτε διάφοροι «ειδήμονες» χλεύαζαν επειδή «έγερναν»), το αληθινό μέγεθος της απειλής που συνιστούν οι τουρκικοί S-400 ή τα «προηγμένα» όπλα, προϊόντα της αμυντικής βιομηχανίας της, που διαφημίζει προς πάσα κατεύθυνση η Τουρκία, η ανάγκη να αποκτήσουν το ΠΝ και η ΠΑ δυνατότητες που θα τους επιτρέπουν να επιχειρούν αποτελεσματικά στην ανατολική Μεσόγειο, το ποιοι είναι πρόθυμοι να πουλήσουν στην Ελλάδα όπλα και με τι όρους και άλλα πολλά, για τα οποία πολλοί μιλούν, ωστόσο λίγοι είναι σε θέση να γνωρίζουν πραγματικά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Εξηγώντας» τους S-400: Τι ισχύει για τους ρωσικούς πυραύλους
Στη συζήτηση αυτή δεσπόζουσα θέση έχει λάβει τον τελευταίο καιρό το θέμα της προμήθειας γαλλικών μαχητικών τύπου Rafale: Το προηγμένο μαχητικό 4++ γενιάς κυριαρχεί τον τελευταίο καιρό στην επικαιρότητα, δεδομένης της σύσφιξης των σχέσεων Ελλάδας- Γαλλίας απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, των πρόσφατων δημοσιευμάτων περί ενδεχόμενης ταχείας προμήθειας ενός αριθμού αεροσκαφών του τύπου (18-20 σύμφωνα με διάφορες πληροφορίες), και των αναφορών περί χρήσης του εναντίον τουρκικών δυνάμεων στη βάση της Ουατίγια στη Λιβύη, με καταστροφικά αποτελέσματα για τους Τούρκους.
Ως εκ τούτου, το Rafale είναι το «αεροπλάνο των ημερών» στην Ελλάδα, και πολλοί είναι αυτοί που ρωτούν αν είναι ένα «υπερόπλο» που θα δώσει στην ΠΑ σαφή υπεροχή στο Αιγαίο ή αν πρόκειται για μια «λύση στο πόδι» με αμφισβητούμενα οφέλη.
Τα δεδομένα: Επιδιώκοντας το πλεονέκτημα στον αέρα
Όπως προαναφέρθηκε, το θέμα των στρατιωτικών εξοπλισμών και τεχνολογιών είναι εξαιρετικά πολύπλοκο για να αφήνεται στους «ειδήμονες» του Facebook- και η παράθεση λεπτομερών τεχνικών χαρακτηριστικών που είναι γνωστά για το αεροσκάφος είναι άγνωστο κατά πόσον θα μπορούσε να έχει αληθινή σημασία για το ευρύ (εννοώντας, χωρίς γνώσεις εξειδικευμένης φύσης) κοινό. Ανεξαρτήτως αυτού, ωστόσο, υπάρχουν κάποια δεδομένα, με βάση τα οποία μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα.
Μεταξύ των δεδομένων αυτών, λοιπόν, είναι τα εξής: Μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές, δεν έχουν υπάρξει επίσημες ανακοινώσεις σχετικά με συμφωνία προμήθειας μαχητικών Rafale από την Ελλάδα, οπότε δεν είναι γνωστές ούτε τεχνικές λεπτομέρειες, ούτε κόστη. Όπως έχει αναφερθεί, υπάρχουν συζητήσεις για προμήθεια ενός αριθμού μαχητικών, κάποια εκ των οποίων θα είναι καινούρια και κάποια μεταχειρισμένα. Επίσης, άλλο ένα δεδομένο είναι πως η Τουρκία, παρά την μικρή αριθμητική υπεροχή σε αριθμούς αεροσκαφών και τις μεγαλοστομίες που συνοδεύουν την απόκτηση των S-400, τα οπλισμένα drones της και το εγχώριο πρόγραμμα ανάπτυξης μαχητικού αεροσκάφους, στον αέρα εμφανίζεται να φθίνει: Το μέλλον της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας (ΤΗΚ) είχε βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στην προμήθεια του F-35, ωστόσο η Τουρκία εκπαραθυρώθηκε από το πρόγραμμα λόγω της αγοράς των ρωσικών πυραύλων S-400. Παράλληλα, φαίνεται πως αργά ή γρήγορα θα αρχίσει να αντιμετωπίζει προβλήματα ως προς την υποστήριξη του στόλου των F-16 της, ενώ δεν μπορεί να παραβλέπεται το γεγονός πως, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, πολλοί έμπειροι Τούρκοι χειριστές έχουν βρεθεί εκτός των τάξεων της ΤΗΚ.
