Όποιος Έλληνας πολίτης θεωρεί πως η παρούσα κυβέρνηση έχει ως στόχο να εκτελέσει τη λαϊκή εντολή που έλαβε με τις εκλογές και να πάει σε σκληρή διαπραγμάτευση εντός του Ευρώ, φοβάμαι πως είναι θύμα εξαπάτησης.
Χωρίς να συντάσσεται το σύνολο των στελεχών της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ με αυτό το σκοπό, είναι πλέον εμφανές, πως υπάρχει ένας κρυφός πόθος πολλών στελεχών της, νυν και πρώην, να σχεδιαστεί μια συντονισμένη και πειθαρχημένη έξοδος από το κοινό νόμισμα, σμιλεύοντας αργά και σταθερά την κοινή γνώμη, καλλιεργώντας κατάλληλα τις οικονομικές συνθήκες και εξαναγκάζοντας την ελεύθερη βούληση των πολιτών σε στοχευμένες απαντήσεις ασαφών ερωτημάτων, που σκοπό έχουν την εγκαθίδρυση ενός ενιαίου αισθήματος στην πλειοψηφία, που όταν οι συνθήκες ωριμάσουν από τα σάπια θεμέλια του οικονομικού οικοδομήματος που και οι ίδιοι δημιούργησαν, να φανεί το καινούριο συναλλακτικό μέσο ως η μοναδική διέξοδος.
Το πανεπιστήμιο του Έσσεξ, που έγινε σε όλους μας γνωστό εξαιτίας του βιογραφικού του Βαρουφάκη, στο οποίο έτυχε να φοίτησε και ο γράφων, συνδέθηκε προς τιμήν του και τιμή μου ιστορικά με το ξέσπασμα του Μάη του '68. Πρόκειται για ένα πανεπιστήμιο με βαθιά αριστερή παράδοση, στο οποίο σπούδασαν και εργάστηκαν ένα πλήθος επιφανών προσωπικοτήτων της αριστεράς και των διαφόρων εκφάνσεών της. Είναι όμως και το πανεπιστήμιο που συνδέεται με κάποιες από τις προσωπικότητες, των οποίων τα γραφόμενα και λεγόμενα αν προσέξουμε, θα δούμε ότι συνδέονται άμεσα με τις τακτικές και τη συμπεριφορά της παρούσας κυβέρνησης, στελέχη της οποίας πλέον γίνεται σαφές ότι αποσκοπούν στη ρήξη με την Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα εργάζονται για τη δημοκρατική νομιμοποίηση της ενέργειας αυτής.
Μια πρώτη ιδέα των ιδεών που οι άνθρωποι αυτοί έχουν στο νου τους, την παίρνουμε από συνέντευξη που δόθηκε από το μεταμαρξιστή Ερνέστο Λακλάου το 2008 στο Νίκο Χρυσολωρά και στην οποία περιγράφεται ο «καλώς νοούμενος λαϊκισμός» και πώς αυτός θα μπορέσει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Ο Λακλάου λοιπόν, μιλάει για την «κατασκευή του λαού ως συλλογικού δρώντος», δίνοντάς του το ρόλο του αναμορφωτή και κύριου πρωταγωνιστή στην ανατροπή και τη ρήξη. Όπως αναφέρει σχετικά με το αν υπάρχουν διαφορές μεταξύ αριστερού και δεξιού λαϊκιστικού λόγου: «Υπάρχουν διαφορές ως προς το περιεχόμενο. Ωστόσο, η δομή του λαϊκιστικού λόγου και οι συνθήκες που γεννούν τον λαϊκισμό είναι κοινές. Για παράδειγμα, όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας αποφάσισε να συμμετάσχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, η ψήφος διαμαρτυρίας μετακινήθηκε στα δεξιά. Πολλοί από τους σημερινούς ψηφοφόρους του Λε Πεν υπήρξαν στο παρελθόν υποστηρικτές του Κομμουνιστικού Κόμματος. Στη γαλλική πολιτική αργκό, το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «αριστερός Λεπενισμός» ("gauche lepenism)». Δε θα αναφέρω τα κοινά στοιχεία με την ελληνική πραγματικότητα και τις ρητές ή άρρητες πλέον συνεργασίες κομμάτων, είναι προφανή.
Η λαϊκιστική λογική, σύμφωνα με τον ίδιο, είτε δεξιά, είτε αριστερά, έχει ως στόχο τη διχοτόμηση της κοινωνίας ανάμεσα σε προνομιούχους και μη, ώστε μιλώντας εξ ονόματος των τελευταίων, να ανατραπεί το κατεστημένο. Σύμφωνα με το Λακλάου βέβαια, ο λαϊκισμός έρχεται ως απάντηση σε ένα σύστημα διαφθοράς και εξυπηρέτησης σκοπών συγκεκριμένων προνομιούχων ατόμων, τα οποία έχουν συμφέροντα διαφορετικά της λαϊκής βάσης. Η παρούσα κυβέρνηση αντίθετα του ΣΥΡΙΖΑ, αντί να επιχειρήσει να εγκαθιδρύσει ένα σύστημα στο οποίο ο λαός να βρει το δρόμο της εξυπηρέτησης των δικών του συμφερόντων, επιχειρεί μια αντιστροφή των ρόλων, βαπτίζει τους Ευρωπαίους ως συστημικούς, ενώ επιχειρεί να ταυτίσει το υπάρχον πελατειακό σύστημα της Ελλάδας ως κύριο εκφραστή της λαϊκής βούλησης, αφού πρώτα καλλιεργήσει περίτεχνα την απαραίτητη σαπίλα στο οικονομικό γίγνεσθαι, από το οποίο θα διαμορφωθούν όλες οι περιστάσεις αναγκαίας επιβολής του απομονωτισμού. Αφού υφάρπαξαν την ψήφο σου δηλαδή με την πραγματοποίηση ασαφών δημοψηφισμάτων, θα σου παρουσιάσουν το σύστημά τους ως μονόδρομο σε μια πορεία που οι ίδιο έκλεισαν τις εναλλακτικές.
