Tι πήρε, τι έχασε, τα λάθη και τα σενάρια για την επόμενη ημέρα

Αναμφισβήτητα πάντως η συμφωνία απέχει πολύ από τις προσδοκίες και τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης. Το χρέος όχι μόνο πηγαίνει για μετά το 2018, αλλά και τα μέτρα ελάφρυνσης που περιγράφονται είναι πενιχρά: η επιμήκυνση των δανείων θα εξαρτάται από το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Με άλλα λόγια, αν η οικονομία πηγαίνει καλά μπορεί να μη χρειαστεί καν να γίνουν παρεμβάσεις.
Open Image Modal
Alkis Konstantinidis / Reuters

Η συμφωνία που επετεύχθη στο Eurogroup είναι συνέχεια της αρχικής πρότασης του Μαΐου, την οποία είχε αρνηθεί τότε η ελληνική πλευρά. Βάσει αυτής, η συζήτηση για το χρέος μετατίθεται το 2018, όταν ολοκληρωθεί το 3ο μνημόνιο. Επίσης το ΔΝΤ παραμένει κανονικά στο πρόγραμμα, χωρίς όμως να βάλει ούτε 1 ευρώ.

Τι άλλαξε όμως μέσα σε τρεις εβδομάδες και η κυβέρνηση δέχθηκε τελικά τη συμφωνία;

Πρώτον ήταν το μη χείρον βέλτιστον, καθώς ήταν η μοναδική πρόταση που υπήρχε στο τραπέζι.

Δεύτερον, είχε το χρόνο να τη διαχειριστεί επικοινωνιακά προς την κοινή γνώμη και το εσωτερικό του κόμματος.

Τρίτον, διότι κατάφερε να πάρει κάποιες μικρές βελτιώσεις. Πιο συγκεκριμένα:

•Η δόση αυξήθηκε σε 8,5 δισ. κι ένα ποσό ύψους 1,6 δισ. θα δοθεί τμηματικά προς εξόφληση των οφειλών του δημοσίου στους ιδιώτες.

•Η φράση «αν χρειαστεί» για τη ρύθμιση του χρέους έγινε «στο βαθμό που θα χρειαστεί».

•Το ύψος του απαιτητού πρωτογενούς πλεονάσματος από το 2023 και μετά ορίζεται σε 2% επί του ΑΕΠ, αντί για 2,2%.

•Στο κείμενο δίνεται έμφαση στις επενδύσεις και την αύξηση της απορρόφησης των κοινοτικών πόρων κι αυτό ίσως είναι ο προάγγελος της ίδρυσης μιας αναπτυξιακής τράπεζας.

Αναμφισβήτητα πάντως η συμφωνία απέχει πολύ από τις προσδοκίες και τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης.

•Το χρέος όχι μόνο πηγαίνει για μετά το 2018, αλλά και τα μέτρα ελάφρυνσης που περιγράφονται είναι πενιχρά: η επιμήκυνση των δανείων θα εξαρτάται από το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Με άλλα λόγια, αν η οικονομία πηγαίνει καλά μπορεί να μη χρειαστεί καν να γίνουν παρεμβάσεις.

•Η υποχρέωση επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων μέχρι το 2060 δεσμεύει για πάνω από 40 χρόνια τη χώρα, ακόμα κι αν έχει βγει από το μνημόνιο. Το οξύμωρο μάλιστα είναι ότι τα επόμενα 5 έτη αντί να δοθεί δημοσιονομικός χώρος ώστε να έρθει η ανάπτυξη, συμφωνήσαμε σε πολύ υψηλά πλεονάσματα 3,5%...

•Λόγω της 14μηνης καθυστέρησης, φαίνεται ότι χάνουμε το τραίνο της ανάπτυξης , τη συμμετοχή μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, την άρση των capital controls και συνολικά €15 δισ. που δικαιούμασταν βάσει της συμφωνίας αν είχαμε έγκαιρα κλείσει τις αξιολογήσεις.

Η ελληνική κυβέρνηση υπέπεσε σε τρία βασικά λάθη κατά τη διάρκεια της πολύμηνης διαπραγμάτευσης, που δεν της επέτρεψαν να πάρει κάτι παραπάνω από τη δόση.