Στον αντίποδα, η Ελλάδα, με όλα τα προβλήματα των τελευταίων ετών, διαθέτει έναν σύγχρονο στόλο μαχητικών αεροσκαφών, έμπειρους και ικανούς χειριστές και ένα αποτελεσματικό πλέγμα αεράμυνας, το οποίο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, συστήματα μακράς εμβέλειας (πυραύλους Patriot και S-300), μέσης και μικρής, που συνθέτουν ένα ιδιαίτερα «αφιλόξενο» για κάθε εισβολέα περιβάλλον. Παράλληλα, εκσυγχρονίζει 85 F-16 στην έκδοση F-16V, που θεωρείται η πλέον προηγμένη έκδοση του γνωστού μαχητικού- ενώ στο μέλλον η λογική λέει πως η ΠΑ κάποια στιγμή θα προμηθευτεί το F-35. Οπότε μεσοπρόθεσμα- μακροπρόθεσμα φαίνεται να διαμορφώνεται ένα πλεονέκτημα της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας στον αέρα, κάτι που θα αποτελούσε «κλειδί» σε μια ενδεχόμενη ελληνοτουρκική σύγκρουση.
Σε αυτό το «σχήμα», με στόχο να επισπευσθεί η απόκτηση ενός τέτοιο πλεονεκτήματος, έρχεται (πιθανώς) να ενταχθεί το Rafale της γαλλικής Dassault- ένα μαχητικό πολλαπλών ρόλων 4++ γενεάς, που μπορεί να μην έχει τα stealth χαρακτηριστικά του F-35, μα υπηρετεί ήδη σε πολεμικές αεροπορίες ανά τον πλανήτη, μπορεί να χρησιμοποιήσει όπλα που βρίσκονται ήδη στο ελληνικό οπλοστάσιο, διαθέτει σημαντικές νέες δυνατότητες και – ιδιαίτερα σημαντικό- δεν είναι ακριβώς «ξένο» στην ΠΑ, δεδομένης της εμπειρίας από τη μακρά χρήση γαλλικών μαχητικών.
Τι φέρνει το γαλλικό μαχητικό
«Ναι στα Rafale, αλλά να ξέρουμε και τι σημαίνει»- Φαίδων Καραϊωσηφίδης, αεροναυπηγός- εκδότης του περιοδικού «Πτήση»
Το γαλλικό δικινητήριο μαχητικό (τεχνικά χαρακτηριστικά του οποίου μπορείτε να δείτε εδώ) διαθέτει 14 πυλώνες όπλων, όπου μπορεί να φέρει ένα πολύ μεγάλο εύρος βλημάτων, αέρος- αέρος και αέρος- επιφανείας- καθιστώντας το ένα πραγματικό μαχητικό πολλαπλών ρόλων: Πραγματοποιεί αποστολές εναέριας υπεροχής, αεράμυνας, εγγύς υποστήριξης, πληγμάτων σε βάθος, αναγνώρισης, αντιπλοϊκών αποστολών και πυρηνικών πληγμάτων. Εντάχθηκε σε υπηρεσία με το γαλλικό πολεμικό ναυτικό το 2004 και με τη γαλλική πολεμική αεροπορία το 2006. Έχει δει δράση σε Αφγανιστάν, Λιβύη, Μάλι, Ιράκ και Συρία και έχουν γίνει παραγγελίες από την Αίγυπτο, το Κατάρ και την Ινδία.
