Αντίθετα με καταγεγραμμένους ευσεβείς ιδεολογικούς πόθους και κατ’ επέκταση επικίνδυνες θέσεις για την διεθνή πολιτική που κυριαρχούσαν τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, όσο προχωράμε στον 21 αιώνα το πολυπολικό διεθνές σύστημα καθίσταται ολοένα και πιο ανταγωνιστικό και πιο συγκρουσιακό. Όπως ισχύει για κάθε κράτος, ασφάλεια ή ακόμη και η επιβίωση της Ελλάδας συναρτάται με την χάραξη εθνικής στρατηγικής η οποία εκπληρώνει τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα. Συναφώς καλά κάνουμε να έχουμε πάντα στο μυαλό το αξίωμα του ταγού της Αμερικανικής πολιτικής σκέψης περί τα διεθνή Hans Morgenthau ότι «βιώσιμο είναι εκείνο το κράτος το οποίο διαθέτει επαρκή ισχύ για την εφαρμογή των προνοιών του διεθνούς δικαίου που αφορούν την κυριαρχία της Επικράτειάς του».
“Ο Ερντογάν μπορεί και να φύγει ή να αποβιώσει, αλλά η στρατηγική της Τουρκίας πλέον δεν αλλάζει.”
«Κόκκινες γραμμές» και το δίκαιο της θάλασσας
Θα ήταν άσκοπο να επεκταθούμε για να εξηγήσουμε πως η Ελλάδα έχει συμφέρον να επανεξετάσει εκ βάθρων την εθνική της στρατηγική και να ορίσει, επιτέλους, τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα με συγκεκριμένο τρόπο ταυτόχρονα θέτοντας απαραβίαστες κόκκινες γραμμές για πολλά από αυτά τα συμφέροντα. Αρκεί να μόνο να υπογραμμίσουμε μονολεκτικά δύο ζητήματα:
Πρώτον, παρά τις δηλώσεις, αποφάσεις της Ελληνικής Βουλής και τις κολοσσιαίες δαπάνες για την εθνική άμυνα δεν εφαρμόσαμε το δίκαιο της θάλασσας το οποίο νόμιμα, νομιμοποιημένα και θεμιτά θα διπλασίαζε, περίπου, την Ελληνική Επικράτεια. Να το πούμε απλά εξ αντικειμένου μέχρι σήμερα η Ελληνική στρατηγική απέτυχε.
Δεύτερον, στην Κυπριακή Δημοκρατία αφού η Μητροπολιτική Ελλάδα δεν κατάφερε να εκπληρωθεί η νόμιμη –τότε με όρους του διεθνούς δικαίου αποαποικιοποίησης και την νομιμοποιημένη και θεμιτή αξίωση των Ελλήνων της Κύπρου (82%) για αυτοδιάθεση–, συρθήκαμε από το ένα λάθος στο άλλο με κατάληξη το κολοσσιαίο έγκλημα της επάρατης ξενόφερτης και ξενοκινούμενης χούντας το 1974.
“Η στρατηγική της Τούρκίας πρέπει να αντιμετωπιστεί με σιδερένια αποτρεπτική στρατηγική που θα εκπληρώσει τα εθνικά συμφέροντα στο Αιγαίο όπως τα ορίζει το διεθνές δίκαιο και που δεν θα θέσει σε κίνδυνο την Κυπριακή Δημοκρατία.”
Οι ακόρεστες ορέξεις της Τουρκίας για την Κύπρο
Αφού υπογραμμιστεί ότι συμφωνούμε με τον Hans Morgenthau ότι η Ελλάδα κατηφορίζει προς την εθνική και κρατική εκμηδένιση εάν δεν αντιμετωπίσει τις παράνομες απειλές της Τουρκίας για να εφαρμόσει το δίκαιο της θάλασσας θα σταθούμε στην Κύπρο, καθότι αφορά ζωτικά τις συντρέχουσες πιθανές διευθετήσεις με την Αίγυπτο για τις θαλάσσιες ζώνες.
