Με τον «καλό του φίλο» Μπενιαμίν Νετανιάχου θα συναντηθεί στον Λευκό Οίκο ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς ο ισραηλινός πρωθυπουργός - που υπάρχει σε βάρος του διεθνές ένταλμα σύλληψης για εγκλήματα πολέμου και κατά της ανθρωπότητας- θα φτάσει σήμερα στην Ουάσιγκτον.
Μετά την ένταση που επικράτησε στις σχέσεις των δύο χωρών επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν λόγω του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, ο Νετανιάχου επισκέπτεται τον Τραμπ επιδιώκοντας να ενισχύσει τους δεσμούς ΗΠΑ - Ισραήλ.
Ο ισραηλινός πρωθυπουργός, είναι ο πρώτος ξένος ηγέτης που επισκέπτεται τον Τραμπ στην Ουάσιγκτον μετά την ορκωμοσία του, και αναχωρεί από το Ισραήλ την ώρα που η εκεχειρία με τη Χαμάς στη Γάζα εξακολουθεί να τηρείται και ενόψει του νέου γύρου διαπραγματεύσεων που ξεκινά αύριο Δευτέρα για τη δεύτερη φάση της συμφωνίας.
«Οι αποφάσεις μας και το θάρρος των στρατιωτών μας έχουν αλλάξει τον χάρτη. Αλλά πιστεύω ότι με στενή συνεργασία με τον πρόεδρο Τραμπ μπορούμε να τον αλλάξουμε ακόμη περισσότερο και προς το καλύτερο», πρόσθεσε.
Τραμπ: Ετοιμος να στηρίξει τον Νετανιάχου
Την Τρίτη Νετανιάχου και Τραμπ θα συζητήσουν «για τη νίκη έναντι της Χαμάς, την επιστροφή των ομήρων μας και τη μάχη κατά του ιρανικού άξονα σε όλες του τις διαστάσεις», δήλωσε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός.
Αν και η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε προσφέρει την πλήρη στήριξή του στο Ισραήλ από την επίθεση του Οκτωβρίου, με τον καιρό, έλαβε αποστάσεις, κυρίως λόγω του μεγάλου αριθμού των αμάχων που σκοτώθηκαν στη Γάζα και της ανεπαρκούς βοήθειας που εισερχόταν στον θύλακα.
Σε αντίθεση με τον Μπάιντεν, ο Τραμπ μέσα σε μερικές ημέρες έθεσε ένα καινούργιο πλαίσιο. Πρότεινε «απλώς να νοικοκυρευτεί» η Γάζα με τη μεταφορά των Παλαιστίνιων σε «πιο ασφαλή» μέρη, όπως η Αίγυπτος ή Ιορδανία, προκαλώντας διεθνείς αντιδράσεις.
Αποδέσμευσε την παράδοση στο Ισραήλ βομβών 2.000 λιβρών (περίπου 900 κιλά), την οποία ο Μπάιντεν είχε αναστείλει, και ακύρωσε τις οικονομικές κυρώσεις εις βάρος των Εβραίων εποίκων που κατηγορούνται για βιαιότητες εις βάρος Παλαιστίνιων.
«Για τον Νετανιάχου μια προνομιακή σχέση με τον Λευκό Οίκο είναι ζωτικής σημασίας εργαλείο», επεσήμανε η Σελίν Τουμπούλ συνδιευθύντρια για του Ιδρύματος για την Οικονομική Συνεργασία (ECD) στο Τελ Αβίβ.
Αυτή η «επίσκεψη εργασίας» θα επιτρέψει επίσης στον Νετανιάχου να εκτιμήσει το τίμημα της σχέσης του με σε έναν Αμερικανό πρόεδρο που ακολουθεί τις τακτικές του επιχειρηματικού κόσμου.
Ο Τραμπ επιθυμεί να διατηρηθεί η εκεχειρία στον νότιο Λίβανο μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ, όπως και αυτή στη Λωρίδα της Γάζας με τη Χαμάς.
Οι σύμβουλοί του «επισημαίνουν ότι η αναζωπύρωση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή θα τον εμποδίσει να ασχοληθεί (…) με τις πιο επείγουσες προτεραιότητές του», εκτίμησε το Soufan Center με έδρα τη Νέα Υόρκη, κυρίως τη μάχη κατά της παράτυπης μετανάστευσης από το Μεξικό και τον τερματισμό του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Πέρα από αυτά, «ο Τραμπ θέλει να επαναπροσανατολίσει τις προτεραιότητές του προς την περιοχή της Ασίας- Ειρηνικού», σχολίασε ο Ντέιβιντ Χάλφα ερευνητής στο Fondation Jean Jaures στο Παρίσι.