Ιδιαίτερου ελληνικού ενδιαφέροντος είναι οι δυνατότητες που παρέχει όσον αφορά σε αναμετρήσεις BVR και στη χρήση standoff όπλων: To BVR (beyond visual range) θεωρείται το παρόν (ΟΧΙ το «μέλλον», καθώς βρίσκεται ήδη εδώ) των σύγχρονων αναμετρήσεων μεταξύ πολεμικών αεροποριών αντίστοιχων δυνατοτήτων, και είναι η δυνατότητα να εντοπίσεις να χτυπήσεις τα αντίπαλα αεροσκάφη σε μεγάλη απόσταση, χωρίς να υπάρχει οπτική επαφή- κοινώς, τα αποκαλούμενα «dogfights», οι κλειστές αερομαχίες όπως αυτές που παρατηρούνται στον «ψυχρό πόλεμο» στο Αιγαίο θεωρείται πως αποτελούν αναχρονισμό (αν και πρέπει εδώ να πούμε πως δεν μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που έχει δεκαετίες να λάβει χώρα πραγματική αναμέτρηση μεταξύ αεροποριών αντιστοίχων δυνατοτήτων- «near-peer rivals», στην αμερικανική ορολογία- για να διαπιστωθεί με βεβαιότητα η μορφή μιας σύγχρονης αεροπορικής αναμέτρησης).
«Κλειδί» σε αυτό είναι ο πύραυλος Meteor. Αναλύοντας τον συνδυασμό Rafale- Meteor, ο Φαίδων Καραϊωσηφίδης, αεροναυπηγός και εκδότης του περιοδικού «Πτήση», εξηγεί στη HuffPost Greece τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν: «Τι φέρνει το Rafale; Τον πύραυλο Meteor. Πρόκειται για το όπλο αέρος-αέρος με την αποδεδειγμένα μεγαλύτερη εμβέλεια που υπάρχει στο δυτικό οπλοστάσιο αυτή τη στιγμή, η οποία πιθανώς να ξεπερνά τα 100 χιλιόμετρα. Πρόκειται για έναν πύραυλο που είναι σε υπηρεσία, οπότε τον πληρώνεις και τον αγοράζεις- και είναι ήδη πιστοποιημένος για χρήση στα Rafale».
Η τουρκική αεροπορία αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει όπλο αντίστοιχων δυνατοτήτων- και είναι εύκολα αντιληπτό τι σημαίνει αυτό σε μια αεροπορική αναμέτρηση. «Το μεγάλο ατού εδώ είναι ότι ο αντίπαλος δεν μπορεί να απαντήσει στη βολή σου. Εσύ έχεις το πλεονέκτημα ότι μπορείς να τον “δεις” σε απόσταση 100, 120, 130 χιλιομέτρων. Αυτό σημαίνει επίσης ότι ο Meteor είναι και “φονιάς” αεροσκαφών AWACS (ιπτάμενων ραντάρ). Με αυτή την έννοια, τα AWACS του αντιπάλου μπορούν να απειληθούν από πολύ μεγάλες αποστάσεις, και να αναγκαστούν να οπισθοχωρήσουν, πίσω στην τουρκική ενδοχώρα. Παράλληλα, τα ελληνικά αεροσκάφη θα παραμένουν έξω από τις εμβέλειες των τουρκικών S-400» σημειώνει ο κ. Καραιωσηφίδης, υπογραμμίζοντας πως το «game changer» της υπόθεσης των Rafale για την Ελλάδα προκύπτει πως, είναι, πέραν αυτού, διαθέτουν τη δυνατότητα χρήσης υφιστάμενων ήδη στο ελληνικό οπλοστάσιο γαλλικών όπλων, όπως οι standoff πύραυλοι (μακράς εμβέλειας) SCALP-ΕG, που μπορούν να πλήξουν στόχους βαθιά στην Τουρκία (και σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί πως το Rafale μπορεί να φέρει δύο τέτοια βλήματα, τη στιγμή που τα ελληνικά Mirage αυτή τη στιγμή μπορούν να φέρουν ένα), και οι αντιπλοϊκοί (για χρήση εναντίον πλοίων) πύραυλοι AM-39 Exocet. Συνοψίζοντας, η άποψη του κ. Καραϊωσηφίδη είναι «ναι στα Rafale, αλλά να ξέρουμε και τι σημαίνει», υπογραμμίζοντας πως, πέρα από τη σημασία της προμήθειας των αντίστοιχων όπλων, είναι βασικό να γίνεται αντιληπτό πως, στην περίπτωση των γαλλικών Rafale, υπάρχουν διάφορα συστήματα υποστήριξης, που η Ελλάδα δεν διαθέτει: «Δεν μπορούμε να το “παίξουμε Γάλλοι” εμείς- δεν έχουμε τα ίδια μέσα».