Το τι ισχύει και τι κάνουμε στην Κύπρο μετά το 1974 εκτός του ότι λογικά είναι πολύ γνωστό σε όλους, το έχουμε αναλύσει επανειλημμένα εδώ και εκτενώς αλλού. Στεκόμαστε στο γεγονός ότι αντί να αξιώσουμε ανένδοτα και ανυποχώρητα την εφαρμογή των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1974 και του 1983 για τερματισμό των τετελεσμένων και τον παράνομο χαρακτήρα της κήρυξης ψευδοκράτους που δήθεν τα νομιμοποιεί, διολισθαίνουμε σε δήθεν λύσεις που διαλύουν την Κυπριακή Δημοκρατία, που εγκαθιδρύουν ένα μη βιώσιμο καθεστώς που πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχει και που θέτει την ΚΔ στα πεδία της Τουρκικής επικυριαρχίας. Πρέπει κανείς να μην γνωρίζει το παραμικρό για να ισχυριστεί ότι οι υποχωρήσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών δεν οδηγούν σε μη βιώσιμες διευθετήσεις και με μαθηματικό τρόπο σε αστάθεια που θα επιτρέψει στην Τουρκία να τα αρπάξει όλα.
Επιπλέον, εκτός του ότι θα αποτελέσει μια τεράστια στρατηγική παγίδα που θα αιχμαλωτίσει εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες θα αποτελέσει και μια κοσμογονική αλλαγή των γεωπολιτικών συσχετισμών που σε συνδυασμό με την μη εφαρμογή του δικαίου της θάλασσας στο Αιγαίο ενέχει βαθύτατες προεκτάσεις για την διεθνή θέση και ρόλο των κρατών της περιφέρειάς μας. Εάν βέβαια κανείς δηλώσεις αδιάφορος για τόσο μεγάλες συνέπειες μιλάμε, τουλάχιστον, για ανευθυνότητα.
“«Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου...» Νταβούτογλου”
Πέραν των ανθρώπινων κακουχιών που αυτό συνεπάγεται στέκομαι στο στρατηγικό σκέλος και στις γεωπολιτικές προεκτάσεις. Οι Βρετανοί ως γνωστό όταν επανειλημμένα οι Κύπριοι με δημοψηφίσματα ζητούσαν αυτοδιάθεση είπαν το γνωστό «ΠΟΤΕ». Βρετανοί διπλωμάτες και αναλυτές εξηγούσαν τους γεωπολιτικούς και γεωστρατηγικούς λόγους που δεν τους επέτρεπαν να αφήσουν το τελευταίο προπύργιό τους που είναι και για πολλούς είναι και το σημαντικότερο γεωπολιτικό σημείο του πλανήτη.
Το Δόγμα Νταβούτογλου και ο Ερντογάν
Στο σημείο αυτό, όμως, όλα απαντώνται με την παράθεση των συναφών αποσπασμάτων του πρώην Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών και στην συνέχεια πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου στο Στρατηγικό βάθος. Περιττεύει να κατονομαστούν τα ολισθήματα όσων όταν κυκλοφόρησε το σημαντικό αυτό κείμενο το υποβάθμιζαν ή και το εκθείαζαν εξωθώντας την πολιτική ηγεσία σε κατευνασμούς του Ερντογάν. Ότι επίσης τον κάλεσαν στην Αθήνα να τους κάνει διάλεξη από την οποία αποχώρησε ως Σουλτάνος χωρίς δεχθεί ερωτήσεις.
“Στο Στρατηγικό βάθος η σκέψη του εξελίχθηκε εξεζητημένα για να διαχειριστεί την αναβάθμιση της Τουρκίας ως ηγεμονικό κράτους του μουσουλμανικού κόσμου.”