1.Άφησε επίτηδες τη διαπραγμάτευση να συρθεί μέχρι τις εκλογές στην Ευρώπη με την ελπίδα ότι έτσι θα πετύχαινε καλύτερα αποτελέσματα. Το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο. Οι ευρωπαίοι επέδειξαν μια άκρως αμυντική στάση, φοβούμενοι το πολιτικό κόστος στις χώρες τους.

2.Ανέδειξε σε επικοινωνιακή της σημαία το ζήτημα του χρέους, φωνάζοντας σε όλους τους τόνους ότι δεν είναι βιώσιμο. Όταν όμως εθνικός στόχος είναι το 2018 να δανειστούμε από τις αγορές για να απεμπλακούμε από τα μνημόνια δεν μπορεί η κυβέρνηση να βγαίνει και να λέει στους επενδυτές ότι η χώρα είναι ουσιαστικά χρεοκοπημένη. Κανένας σώφρων επενδυτής δε θα μας δανείσει τα χρήματά του. Στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που γίνονται, αλλά δεν πρέπει να λέγονται. Κι αυτές οι κουβέντες γίνονται πίσω από κλειστές πόρτες.

3.Δεν προσπάθησε να διορθώσει καμία από τις παθογένειες του ελληνικού κράτους. Η καθημερινότητα του πολίτη χειροτερεύει, το πελατειακό κράτος, η διαφθορά, η φοροδιαφυγή, η γραφειοκρατία, η σπατάλη ζουν και βασιλεύουν. Η ανάπτυξη μάλιστα τείνει να γίνει ανέκδοτο με την υπερφορολόγηση και την εχθρότητα που δείχνουν τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος απέναντι στις μεγάλες επενδύσεις (πχ. Ελληνικό).

Δύο είναι τα επικρατέστερα σενάρια για την επόμενη ημέρα μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο 2018.

1.Η Ελλάδα να μην έχει κατορθώσει να βγει στις αγορές και να ζητήσει ένα 4ο μνημόνιο, ώστε να αποφύγει τη χρεοκοπία. Άγνωστο είναι οι Ευρωπαίοι τι θα πράξουν σε μια τέτοια περίπτωση. Πιθανότερα θα δεχθούν να συμμετάσχουν σε ένα νέο πρόγραμμα, απαιτώντας όμως εκ νέου δύσκολα μέτρα, που αυτή τη φορά θα αγγίξουν τον πυρήνα του δημόσιου τομέα.

2.Η Ελλάδα να κατορθώσει να βγει δειλά στις αγορές, έχοντας όμως ένα δίχτυ ασφαλείας από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, δηλαδή μια προληπτική πιστοληπτική γραμμή, σε περίπτωση που τα πράγματα δεν εξελιχθούν τόσο ομαλά. Η δυνατότητα ωστόσο παροχής βοήθειας από τον ESM θα αποτελέσει για τους δυνητικούς επενδυτές μια μορφή εγγύησης των χρημάτων τους και θα αμβλύνει τις επιφυλάξεις τους να δανείσουν την Ελλάδα. Τα χρήματα της προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής θα προέλθουν από τα αδιάθετα κεφάλαια της 3ης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών (περίπου 20 δισ.)

Το σενάριο η χώρα να έχει αποκαταστήσει σε ένα χρόνο την αξιοπιστία της και να αφεθεί μόνη της να πείσει του επενδυτές να τη δανείσουν δε φαντάζει ρεαλιστικό. Είναι σαν να περιμένουμε από έναν άνθρωπο που νοσηλεύεται επί χρόνια στην εντατική να κατέβει στην αυλή και να παίξει ποδόσφαιρο!

Θα πρέπει λοιπόν να θέσουμε ως εθνικό στόχο, το μόνο θετικό και συνάμα ρεαλιστικό σενάριο που διαφαίνεται αυτή τη στιγμή: την απόπειρα εξόδου στις αγορές το 2018, έχοντας όμως εξασφαλίσει μια ανοιχτή γραμμή χρηματοδότησης. Για να το πετύχουμε χρειάζεται να κάνουμε βήματα προς την ανάκαμψη και την καταπολέμηση των χρόνιων παθογενειών μας, καθώς και σταθερό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον. Έτσι θα αποκαταστήσουμε εν μέρει τη χαμένη αξιοπιστία μας και θα μπορούμε να ανανεώνουμε τα δάνεια που λήγουν με ένα ελκυστικό επιτόκιο. Με αυτό τον τρόπο θα απεμπλακούμε σταδιακά από τη στενή διεθνή επιτήρηση.