«Λογική επιλογή»- Ζαχαρίας Μίχας, Διευθυντής Μελετών ΙΑΑΑ/ISDA, Δημήτρης Στεργίου, Αναλυτής Αεροπορικών Συστημάτων IAAA/ISDA
Τον ρόλο των Rafale στη στρατηγική κρούση υπογραμμίζουν ο Ζαχαρίας Μίχας, Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ/ISDA) και συνεργάτης του defence-point.gr, και ο Δημήτρης Στεργίου, Αναλυτής Αεροπορικών Συστημάτων του IAAA/ISDA- ειδικά δεδομένου των υφιστάμενου ερωτηματικού περί της προμήθειας γαλλικών φρεγατών Belh@rra, εξοπλισμένων με πυραύλους SCALP Naval (MdCN): «Ο ρόλος της στρατηγικής κρούσης που θα αποκτούσε το Πολεμικό Ναυτικό μέσω του συνδυασμού Belharra HN και SCALP Naval (MdCN), παραμένει αποκλειστικά στην Πολεμική Αεροπορία και ενισχύεται. Πέρα από τα Mirage 2000-5Mk.2 δηλαδή που έχουν τη δυνατότητα να φέρουν ένα μόνο υποστρατηγικό όπλο SCALP-EG (αέρος-εδάφους), η προσθήκη των Rafale στο ελληνικό οπλοστάσιο, θα αυξήσει κατακόρυφα την ικανότητα προσβολής με τέτοια όπλα (δύο ανά μαχητικό)».
Όπως εκτιμούν οι αναλυτές του IAAA/ISDA, η προμήθεια συνδυασμού μεταχειρισμένων (προερχόμενων από τη Γαλλική Αεροπορία) και καινούργιων Rafale, θεωρείται λογική ώς επιλογή από την ελληνική πλευρά και κατ επέκταση και αποδοτική επειδή διασφαλίζει χαμηλό συγκριτικά με τα καινούργια κόστος αγοράς και μικρούς χρόνους παράδοσης σε ότι αφορά στα μεταχειρισμένα, καθώς και άμεση αξιοποίηση στις επιχειρήσεις λόγω της ύπαρξης των όπλων (SCALP-EG, MICA EM/IR και Exocet AM-39) ήδη στο οπλοστάσιο της Πολεμικής Αεροπορίας.
Σε πιο τεχνικό επίπεδο, οι κ.κ Μίχας και Στεργίου τονίζουν το πλεονέκτημα που συνεπάγεται η ένταξη σε υπηρεσία με την ΠΑ έναντι της ΤΗΚ σε κάθε επίπεδο, τόσο αέρος- αέρος όσο και αέρος- εδάφους:
Ζ. Μίχας, Δ. Στεργίου: «Ακόμη και τα μεταχειρισμένα μαχητικά Rafale που θα αποκτηθούν από την Πολεμική Αεροπορία, εξασφαλίζουν σημαντικό επιχειρησιακό πλεονέκτημα έναντι της Τουρκικής Αεροπορίας τόσο σε ρόλους αέρος - αέρος, όσο και σε ρόλους αέρος-εδάφους, λόγω της μεγάλης μεταφορικής ικανότητας του Rafale σε καύσιμο και οπλικό φορτίο. Το μέγιστο βάρος απογείωσης του Rafale είναι 24,5 τόνοι, ενώ του F-16 είναι 16,9 τόνοι. Έχει σημαντικά μεγαλύτερη ακτίνα δράσης (περί τα 1.850 χιλιόμετρα) και ισχύ πυρός. Άλλη σημαντική αναβάθμιση για την Πολεμική Αεροπορία είναι ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός αποστολής του Rafale. To ραντάρ RBE2AA είναι τεχνολογίας ενεργού ηλεκτρονικής σάρωσης (AESA) με δυνατότητες αποκάλυψης στόχων στον αέρα και στο έδαφος σε μεγάλες αποστάσεις και υψηλή αντοχή σε περιβάλλον έντονων ηλεκτρονικών αντιμέτρων.