Πάντως, είναι εκπληκτικό ακόμη και σήμερα να εμφανίζονται άτομα που βρέθηκαν σε θέσεις ευθύνης να υποβαθμίζουν αυτό το πολύ σημαντικό κείμενο που περιγράφει ολιστικά το πώς κινείται η Τουρκία τις τελευταίες δεκαετίες. Λέμε «Τουρκία» και όχι νέο-Οθωμανοί για δύο λόγους.
Πρώτον, στοιχειώδης γνώση και επίγνωση της Τουρκικής πολιτικής καθιστά ολοφάνερο ότι ο Ερντογάν είναι «πιο Νταβούτογλου» από τον ίδιο τον Νταβούτογλου». Όχι μόνο προσχώρησε πλήρως στις ηγεμονικές προσεγγίσεις που αναλύει ο Νταβούτογλου αλλά επιπλέον προγενέστερο κείμενό του Εναλλακτικές Κοσμοθεωρίες διαμόρφωσε την ισλαμική σκέψη του Ερντογάν. Στο βιβλίο αυτό ο πρώην πρωθυπουργός αναπτύσσει ακραία νέο-Ισλαμικά θεωρήματα και ιδεολογήματα των οποίων σήμερα κύριος φορέας είναι ο Ερντογάν. Όταν κυκλοφόρησαν τα ίδιο βιβλία πολλοί διόλου τυχαία και αβασάνιστα επισημάναμε ότι στο Στρατηγικό βάθος η σκέψη του εξελίχθηκε εξεζητημένα για να διαχειριστεί την αναβάθμιση της Τουρκίας ως ηγεμονικό κράτους του μουσουλμανικού κόσμου.
Δεύτερον, τουλάχιστον ως προς την εθνική στρατηγική της Τουρκίας έλαβαν χώρα κοσμογονικές αλλαγές. Τις δύο τελευταίες Μεταψυχροπολεμικές δεκαετίες εντός του σχετικά στρατηγικά συγκρατημένου κεμαλικού κράτους του Ψυχρού Πολέμου ενώθηκαν πολλά νήματα που αφενός παρακολουθούν τις εξελίξεις στον κόσμο υιοθετώντας νέους σκοπούς και νέες στρατηγικές και αφετέρου συντελούνται ιδεολογικές ζυμώσεις οι οποίες μπορεί να μην αναιρούν πολλές άλλες ενδοκρατικές διαφορές της Τουρκίας αλλά δημιουργούν υποστηρικτική βάση των νέων στρατηγικών οι οποίες είναι βαθύτατα αναθεωρητικές και ηγεμονικές. Με διαφορετικά λόγια ο Ερντογάν μπορεί και να φύγει ή να αποβιώσει αλλά η στρατηγική της Τουρκίας πλέον δεν αλλάζει. Πρέπει να αντιμετωπιστεί με σιδερένια αποτρεπτική στρατηγική που θα εκπληρώσει τα εθνικά συμφέροντα στο Αιγαίο όπως τα ορίζει το διεθνές δίκαιο και που δεν θα θέσει σε κίνδυνο την Κυπριακή Δημοκρατία.
