Για εκείνους που πίστευαν ότι η μάχη για να σωθεί η Ελλάδα αφορούσε μία ετερόκλητη ομάδα αριστερών που «έβλεπε τελικά το φως», ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έκανε πολλούς από αυτούς να το ξανασκεφτούν, γράφει η Helena Smith σε άρθρο της στον Βρετανικό Guardian, υπό τον τίτλο «Ευκλείδης Τσακαλώτος: Το μυστικό όπλο της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις».
Ο Τσακαλώτος με σπουδές στην Οξφόρδη έχει αναδειχθεί ως το μυστικό όπλο της Αθήνας, και στην ομιλία του φαίνεται η ανατροφή του: μαθητής σχολείου του βρετανικού κατεστημένου.
«Αποτελεί μάλλον έκπληξη στην άλλη πλευρά», αναφέρει ο ίδιος, με την ελληνική βουλή να πλαισιώνεται στο παράθυρο του γραφείου του στον όγδοο όροφο. «Αλλά επίσης έκπληξη είναι το γεγονός ότι καταλαβαίνω τα οικονομικά επιχειρήματα τους».
Φλεγματικός, καθηγητικός, ήπιων τόνων, έχει περάσει πολλά χρόνια μεταξύ Βρετανίας και Ελλάδας «εμπλεκόμενος με κριτικό πνεύμα» με τη νεοκλασική οικονομική σκέψη, προσθέτει ο Guardian.
«Το γεγονός ότι ακούγεται επίσης σαν ένας αριστοκράτης βοηθάει», δήλωσε μία πηγή από τον ΣΥΡΙΖΑ στην εφημερίδα. «Μιλάει τη γλώσσα τους καλύτερα από ό,τι εκείνοι. Μερικές φορές, είναι αρκετά διασκεδαστικό να το βλέπει κανείς».
Γιος ενός πολιτικού μηχανικού που εργαζόταν στον εύπορο κόσμο της ελληνικής ναυτιλίας, ο Τσακαλώτος γεννήθηκε στο Ρότερνταμ το 1960. Όταν η οικογένειά του μετακόμισε στο Λονδίνο, αμέσως γράφτηκε στο επιλεκτικό ιδιωτικό σχολείο του Αγίου Παύλου. Μια θέση στην Οξφόρδη, όπου σπούδασε Φιλοσοφία, Πολιτικά και Οικονομικά, ακολούθησε.
Ο κόσμος της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά». «Ο ξάδερφος του παππού μου ήταν ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος ο οποίος οδήγησε την άλλη πλευρά, τη λάθος πλευρά, στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο», λέει ο ίδιος. «Εξέφρασε το φόβο ότι θα μπορούσα να καταλήξω ως ένας φιλελεύθερος, σίγουρα όχι κάτι περισσότερο προς τα αριστερά». Το άρθρο συνεχίζει: Ο Τσακαλώτος, ο οποίος έχει γράψει έξι βιβλία μεταξύ των οποίων Η κοιτίδα της Αντίστασης, μια ανάλυση της Ελλάδας στην πρώτη γραμμή της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη, «αγκάλιασε» την αριστερά στην Οξφόρδη, όταν εντάχθηκε στην φοιτητική πτέρυγα του ευρωπαϊκού κομμουνιστικού κόμματος της Ελλάδας.
Αυτό που τον παρακίνησε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ήταν η αντιμετώπιση της ελληνικής αριστεράς -που είχε ηγηθεί του κινήματος αντίστασης ενάντια στη ναζιστική κατοχή- μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. «Οι Έλληνες είχαν να αντισταθούν σε πολλά, εμφύλιο πόλεμο, δικτατορία, απολυταρχισμό», τονίζει. «Αλλά ίσως το πιο φοβερό πράγμα ήταν η αδικία την οποία υπέστη η αριστερά στη μεταπολεμική περίοδο. Ήμασταν η μόνη χώρα όπου οι άνθρωποι που είχαν συμμετάσχει σε ένα πολύ σημαντικό κίνημα αντίστασης αντιμετωπίστηκαν σαν παρίες, ενώ εκείνοι που είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς βρίσκονταν σε καλή θέση. Ήταν τόσο λάθος».
Όταν μετακόμισε στην Ελλάδα, με την Σκωτσέζα σύζυγό του στις αρχές του 1990, γράφτηκε στον Συνασπισμό. Το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης τον έπεισε ότι υπήρχε ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας που θεωρούσε ότι δεν εκφράζεται από τις πολιτικές ελίτ -ένα από τα πολλά μάντρα του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως πολλοί στην ελληνική αριστερά, ο ίδιος πιστεύει ότι η ελληνική κυβέρνηση που είναι κατά της λιτότητας εκφράζει έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτών σε ολόκληρη την Ευρώπη, που υποβάλλονται στις βάναυσες ιδιοτροπίες της αγοράς, και αισθάνονται αποκλεισμένοι από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. «Με τη συγκρατημένη περιγραφή ενός Άγγλου τζέντλεμαν, ο Τσακαλώτος παραδέχεται ότι στη νέα του θέση έχει χάσει τον ύπνο του. Την Τετάρτη δήλωσε ότι θα ήταν σχεδόν αδύνατο για την Ελλάδα να συνεχίσει να αποπληρώνει τα χρέη της χωρίς μία συμφωνία με αντάλλαγμα μεταρρυθμίσεις», συμπληρώνει το άρθρο.
«Έχουμε αποστραγγίσει όλες τις πηγές ρευστότητας από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Σε κάποιο σημείο πολύ σύντομα τα χρήματα θα τελειώσουν», είπε επιμένοντας ότι ακριβώς επειδή είχε κατασχέσει τα κεφάλαια, η κυβέρνηση απέδειξε ότι ήταν ειλικρινής στην επιθυμία της για συμφωνία.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει εντολή να βγάλει την Ελλάδα από την ευρωζώνη, ούτε έχει την εντολή να εφαρμόσει ανέφικτη λιτότητα. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια συμφωνία που θα είναι βιώσιμη, μια συμφωνία που είναι καλή για την Ευρώπη και την Ελλάδα», καταλήγει.