Στράφι έρευνες 30 ετών λόγω βλάβης στον καταψύκτη πανεπιστημίου

Σοκ στο Ινστιτούτο Karolinska, που φιλοξενεί τη Συνέλευση για την ανάδειξη του νικητή του Νόμπελ φυσιολογίας και ιατρικής.
Open Image Modal
HENRIK MONTGOMERY via Getty Images

Δείγματα έρευνας που συλλέγονταν επί σειρά δεκαετιών, σε ιατρικό πανεπιστήμιο στη Σουηδία, καταστράφηκαν μέσα σε μια στιγμή, όταν καταψύκτης εμφάνισε δυσλειτουργία κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων.

Τα δείγματα φυλάσσονταν σε ψυχόμενες δεξαμενές με υγρό άζωτο, στους -190 βαθμούς Κελσίου, στο Karolinska Institutet (KI) στη Στοκχόλμη. Πρόκειται για το Ινστιτούτο που φιλοξενεί τη Συνέλευση Νόμπελ, η οποία έχει ως αποστολή την ανάδειξη ενός νικητή για το βραβείο Νόμπελ στη φυσιολογία ή την ιατρική.

Από ό,τι φαίνεται, η «αρχή του τέλους» χρονικά τοποθετείται κάπου μέσα στο διήμερο 22 και 23 Δεκεμβρίου, όταν υπήρξε διακοπή στην παροχή υγρού αζώτου σε 16 κρυογονικές δεξαμενές. Και ενώ οι δεξαμενές εξακολουθούν να λειτουργούν έως και τέσσερις ημέρες χωρίς επιπλέον υγρό άζωτο, τα εικοσιτετράωρα κατά τα οποία έμειναν χωρίς παροχή ήταν πέντε, με αποτέλεσμα την καταστροφή δειγμάτων από πολλά ιδρύματα.

«Η ζημιά συνέβη πιθανώς τη χειρότερη στιγμή που μπορεί να φανταστεί κανείς στη Σουηδία: Μόλις μία ημέρα πριν από την παραμονή των Χριστουγέννων», δήλωσε τη Δευτέρα, 5 Φεβρουαρίου, ο Mάτι Σάλμπεργκ, κοσμήτορας της νότιας πανεπιστημιούπολης του KI.

Ορισμένα μέσα ενημέρωσης αναφέρουν ότι η εκτιμώμενη αξία των δειγμάτων που χάθηκαν αγγίζει τις 500 εκατομμύρια κορώνες, δηλαδή τα 44 εκατομμύρια ευρώ.

«Αυτοί που επηρεάζονται περισσότερο είναι οι επιστήμονες που ερευνούν τη λευχαιμία και συλλέγουν δείγματα από ασθενείς εδώ και 30 χρόνια», επισημαίνει ο Σάλμπεργκ.

Στο πανεπιστήμιο έχει ξεκινήσει εσωτερική έρευνα και παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για δολιοφθορά, το περιστατικό έχει αναφερθεί στην αστυνομία.

Όλα τα δείγματα προορίζονταν αυστηρά για έρευνα. Επομένως, αυτή η καταστροφή δεν πρόκειται να επηρεάσει τη θεραπεία κανενός ασθενούς στο εδώ και στο τώρα.

 

«Ωστόσο, το μέγεθος της απώλειας παραμένει σημαντικό, αφού πρόκειται για δείγματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένων ερευνών, ενώ υπήρχαν σχέδια για ακόμα περισσότερες μελέτες στο άμεσο μέλλον», καταλήγει ο Σάλμπεργκ.

(Με πληροφορίες από Guardian).