Οι θέσεις του Νταβούτογλου για την Κύπρο
Παραθέτουμε λοιπόν αυτούσιες τις θέσεις του Νταβούτογλου στο Στρατηγικό βάθος για την Κύπρο ο οποίος και ο οποίος ακόμη και εάν δεν επανέλθει ο ίδιος στην εξουσία θα είναι εκεί με τις ριζοσπαστικές του θέσεις που επηρέασαν την Τουρκία δραστικά [Σημ. Bold και έμφαση του γράφοντος]:
(σελ. 275) «Η Κύπρος που κατέχει μια κεντρική θέση παγκοσμίως από την άποψη της ίσης σχεδόν απόστασης που απέχει από την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, βρίσκεται μαζί με την Κρήτη πάνω σε έναν άξονα όπου τέμνονται και οι υδάτινες αρτηρίες. Η Κύπρος που βρίσκεται μεταξύ των Στενών, που χωρίζουν την Ασία από την Ευρώπη, και της διώρυγας του Σουέζ, η οποία χωρίζει την Ασία από την Αφρική, επέχει επίσης τόπο μιας σταθερής βάσης και αεροπλανοφόρου που είναι σε θέση να ελέγχει τις περιοχές του Περσικού κόλπου και της Κασπίας και τις υδάτινες αρτηρίες του Άντεν και του Ορμούζ, οι οποίες αποτελούν τις σημαντικότερες υδάτινες περιοχές που συνδέουν Ευρασία και Αφρική. Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει τη στρατηγική θέση της Κύπρου λόγω της οποίας οι Αγγλοι, παρότι η μεγαλοπρεπής αποικιακή τους περίοδος έχε παρέλθει [ανεπιστρεπτί], αποφάσισαν και μέχρι σήμερα διατηρούν σ΄αυτή στρατιωτική βάση, όπως δεν μπορεί να παραβλέψει ότι το νησί κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου αποτέλεσε πεδίο θερμότατων κρίσεων. Μια χώρα που παραμελεί την Κύπρο δεν είναι δυνατόν να έχει έναν αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Διότι αυτό το μικρό νησί κατέχει μια θέση που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τους στρατηγικούς συνδέσμους μεταξύ Ασίας και Αφρικής, Ευρώπης και Αφρικής και Ευρώπης και Ασίας. Και δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική στις περιφερειακές πολιτικές, διότι η Κύπρος με την ανατολική της άκρη ομοιάζει με ένα βέλος στραμμένο προς τη Μέση Ανατολή και με τη δυτική της άκρη συγκροτεί τον θεμέλιο λίθο των στρατηγικών ισορροπιών της ανατολικής Μεσογείο, των Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής».
(σελ. 279) «Με τη μείωση των εδαφών του Οθωμανικού κράτους, πάντα μία από τις βασικές παραμέτρους της οθωμανοτουρκικής εξωτερικής πολιτικής υπήρξε η ασφάλεια και η συνέχεια των μουσουλμανικών στοιχείων που παρέμειναν στα εγκαταλειφθέντα εδάφη...Ο δεύτερος σημαντικός άξονας του κυπριακού ζητήματος είναι η σημασία της γεωγραφικής θέσης του νησιού από γεωστρατηγική άποψη. Ο άξονας αυτός καθεαυτός είναι ζωτικής σημασίας ανεξάρτητα από το ανθρώπινο στοιχείο που βρίσκεται εκεί. Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου. Όπως τα Δωδεκάνησα, όπου δεν υπάρχει πλέον ένας επαρκής τουρκικός πληθυσμός, εξακολουθούν να διατηρούν τη σημασία τους για την Τουρκία και όπως οι ΗΠΑ, παρόλο που δεν έχουν καμία πληθυσμιακή προέκταση προς την Κούβα και τα υπόλοιπα νησιά της Καραϊβικής, ενδιαφέρονται άμεσα γι’ αυτά, έτσι και η Τουρκία είναι υποχρεωμένη από στρατηγική άποψη να ενδιαφέρεται για την Κύπρο πέραν του ανθρώπινου παράγοντα.» Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου. Και: «Η Τουρκία πρέπει να είναι προετοιμασμένη, ώστε να απαντήσει με την απαιτούμενη σκληρότητα σε κάθε γεγονός που απειλεί τους στρατηγικούς της υπολογισμούς».
“Ουσιαστική απάντηση στην Λιβυκή συμφωνία θα είναι η οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών με την Κύπρο σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και η κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ.”
