Το σημερινό σημείωμα συνεχίζει σκέψεις μου που είχαν δημοσιευθεί εδώ περί ανδροκρατικής κουλτούρας και περί του δημογραφικού. Θα επιχειρήσει να συνεξετάσει το έγκλημα στα Γλυκά Νερά με το ακυρωθέν συνέδριο για την υπογονιμότητα. Γίνεται; Πώς είναι δυνατό να συνδέονται;
Και όμως. Το κοινό τους χαρακτηριστικό βρίσκεται στη νοοτροπία εκείνη η οποία καθιστά τον άντρα κέντρο και τη γυναίκα εξάρτημα ή προέκτασή του, υποταγμένη στις επιθυμίες του και στα αυτονόητά του. Όλοι οι πολιτισμοί που ξέρουμε από την γνωστή ιστορία χτίστηκαν από τους άντρες και γύρω από τις ανάγκες τους, επομένως - ακόμη και σήμερα- αντανακλούν την αγωνία του άντρα να θέσει τη γυναίκα υπό έλεγχο.
Το άγχος του άντρα απέναντι στη γυναίκα βιώνεται ως απειλή για τον ανδρισμό. Αντίστοιχα, το άγχος της γυναίκας είναι άλλης τάξεως, κυρίως για την εικόνα της, αν ο άντρας θα είναι ικανοποιημένος μαζί της ή θα τήν απορρίψει.
Το άγχος του άντρα είναι πιο θεμελιώδες, λόγω της αρχικής σχέσης του με τη μητέρα. Έχει να κάνει με την ίδια του την ταυτότητα, αν θα εξακολουθεί να παραμένει άντρας και ενήλικος μετά την εγγύτητα. Και επειδή είναι πιο έντονο το άγχος, είναι και πιο σκληροί οι μηχανισμοί τους οποίους κινητοποιεί ως αντίδοτα.
Μία σταθερά των πολιτισμών και των θρησκειών είναι ότι προσπάθησαν να θέσουν την γυναίκα υπό έλεγχο και να εξουδετερώσουν αυτό το άγχος. Σε κοινωνικό επίπεδο αυτό έγινε με διάφορους θεσμούς και νοοτροπίες. Σε ψυχικό επίπεδο με το να βρει ο άντρας τρόπους μέσα του να κατασιγάσει αυτό το άγχος.
Στην παραδοσιακή κοινωνία η γυναίκα έπρεπε να τεθεί υπό έλεγχο ως προς τις φυσικές λειτουργίες της, δηλαδή την εμμηνορρυσία και την γονιμότητα, αλλά και ως προς τον έρωτα. Σε αυτές τις κοινωνίες παρατηρείται συχνά το εξής φαινόμενο: η γυναικεία εικόνα υφίσταται μία σχάση στο μυαλό και στην καρδιά του άντρα.
Από τη μια, η γυναίκα είναι ιερή και αυτή είναι η μάνα. Οι άλλες γυναίκες είναι απαραίτητες για να κάνει ο άντρας οικογένεια και παιδιά, αλλά επειδή δεν μπορούν να φτάσουν στο επίπεδο της μάνας είναι πολύ εύκολο να ξεφύγουν. Στο μοτίβο αυτό η ευθύνη αποδίδεται στη γυναίκα: «Οι γυναίκες φταίνε για όλα, είναι πονηρές ή αναξιόπιστες ή άτιμες!», δηλαδή στερεότυπα τα οποία οι παραδοσιακοί άντρες τρέφουν γύρω από τη γυναίκα.
Συχνά το μοτίβο λαμβάνει τη μορφή της σχάσης ανάμεσα στην ιερή α-σεξουαλική γυναίκα-μάνα και στην γυναίκα η οποία έχει επιθυμίες ερωτικές και γι’ αυτό είναι πρόστυχη. Έτσι μερικοί από αυτούς τους άντρες δεν μπορούν να συνδυάσουν έρωτα και σεξουαλικότητα. Δηλαδή, άλλη γυναίκα ερωτεύονται και στήνουν σπίτι και άλλη τούς ελκύει σεξουαλικά. Πρόκειται για μία αναπηρία του προνεωτερικού άνδρα, η οποία εξακολουθεί ενεργή και σήμερα παραδόξως σε πολλούς.
