Στέφανος Σαράτσης: Η άγνωστη ιστορία του με τον Βασίλη Καρρά

Ο Θεσσαλονικιός chef patron που έκανε την έκπληξη στη γαστρονομική σκηνή της Αθήνας εξηγεί πώς έκανε τα «Καλά Καθούμενα» ένα από τα πιο συζητημένα εστιατόρια των τελευταίων ετών.
Open Image Modal
Ο Στέφανος Σαράτσης
NDP

Το εστιατόριο του chef patron Στέφανου Σαράτση, «Στα Καλά Καθούμενα» έπειτα από μια άκρως πετυχημένη πορεία στη Θεσσαλονίκη διανύει ήδη τον δεύτερο χρόνο επιτυχίας του στην Αθήνα σηματοδοτώντας τη νέα εποχή στην αθηναϊκή κρεατοφαγική σκηνή ενώ αποτελεί σημείο συνάντησης των πιο γνωστών Ελλήνων. Φιλοξενείται σε ένα επιβλητικό κτήριο, που βρίσκεται σε ένα από τα πιο κεντρικά σημεία της Αθήνας, στην Ιερά Οδό 25-29, σε έναν χώρο 1.600 τ.μ. και διαθέτει εντυπωσιακούς πριβέ χώρους όπως τα πιο φημισμένα εστιατόρια του εξωτερικού.

Στέφανε πώς γεννήθηκαν τα «Καλά Καθούμενα»;

Το 1997 στη Θεσσαλονίκη, δύο πιτσιρίκια, εγώ και η γυναίκα μου, αποφασίσαμε να κάνουμε ένα πολύ μεγάλο βήμα, γιατί ήμασταν και οι δύο στο μεροκάματο, χρεωθήκαμε, δανειστήκαμε, ανοίξαμε ένα μικρό καλοκαιρινό μαγαζάκι στην Αγνώστου Στρατιώτου, μια σταλιά, μετά το κλείσαμε και έγινε χειμερινό.  Η καρδιά μας εκεί χτυπάει ακόμα.

Πριν από τρία χρόνια απέκτησε ένα μεγάλο αδερφάκι στην Αθήνα.

Η Αθήνα μας δέχτηκε με μια μεγάλη αγκαλιά, ούτε εγώ ο ίδιος το περίμενα. Μας αγαπάνε όπως είμαστε. 

Open Image Modal
Με την Άννα Βίσση.
Στέφανος Σαράτσης

 

Πώς κατάφερες να συγκεκτρώσεις γύρω σου όλους αυτούς τους πετυχημένους εκπροσώπους από τον καλλιτεχνικό, αθλητικό και επιχειρηματικό κόσμο;

Αυτή είναι προίκα μας, ο καθρέφτης του χαρακτήρα μας. Εδώ και 28 χρόνια χτίζουμε φιλίες και ανθρώπινες σχέσεις. Ποτέ δεν είδαμε αυτό το επάγγελμα σαν δουλειά. Ήταν το χόμπι μας, η αγάπη μας. Σε όλα αυτά τα χρόνια γίναμε φίλοι με πολλούς άνθρωπους από όλους τους χώρους.

Γνωρίζω ότι είστε καλοί φίλοι με τον Αντώνη Ρέμο.

Του έχω μεγάλη αδυναμία, συναντιόμαστε συχνά. Και εκείνος από τη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε όπως και εμείς. Μαζί με τον Βασίλη Καρρά και τη Νατάσα Θεοδωρίδου άνοιξε έναν δρόμο στον οποίο περπατήσαμε κι εμείς. 

Υπάρχουν πολλά εστιατόρια που προσπάθησαν να κάνουν αυτό που κάνετε εσείς αλλά δεν τα κατάφεραν. Ποιο είναι το μυστικό σας;

Δεν υπάρχει μυστικό. Όλοι οι συνάδελφοί μου είναι άριστοι επαγγελματίες. Υπάρχει ένας υγιής ανταγωνισμός. Αγαπάω πολύ αυτό που κάνω, δεν υπολογίζω το κόστος, θέλω η ποιότητά μου να είναι τρομερή. Σε κάθε τραπέζι αισθάνομαι ότι τρώω κι εγώ με την παρέα. Δεν έχουμε πελάτες, έχουμε φιλοξενούμενους.

 

Open Image Modal
Με τη Δέσποινα Βανδή και τον Βασίλη Μπισμπίκη
Στέφανος Σαράτσης

 

Ποιος επέλεξε αυτό το όνομα;

Πριν από 30-35 χρόνια είχα δει στον ύπνο μου μια οικοδομή ψηλή σε ένα νησί και πάνω στο περβάζι της ταράτσας έγραφε με κόκκινα κεφαλαία γράμματα «Στα καλά καθούμενα». Μου είχε μείνει αυτό το όνειρο σαν φωτογραφία στο μυαλό μου. Όταν το ξεκινήσαμε με τη γυναίκα μου, δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά. Είπα «έτσι θα λέγεται».

Είμαι σίγουρος ότι έχεις ήδη στήσει στο μυαλό σου το επόμενο βήμα.

Ξέρεις, η φράση «στα καλά καθούμενα» μεταφράζεται στα αγγλικά ως «out of the blue». Έτσι θα συνεχίσει η ιστορία, με τον αγγλικό τίτλο, οπότε καταλαβαίνεις...

Καταλαβαίνω ότι θα ταξιδέψετε εκτός συνόρων.

Ακριβώς.

Open Image Modal
Άποψη του χώρου. Στο ίδιο κτίριο της Ιεράς Οδού στεγαζόταν πριν το υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας.
NDP

 Ποιον ονειρεύεσαι να σερβίρεις;

Με πιάνεις απροετοίμαστο. Έχω σερβίρει από τον πιο απλό φίλο μου μέχρι πρωθυπουργούς και προέδρους. Αυτό που μου ξυπνάει τα ομορφότερα συναισθήματα είναι όταν σερβίρω τους γονείς μου. Τίποτα άλλο δεν με ιντριγκάρει το ίδιο.

 

Open Image Modal
Με τον Βασίλη Καρρά στα «Καλά Καθούμενα».
Στέφανος Σαράτσης

 Ποιος γνωστός Έλληνας σου έχει κάνει εντύπωση για τις γνώσεις του πάνω στο καλό κρέας;

Ο Αντώνης γνωρίζει πολλά πράγματα. Στη ζωή του εχει δοκιμάσει από το 0 μέχρι το 100, από το καλύτερο μέχρι το χειρότερο. Γιατί είναι ένας λαϊκός άνθρωπος, ένας από εμάς. Θα φάει και στην καντίνα, και με τον πρωθυπουργό της Γαλλίας. Και ο Βασίλης Καρράς φυσικά. Στο μενού μου έχω δύο τρία πιάτα που δημιουργήσαμε για εκείνον και τα κρατήσαμε για χάρη του, όπως το «Καλλιτεχνικό Κοτόπουλο», σερβιρισμένο με παρμεζάνα και ψημένο στη σχάρα με πιπεριές και ντομάτες. Ένα μεσημέρι το είχαμε φάει μαζί στην καραντίνα- εκείνος μου είπε πώς να το κάνω. Άρεσε σε όλους τόσο πολύ που του είπα «καλλιτέχνη μου αυτό το πιάτο το κρατάω για χάρη σου και θα υπάρχει πάντα στο μενού».

Δεν μπορώ να μη σε ρωτήσω για το ιδιαίτερο ενδυματολογικό σου στυλ.

Μου βγαίνει αυθόρμητα. Αν δω κάτι που μου αρέσει, δεν με σταματάει τίποτα.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ 

-- --