Τριπλή στρατηγική και ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος
Σοβαρός διάλογος λοιπόν θα πρέπει όλοι να δεχθούν πλήρως ότι αυτές είναι μεταξύ άλλων οι Τουρκικές θέσεις και ότι επειδή τα σωρευμένα λάθη ή παραλείψεις μας οδήγησαν στην κόψη του ξυραφιού ο εξορθολογισμός της Ελληνικής εθνικής στρατηγικής είναι κάτι περισσότερο από αναγκαίος.
Αφήνουμε τα πολιτικά και στρατηγικά ατοπήματα γύρω από το σχέδιο Αναν και ήπια και υπεύθυνα λέμε πως καλά κάνουν όσοι έχουν θέσεις ευθύνης να διαβάσουν την «Έκθεση Εμπειρογνωμόνων του διεθνούς πάνελ» που γράφτηκε με πρωτοβουλία μερικών Ακαδημαϊκών Ελλήνων και ξένων. Καλά κάνουν επίσης όσοι κατέχουν θέσεις ευθύνης να κατανοήσουν ότι η Ελλάδα κινήθηκε αντιφατικά. Η ένταξη της ΚΔ στην ΕΕ δεν ήταν ιδεολογικό ζήτημα αλλά η μια διάσταση του στρατηγικού σχεδίου για μια τριπλή στρατηγική με σκοπό την ισορροπία που θα οδηγούσε σε βιώσιμη επίλυση και τερματισμό του Τουρκικού αναθεωρητισμού. Η άλλη όψη ήταν ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος (ΕΑΧ) που ενεργοποιούσε την ιδιότητα της Ελλάδας ως εγγυήτριας και μαζί με την ένταξη δημιουργούσαν προϋποθέσεις διεξόδου με βάση την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα. Η Τρίτη και κύρια όψη της «τριπλής στρατηγικής» είναι η ισχυρή αποτρεπτική στρατηγική της Ελλάδας στο Αιγαίο και στην Θράκη.
“Ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος (ΕΑΧ) μπορεί να αναβιώσει ακαριαία.”
Λέμε απλά ότι γράφτηκαν εκατοντάδες μικρά και μεγάλα κείμενα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες για να υποστηριχθεί κίνηση της Ελλάδας και της Κύπρου προς ορθολογιστικούς προσανατολισμούς που θα διασφάλιζαν σταθερότητα, εκπλήρωση των προνοιών του διεθνούς δικαίου και στρατηγική αξιοπιστία. Μόνο και μόνο επειδή αφορά ζωτικά την παρούσα φάση που εισήλθαμε λόγω των απέραντων πλέον Τουρκικών αναθεωρητικών αξιώσεων, να αναφερθεί κάτι που ίσως για κάποιους να φαντάζει απίστευτο. Εκτός εκατοντάδων άλλων αρχές της δεκαετίας του 1990 γράψαμε ολόκληρο βιβλίο (Οι σχέσεις της Κύπρου με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα) για να αντικρουστεί αντίστοιχο βιβλίο της γνωστής «δεξαμενής» «πολιτικής» «σκέψης» στο οποίο όχι μόνο στρεφόταν κατά της ένταξης της ΚΔ στην ΕΕ αλλά και υποστήριζε ότι η Κύπρος … δεν μπορούσε να υποβάλει αίτηση ένταξης στην τότε ΕΟΚ. Τόσο καλά!
Πιο ουσιαστικά συναντήσαμε τον Ανδρέα Παπανδρέου με τον οποίο συνομιλήσαμε για το γεγονός ότι το casus belli του 1983 για τυχόν προέλαση της Τουρκίας στην Κύπρο νομοτελειακά σημαίνει πως η Άγκυρα πριν κάνει νέα τετελεσμένα θα επιτεθεί πρώτη και πρώτα στο κεντρικό μέτωπο. Ο Γεράσιμος Αρσένης υιοθέτησε ως γνωστό πλήρως τον Ενιαίο Αμυντικό Χώρο και ανάπτυξε την στρατηγική αυτή. Στην συνέχεια σχεδόν εγκαταλείφθηκε. Όμως, με νόημα να θυμίσω μόνο ότι το αεροδρόμιο Πάφου κτίστηκε με δομές και υποδομές συμβατές με αυτή την στρατηγική.