Αλλά εξωτερικά μόνο η ενόχληση προέρχεται από την ερωτική αυτοδιάθεση της γυναίκας. Στην πραγματικότητα ενοχλεί η αυτοδιάθεση εν γένει.
Το πρόβλημα της κοινωνίας μας – κατάλοιπο από το μακρινό παρελθόν – βρίσκεται στη γυναίκα που κάνει χρήση της ελευθερίας της. Όταν επιπλέον προκύψει κάποιος με ναρκισσιστική προσωπικότητα, θα επιδιώξει την γυναίκα-τρόπαιο την οποία θα επιχειρήσει να κλείσει σε ‘χρυσό κλουβί’ για να τήν κατευθύνει σε κάθε λεπτομέρεια.
Ο άλλος τρόπος με τον οποίο ο άντρας επιχειρεί να θέσει υπό έλεγχο τη γυναίκα είναι ο αντιδιαμετρικός από τον παραδοσιακό και πολύ πρόσφατος. Πρόκειται για την πορνογραφική εκμετάλλευση της γυναίκας, άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Ο παραδοσιακός πουριτανισμός είχε κάνει τον έρωτα και το σεξ έμμονη ιδέα από την ανάποδη και η σημερινή κατάσταση το έχει κάνει έμμονη ιδέα από την κανονική!
Είναι προφανές πως η σεξουαλικότητα γενικά, αυτονομημένη από το συναίσθημα του έρωτα, αποτελεί τέλειο μηχανισμό για ψυχική απόσταση. Εμποδίζει την εγγύτητα δημιουργώντας ψυχικό «θόρυβο». Το σεξ κάνει ψυχικό «θόρυβο» ώστε όταν χρησιμοποιείται χωρίς συναισθήματα γίνεται άριστο μονωτικό ανάμεσα στους ανθρώπους.
Η μεγάλη απογείωση έγινε όταν η τεχνολογία επέτρεψε την πορνογραφία. Γιατί; Με άλλοθι την ποθητή γυναίκα στήνεται ένα σκηνικό ελέγχου της. Το αντικείμενο της σεξουαλικής ενόρμησης, η γυναίκα, σκηνοθετείται έτσι ώστε να εναπόκειται αποκλειστικά στην βούληση και στον ρυθμό του άντρα θεατή, με την δυνατότητα επανάληψης που έχει το βίντεο, ώστε αυτός να παραμένει εξωτερικός παρατηρητής και ρυθμιστής.
Εδώ πρέπει να καταλογίσουμε και στις γυναίκες το γεγονός ότι, είναι τόσο έντονη η ναρκισσιστική ανάγκη τους να καθρεφτίζονται στη ματιά του άντρα, ώστε τίς εμποδίζει να δουν την πορνογραφία στις πραγματικές της διαστάσεις. Επίσης μια άλλη δυσάρεστη εξέλιξη είναι ότι η πορνογραφία πέτυχε το να αλλάξει η σεξουαλικότητα κάποιων γυναικών έτσι ώστε να ταιριάζει με τις απαιτήσεις των αντρών.
Να τό πω με άλλα λόγια, κάποιες κοπέλες μπήκαν στην παγίδα η οποία κάνει το ναρκισσιστικό τους όφελος να μετράει παραπάνω από την χρήση τους ως αντικειμένων. Δεν τίς ενοχλεί πια ότι χρησιμοποιούνται ως σεξουαλικά αντικείμενα, λόγω της ναρκισσιστικής ικανοποίησης που απολαμβάνουν. Και εδώ τίθεται επιτακτικά η μεγάλη ανάγκη πώς θα διαμορφώσουν οι κοπέλες μια υγιή αυτοεκτίμηση μέσα στην αποθέωση της εικόνας στην οποία ζούμε.
Ο λόγος για τον οποίο τονίζω τη σημασία της πορνογραφίας είναι ότι αυτή συντηρεί την ανδροκεντρική νοοτροπία και την κουλτούρα του βιασμού. Ενώ έχουν λάβει χώρα σημαντικές αλλαγές στις στάσεις της κοινωνίας και έχει ευαισθητοποιηθεί η εκπαίδευση, η διάδοση της πορνογραφίας έδωσε το ‘φιλί της ζωής’ στην κουλτούρα επιβολής και κυριαρχίας.