Άλλο σημαντικό κομμάτι του ηλεκτρονικού εξοπλισμού αποστολής του γαλλικού μαχητικού, είναι το σύστημα αυτοπροστασίας και ηλεκτρονικού πολέμου SPECTRA. Δεν έχει εγκατασταθεί σε κανένα άλλο μαχητικό και οι επιδόσεις του θεωρούνται από τις κορυφαίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι πληροφορίες αυτές προκύπτουν από ΝΑΤΟϊκές αναφορές οι οποίες έχουν συνταχθεί στο πλαίσιο συνεκπαιδεύσεων και συνεργατικών πραγματικών πολεμικών επιχειρήσεων (Αφγανιστάν, Λιβύη, Συρία).
Πέρα από τα όπλα stand off (εξαπόλυσης από μεγάλες αποστάσεις από τους στόχους) εναντίον στόχων στο έδαφος (SCALP-EG) και την επιφάνεια της θάλασσας (Exocet AM-39), το Rafale μπορεί να μείνει εκτός της ακτίνας βολής των τουρκικών S-400 μέσω της αξιοποίησης του μεγάλης ακτίνας πυραύλου αέρος-αέρος METEOR, ο οποίος έχει πιστοποιηθεί σε όλα τα ευρωπαϊκά μαχητικά (Gripen, Eurofighter-Typhoon και Rafale) και μπορεί να προσβάλει ιπτάμενους στόχους σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 100 χιλιομέτρων από το μαχητικό-φορέα. Οι ασφαλείς αποστάσεις προσβολής εναέριων στόχων διασφαλίζονται και μέσω της δυνατότητας που έχει το Rafale να επικοινωνεί μέσω συστήματος ζεύξης δεδομένων (LINK 16) με τα ιπτάμενα ραντάρ Erieye (EMB-145H) ΑΣΕΠΕ της Πολεμικής Αεροπορίας. Δηλαδή μπορεί να βλέπει στόχους που έχει εντοπίσει το Erieye και να εκτοξεύει πυραύλους αέρο-αέρος εναντίον τους, χωρίς να χρησιμοποιεί το δικό του ραντάρ, παραμένοντας έτσι αθέατο».
Καταλήγοντας όσον αφορά στο θέμα της επιχειρησιακής αξίας των Rafale, οι κ.κ. Μίχας και Στεργίου υπογραμμίζουν και άλλη μια διάσταση- αυτή της εμβέλειας: «Καλύπτει επιχειρησιακά, λόγω της μεγάλης του ακτίνας και της ικανότητας μεταφοράς όπλων, τόσο την Κύπρο, όσο και το σύνολο του εναέριου και θαλάσσιου χώρου που περιλαμβάνει το FIR Aθηνών και είναι σημαντικά μεγάλος».
«Game changer σε μια σύγκρουση στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο»- Ιωάννης Αναστασάκης, αντιπτέραρχος ε.α.
Για σημαντική ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της Ελλάδας, σε τακτικό και ψυχολογικό επίπεδο, από μια ενδεχόμενη ένταξη των μαχητικών Rafale στην ΠΑ, κάνει λόγο ο Ιωάννης Αναστασάκης, αντιπτέραρχος ε.α. και στρατηγικός αναλυτής με εξειδίκευση στον Ηλεκτρονικό Πόλεμο, τις Διεθνείς Αμυντικές Σχέσεις, τους εξοπλισμούς και στις Αμυντικές Επενδύσεις.