Τι επιλογές έχουμε για την αντιμετώπιση των τουρκικών αξιώσεων
Ολοκληρώνοντας συμπληρώνουμε τα εξής που αφορούν ζωτικά και κρίσιμα την παρούσα ιστορική φάση.
Πρώτον, επειδή οι Τουρκικές αναθεωρητικές αξιώσεις εκτοξεύτηκαν, τυχόν υποχωρήσεις όχι μόνο δεν θα οδηγήσουν πουθενά αλλά και θα δώσουν οριστικό τέλος στην δυνατότητα πλήρους εφαρμογής των προνοιών του διεθνούς δικαίου της θάλασσας, το οποίο αποτελεί εθνικό συμφέρον παμμέγιστης σημασίας και που όπως θα αποφάσιζε κάθε βιώσιμο η Ελλάδα έχει συμφέρον και οφείλει να εκπληρώσει. Μάλιστα, κατευνασμοί και υποχωρήσεις ίσως οδηγήσουν την Τουρκία και σε κλιμακώσεις στην Ελλάδα και Κύπρο με πιθανό ένα μεγάλο γενικευμένο πόλεμο.
Δεύτερον, ενόψει και της απογείωσης των Τουρκικών αξιώσεων που επαλήθευσαν ότι ενώ υποκριτικά μιλά για διεθνές δίκαιο διαγράφει πλήρως το δίκαιο της θάλασσας που κατά τα άλλα εφαρμόστηκε σε όλο τον πλανήτη, η ουσιαστική απάντηση στην Λιβυκή συμφωνία θα είναι η οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών με την Κύπρο σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και η κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ. Στο σημείο αυτό καλά κάνουμε να θυμίσουμε κάποια (κατά τα άλλα θλιβερά για τα εθνικά συμφέροντα) γεγονότα.
Όπως μαρτύρησε ο πρώην υπουργός εξωτερικών της ΚΔ το 2002-3 εν μέσω κεκτημένης υποχωρητικής και κατευναστικής Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ο τότε πρωθυπουργός απαίτησε από την Κύπρο να οριοθετήσει με την Αίγυπτο 14 ναυτικά μίλια λιγότερο από αυτό που προβλέπει το δίκαιο της θάλασσας «για να μην υπάρξουν επιπλοκές με την Τουρκία». Έτσι οι θαλάσσιες ζώνες ΚΔ – Ελλάδας δεν συναντήθηκαν. Εν τούτοις, προσφέρεται τώρα ως ευκαιρία απάντησης στην Τουρκία με οριοθέτηση Ελλάδας-Κύπρου ακριβώς όπως προβλέπουν οι Συνθήκες και η διεθνής πρακτική αφήνοντας κάθε παράπονα ελεύθερο να προσφύγει σε διεθνείς θεσμούς.
“Εάν στην παρούσα φάση η Ελλάδα υποχωρήσει απέναντι στην Τουρκία για ένα δήθεν συμβιβασμό, εάν δεν οριοθετήσει με την Κύπρο και αν διολισθήσει ξανά σε ιδέες και σχέδια διάλυσης της ΚΔ δεν «ξεφορτώνεται» την Κύπρο αλλά παγιδεύεται θανάσιμα στρατηγικά επειδή η Τουρκία αναβαθμίζεται και επειδή εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες θα καταστούν όμηροι της Άγκυρας.”