Θεωρώ βέβαιη την επίδρασή της στα πάμπολλα φαινόμενα βιασμών, αλλά και οποιασδήποτε άλλης βίας και παρενόχλησης κατά γυναικών τα οποία εμφανίστηκαν κατά τους τελευταίους μήνες, αυξανόμενα ανησυχητικά. Ολοένα και περισσότεροι νεαροί άνδρες ’εκπαιδεύονται’ συστηματικά από την πορνογραφία η οποία διαμορφώνει, όχι μόνο τη συμπεριφορά τους, αλλά και την δομή της προσωπικότητάς τους.
Κατανοώ ότι ακούγεται ανοίκειο, ίσως και προσβλητικό, να εντάσσονται στην ίδια προβληματική, από τη μια ο σεξουαλικός ευτελισμός της γυναίκας και από την άλλη η προσδοκία του καλοπροαίρετου ήσυχου πολίτη (κατά ‘σύμπτωση’, συνήθως άντρα!) να γεννούν περισσότερα παιδιά οι γυναίκες για να σωθεί η χώρα.
Προφανώς από ηθικής και αξιολογικής πλευράς χωρίζει άβυσσος τα δύο φαινόμενα. Όμως μιλώ για ψυχολογική και πολιτισμική συγγένεια. Και από αυτή τη σκοπιά βρισκόμαστε στον ίδιο χώρο, στην ανδροκρατία. Αρνούμαστε στη γυναίκα να είναι υποκείμενο της δικής της επιθυμίας.
Και εδώ αρχίζουν τα αδιέξοδα. Διότι μόλις καταφέρουμε να τό αποδεχθούμε αμέσως μπροστά μας ορθώνονται δύο βουνά να διαβούμε.
Το πρώτο έγκειται στην αλλαγή πολιτισμικού παραδείγματος: πώς θα διαμορφώσουμε μία κοινωνία στην οποία η ισότητα των φύλων θα διαποτίσει την κουλτούρα μας;
Αλλά, σαν να μην έφτανε αυτό, υπάρχει και δεύτερο βουνό από πίσω. Με δεδομένη μια μη ανδροκρατική λογική, πώς λύνεται το δημογραφικό;
Ας πάψουμε να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας. Η δημογραφική ανάκαμψη της χώρας δεν γίνεται ούτε με την αύξηση του μέσου όρου γεννητικότητας από 1,5 παιδιά σε 2,5. (Που και αυτός ο στόχος απαιτεί τιτάνιες δημοσιονομικές και οργανωτικές προσπάθειες).
Αν έχουν κάποιο δίκιο όσοι θεωρούν πως η λύση του δημογραφικού δεν είναι σκόπιμο να ταυτίζεται με την ενσωμάτωση μεταναστών, τότε χρειαζόμαστε αλλαγή του Δυτικού πολιτισμού. Διαφορετικά θα συμπεριφερόμαστε σαν την προβληματική επιχείρηση η οποία εκλιπαρεί το κράτος να τή διασώσει με προστατευτικούς νόμους. Η Δύση δεν θέλει να κάνει παιδιά, αλλά δεν θέλει να μετακομίζουν στο δικό της ‘χωριό’ όσοι κάνουν πολλά παιδιά!
Επειδή λοιπόν κανείς δεν θέλει να ξεβολευτεί, τήν πληρώνουν οι αδύναμοι κρίκοι: οι μετανάστες και οι γυναίκες! Σπαταλάμε τον καιρό μας και το κοινωνικό κεφάλαιο προσφεύγοντας σε συνθήματα τα οποία συμπυκνώνουν τις ψευδολύσεις των εύκολων στόχων (‘έξω οι μετανάστες’, ‘να ενημερώσουμε τις γυναίκες’ λες και από άγνοια μένουν άτεκνες!), ακριβώς για να μην αντικρίσουμε κατάματα τα αδιέξοδά μας.
Η κοινωνία, αποτελούμενη από άντρες και γυναίκες, χρειάζεται να ξεκαθαρίσει τι θέλει για το μέλλον της και ποιο κόστος είναι διατεθειμένη να καταβάλει για να τό πετύχει. Αν δεν τό κάνει, ας μην κατηγορεί κανέναν άλλον. Διότι αυτή τη λίμναση παρατηρούμε μέχρι τώρα: φωνές ανησυχίας από τους αιώνια κυριαρχικούς, αλλά χρεωκοπημένους άντρες…