Σύμφωνα με τον κ. Αναστασάκη, τα αεροσκάφη αυτά θα αποτελούσαν επίσης «μία στρατιωτική δυνατότητα που θα γείρει την πλάστιγγα υπέρ της Ελλάδος (game changer), σε μία σύγκρουση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο».
«Το Rafale δεν θεωρείται 5ης γενεάς, διότι σύμφωνα με τα αμερικανικά πρότυπα θα έπρεπε να μην φέρει εξωτερικά φορτία, με σκοπό την μειωμένη ηλεκτρονική αποκάλυψη από τα εχθρικά Radar. Οι Γάλλοι σχεδιαστές πετυχαίνουν την stealth δυνατότητα με τη χρήση ηλεκτρονικών συστημάτων προηγμένης τεχνολογίας. Ως ένα αεροσκάφος πολλαπλών ρόλων, εξοπλισμένο με πυραύλους SCALP και Exocet θα είναι η νέμεσις σε περίοδο τοπικής σύγκρουσης, καταστρέφοντας κάθε επίγειο στόχο σε ξηρά και σε θάλασσα. Επίσης, εξοπλισμένο με πυραύλους Meteor θα έχει τη δυνατότητα να στοχοποιεί εχθρικά αεροσκάφη σε αποστάσεις άνω των 100 χλμ, επιβάλλοντας αεροπορική υπεροχή (air superiority)» σημειώνει ο κ. Αναστασάκης- υπογραμμίζοντας παράλληλα τη σημασία της εξοικείωσης του προσωπικού της Π.Α με τα γαλλικά αεροσκάφη, ειδικότερα τα Mirage 2000 και Mirage 2000-5. Αναβάθμιση αυτών, όπως τονίζει, σε συνδυασμό με τα F-16V, και την ενδεχόμενη ένταξη των Rafale σε ελληνική υπηρεσία, θα παρείχαν στην Ελλάδα την επιδιωκόμενη αεροπορική υπεροπλία.
Συνοψίζοντας, στο ερώτημα κατά πόσον η προμήθεια του νέου γαλλικού μαχητικού είναι η καλύτερη επιλογή για την Ελλάδα, ο κ. Αναστασάκης επισημαίνει και μια άλλη διάσταση:
Ι. Αναστασάκης: «Το Rafale είναι ένα εξαιρετικό οπλικό σύστημα μεταξύ των διαθεσίμων στη διεθνή αγορά. Τίθεται όμως το ερώτημα: “είναι η προμήθεια αυτή η καλύτερη δυνατή επιλογή για την Ελλάδα του σήμερα;”. Όταν δίδασκα το μάθημα ¨Πολιτική Εθνικής Άμυνας-(ΠΕΑ)» στους Ικάρους, επεξηγούσα ότι η Εθνική Στρατηγική στηρίζεται σε παραμέτρους, η κυριότερη των οποίων είναι οι ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις. Μία άλλη εξ ίσου βασική παράμετρος είναι η υποστήριξη από φίλες και σύμμαχες χώρες. Έχει προαναγγελθεί η υπογραφή Αμυντικής Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, όπου θα προβλέπεται προμήθεια των Rafale καθώς και άλλων οπλικών συστημάτων. Αν η συμφωνία αυτή περιλαμβάνει και δεσμευτικούς όρους υποστήριξης των ελληνικών θέσεων έναντι των αναθεωρητικών τουρκικών διεκδικήσεων, τότε τα οπλικά αυτά συστήματα θα είναι πράγματι η καλύτερη δυνατή επιλογή για την Ελλάδα του σήμερα».
Πότε και πόσα;
Όπως φαίνεται, το Rafale αποτελεί ένα αεροσκάφος που φαίνεται ότι όντως θα «έδενε καλά» στην ελληνική πολεμική αεροπορία, και θα παρείχε σημαντικά πλεονεκτήματα πάσης φύσεως. Ωστόσο, υπάρχει μια σημαντική και αυτονόητη διαφορά ανάμεσα σε ένα όπλο που έχεις και ένα όπλο που περιμένεις να παραλάβεις- και, εφόσον μιλάμε για εξοπλισμούς και μαχητικά αεροσκάφη, γίνεται εύκολα κατανοητό πως δεν πρόκειται για «off the shelf» αγορές. Επί της προκειμένης, ακόμη και με επιτάχυνση διαδικασιών, με παραχώρηση και μεταχειρισμένων αεροσκαφών, απαιτείται χρόνος- τόσο για τα αεροσκάφη όσο και για την εκπαίδευση των Ελλήνων χειριστών σε αυτά.