Τρίτον, έχοντας όπως είπαμε γνώση και εμπειρία γύρω από το θέμα και αυτό θα έκανε κάθε ορθολογιστής υποστηρίζουμε ότι ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος (ΕΑΧ) μπορεί να αναβιώσει ακαριαία. Τεχνικό ζήτημα είναι το πώς θα αναδιαταχθούν δυνάμεις σύμφωνα με ένα πιο αποτελεσματικό συνδυασμό συντελεστών ισχύος συμπεριλαμβανομένων των πλεονεκτημάτων υποδομών που δημιουργήθηκαν και μπορούν να ενεργοποιηθούν άμεσα. Αυτονόητα αυτά εντάσσονται σε μια νέα λογική εθνικής αποτρεπτικής στρατηγικής από αυτή που ακολουθείται τις δύο τελευταίες δεκαετίες και το ζήτημα δεν είναι πλέον αν πρέπει να υιοθετηθεί αλλά αν υπάρχει η πολυτέλεια να μην υιοθετηθεί. Περιθώρια για υποχωρήσεις δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό πολιτικός και στρατηγικός ορθολογισμός σημαίνει ότι τίθεται ως στόχος η πλήρης εφαρμογή των προνοιών του διεθνούς δικαίου το γρηγορότερο, η πρόταξη σιδερένιας ανάσχεσης στην Θράκη και στο Αιγαίο και ένταξη της Κύπρου σε μια ενιαία στρατηγική λογική. Νόμιμα, νομιμοποιημένα, θεμιτά και στρατηγικά ορθολογιστικά.
Τέλος, η πολιτική ηγεσία δεν έχει την πολυτέλεια, επίσης, να μην αφυπνιστεί ως προς τούτο: Διαβάζοντας τους Τουρκικούς σκοπούς που κατατίθενται ξεκάθαρα στο απόσπασμα του Νταβούτογλου που προηγήθηκε και που επαληθεύονται καθημερινά και εμπράγματα, η Αθήνα ως Μητρόπολη εκατοντάδων χιλιάδων ομοεθνών, ως εγγυήτρια και ως κράτος που δεν έχει την πολυτέλεια να παγιδευτεί στρατηγικά στην Κύπρο. Ουσιαστικά, αποτελούν μονόδρομο αποφάσεις δραστικής αναβίωσης του ΕΑΧ και ανυποχώρητης απόφασης πως μόνο μια βιώσιμη λύση συμβατή με τη διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα.
Για να μην παγιδευτεί η Ελλάδα στην Άγκυρα
Επιπλέον, να μην ξεχνάμε και κάτι για το οποίο συχνά έχουμε γράψει. Ότι δηλαδή οι ηγεμονικές στρατηγικές εξελίσσονται με καταιγιστικούς στρατηγικούς ρυθμούς. Δεν αφορούν τον Τράμπ ή κάποιο άλλο αλλά τον Αμερικανικό στρατηγικό σχεδιασμό που σχεδιάζουν τα Αμερικανικά στρατηγικά επιτελεία και συμπεριλαμβάνουν βασικά δύο πράγματα:
Πρώτον, εξορθολογισμό (πάντα σύμφωνα με Αμερικανικές στρατηγικές λογικές) της Αμερικανικής παρουσίας, των συμμαχιών και των επεμβάσεων.
Δεύτερον, αναζήτηση περιφερειακών δυνάμεων (αναβίωση δόγματος Νίξον) για πελατειακές συναλλαγές. Εάν στην παρούσα φάση η Ελλάδα υποχωρήσει απέναντι στην Τουρκία για ένα δήθεν συμβιβασμό, εάν δεν οριοθετήσει με την Κύπρο και αν διολισθήσει ξανά σε ιδέες και σχέδια διάλυσης της ΚΔ δεν «ξεφορτώνεται» την Κύπρο όπως μερικοί λένε ή υπαινίσσονται αλλά παγιδεύεται θανάσιμα στρατηγικά επειδή η Τουρκία αναβαθμίζεται και επειδή εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες θα καταστούν όμηροι της Άγκυρας.
«Το πιο πάνω κείμενο γράφτηκε στις 16.6.2020 και αναρτάται σήμερα»