Ο Τραμπ επενδύει στις σχέσεις Ισραήλ - Σ. Αραβίας
«Εκτιμά, όπως και οι προκάτοχοί του εξάλλου, ότι πρέπει πρώτα να σταθεροποιήσει την περιοχή και να δημιουργήσει έναν συνασπισμό κατά του Ιράν με τους στρατηγικούς του εταίρους», ανάμεσα στους οποίους το Ισραήλ αλλά και η Σαουδική Αραβία.
Κατά συνέπεια στις συζητήσεις του με τον Νετανιάχου θα αναφερθούν πιθανόν και οι υποχωρήσεις που θα πρέπει να δεχθεί ο Ισραηλινός πρωθυπουργός προκειμένου να ξεκινήσει και πάλι η διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων της χώρας του με το Ριάντ.
Αυτή έμοιαζε να βρίσκεται σε καλό δρόμο πριν την 7η Οκτωβρίου, έκτοτε όμως η Σαουδική Αραβία τονίζει ότι η εξομάλυνση δεν θα είναι εφικτή προτού βρεθεί μια διαρκής και βιώσιμη λύση για τους Παλαιστίνιους.
Και αυτό είναι το δίλημμα του Νετανιάχου: Στα χαρτιά, υπογραμμίζει ο Ντέιβιντ Χάλφα, «υπάρχει σήμερα μια ιδεολογική ευθυγράμμιση μεταξύ της λαϊκιστικής και τραμπικής δεξιάς στις ΗΠΑ και του Ισραηλινού πρωθυπουργού».
Όμως «το περιθώριό του για πολιτικούς ελιγμούς είναι πολύ μικρό μπροστά σε έναν Τραμπ που δεν είναι αντιμέτωπος με την πίεση της επανεκλογής».
Αυτή την εβδομάδα πρόκειται να επαναληφθούν οι διαπραγματεύσεις, μέσω μεσολαβητών, μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς για τη δεύτερη φάση της συμφωνίας εκεχειρίας, στη διάρκεια της οποίας θα αφεθούν ελεύθεροι και οι τελευταίοι όμηροι και θα συμφωνηθεί το τέλος του πολέμου.
Το δίλημμα Νετανιάχου
Αύριο Δευτέρα ο Νετανιάχου θα μιλήσει για το θέμα με τον Στιβ Ουίκοφ, ειδικό απεσταλμένο του Τραμπ στη Μέση Ανατολή, ο οποίος στη συνέχεια, μέσα στην εβδομάδα, θα συνομιλήσει με τον πρωθυπουργό του Κατάρ και υψηλόβαθμους Αιγύπτιους αξιωματούχους.
Όμως ένα μέρος του κυβερνητικού συνασπισμού στο Ισραήλ επιθυμεί να ξεκινήσουν και πάλι οι μάχες στη Γάζα μετά το πέρας της πρώτης φάσης. Σε διαφορετική περίπτωση ο ακροδεξιός υπουργός Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριχ απειλεί να αποχωρήσει από την κυβέρνηση.
Εκεί έγκειται και το δίλημμα του Νετανιάχου: μεταξύ ενός συμμάχου τον οποίο χρειάζεται στη διεθνή σκηνή και των εσωτερικών πολιτικών του υποστηρικτών, οι επιφυλάξεις των οποίων αυξάνονται.
«Αν ο Τραμπ τού ζητήσει να κάνει υποχωρήσεις υπέρ των Παλαιστίνιων για να πετύχει την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, ο Νετανιάχου θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ μιας προνομιακής σχέσης με τον Αμερικανό πρόεδρο και τη διατήρηση του συνασπισμού του», συνόψισε η Σελίν Τουμπούλ.
Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ
Να σημειωθεί, ότι ο Τραμπ είναι ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που το 2017 αναγνώρισε την Ιερουσαλήμ, την ιερή πόλη που διεκδικούν Ισραήλ και Παλαιστίνη, ως πρωτεύουσα του Ισραήλ.
Από το 1948, οπότε και ιδρύθηκε το Κράτος του Ισραήλ, καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και όλες διατηρούν τις πρεσβείες τους στο Τελ Αβίβ.
Αντίθετα, ο Τραμπ ανακοίνωσε τότε ότι η Αμερικανική πρεσβεία θα μεταφερθεί από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ.
Στη διάρκεια της πρώτης θητείας του, ο Τραμπ επαναλάμβανε ότι το Ισραήλ «δεν είχε ποτέ έναν καλύτερο φίλο στον Λευκό Οίκο».