Μια άλλη κατά τα φαινόμενα εκφραστής του ιδεολογικού υποβάθρου των κυβερνώντων, είναι η Σαντάλ Μουφέ. Απόφοιτος του Έσσεξ και αυτή, Νεομαρξίστρια κι αυτή, συνεργάτης του Λακλάου, θεμελιώτρια του αγωνιστικού πλουραλισμού. Οι απόψεις της αντανακλούν κατά πολύ τις σκέψεις του Γερμανού Καρλ Σμιτ, υπέρμαχου της αποτελεσματικής υφαρπαγής της πολιτικής εξουσίας. Ο Σμιτ, υπέρμαχος του ναζιστικού καθεστώτος και μέρος αυτού, δεν έπαψε στη ζωή του να υποστηρίζει απόψεις που σχετίζονται με το δίκαιο της βούλησης του κράτους στο όνομα του κοινού καλού.
Για να πάρουμε μια ιδέα του τι πρέσβευε ο Σμιτ, φτάνει να αναφερθούμε στις θέσεις του σχετικά με τον ολοκληρωτισμό, τη δυνατότητα της βούλησης του ηγέτη να ταυτίζεται με το νόμο, τις αδυναμίες των πρακτικών της φιλελεύθερης δημοκρατίας και αυτών της διάκρισης των εξουσιών, τις ατέλειες της ύπαρξης διακεκριμένων κομμάτων που εκφράζουν τη λαϊκή βούληση και τη δυνατότητα της εξουσίας να πολεμά με κάθε μέσο τις διασπαστικές τάσεις της κοινωνίας (παραπέμπω εδώ και στη μελέτη του όρου του «Περονισμού» προς εύρεση κι άλλων κοινών στοιχείων).
Για να επανέλθουμε στα δικά μας, είναι κατά τη γνώμη μου απολύτως σαφές, πως η παρούσα κυβέρνηση, στρώνει το δρόμο για την απόλυτη σταδιακή στέρηση των πολιτικών μας ελευθεριών, της ελευθερίας έκφρασης οποιουδήποτε διαφωνεί μαζί της. Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, η μερική ταύτιση με τη χρυσή αυγή, η συνεργασία με τον Καμμένο, τα ασαφή και εσπευσμένα δημοψηφίσματα, ο ταυτισμός μερίδας του πληθυσμού με προδότες, είναι όλα ενδείξεις των προθέσεων μιας κυβέρνησης, που πλέον δυστυχώς γνωρίζει πως αν πέσει πιθανόν θα υπάρξουν συνέπειες εναντίον της και για το λόγο αυτό, είναι διατεθειμένη να φτάσει ως το τέλος.
Στο μεταξύ, ο χρόνος που διαρκώς δαπανάται για την επίτευξη συμφωνίας, δρα προς όφελός τους, στεγνώνει ακόμα περισσότερο τις τράπεζες, κάνει τους ίδιους ακόμα πιο αμετακίνητους στις θέσεις τους για την επίτευξη συμφωνίας, εξαθλιώνει ακόμη περισσότερο τον κόσμο ώστε να συντάσσεται στο πλευρό τους και τελικά εξαναγκάζει σταδιακά όλους όσους εκφράστηκαν πρόσφατα υπέρ του Ευρώ (75%) να υποδεχτούν το εναλλακτικό συναλλακτικό μέσο ως μοναδική επιλογή στη δυστυχία που η ίδια κυβέρνηση μάς έθεσε.
Αντί να χρησιμοποιήσει το λαϊκισμό προς όφελος του ίδιου του λαού, αντί να αναδείξει το πελατειακό σύστημα που νέμεται την εξουσία και τα οφέλη τόσα χρόνια και να το αντικαταστήσει, προβαίνει σε μια απλή αντικατάσταση των πελατών του συστήματος με τους δικούς της, ταυτίζοντας της Ευρώπη με το κυρίαρχο σύστημα του παρελθόντος και θυματοποιεί έτσι τα εγχώρια αφεντικά. Νομίζω όμως ότι ο πιο αντικειμενικός δρόμος γκρεμίσματος του πελατειακού συστήματος (κατά την έννοια του Λακλάου), είναι περισσότερο η αντικατάσταση του πελατειακού συστήματος των αριστεροδέξιων καταβολών του παρακράτους, του συνδικαλισμού, της εκκλησιοκρατίας, της επιχειρηματικής ολιγαρχίας και της κομματοκρατίας με τη δικαιοσύνη, την αξιοκρατία, την ελευθερία και τις αρχές που η Ευρώπη αυτή τη στιγμή αποτελεί κυριότερο εκφραστή τους.