Όπως σημειώνει ο κ. Καραϊωσηφίδης, οι συζητήσεις φαίνεται πως είναι για μοίρα 18+2 αεροσκαφών (τα δύο για αναπλήρωση απωλειών). «Θεωρητικά, μέσα στους επόμενους μήνες, μπορεί να συμφωνηθούν με τους Γάλλους, στο πλαίσιο μιας παραγγελίας, 12 αεροσκάφη που θα παραληφθούν σε δύο με τρία έτη, συν 6 ή 8 από τις δικές τους μοίρες. Για να πάρεις άμεσα αεροσκάφη, γίνεται μόνο με εκχώρηση».
Η γαλλική πλευρά, ωστόσο, έχει επιδοθεί ξανά σε «fast track» διαδικασίες για προμήθεια οπλικών συστημάτων- κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί με την προμήθεια των Mirage F-1 από την Ελλάδα μετά τον «Αττίλα», ενώ πιο πρόσφατα είχε γίνει κάτι ανάλογο στην Αίγυπτο, με την ταχεία παράδοση μιας φρεγάτας FREMM στην Αίγυπτο.
Φ. Καραϊωσηφίδης: «Αν γίνει παραγγελία των αεροσκαφών κυριολεκτικά σήμερα, για να παραληφθούν άμεσα και να αξιοποιηθούν το ταχύτερο δυνατόν, θα μπορούσαν να εκχωρηθούν 4, 6 ή και 8 αεροπλάνα της Γαλλικής Αεροπορίας, με εκπαίδευση χειριστών στη Γαλλία, δημιουργία γραμμής υποστήριξης στην Τανάγρα, ένταξη του αεροπλάνου στο σύστημα αεράμυνας και ό,τι άλλο απαιτείται για τη έναρξη συγκρότησης μιας ελληνικής Μοίρας. Αυτό θα ικανοποιούσε την ελληνική απαίτηση του “άμεσα”. Εάν οι Γάλλοι θέλουν και μπορούν να το κάνουν, μπορεί μέχρι τα Χριστούγεννα η διαδικασία να βρίσκεται σε εξέλιξη. Μέσα στους πρώτους 6 με 8 μήνες του 2021 θα μπορούσες να έχεις μετεκπαιδευμένους χειριστές, προφανώς από τις Μοίρες Mirage 2000, και να αρχίσεις να πετάς τα Rafale στο Αιγαίο. Θεωρητικά η ελληνική Μοίρα Rafale, με τα παραπάνω μαχητικά θα ήταν δυνατόν να αποκτήσει αρχική επιχειρησιακή διαθεσιμότητα περίπου τέτοια εποχή του χρόνου- εάν κι εφόσον πριν το τέλος του έτους πάνε χειριστές στη Γαλλία και εάν οι Γάλλοι εκχωρήσουν αεροσκάφη. Είναι θέμα συμφωνίας, γαλλικής θέλησης και δυνατότητας»
Καταλήγοντας, προκύπτει το αναπόφευκτο ερώτημα του κόστους- ωστόσο αυτό δεν μπορεί να προσδιοριστεί, δεδομένου πως είναι θέμα διαπραγμάτευσης, αριθμού αεροσκαφών παραγγελίας, φόρτου όπλων κ.α. Λαμβανομένων αυτών υπόψιν, καθώς και των δεδομένων από συμφωνίες άλλων χωρών, μια τιμή που «βγαίνει» ανά αεροσκάφος είναι 100 εκατ. ευρώ- αλλά, όπως προαναφέρθηκε, πρόκειται για έναν αριθμό ο οποίος αναφέρεται με πάσα επιφύλαξη.